Αριθμός Επισκεπτών

Η ώρα είναι...

Links

Φώτιος Κόντογλου

Σημείον Αντιλεγόμενον

(Μέρος 2ον)

Ασπασίας Βαλασσά, φιλολόγου

fk06Στο δεύτερο αυτό τμήμα του αφιερώματός μας στον Φώτη Κόντογλου , στον «παράξενο « αυτό άνθρωπο της Ανατολής , τον ταπεινό αυτό γίγαντα , θα επιχειρήσουμε μια προσέγγιση της πολύπλευρης προσωπικότητάς του , γνωρίζοντάς τον μέσα από τα «λεγόμενά» του και συγκεκριμένα μέσα από τη λογοτεχνική του παραγωγή , από την οποία αναδύεται ο Κόντογλου ως λογοτέχνης αλλά και ως στοχαστής .

Η πρώτη εμφάνιση του Κόντογλου στη νεοελληνική γραμματεία υπήρξε ένα κυριολεκτικό ξάφνιασμα . Ο Pedro Cazas ( 1920 ) προκάλεσε ενθουσιώδη σχόλια της τό τε κριτικής 1.Το βιβλίο τάραξε τα νερά της εποχής . Ο Φώτος Πολίτης ( στο κορύφωμα τότε της κριτικής του άρνησης ) το θεώρησε σαν ευοίωνο σημάδι 2. Ο ίδιος ο Κόντογλου μετά από χρόνια είπε : « Με τον Πέδρο Καζάς ?πεσα σαν μπόμπα στη στάσιμη ελληνικ? λογοτεχνία» 3.Κι όσο κι αν φαίνεται εγωϊστική αυτή η κρίση του , είναι πέρα για πέρα αληθινή. Ο Πέδρο Καζάς άπλωνε τους ορίζοντες της λογοτεχνίας μας σε μακρινούς τόπους , γεμάτους περιπέτεια , ενώ συγχρόνως προέβαλλε με έμφαση το ντόπιο στοιχείο , την παράδοση της ρωμιοσύνης , διατηρώντας και καλλιεργώντας το θέλγητρο του λαϊκού ύφους , με κάποια υπερβολή ίσως , με το οποίο , όμως , πλούτισε τη νεοελληνική μας γλώσσα και αναδείχτηκε ο πιο απλός και δυνατός αφηγητής 4. Ο Ξενόπουλος στην κριτική του για το συγκεκριμένο αυτό βιβλίο είπε χαρακτηριστικά : « Απορώ πώς υπάρχουν ακόμη αντίτυπα απ ?αυτό το θαυμάσιο βιβλίο» 5, θέλοντας προφανώς να τονίσει πως το βιβλίο αυτό , που ήταν κάτι το εντελώς διαφορετικό και πρωτόγνωρο στη νεοελληνική λογοτεχνία, θα έπρεπε ήδη από την αρχή της κυκλοφορίας του να έχει εξαντλήσει τα αντίτυπά του .

