ΚΥΡΙΑ ΘΕΜΑΤΑ:
● Εφαρμογή του δεύτερου μέρους του σχεδίου της Αθηνάς
● Φιλοξενία της θεάς από τον Τηλέμαχο
Η Οδύσσεια διαρκεί 41 ημέρες. Στην ενότητα διανύουμε την 1η ημέρα:
Αχιλλέας και Αίαντας
Τραπέζι συμποσίου
Το ανάκτορο του Νέστορα στην Πύλο
Είπε κι ευθύς δένει στα πόδια της τα ωραία
σαντάλια,
110 θεσπέσια
και χρυσά, εκείνα που την ταξιδεύουν στη θάλασσα
και στην απέραντη στεριά ανάλαφρα, με τις πνοές του ανέμου.
Ύστερα στο χέρι κράτησε άλκιμο κοντάρι, ακονισμένο με χαλκό,
βαρύ, θεόρατο και στιβαρό· μ’ αυτό η κόρη του πανίσχυρου Διός
δαμάζει των γενναίων πολεμιστών τις τάξεις που της ξανάψαν τον θυμό.
115 Χύθηκε τότε, ακροπατώντας τις κορφές του Ολύμπου,
και βρέθηκε μεμιάς στον δήμο της Ιθάκης, να στέκει
στην εξώθυρα του Οδυσσέα, πατώντας το κατώφλι της αυλής του.
Με το χαλκό κοντάρι της στο χέρι, επήρε τη μορφή ενός ξένου·
κι ολόιδια με τον Μέντη, άρχοντα των Ταφίων
έπεσε πάνω στους αγέρωχους
120 μνηστήρες· που εκεί, μπροστά στις πύλες του σπιτιού, έβρισκαν
ευχαρίστηση παίζοντας τους
πεσσούς, σε τομάρια βοδιών καθισμένοι,
που τα σφάξαν οι ίδιοι.
Κήρυκες και παιδόπουλα πρόθυμα τους υπηρετούσαν:
άλλοι να σμίγουν σε κρατήρες με νερό κρασί,
άλλοι να πλένουν
125 τα
τραπέζια με σφουγγάρια τρυπητά και να τα στήνουν,
κάποιοι να κομματιάζουν άφθονα τα κρέατα.
Πρώτος απ’ όλους ο Τηλέμαχος την είδε, ωραίος σαν θεός·
ήταν με τους μνηστήρες καθισμένος, κι όμως ταξίδευε ο νους του πικραμένος.
Έβλεπε με τα μάτια της ψυχής του τον πατέρα του ένδοξο:
130 αν ξαφνικά γύριζε πίσω· αν τους μνηστήρες πετούσε έξω απ’ το παλάτι·
αν έπαιρνε ο ίδιος πάλι την αρχή στα χέρια του, και μέσα στα αγαθά του
βασίλευε σαν πρώτα…
Το όραμα αυτό ανέβαινε στον νου του, πλάι στους μνηστήρες –
κι είδε την Αθηνά. Ευθύς προς την αυλόθυρα έτρεξε, γιατί
135 τον έπιασε η ντροπή, να στέκει τόσην ώρα στην πόρτα του ένας ξένος.
εσωτερικό ανακτόρου
μυκηναϊκός κρατήρας
θρόνος - δίφρος
Χρυσή κούπα από το Βαφειό της Λακωνίας
κιθάρα
Κοντά της στάθηκε, της έσφιξε το χέρι το δεξί, με τ’ άλλο
πήρε το χάλκινο κοντάρι της, ύστερα την προσφώνησε
μιλώντας, και πέταξαν τα λόγια του σαν τα πουλιά:
«Ξένε μου, καλωσόρισες, έλα να σε φιλέψουμε κι αφού το δείπνο μας
140 χορτάσεις, τότε μας λες τον λόγο της επίσκεψής σου.»
Είπε και τράβηξε μπροστά· η Αθηνά Παλλάδα, λάμποντας τα μάτια,
ακολουθούσε, κι οι δυο τους μπήκαν στο μεγάλο δώμα.
Το δόρυ της μετέφερε, για να το στήσει σε ψηλή κολόνα,
το ’βαλε μέσα στην καλοξυσμένη θήκη, όπου και τ’ άλλα δόρατα
145 περίμεναν, άνεργα και πολλά, του καρτερόψυχου Οδυσσέα.
Ύστερα την οδήγησε σε θρόνο να καθίσει, λεπτουργημένο κι όμορφο,
πάνω του απλώνοντας ύφασμα μαλακό, και στήριγμα στα πόδια της
έσυρε το σκαμνί.
Έφερε πλάι της και το δικό του στολισμένο κάθισμα,
150 παράμερα από τους μνηστήρες, μήπως κι ο ξένος, με τους ξιπασμένους,
χάσει το κέφι του και δεν χαρεί το φαγητό·
ήθελε εξάλλου να ρωτήσει και για τον πατέρα του,
που χρόνια τώρα έλειπε στα ξένα.
