Επισκόπηση του Προοιμίου
1. Επίκληση στη Μούσα (στ. 1). Η επίκληση των Μουσών επικυρώνει την αυθεντία του ποιητή και εγγυάται την αλήθεια του άσματός του. Ως στοιχείο μορφής η επίκληση συναντάται γενικά στα προοίμια. «Δεν πρέπει να ξεχνάμε», σημειώνει η Clay (1983, 9), «ότι
ο ποιητής αποδίδει στη Μούσα ολόκληρο το ποίημά του εκτός από τον Πρόλογο (1-10)». Εξ ου και το ποίημα ξεκινά με μια προσευχή, η οποία δεν αποτελεί αποκλειστικά προσωπική επίκληση, αλλά παράκληση εκ μέρους του συνόλου της κοινότητας που ο ποιητής εκπροσωπεί. Όπως εύστοχα όμως προσθέτει η Clay, αυτού του είδους η προσευχή του Ποιητή προς τη Μούσα διαφέρει από άλλες σε ένα κρίσιμο σημείο: δεν συνοδεύεται από τις συνήθεις προσφορές και υποσχέσεις, που χαρακτηρίζουν το δούναι και λαβείν μεταξύ ανθρώπων και θεών.
Ο Ποιητής χαρακτηρίζεται από ένα ασυνήθιστο βαθμό οικειότητας με τη θεότητα την οποία επικαλείται —έτσι και η επίκληση καθίσταται όχι συναλλαγή, αλλά αγνή, ανόθευτη προσευχή και ο ίδιος ο Ποιητής αναγορεύεται σε
φερέφωνο της Μούσας. Η Μούσα Καλλιόπη, θεά της επικής ποίησης, είναι αυτή που υψώνει τον ποιητή πάνω από τον χρόνο και τον τόπο, τον κάνει να βλέπει τα μακρινά, σαν να γίνονται αυτή την ώρα, και του φανερώνει αυτά που γίνονται στον κόσμο των θεών. Οι παραδόσεις για την τυφλότητα του Ομήρου εκπηγάζουν εν πολλοίς από την εικόνα του τυφλού Δημοδόκου στο θ, 63-4, αλλά απηχούν επίσης και την ευρύτερη ελληνική αντίληψη ότι οι οραματιστές είναι τυφλοί ως προς τον κόσμο των φαινομένων, διότι έχουν πρόσβαση στο αόρατο και το ασύλληπτο. Τέτοιος τυφλός οραματιστής στην Οδύσσεια δεν είναι μόνο ο Ποιητής ή ο Δημόδοκος, αλλά και ο Τειρεσίας, που τόσο κρίσιμο ρόλο έχει να επιτελέσει στον νόστο του Οδυσσέα (βλ. Clay 1983, 11-12).
2. Πρώτη παρουσίαση του κεντρικού ήρωα (στ. 1 – 6). Ο Όμηρος δεν αναφέρει το όνομα του ήρωά του (ἄνδρα), δίνει όμως σημαντικά στοιχεία για την ταυτότητά του, παρουσιάζοντας τις βασικές του ιδιότητες:
πολύτροπος, πτολίπορθος (Τροίης ἱερὸν πτολίεθρον ἔπερσεν), κοσμογυρισμένος και
πολύξερος (πολλῶν δ’ ἀνθρώπων ἴδεν ἄστεα καὶ νόον ἔγνω), πολύπαθος (πολλὰ δ’ ὅ γ’ ἐν πόντῳ πάθεν ἄλγεα). Η αναφορά στον Οδυσσέα με τον χαρακτηρισμό
πολύτροπος, συνάδει με τα επίθετα που πιο συχνά αποδίδονταν στον ήρωα, πολύμητις, πολύφρων, πολυμήχανος, ποικιλόμητις. Προσέχουμε την αιτιώδη σχέση μεταξύ των ιδιοτήτων του ήρωα: καστροκατακτητής ως πολύτροπος, και πολύπειρος ως πολυπλάνητος και πολύπαθος. Τονίζεται ιδιαίτερα η επιθυμία του για τον
νόστο, την επιστροφή στην πατρίδα τόσο του ίδιου όσο και των Συντρόφων του (νόστον ἑταίρων), επομένως ο Οδυσσέας είναι και
φιλέταιρος. Ο ήρωας ταξίδεψε πολύ, γνώρισε πολλούς ανθρώπους, έπαθε πολλά, μέχρι να κερδίσει το νόστιμον ἦμαρ. Υπογραμμίζεται, έτσι, ότι θα εξιστορηθεί το ταξίδι του γυρισμού ενός εξαιρετικού ήρωα, που είχε την ικανότητα να πάρει στα χέρια του την άσχημη μοίρα του και να καταφέρει να την αντιστρέψει και να σωθεί.