fk08Ο ίδιος ο Κόντογλου μέσα από τον πρόλογο του έργου του Pedro Cazas μάς δίνει ορισμένα στοιχεία που καθορίζουν το χαρακτήρα του , τους στόχους του , τις απόψεις του για τα βιβλία : « Η αλήθεια είναι πως είμαι ένας άγριος άνθρωπος σκέτος . ΄Ωρες ώρες μου φαίνεται πως είμαι γερό κεφάλι πολλές φορές πάλι βλέπω καθαρά πως δεν είμαι τίποτε περισσότερο απ? έναν άνθρωπο με απλή γνώμη . Μιλώ έτσι ενώ μέσα μου όλα είναι ήμερα . Περνώ τις μέρες μου απάνου κάτου μοναχός . Είχα μια μεγάλη αγάπη για τα βιβλία στα μικρά χρόνια , αλλά γενικά δεν ήμουν διόλου από κείνους τους ανθρώπους που κάνουν τους άλλους να περιμένουν απ ?αυτουνούς τίποτα γι αυτό είναι ένα πράμα ολότελα ανέλπιστο για μένα να τυπώσω ένα βιβλίο εγώ ο ίδιος απορώ πώς ταίριαξε έτσι». Απ ? αυτή την άποψη μια σύντομη αναδρομή στα προλεγόμενα του συγγραφέα σε διάφορα έργα του θα μπορούσε να μας βοηθήσει σημαντικά στη διαμόρφωση μιας όσο κατά το δυνατόν ολοκληρωμένης αντίληψης πάνω στο περιεχόμενο , στο ύφος , στις απόψεις και στους στόχους του συγγραφέα . Στις «Αδάμαστες Ψυχές» αμέσως μετά το εξώφυλλο σημειώνει : «Αδάμαστες ψυχές , κουρσάροι και ταξιδευτάδες , που τραβήξανε στη ζωή τους πολλές αναποδιές και βάσανα , μια που παλέψανε με τέτοια αφοβία , ώστε να μπορούνε να σταθούνε σα παράδειγμα για μας , για να μη χάνουμε το θάρρος μας σε κάθε περίσταση της ζωής μας , αδιάφορο αν κάποιοι απ ?αυτούς ήτανε κακούργοι και φονιάδες .7 Και παρακάτω στο σύντομο πρόλογο των «Αδάμαστων Ψυχών» θα γράψει: « Εμείς οι άνθρωποι αγαπάμε τις ασυνήθιστες ιστορίες στα μακρινά τα μέρη . Και συμπαθάμε τους γενναίους ανθρώπους που αψηφάνε τη ζωή τους και ρίχνονται ασυλλόγιστα μέσα σε χώρες άγριες και σε θάλασσες άσπλαχνες , και πολεμάνε καταπάνω στο Χάρο και βγαίνουνε γεροί , και πάλι ξαναπιάνουνε να παλεύουνε με την ίδια όρεξη χωρίς να βαριεστήσουνε . Ενώ όποιος ακούγει την ιστορία τους , απορεί πού βρίσκουνε αυτή την ακατάλυτη δύναμη και φχαριστιέται πολύ σα να νίκησε ο ίδιος βλέποντας πώς κερδίζουνε οι άλλοι τη ζωή τους πολεμώντας καταπάνω στα μπόδια που τους βάζει η άγρια φύση κ ?οι ίδιοι οι ανθρώποι , τ ?αδέρφια τους . Και η φχαρίστησή του είναι πιο πολύ σαν βλέπει το χαρούμενο κέφι τους και τον ενθουσιασμό που δείχνουνε , ενώ δεν ΄εχουνε καμιά προστασία κ ?είναι έρημοι μέσα σε λογής λογής αναποδιές . Κι αντί να λυγίσουνε , αυτοί τεντώνονται σαν το δοξάρι που σφεντονίζει τη σαγίτα . Αληθινά , αυτή η ανοιχτόκαρδη παλληκαριά μας κάνει να παίρνουμε κουράγιο για τα δικά μας τα βάσανα , με το να τα βάζουμε κοντά στα χειρότερα , και έτσι μαθαίνουμε να κάνουμε υπομονή . Αυτή η υπομονή ειρηνεύει την καρδιά μας».8 Και πιο κάτω συνεχίζοντας να μιλά για τους ανθρώπους του έργου του θα πει: « Από τα πολλά τα βάσανα που τραβήξανε τούτοι οι δυστυχισμένοι , σα να ξεπλύνανε τις αμαρτίες τους , και τους συγχωράς όλα τα κακά τα φυσικά τους , μάλιστα όποτε έχει χάρη το στόμα τους και λένε την ιστορία τους μ ?έναν τέτοιο τρόπο , που θαρρείς πως μπαίνουνε τα λόγια μέσα στην καρδιά σου και τη ζεσταίνουνε , ΄ενα πράγμα που δεν μπορούν να το πετύχουνε κάποιοι σπουδασμένοι πόχουνε για δουλειά τους να γράφουν μαστορικά βιβλία με ψεύτικα λόγια».9

fk01Μέσα απ ΄όλο αυτό τον κόσμο αναδύονται οι ήρωες του Κόντογλου . Απλοί άνθρωποι του λαού , ταπεινοί , «ασήμαντοι» κατά κόσμον , «μεγάλοι» όμως στα μάτια του Θεού , μεγάλοι ακόμη και μέσα από τις μικρότητες και τα λάθη τους , για τα οποία μετανιώνουν , μεγάλοι και λυτρωμένοι μέσα από τις άπειρες δοκιμασίες που πέρασαν και που έφτασαν να ξεπλύνουν μ ?αυτές πλήθος αμαρτιών . Είναι ήρωες που μας διδάσκουνε απλά και μόνο με τη ζωή τους , που ζεσταίνουν την καρδιά μας και της δίνουν κουράγιο για το δύσκολο αγώνα της ζωής , χωρίς να μας πουν ψεύτικα λόγια . Κι αυτό γιατί είναι άνθρωποι αληθινοί , είναι άνθρωποι που αντικατοπτρίζουν τη γνήσια ελληνική ψυχή . Οι «Αρχαίοι ΄Ανθρωποι», οι «Αδάμαστες Ψυχές», η «Πονεμένη Ρωμιοσύνη»κ και άλλα ανάλογα βιβλία του αποτελούν αντικατοπτρισμό του ΄Ελληνα ανθρώπου , είτε κολασμένος είναι αυτός , είτε άγιος , λάγνος ή ασκητής , στεριανός ή λατρευτής των ανοιχτών θαλάσσιων οριζόντων . ΄Ετσι μπορεί να πει κανείς ότι το έργο του Κόντογλου εκφράζει πράγματι το λαό μας και το μετεωρισμό του ανάμεσα στους δύο κυριαρχικούς παράγοντες της ζωής , την ύλη και το πνεύμα , από τους βυζαντινούς χρόνους μέχρι σήμερα , που ο άνθρωπος βρίσκεται μπροστά σε σκοτεινές καταστάσεις και η συνείδησή του καλείται να ακολουθήσει επειγόντως μια κατεύθυνση . Λέγεται ότι κάποτε ο Ι .Μ .Παναγιωτόπυλος ρώτησε τον Κόντογλου πώς κατάφερε να συνταιριάξει στην τέχνη του τους αγίους ακι τους κουρσάρους . Κοι ο Κόντογλου αποκρίθηκε: « Ελιναι και οι δύο το ίδιο . Δυνατοί , αδιάλλαχτιοι , άφοβοι , το ίδιο πράγμα . Μόνο που οι άγιοι παίρνουν τον ανήφορο κι οι κουρσάροι τον κατήφορο».10 Στους ληστές και τους κουρσάρους ό,τι τον γοητεύει δεν είναι το έγκλημα , είναι η απλότητά τους , που παραμένει , παρά το έγκλημα , αλώβητη .11 Η ψυχή του Κόντογλου είναι με τους θαλασσινούς και τους ναυτικούς εκείνους που προτ?ξανε , στο κέρδος την περιπέτεια , το πάθος. Είναι με τους ληστές της θάλασσας , τους κουρσάρους ή τους εξερευνητές , που συχνά ταυτίστηκαν με τους πρώτους .12