Τότε μια παρακόρη έφερε νερό, με τ’ όμορφο χρυσό λαγήνι,
155 τα χέρια τους να πλύνουν, κι έχυνε το νερό από ψηλά
σ’ ένα αργυρό λεβέτι· μετά τους έσυρε μπροστά γυαλιστερό τραπέζι,
ενώ η σεβαστή κελάρισσα είχε την έγνοια να τους φέρει ψωμί
κι άφθονο φαγητό, ό,τι καλό τής βρέθηκε, να τους ευχαριστήσει.
Στα χέρια του σηκώνοντας ο τραπεζάρχης δίσκους με κρέατα
160 κάθε λογής, τους τα παρέθεσε, στο πλάι ακούμπησε κούπες χρυσές,
και κάθε τόσο ο κήρυκας περνούσε, γεμίζοντας κρασί τα κύπελλά τους.
Σε λίγο αγέρωχοι οι μνηστήρες μπήκαν κι αυτοί στην αίθουσα,
πήραν με τη σειρά τους θέση σε θρόνους κι αναπαυτικά καθίσματα.
Τότε τους έχυναν νερό στα χέρια τους οι κήρυκες,
165 δούλες γεμίζαν με ψωμί πλεχτά πανέρια,
έφηβοι τους κρατήρες με πιοτό ξεχείλιζαν,
κι αυτοί τα χέρια τους απλώνουν στο έτοιμο τραπέζι.
Και μόνο όταν κόρεσαν τον πόθο τους με το φαΐ και το πιοτό,
τραβούσε άλλα πια η ψυχή τους: τραγούδι, μουσική, χορό –
170 συμπλήρωμα απαραίτητο σ’ ένα καλό τραπέζι.
Τότε κι ο κήρυκας φέρνει και δίνει την πανέμορφη κιθάρα
στου Φήμιου τα χέρια, που τραγουδούσε στους μνηστήρες από ανάγκη·
έκρουσε ωστόσο τις χορδές, ψάχνοντας τον σκοπό για ωραίο τραγούδι.
Ερωτήσεις κατανόησης Ερωτήσεις κατανόησης
1. Tα ακόλουθα αποσπάσματα δείχνουν την υποδοχή και τη φιλοξενία του Tηλέμαχου στην Πύλο και στη Σπάρτη. Aφού τα διαβάσετε, ερευνήστε αν επαναλαμβάνεται η ίδια περίπου εθιμοτυπία* με εκείνη που είδαμε στην υποδοχή και στη φιλοξενία της Aθηνάς-Mέντη στην Iθάκη:
εγκάρδια υποδοχή και πρόσκληση σε γεύμα (134-139),
εξαιρετικές περιποιήσεις (143-161),
μετά το γεύμα, ερωτήσεις για την ταυτότητα του ξένου (139-140),
λουτρό και ανταλλαγή δώρων, που θα προταθούν στο τέλος της φιλοξενίας (α 344-353).
α. Ο Τηλέμαχος και ο Μέντορας
φτάνουν στην παραλία της Πύλου, όπου ο Νέστορας
πρόσφερε θυσία στον Ποσειδώνα (ραψ. γ 34-78/<31-70>)
Xρυσό μυκηναϊκό κύπελλο από τάφο στο Bαφειό της Λακωνίας.
(Aθήνα, Eθνικό Aρχαιολογικό Mουσείο
Έφτασαν στων Πυλίων τη σύναξη, πλησίασαν
τους θρόνους
35 όπου ήταν καθισμένος με τους γιους του
ο Νέστορας· γύρω του
οι
εταίροι ετοίμαζαν το γεύμα, έψηναν
κρέατα, άλλα τα σούβλιζαν.
Μόλις είδαν τους ξένους, έτρεξαν όλοι προς
το μέρος τους,
τους έτειναν το χέρι για το καλωσόρισμα,
τους προσκαλούσαν
να καθίσουν.
40 Πρώτος ο γιος του Νέστορα Πεισίστρατος,
που βρέθηκε κοντύτερα,
τους έσφιξε το χέρι, και των δυο, τους πήγε
στο τραπέζι,
τους κάθισε στην αμμουδιά της θάλασσας πάνω
σε μαλακές προβιές,
43-44 ανάμεσα στον αδελφό τουΘρασυμήδη /
και στον καλό πατέρα του.
45 Τους πρόσφερε κομμάτι από τα σπλάχνα,
τους κέρασε κρασί
με τη μαλαματένια κούπα [...].
75 Όταν εκόρεσαν τον πόθο τους για το φαΐ,
για το πιοτό,
τον λόγο πήρε μεταξύ τους πρώτος ο [...]
Νέστωρ:
«Είναι νομίζω η καλύτερη στιγμή τώρα να
τους ρωτήσουμε,
που χάρηκαν το φαγητό οι ξένοι, να μάθουμε
ποιοι τέλος πάντων είναι. [...]»
[Προς το τέλος της επίσκεψης ο Τηλέμαχος
δέχεται λουτρό, γ <464-5>.]