3. Η αναφορά στους συντρόφους του Οδυσσέα και στον τρόπο του χαμού τους (7-9). Σε πρώτο επίπεδο, ο ποιητής δικαιολογεί πώς, αν και αρχηγός, ο Οδυσσέας επιστρέφει μόνος στην Ιθάκη. Η ουσία όμως της αναφοράς στους συντρόφους βρίσκεται στη λέξη
νήπιοι και στη φράση σφετέρῃσιν ἀτασθαλίῃσιν ὄλοντο (α 7-8). Η νηπιότης των Συντρόφων τους αντιπαραβάλλει κάθετα με τον πολύτροπο Οδυσσέα. Κι ο Οδυσσέας ο ίδιος ουκ ολίγες φορές έβαλε την ομάδα σε κίνδυνο (όπως όταν θέλησε να εξερευνήσει τη χώρα των Κυκλώπων). Ήξερε όμως πάντα να παστρεύει τα δικά του ατοπήματα και κυρίως:
όποιες απερισκεψίες και αν έκανε, ποτέ δεν κατέληξε στην ὑπερβασίην. Εδώ είναι η ουσία. Η λέξη ἀτασθαλίη, που αναφέρεται εδώ στη συμπεριφορά των Συντρόφων και αργότερα, στη ρήση του Δία (α 34), συνδέεται με
τη συμπεριφορά των Μνηστήρων, των άλλων μεγάλων ἀτασθάλων της Οδύσσειας, συγκεφαλαιώνει την ειδοποιό διαφορά ανάμεσα στον φιλέρευνο και περίεργο Οδυσσέα και τους ανόητους συντρόφους του ή τους Μνηστήρες. Ἀτασθαλίη είναι μια «αξιόμεμπτη απερισκεψία που υποδηλώνει εγωιστική περιφρόνηση της κοσμιότητας και της κοινωνικής ζωής» (S. West, A. Heubeck & J.B. Hainsworth 2009, 200). Με το αμάρτημα των Συντρόφων και την τιμωρία τους δίνεται σε μικρογραφία
το ηθικό leitmotiv της Οδύσσειας: ότι ο άνθρωπος πληρώνει για τη δική του απερισκεψία και τα λάθη του. Βλ. και το σχετικό σημείωμα στη ραψωδία χ.
4. Το κλείσιμο του προοιμίου (10). Το προοίμιο κλείνει
με νέα επίκληση της Μούσας (ring composition). Ο ποιητής από το εγώ (μοι ἔννεπε)
μεταπίπτει στο εμείς (εἰπὲ καὶ ἡμῖν) ταυτίζοντας πια τον εαυτό του με το
ακροατήριό του. Το ἁμόθεν γε «επιτρέπει» στη Μούσα να αρχίσει την ιστορία
από όπου θέλει. Έτσι δικαιολογείται η αφήγηση in medias res, αφηγηματική τεχνική
με την οποία το έργο αρχίζει από το κρισιμότερο σημείο της πλοκής του,
εντάσσοντας τα προηγούμενα γεγονότα στην πορεία με αναδρομές στο παρελθόν.
Οι «παραλείψεις» του Προοιμίου
Ο προσεκτικός αναγνώστης παρατηρεί ότι το Προοίμιο είναι
«ελλιπές», αφού κατά τα φαινόμενα παραλείπει πολλές και σημαντικές λεπτομέρειες
της πλοκής της Οδύσσειας, ενώ δίδει υπερβολική σημασία σε άλλες:
• Ο ποιητής εμφαίνει τις περιπλανήσεις του Οδυσσέα σε
ἀνθρώπων ἄστεα, ενώ στην ουσία το μοναδικό τέτοιο ἄστυ που έχει σημασία στην
Οδύσσεια είναι η χώρα των Φαιάκων. Ο Οδυσσέας περιπλανήθηκε κυρίως σε χώρους
μακριά από τους ανθρώπους και τον ανθρώπινο πολιτισμό και σε χώρους που ανήκουν
στη σφαίρα του παραμυθιού.