΄Ενα από τα κυριότερα χαρακτηριστικά του Κόντογλου ως συγγραφέα είναι το γεγονός ότι είναι ανεπανάληπτος εκφραστής του ελληνισμού της Ανατολής . Σ ?όλο σχεδόν το εργο του η «βασανισμένη» , όπως την αποκαλεί , Ελληνική και Χριστιανική Ανατολή αποτελεί πρωταρχικό στοιχείο . Από το θαυμάσιο εκείνο θεμελιακό βιβλίο «Το Αϊβαλί , η πατρίδα μου» έως το τέλος του έργου του ο Κόντογλου ζωγραφίζει με την πένα του τη «μικρή» ιστορία , τα ήθη , τους ανθρώπους , τα γεγονότα και κυρίως τη φύση της πατρίδας του με παραστατικότητα απαράμιλλη και με λυρικότητα νοσταλγική.13 Ο Κόντογλου εκφράζει τον πόνο της «βασανισμένης» Ανατολής με τρόπο εξαίρετο . Ο παλιός καιρός και η ζωή στην Ανατολή προβάλλονται και γίνονται αντικείμενο νοσταλγίας και αναμνήσεων από την πλευρά του Κόντογλου , του πιο ανατολίτη από τους πεζογράφους μας . « Ο Κόντογλου κουβαλάει μέσα του ένα πλούτο αναμνήσεων από τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια , που έζησε στο Αϊβαλί . ΄Ολα αυτά φιλτράρονται μέσα στη νοσταλγία και στάζουνε σαν ιερό δάκρυ στην καρδι? του , όπου μετουσιώνονται με τον πόνο σε ποίηση και χύνονται σε ?λα τα γράμμαά του» , αναφέρει ο Π.Β.Πάσχος.14

fk02Αλλά το πιο βασικό , κύριο και βαθύτερο χαρακτηριστικό του έργου του κυρ Φώτη είναι το γνήσιο ορθόδοξο πνεύμα που διαποτίζει το λογοτεχνικό του έργο σε κάθε λεπτομέρεια . Αυτή η προσήλωσή του στην Ορθοδοξία σε συνδυασμό με την ελληνική παράδοση , όπως αυτή φτάνει ως τις μέρες μας από τους βυζαντινούς ακόμη χρόνους , σηματοδοτούν την πορεία του Κόντογλου μέσα στο χρόνο . Ο κυρ Φώτης αγάπησε και πόνεσε όσο κανείς άλλος την Ορθοδοξία και τη Ρωμηοσύνη . Δεν υπήρξε απλά ένας θερμός ζηλωτής του κλίματος της Ορθοδοξίας , αλλά ένας κήρυκας και φλογερός απόστολός της . Χαρακτηριστικό ως προς αυτό είναι ένα απόσπασμα από τον πρόλογό του στην ερμηνεία που έκανε στο Κατά Ματθαίον Ευαγέλιον . ΄Οπως γράφει ο ίδιος , είναι «εξηγημένο τό κατά δύναμιν διά τους απλουστέρους από τον Φώτιον Κόντογλου»15 Γράφει λοιπόν στον Πρόλογο: «Η ορθόδοξη λατρεία του Χριστού που παραλάβαμε από τους πατέρες και διδασκάλους μας δεν έχει ανάγκη από ανακαινισμούς . Ο Χριστός χθες και σήμερον ο αυτός και εις τους αιώνας . ΄Οποιος βαρέθηκε αυτή την λατρεία και θέλει να την αλλάξη , τάχα σύμφωνα με τη σημερινή ζωή , κατά βάθος βαρέθηκε να είναι χριστιανός . Ορθοδοξία και Ευαγγέλιο είναι ένα . Όποιος αγαπά τους νεωτερισμούς και θέλει να αλλάξη ό,τι μας παραδόθηκε από τους πατέρες , αυτός δεν είναι χριστιανός , γιατί δεν έχει ταπείνωση , αφού η μητέρα των νεωτερισμών είναι η υπερηφάνεια , που κάνει τον άνθρωπο να πορεύεται κατά το θέλημα το δικό του . Αυτός δεν αγάπησε τον αληθινό Χριστό , που τον γν΄ωρισε από την ιερή παράδοση , την μονάχη πηγή της αλήθειας , γι ?αυτό θέλει να κάνη ένα είδωλο κατά το θέλημά του και να το βάλη στην θέσι του Χριστού...»16. Τα τόσο μεστά αυτά λόγια συμπυκνώνουν , πιστεύω , όλες τις απόψεις του Κόντογλου περί Ορθοδοξίας . Διαβάζοντάς τα κανείς έχει την αίσθηση πως διαβάζει πατρικές νουθεσίες εν?ς σοφού γέροντα , ενός πνευματοφόρου ανθρώπου , που βιώνει την Ορθοδοξία σε όλο της το μεγαλείο , που που έχει βρει τον «πολύτιμον μαργαρίτην» και προσπαθεί με κάθε τρόπο να τον διαφυλάξει και να πείσει και τους αλλους γι? αυτό προτρέποντάς τους έμμεσα να αποβάλουν τον εγωϊσμό και να υιοθετήσουν την ταπείνωση , για να πορεύονται σύμφωνα με το θέλημα του Χριστού , όπως αυτό εκφράζεται αιώνες τώρα μέσα από την ανόθευτη Ιερά Παράδοση . Ο Κόντογλου αγωνιά και διαμαρτύρεται μπροστά σε κάθε προσπάθεια αλλοίωσης του γνήσιου ορθόδοξου πνεύματος . ΄Εχει επίγνωση του τεράστιου θησαυρού και της μοναδικότητας που περικλείει η Ορθοδοξία , γιατί ο ίδιος έχει βιώματα και εμπειρίες . Και ακριβώς επειδή έχει επίγνωση , γι? αυτό και ο ζήλος του είναι ζήλος «κατ΄επίγνωσιν» .Νιώθει την ανωτερότητα της Ορθοδοξίας , η οποία ανταποκρίνεται στα βαθύτερα αιτήματα του ανθρώπου , γιατί ικανοποιεί την ψυχή και τη συνείδησή του , χωρίς να προδίδει την ουσία της διδασκαλίας του Θεανθρώπου . Ο Κωστής Μπαστιάς πολύ πετυχημένα τον χαρακτήρισε «αγιορείτη της Αθήνας», γιατί τελικά το να ζει και να σκέπτεται κανείς ορθόδοξα , αγιορείτικα , δεν είναι θέμα τόπου αλλά θέμα τρόπου . Εξάλλου τα βιώματα και οι αναμνήσεις από τη ζωή του στο ΄Αγιον ΄Ορος παραμένουν ανεξίτηλα μέσα στην ψυχή του και αποτυπώνονται στο έργο του . Είχε καθήσει μάλιστα για αρκετό καιρό , όταν ήταν νέος , στο κελί ενός γέροντα μπάρμπα του , σ ?ένα καλύβι παραθαλάσσιο κάπου κοντά στα Καυσοκαλύβια . Στο βιβλίο του «Ιστορίες και περιστατικά»και συγκεκριμένα στο κεφάλαιο «Οι τέσσερις Αϊβαλιώτες» γράφει : « ΄Ετσι πέρασα ζωή χαρισάμενη κάμποσες μέρες , ευτυχισμένος σαν τον Αβραάμ , ανάμεσα στις απλοϊκές τούτες καρδιές . Είπαμε τις ιστορίες μας , τα βάσανά μας»17 . Φορτωμένος λοιπόν κυριολεκτικά με τέτοια βιώματα και εμπειρίες και βιώνοντας την Ορθοδοξία μέσα στους χαλεπούς και μεταβατικούς καιρούς στους οποίους έζησε , αγωνίζεται και παλεύει , κατά το «κράτει ό έχεις» και κατά το «μη δώτε τα άγια τοις κυσί» . Αγωνίζεται μέσα από το περιοδικό «Κιβωτός» , μέσα από τα άρθρα του στον «Ορθόδοξο Τύπο» , μέσα από τα αντιπαπικά και αντιενωτικά του άρθρα . Αλλά και όλο το υπόλοιπο λογοτεχνικό του έργο αποπνέει μία οσμή «ευωδίας πνευματικής». Τα Χριστουγεννιάτικα και πολλών άλλων εορτών αφηγήματά του , με τη συχνή παράθεση αποσπασμάτων θρησκευτικών ύμνων , συνδυασμένα πάντα με το ωραίο φυσικό περιβάλλον , ήρεμο ή φ φουρτουνιασμένο , δημιουργούν κατάνυξη και αίσθημα θρησκευτικής γαλήνης , στοχαστικότητας και περισυλλογής . «Οι τρεις ερημίτες νιώθανε την αιωνιότητα , που τους έζωνε . Η ψυχή τους είτανε απλή κι έπινε από τη βαθειά αρμονία του κόσμου».18 Τέτοιες φράσεις αφθονούν στα αφηγήματα του Κόντογλου . Τα «Μυστικά ΄Ανθη , ήγουν κείμενα γύρω από τις αθάνατες αξ?ες της Ορθόδοξης ζωής» είναι ένα πρωτότυπο βιβλίο , γεμάτο από χριστιανοσύνη και αγάπη».19