• Ένα μεμονωμένο περιστατικό, όπως ο θάνατος των Συντρόφων στη
Θρινακία, αποκτά κυρίαρχη θέση στο Προοίμιο και μάλιστα με ύφος καταδικαστικό
και επιτιμητικό τέτοιο, που δεν συνάδει με την αφήγηση στο μ (όπου δίδονται
στους Συντρόφους αρκετά ελαφρυντικά).
• Η οργή του θεού Ήλιου προβάλλεται σχεδόν ως η κύρια αιτία των
παθών του Οδυσσέα. Στην πραγματικότητα όμως τα πάθη του ξεκίνησαν από τη χώρα
των Κυκλώπων και όχι από τη Θρινακία και είχαν ως αιτία την οργή του Ποσειδώνα
και όχι του Ήλιου.
• Δεν υπάρχει καμία αναφορά στις περιπλανήσεις του Τηλεμάχου.
• Η Ιθάκη και η κατάσταση που επικρατεί σε αυτήν, το θέμα
δηλαδή του μισού και πλέον ποιήματος (το θέμα κυριαρχεί σε μεγάλο τμήμα της
Τηλεμάχειας και στις ραψωδίες ν-ω), δεν αναφέρεται πουθενά στους εισαγωγικούς
μας στίχους.
• Πιο ηχηρή ίσως είναι η απουσία του ονόματος του Οδυσσέα,
ο οποίος μας συστήνεται με τη δεικτική αιτιατική ἄνδρα και παρουσιάζεται μέσα
από τις ιδιότητές του. Αντιπαράβαλε: μῆνιν ἄειδε, θεά, Πηληϊάδεω Ἀχιλῆος
(όνομα και πατρωνυμικό).
Η συνηθέστερη εξήγηση που δίδεται στα πιο πάνω είναι
νεοαναλυτική, ότι δηλαδή «το προοίμιο συντέθηκε για ένα ποίημα που ήταν
αφιερωμένο στις περιπλανήσεις του Οδυσσέα, τις οποίες εξιστορούσε με λιγότερο
εξωπραγματική μορφή» (West, Heubeck & Hainsworth 2009, 196). Ο ποιητής, λένε οι
νεοαναλυτικοί, κράτησε αυτό το προοίμιο, όσο και αν δεν εξυπηρετούσε απολύτως
τους σκοπούς του, διότι είναι διαμάντι επικής συμπύκνωσης και ευστοχίας. Όσο
πιθανό και αν είναι αυτό, υπάρχουν κι άλλες πιθανές ερμηνείες:
• Η οργή του Ποσειδώνα ακολουθεί αμέσως μετά το προοίμιο. Χάριν
οικονομίας, λοιπόν μπορεί να παραλειφθεί από αυτό.
• Οι Μνηστήρες «κρύβονται» πίσω από τους συντρόφους του
Οδυσσέα. Η σύνδεση αυτή θα καταστεί απολύτως σαφής λίγο αργότερα μέσα από την
επαναφορά της λέξης ἀτασθαλίη (στ. 34): το ανόσιο φαγοπότι της Θρινακίας
προτυπώνει τα άνομα τσιμπούσια της Ιθάκης. Κατ’ οικονομίαν, ξανά, ο ποιητής
παραλείπει τα τελευταία από το προοίμιο.
• Το επεισόδιο στη Θρινακία δεν αποτελεί μεμονωμένη λεπτομέρεια
στο έπος, αλλά την καθοριστικότερη ίσως καμπή στην πορεία του Οδυσσέα προς την
Ιθάκη, πριν την άφιξή του στο νησί των Φαιάκων. Δικαίως λοιπόν τονίζεται:
μέσα από την περιπέτεια αυτή ο Οδυσσέας απομένει μόνος και ξεπροβάλλει
μοναδικός, αλλιώτικος και ανώτερος από τους κοινούς θνητούς που τον
περιστοιχίζουν. Η Οδύσσεια ορίζεται από την αρχή ως έπος της εξυπνάδας, της
σύνεσης και της αρετής ενός ατόμου, που κατάφερε να βγει ζωντανός από όλες τις
περιπέτειές του με τα ελάχιστα υλικά μέσα και την πιο στοιχειώδη εξωτερική
βοήθεια (βλ. και το σχετικό σημείωμα στη ραψωδία ε).