fk03Αλλά μήπως αυτό το ίδιο άρωμα Χριστού δεν συναντούμε και στα υπόλοιπα κείμενα του Φώτη Κόντογλου; Λέει χαρακτηριστικά : « Λέγανε για τ ?Αϊβαλί πως έβγαζε τους πιο μεγαλόκορμους και τους πιο καλοκαμωμένους άντρες μαζί με την Κρήτη και τον Μοριά . ΄Ητανε κι οι πιο μερακλήδες στα ρούχα και στα φερσίματα. Εκείνο όμως που στόλιζε περισσότερο ήταν η σεμνότητα κ ? η ευσέβεια . ΄Εβλεπες παλληκάρια θηρία να στέκουνται στην εκκλησιά με φόβο Θεού σαν τα μικρά τα παιδιά . Αθώες ψυχές μέσα σε κορμιά γερά .20 Και αλλού θα πει : « ΄Οταν στις 26 Νοεμβρίου γιορτάζανε τον αποκεφαλισμό του ΄Αγιου Γιώργη του Χιοπολίτη που μαρτύρησε στα 1807 , κανένας δεν έμενε στο σπίτι του , όλοι μαζευόντουσαν στον ΄Αγιο Γιώργη και εκεί μπορούσε να δει κανείς το μεγαλείο που έχει η Ορθοδοξία η κατατρεγμένη . Αυτά τα πανηγύρια γινότανε από ανθρώπους θλιμμένους , απάνω σε μνημούρια ματωμένα . Η Ορθοδοξία τότες ήτανε σαν και κείνη τη μάνα τη βασανισμένη , που την πονάνε τα παιδιά και πιότερο , παρά σαν είναι καλοπερασμένη . Αγάπη αληθινή είναι μονάχα κείνη που ΄ναι πονεμένη αγάπη . Απάνου σε τέτοιαν αγάπη θεμελίωσε ο ριστ?ς τη γλυκειά την πίστη του»21.

Αυτή τη γλυκειά πίστη προσπάθησε ο Κόντογλου να υπερασπιστεί και να διατηρήσει αλώβητη , ανόθευτη και απαραχάρακτη από τις ξένες επιδράσεις . Αισθανόταν πόνο βαθύ όταν έβλεπε την Ορθοδοξία να κινδυνεύει από την ένωση με τη Δυτική Εκκλησία , κάτι στο οποίο αντιτάχθηκε με ιδιαίτερο πείσμα . Ο Κόντογλου μαχητικά διακήρυξε ό,τι πίστευε ο Κοραής : «ότι δηλαδή είναι μωρά και ματαία η ελπίς της ενώσεως των Εκκλησιών εν όσω ο Πάπας ισχυρίζεται να κρατή ηνωμένα δύο πράγματα ασυμβίβαστα , ήτοι την ποιμενική ράβδο του Χριστού και των κοσμικών ηγεμόνων το σκήπτρο»22. Μία τέτοια ένωση και συνταύτιση με το πνεύμα της Δύσεως θα έθετε σε κίνδυνο όχι μόνο την Ορθοδοξία , αλλά και την ίδια την υπόσταση του Ελληνισμού . Κι εδώ αξίζει να σημειωθεί ότι ο Ελληνισμός και η Ορθοδοξία , αυτό που λέμε ελληνοχριστιανική παρ?δοση , βρίσκονται σε μια αξεδιάλυτη ενότητα στο πρόσωπο , το έργο ( λογοτεχνικό , ζωγραφικό ?αγιογραφικό ) και τον όλο στοχασμό του Κόντογλου .

fk04Ο Ελληνισμός , η ελληνική παράδοση , η πονεμένη Ρωμηοσύνη , είναι ο δεύτερος μεγάλος πόνος , η δεύτερη μεγάλη αγάπη του Κόντογλου , μια αγάπη ισάξια και ταυτόσημη με την αγάπη του στην Ορθοδοξία , και όλος ο προβληματισμός του επικεντρώνεται στο εξής : «Πώς μπορούμε να διασώσουμε την εθνική ψυχή και την πίστι μας προς τη μεγάλη ελληνοχριστιανική παράδοσι μέσα σ? έναν κόσμο που αλλοιώνεται με ιλιγγιώδη ρυθμό;»23 Και γι αυτή τη διάσωση ο κυρ Φώτης αγωνίστηκε με μεγάλο πάθος . Το πάθος του αυτό τον έκανε να ξεχωρίσει από τους ανθρώπους της εποχής του , οι οποίοι τον παρεξήγησαν αρκετά και τον θεώρησαν ιδιόρρυθμο και απόκοσμο , «φανατικό» και «καθυστερημένο». Ο ίδιος όμως είχε έτοιμη την απολογία του: « Λένε κάποιοι ότι είμαι ένας φανατικός , ένας καθυστερημένος άνθρωπος , που βρίσκεται «εκτός πραγματικότητος» ( γιατί «πραγματικότης» για πολλούς πρακτικούς ανθρώπους της θρησκείας ελιναι ό,τι είναι «πραγματικότης» για τον υλικόν άνθρωπο , για τον ?πιστήμονα» κι όχι η μία και αιώνια πραγματικότητα , η αμετασάλευτη , το να είναι κανείς χριστιανός μη έχων ωδε μένουσαν πόλιν ). Εμένα λοιπόν με έχουνε για ζηλωτή . Αλλά δεν ρωτάνε ποιο είναι το αίσθημα του λαού μας για την Ορθοδοξία; Κι αν μου πούνε ότι ο λαός είναι ο τάδε και ο δείνα , τους αποκρίνουμαι ότι το λαϊκό αίσθημα δεν το αντιπροσωπεύουν οι χαλασμένοι , αλλά οι αληθινοί , όχι οι φανατισμένοι κι οι μωρόδοξοι που θέλουνε να φανούνε προοδευτικοί και Ευρωπαίοι , αλλά οι ταπεινοί χριστιανοί ΄Ελληνες , όχι οι «μανθάνοντες» την Ορθοδοξίαν εις τα σχολεία ( διότι η Ορθοδοξια δεν διδάσκεται με τη λογική και με την διαλεκτικά και με ορολογία νεκρή ) , αλλά οι «πάσχοντες» και ζώντες αυτήν . Αυτοί έχουν μέσα τους το πυρ που καίει την ψυχή και την οδηγεί στην αλήθεια...»24 Το κείμενο αυτό είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτικό και δείχνει τον όλο προσανατολισμό και τη βιοθεωρία του Κόντογλου . Και κάπου αλλού θα πει: « ωστόσο εμένα δεν με φοβερίζουνε αυτές οι προσβλητικές ονομασίες , γιατί τις συνήθισα και γιατί τις ακούσανε και άλλοι πιο σπουδαίοι από μένα , αλλά και γιατί δεν έχω πολλή εκτίμησι σε όσα εκτιμούν οι σημερινοί άνθρωποι . Και γι΄αυτό , όπως πάντα , φανερώνω τι έχω μέσα στην καρδιά μου , κι όποιος θέλει ας τ΄ακούσει»25. Ο Κόντογλου δεν αρνείται πως είναι ζηλωτης και φανατικός για τις αλήθειες που διδάσκει με τα γραφτά του , αλλά μας εξηγεί πως αυτό δεν το κάνει παρά από την αγάπη του για μας . Κι η στενοχώρια του κι η θλίψη του από την καταφρόνεση των θησαυρών της παραδόσεως ήταν γιατί ένιωθε πως οι Νεοέλληνες , τ? αδέρφια του , απεμπολούσαν ό,τι ιερώτερο είχαν μέσα τους , για ν?ακολουθούν τα ύποπτα «μοντέρνα» σ ?όλους τους τομείς . Πουλούσαν τα πρωτοτόκιά τους για ένα πιάτο φακές , με ξενόγλωσση ετικέτα στον πλαστικό φάκελο που την περιείχε: «εγώ στενοχωριέμαι για σας , έγραφε , όχι για μένα γιατί εγώ έχω αυτό που δεν έχετε , μα αυτό δεν είναι δικό μου μοναχά , αλλά δικό μας . Και γιατί , τάχα , θα υπόφερνα , αν δεν αγαπούσα τ ?αδέλφια μου και δεν φοβόμουνα μη χάσουνε το θησαυρό ;»26 Ο Κόντογλου θεωρεί τον αγώνα που κάνει για να υποστηρίξει την Ορθοδοξια εθνικ? . Ο σύγχρονος άνθρωπος πρέπει να αγαπήσει τις ρίζες του , να δει την εξέλιξη του γένους μέσα από την παράδοσή του , να συνειδητοποιήσει ότι είναι μέλος της Εκκλησίας του Χριστού , όπως αυτή διαμορφώθηκε σ ?αυτό το χώρο , κατά τη διάρκεια του Βυζαντίου και στους χρόνους της σκλαβιάς . Πονά για την Ελλάδα και τη βλέπει σαν ένα τόπο γεμάτο πληγές , ενώ αντιπαθεί την Ευρώπη . Η Ευρώπη , λέει , «είναι το σατανικό , η βαρβαρότητα , οι μάγισσες , το μακάβριο στοιχείο , η δυναστεία της ψυχρής λογικής , η σκοπιμότητα , η λατρεία του πλούτου , η κακογουστιά , η μάταιη πολυγνωσία , η βασιλεία του μαμωνά , η πολυπραγμοσύνη των καθολικών κι η σύγχυση του προτεσταντισμού .Πηγαίνετε ψευτοέλληνες να φωτιστείτε από το ηλιοβασίλευμα . Να δείτε πώς βγαίνει ο ήλιος από τη Δύση . Εσείς που ντρέπεστε να σας λ?νε Ανατολίτες . Ω πεισματάρηδες αρνηταί του πνευματικού».27 Πυκνός , λιτός , μεστός σε νόημα και αλήθειες ο λόγος αυτός του κυρ Φώτη . Λόγος που εκφράζει τον πόνο και την πίκρα του για τους συγχρόνους του . Αλλά και για τους μεταγενέστερους ΄Ελληνες είναι λόγος προφητικός , επικριτικός , αυστηρός , «τομώτερος ?πέρ π?σαν μάχαιραν δίστομον» , λόγος που ελέγχει και προσπαθεί να αφυπνίσει ναρκωμένες συνειδήσεις , ορθόδοξους ΄Ελληνες , που πρόδωσαν τη διπλή ταυτότητά τους , τον Ελληνισμό και την Ορθοδοξία .

fk05«Ο Κόντογλου , σαν ένας άλλος Οδυσσέας , δέθηκε με το σκοινί του πείσματός του στο κατάρτι της Ελλαδας , που γι ? αυτόν ήταν η Ορθοδοξία και η Παράδοση, κι άφησε, ασυμβίβαστος και τολμηρός, το καράβι του να ταξιδέψει στα φουρτουνιασμένα νερά της εποχής του . Κινδύνεψε , ταλαιπωρήθηκε αρκετές φορές. Μα έμεινε αμετακίνητος στα οράματά του . ΄Εκανε αυτό που του υπαγόρευε η ψυχή του και δίδαξε και στους άλλους πώς να βρουν τη ρίζα του εαυτού τους»28 , γράφει η Λένα Παππά . ΄Εχοντας υποψία και αμφιβολία για την αξία της σκετης πολυγνωσίας , που έχουν συνήθως οι καθηγητάδες , δεν ήταν και μαζί τους συμφιλιωμένος . «Κοίταξέ τον», έλεγε , άμα έβλεπε κανέναν καθηγητή . «Ευγενής άνθρωπος , αλλά κούφιος . Δεν γινότανε καλύτερα έμπορος; Τι ήθελε να γίνει ( ας πούμε ) θεολόγος; Τι του έφταιγε η θεολογία ; Και ξέρεις τι κακό κάνουν όλοι τούτοι; Πόσο κόσμο παίρνουν στο λαιμό τους ;Και δεν διορθώνονται με τίποτα . Εγώ πάντα έγραφα για ανθρώπους που ήτανε κακούργοι και γίνανε άγιοι . Μα τούτοι δω δεν αλλάζουν , γιατί είναι νερόβραστοι . Γεμάτη από αυτούς η Ελλάδα . Κι όλοι πετυχαίνουν γιατί ξέρουν να λένε όλο «ναι». Και μόλις πάρουν έναν τίτλο , γίνονται ανήμερα θεριά! Και δεν καταλαβαίνουν πως δουλεύουν στη ματαιότητα . Για τούτο λέμε πως η Ελλάδα έχει ακόμα πολλές πληγές!» 29