• Όσο για το όνομα του Οδυσσέα την εξήγηση την έδωσε ήδη τον
12ο αιώνα ο Ευστάθιος Θεσσαλονίκης (Παρ. Οδ. 1.4.20-25 Stallbaum):
σιωπᾷ τὸ τοῦ Ὀδυσσέως ἐξ ἀρχῆς ὄνομα ὁ ποιητής, ἐξαίρων αὐτὸν σεμνοῖς ἐπιθέτοις
καὶ ἐγκωμίοις καὶ ἀναρτῶν τὸν ἀκροατήν. καὶ ἄλλως δὲ εἰπεῖν, σεμνότερον τοῦ
κυρίου κρίνας ὀνόματος τὸ ἐξ ὧν πολλῶν ἔτλη γνωρίσαι αὐτόν. ἃ καὶ ὡς ἐξαίρετόν
τι παράσημον ἦν αὐτῷ. [Με αυτό τον τρόπο ο ποιητής] τὸν Ὀδυσσέα
ἐδήλωσε κατ’ ἐξοχήν.
• Το προοίμιο, πάνω από όλα, θέτει με έμφαση το θέμα του
πολέμου και του νόστου και υπαινικτικά ίσως, μέσω του τελευταίου, τονίζει τη
σημασία του οἴκου. Υποδηλώνει επίσης τις αξιακές μετατοπίσεις που καθιστούν το
ηρωικό ήθος της Οδύσσειας και βεβαίως του Οδυσσέα τόσο ουσιωδώς διαφορετικό από
αυτό της Ιλιάδος και των ιλιαδικών ηρώων (βλ. παρακάτω).
Το προοίμιο, επομένως, δεν αποτελεί σύνοψη του έπους, όπως,
π.χ., οι Υποθέσεις που συνόδευαν τις εκδόσεις των δραμάτων στην ελληνιστική
περίοδο. Αποτελεί οικονομικό αποθετήριο των μεγάλων θεμάτων και των κεντρικών
προβληματισμών του έπους και ως τέτοιο δεν χρειαζόταν να είναι εξαντλητικό στις
λεπτομέρειές του. Σε κάθε περίπτωση, έστω και αν τύποις το προοίμιο
ολοκληρώνεται στον στίχο 10, η εισαγωγή στην Οδύσσεια εκτείνεται στην
πραγματικότητα μέχρι τον στ. 21 (βλ. Jones 1988, 1). Σε αυτούς τους έντεκα
επιπλέον στίχους εισάγεται: (α) το θέμα της αδικίας που βιώνει ο Οδυσσέας,
εφόσον είναι ο μόνος (τὸν δ’ οἶον) από τους Τρωικούς ήρωες που δεν έχει ακόμη
παλιννοστήσει (11-13)· (β) η αγάπη του Οδυσσέα για τη γυναίκα του και άρα
εμμέσως το κεντρικό θέμα του οἴκου και του γάμου (13)· (γ) η Καλυψώ (14-6)· (δ)
η απόφαση των θεών να τον αποκαταστήσουν στην Ιθάκη (17-19)· (ε) η οργή του
Ποσειδώνα.
Αναπροσαρμογή του επικού συστήματος αξιών
Στο προοίμιο της Οδύσσειας προτάσσεται η επιβίωση του
ήρωα και η επιστροφή στην πατρίδα του, όχι η τιμή και το κλέος, που επεδίωκαν οι
ήρωες στην Ιλιάδα. Κατά κάποιο τρόπο, δηλαδή, ο νόστος στο αλλιώτικο σύμπαν
της Οδύσσειας αντικαθιστά το κλέος ως ηρωικό ιδανικό —αν και ο Οδυσσέας, όταν
χρειάζεται, δεν παραλείπει να θυμίζει την «παραδοσιακή» ηρωική του καταγωγή (Βλ.
ι 19-20:
εἴμ’ Ὀδυσεὺς Λαερτιάδης, ὃς πᾶσι δόλοισιν/ ἀνθρώποισι μέλω, καί μευ κλέος
οὐρανὸν ἵκει).
Ενδείξεις αξιακής μετατόπισης εντοπίζονται και στον στ. 3:
πολλῶν δ’ ἀνθρώπων ἴδεν ἄστεα καὶ νόον ἔγνω: ενώ ο
Αχιλλέας δοξάζεται ως πορθητής πολλών πόλεων, ο Οδυσσέας ευλογείται ως ο ήρωας
που γνώρισε πολλές πόλεις και έμαθε πολλά. Η ικανότητα του ήρωα της Οδύσσειας να βλέπει, να μαθαίνει και να προσαρμόζεται είναι
τόσο θεμελιώδης στην προσπάθειά του να ξαναδεί την πατρίδα του, όσο η πολεμική
ρώμη του Αχιλλέα στην Ιλιάδα για την απόκτηση του κλέους.