Οι συνάδελφοί του λογοτέχνες του έστελναν τα έργα τους , αλλά τα άφηνε συνήθως αδιάβαστα . «Ταμεία ψευτιάς» έλεγε τα βιβλία . «Τα ωραιότερα βιβλία που διάβασα», έγραψε στον Πέδρο Καζάς , «είναι γραμμένα από ανθρώπους που δεν έχουν την ιδέα πώς συγγράφουν». Από τα έργα που ξεχώριζε ήταν ο Παπαδιαμάντης , ο Βλαχογιάννης , ο Φιλήντας , τα πατερικά κείμενα , οι ιστοριογραφίες του Δωροθέου Μονεμβασίας και του Μελετίου Αθηνών , οι λαϊκές φυλλάδες , τα παλιά ναυτικά ημερολόγια, ο Ροβινσώνας και άλλλα ιδιότροπα γραψίματα 30 .

Στην όλη προσπάθεια του Φώτη Κόντογλου εξέχοντα ρόλο παίζει το ύφος και η γλώσσα στην οποία γράφει . Το γλωσσικό του ύφος , εντελώς προσωπικό , απλό επιφανειακά και συχνά τελείως λαϊκό , είναι πολυσήμαντο . Και ο κάποιος επηρεασμός του από τη φυσικη και μοιραία επίδραση κάποιων τουρκικών γλωσσικών στοιχείων δεν προκαλεί δυσφορία , γιατί είναι αφομοιωμένα στον κύριο κορμό του καθαρά Ελληνικού γλωσσικού του οργάνου , που είναι «ανατολίτικο» . Η γλώσσα του είναι απλή , ανεπιτήδευτη , λαϊκή , άμεση , χωρίς φανταχτερά λόγια , αληθινή . Λέει χαρακτηριστικά: « Μα εγώ θα ιστορήσω σήμερα κάποιο από τα πολλά που κάνανε οι αντρείοι εκείνοι θαλασσομάχοι και θα τα ιστορήσω με λόγια καραβίσια , και θαρρώ πως αυτά τους ταιριάζουνε πιο πολύ από τα ρητορικά εγκώμια , γιατί είναι απλά σαν και κείνους».31 Η τάση για απλότητα που τον χαρακτηρίζει οφείλεται στην πίστη του ότι το πιο απλό είναι το πιο καλό , γιατί είναι το πιο αληθινό και το πιο αυθεντικό . Ο Κόντογλου γράφει ό,τι νιώθει και όλα σ ?αυτόν είναι γνήσια , χωρίς καμιά επιτήδευση .

fk07Μέσα στο όλο ύφος του μπορούμε να συμπεριλάβουμε και την αφηγηματική διάθεση του ανατολίτη παραμυθά , ο οποίος χρησιμοποιεί μια γλώσσα αφρόντιστη , αντίθετη σε κάθε ορθολογισμό , μια γλώσσα συγκινησιακή . Από ανατολίτικη μακαριότητα απέναντι στη ζωή διαπνέεται και το γράψιμό του . «Εκφραζόταν αβίαστα , γιατί διέθετε φαντασία , αίσθημα , βιώματα , στοιχεία πλούσια σε αυθορμητισμό»32 .Ο Κόντογλου μας πλησιάζει στα πράγματα μ ? έναν πρωτόγνωρο προσωπικό τρόπο και μας κάνει να τ ?αγαπήσουμε . Μας περνάει με τη δική του αίσθηση τους ήχους και τις αποχρώσεις των απλών πραγμάτων και βρίσκει τους δρόμους και τα νήματα που μας συνδέουν μαζί τους .

Θα κλείσουμε το δεύτερο τμήμα της μελέτης αυτής με ένα λυρικότατο απόσπασμα από το άρθρο του: « Το φεγγάρι , η μαγική όψη του». Λέει εδώ ο Κόντογλου : « Σε είδα ( φεγγάρι ) στ ? Άγιον Όρος , να στέκεσαι και ν ?αγρυπνάς απάνω από τα παλιά μοναστήρια , όπου κάνανε αγρυπνία οι πατέρες , κ? η ψαλμωδία τους ακουγότανε μέσα στη νύχτα , κι ανέβαινε προς εσένα , που είσαι το υποπόδιο της Παναγίας»33. Αυτή η τελευταία φράση είναι από τις πιο ενδεικτικές ποιητικές φράσεις , φράσεις που είναι βγαλμένες μέσα από την εμπειρία και τη μυστική επαφή του Κόντογλου με τη φύση , το Θεό , την Παναγία και τους αγίους που αγάπησε με πάθος μοναδικό σ ?όλη τη ζωή του .

 


1 ) Χάρης Πάτσης, Νέα Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τ . 16, σ . 37.

2) Λίνος Πολίτης, Ιστορία Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, σ . 303.

3) Ράλλης Κοψίδης, Ένας αντρειωμένος της τέχνης, σ . 225.

4) Υδρία, τόμος 34, σ . 111.

5 ) Πέτρος Χάρης, Φώτης Κόντογλου, Μικρή Πινακοθήκη, Σειρά Δεύτερη, σ . 79.

6) Πέτρος Χάρης, Φώτης Κόντογλου, Μικρή Πινακοθήκη, Σειρά Δεύτερη, σ . 79.

7) Πέτρος Χάρης, Φ?της Κόντογλου, Μικρή Πινακοθήκη, Σειρά Δεύτερη, σ .80.

8) Πέτρος Χάρης, Φώτης Κόντογλου, Μικρή Πινακοθήκη, Σειρά Δεύτερη, σ .80 -81.

9) Πέτρος Χάρης, Φώτης Κόντογλου, Μικρή Πινακοθήκη, Σειρά Δεύτερη, σ . 80

10) Υδρία, τόμος 34, σ . 46.

11) Μ.Γ.Μερακλής, Η Λαογραφία και η Εθνογραφία...Μνημονάριον, Τετρ .ευθύνης, τεύχος 23, σ. 46.

12) Μ.Γ.Μερακλής, Η Λαογραφία και η Εθνογραφία...Μνημονάριον, Τετράδια ευθύνης, τεύχος 23, σ . 44.

13) Πέτρος Γλέζος, Η προσωπικότης του Φ. Κόντογλου, Τετράδια ευθύνης, τεύχος 23, σ . 12.

14) Π.Β.Πάσχος, Τη πτωχεία τα πλούσια, Μνημονάριον, Τετράδια ευθύνης, τεύχος 23, σ . 75.

15) Στέλιος Αρτεμάκης, Φώτης Κόντογλου, Ελληνικές μορφές, σ .104.

16) Στέλιος Αρτεμάκης, Φώτης Κόντογλου, Ελληνικές Μορφές, σ .104.

17) Ράλλης Κοψίδης, Ένας αντρειωμένος της τέχνης, σ .229.

18) Πέτρος Γλέζος, Η προσωπικότης του Φώτη Κόντογλου, Μνημονάριον, Τετράδια ευθύνης, τεύχος 23, σ . 15.

19) Πέτρος Γλέζος, Η προσωπικότης του Φώτη Κόντογλου, Μνημονάριον, Τετράδια ευθύνης , τεύχος 23, σ . 15.

20) Θεοδώρα Γλυκοφρύδου, Η επιστροφή στη γενέθλια γη, Μνημονάριον, Τετράδια ευθύνης, τεύχος 23, σ . 172 -173.

21) Θεοδώρα Γλυκοφρύδου, Η επιστροφή στη γενέθλια γη, Μνημονάριον, Τετράδια ευθύνης, τεύχος 23, σ . 172 -173.

22) Δημήτρης Κόρσος, Η ορθόδοξος φωνή του Φώτη Κόντογλου, Μνημονάριον, Τετράδια ευθύνης, τεύχος 23, σ . 33.

23) Στ. Αρτεμάκης, Ελληνικές μορφές, Φώτης Κόντογλου, σ . 99.

24) Στ . Αρτεμάκης, Ελληνικές μορφές, Φώτης Κόντογλου, Σ. 100, 103.

25) Π.Β.Πάσχος, Τη πτωχεία τα πλούσια, Μνημονάριον, Τετράδια ευθύνης, τεύχος 23, σ . 74.

26) Π.Β.Πάσχος, Τη πτωχεία τα πλούσια, Μνημονάριον, Τετράδια ευθύνης, τεύχος 23, σ . 74.

27) Ράλλης Κοψίδης, ΄Ενας αντρειωμένος της τέχνης, σ . 228.

28) Λένα Παππά, Ηχώ του Φώτη Κόντογλου, Μνημονάριον, Τετράδια ευθύνης, τεύχος 23, σ . 68.

29) Ράλλης Κοψίδης, ΄Ενας αντρειωμένος της τέχνης, σ . 228.

30) Ράλλης Κοψίδης, ΄Ενας αντρειωμένος της τέχνης, σ . 222-225.

31) Βαγγέλης Αθανασόπουλος, Η αρχή της πειστικότητας και ο Κόντογλου, Μνημονάριον, Τετράδια ευθύνης, τεύχος 23, σ . 139.

32) Επιστήμη και Ζωή, τόμος 7, σ . 207.

33) Π.Β.Πάσχος, Τη πτωχεία τα πλούσια, Μνημονάριον του Φώτη Κόντογλου, Τετράδια ευθύνης, τεύχος 23, σ . 78.

stk-fgr6 Copyright: Βάσω Βούλγαρη, καθηγήτρια Πληροφορικής ΠΕ20-01 9ου Γυμνασίου Βόλου, Οκτώβρης 2012 stk-fgr6


Σύνδεση διαχειριστή       Εκτεταμένη διαχείριση