Ο Οδυσσέας όμως είναι ήρωας άλλης κοπής συγκριτικά με τον
Αχιλλέα. Επιπρόσθετα έχει ανθρώπινους δεσμούς τους οποίους ο τελευταίος
στερείται. Αυτοί οι ανθρώπινοι δεσμοί, ειδικά οι δεσμοί του οἴκου, είναι η
πεμπτουσία του ήθους της Οδύσσειας και το μεγάλο διακύβευμα της πορείας του Οδυσσέα. Ο
Αχιλλέας είναι άγαμος και μόνος στον κόσμο· η μητέρα του είναι θεά της θάλασσας·
ο πατέρας του ζει μακριά και αγνοεί αν ο γιος του ζει ή αν έχει πεθάνει (Τ 327).
Η απάντηση της Οδύσσειας στον εκθαμβωτικό και γεμάτο πάθος ηρωισμό της Ιλιάδας
βρίσκεται στη σκηνή της συνομιλίας του Οδυσσέα με τον Αχιλλέα (λ 482-91).
Τα θέματα του νόστου και της θείας δικαιοσύνης στο
Προοίμιο
Νόστος γενικώς είναι η επιστροφή στην πατρίδα, στην
προκειμένη περίπτωση όμως ουσιαστικά συμπίπτει με την αποκατάσταση της τάξης
μετά το τέλος ενός ανατρεπτικού πολέμου. Ο ρόλος που διαδραμάτισε ο Οδυσσέας
στην άλωση της Τροίας αναβαθμίζεται εμμέσως μέσα από τον εμφατικό ενικό του
ρήματος ἔπερσεν
(στ. 2). Αργότερα, ο Μενέλαος (δ 266-89), ο Δημόδοκος (θ 499-520), και ο ίδιος ο
Οδυσσέας (λ 523-37) θα προσδιορίσουν τον λόγο για τον οποίο δικαιούται να
θεωρείται ως ο πορθητής κατεξοχήν: αναφέρονται βεβαίως στον Δούρειο Ίππο.
Αλλά η Οδύσσεια δεν είναι ποίημα πολέμου αλλά μετα-πολέμου: εξίσου εμφατικός
είναι και ο αόριστος του ἔπερσεν.
Το θέμα του νόστου είναι ασφαλώς αρχετυπικό και διασώζεται, σε
διάφορες παραλλαγές, σε πολλές περιπετειώδεις αφηγήσεις, πάνω από όλα όμως
κυριαρχούσε στους Nόστους, το χαμένο έπος του επικού κύκλου, που αφορούσε στην κατά
το μάλλον ή ήττον δυσχερή επιστροφή των Αχαιών από την Τροία. Πίσω από τα βάσανα
των Νόστων κρύβεται για μια ακόμη φορά μια μῆνις, εν προκειμένω
της Αθηνάς, της οποίας τον ναό βεβήλωσαν οι Αχαιοί κατά την άλωση της Τροίας. Το
περιστατικό αυτό το ανακαλεί και η Οδύσσεια (ε, 108-11, λόγια του Ερμή προς την
Καλυψώ). Ο ανώμαλος ή ο αποτυχών νόστος είναι αποτέλεσμα κάποιας μορφής ασέβειας
εναντίον των θεών. Ο Οδυσσέας όμως σε τι έχει φταίξει; Σίγουρα εξαιρείται από
την οργή της Αθηνάς, που τον συντρέχει.
Έτσι, ένα ακόμη πολύ βασικό θέμα της Οδύσσειας θίγεται
στo Προοίμιο, το θέμα της θείας δικαιοσύνης. Οι Σύντροφοι αποδεικνύονται
νήπιοι, αφού έφαγαν τα ιερά βόδια στη Θρινακία, αν και είχαν επίγνωση της πράξης
τους και των συνεπειών της (μ 320 – 323). Ο Οδυσσέας όμως απαλλάσσεται των όποιων ευθυνών του:
υποφέρει εξαιτίας άλλων, συνεπώς δικαιούται αποκατάσταση και θα αποκατασταθεί. Ο
ποιητής παραλείπει βεβαίως στο Προοίμιο να πει ότι για την οργή του Ποσειδώνα
τουλάχιστον υπεύθυνος είναι αποκλειστικά ο ήρωάς του.