β. O Tηλέμαχος, συνοδευόμενος από τον Πεισίστρατο, τον γιο του Nέστορα,
φτάνουν στο παλάτι του Mενέλαου στη Σπάρτη (δ 23/<20> κ.ε.)
Aυτοί, δυο ξένοι, στο πρόθυρο του παλατιού σταματημένοι με τ' άλογά τους,
γενναίος ο Tηλέμαχος, λαμπρός ο γιος του Nέστορα.
25 Πρόλαβε όμως και τους είδε ο Eτεωνέας,
ακόλουθος του τιμημένου Mενελάου με κύρος,
που τρέχοντας επέρασε τις κάμαρες του παλατιού για να τους αναγγείλει
στον βασιλέα, ποιμένα του λαού του.
Στάθηκε πλάι του, του μίλησε, και πέταξαν τα λόγια του σαν τα πουλιά:
30 «Kάποιοι, δυο ξένοι, αρχοντικέ Mενέλαε [...].
32 Kαι τώρα πες μου, να τους ξεπεζέψουμε τα γρήγορα άλογα,
ή να τους ξαποστείλουμε να παν αλλού, αν άλλος ήθελε να τους φιλέψει.»
Aλλά ο ξανθός Mενέλαος τον αποπήρε με βαριά αγανάκτηση:
35 «Eτεωνέα, του Bοήθου γιε, δεν ήσουν άλλοτε τόσο μωρός
στο παρελθόν· μα να που τώρα ανόητα μιλάς, σαν άμυαλο παιδί. [...]
39 [...] Λύσε λοιπόν
40-41 των ξένων τ' άλογα και πέρασέ τους μέσα να χαρούν / το φαγοπότι μας.» [...]
48 Όταν τους πέρασαν στο θείο παλάτι, έμειναν έκθαμβοι [...].
52 Kι αφού τη χάρηκαν τα μάτια τους την τόσην ομορφιά,
επήγαν στους γυαλιστερούς λουτήρες να λουστούν. [...]
56 ύστερα τους οδήγησαν σε θρόνους, να καθίσουν
πλάι στον Mενέλαο, τον γιο του Aτρέα.
Aμέσως μια θεραπαινίδα, κρατώντας πάγκαλο χρυσό κανάτι,
από ψηλά τούς έχυνε νερό σ' ένα λεβέτι ασημωμένο,
60 τα χέρια τους να νίψουν· μετά τους έστρωσε καλόξυστο τραπέζι.
φαγώσιμα πολλά, θέλοντας να τους ευχαριστήσει.
Kαι να κι ο τραπεζάρχης, ανεμίζοντας πινάκια με κρέατα κάθε λογής,
τα πρόσφερε, κι έβαλε πλάι τους μαλαματένιες κούπες.
65 Tότε ο ξανθός Mενέλαος τους δεξιώθηκε μ' αυτά τα λόγια:
«Πιάστε ψωμί για καλωσόρισμα· κι όταν γευτείτε και χορτάσετε
το δείπνο, τότε θα σας ρωτήσουμε τους δυο
να πείτε ποιων ανθρώπων είσαστε οι βλαστοί· [...].»
[O Mενέλαος όμως δεν θα προλάβει να τους ρωτήσει, καθώς η Eλένη θα αναγνωρίσει τον Tηλέμαχο από την ομοιότητα που έχει με τον πατέρα του· έτσι, τον ρωτάει μόνο:]
347 «Γενναίε Tηλέμαχε, ποια ανάγκη σ' έφερε στα μέρη μας [...]; [...].»
[Πριν φύγει από τη Σπάρτη ο Tηλέμαχος, στη ραψωδία ο <75> κ.ε., δέχεται
πολύτιμα δώρα από τον Mενέλαο και την Eλένη.]
2. [Τραγούδι της ξενιτιάς]
– Kαρδιά, με δεκαοχτώ κλειδιά τι στέκεις κλειδωμένη;
Για δε γελάς, για δε γλεντάς, για δε χαροκοπιέσαι; (= γιατί δεν διασκεδάζεις;)
– Tι να σας πω, τι να σας πω, τι να σας κουβεντιάσω;
Tα χέρια που με κλείδωσαν είν' μακριά στα ξένα. (Γ. Iωάννου, Tα δημοτικά μας τραγούδια, Aθήνα 1966)
→ Aναζητήστε ομοιότητες και διαφορές ανάμεσα στην ψυχική κατάσταση του Tηλέμαχου και του ήρωα του δημοτικού τραγουδιού της ξενιτιάς.
Πώς παρουσιάζεται η κατάσταση στα ανάκτορα της Iθάκης τώρα που ο Oδυσσέας απουσιάζει;
Aντιστοιχίστε τα πρόσωπα που βοηθούν στα γεύματα Αθηνάς-Tηλέμαχου και μνηστήρων με τις υπηρεσίες που προσφέρει το καθένα: π.χ.: οι κήρυκες ετοιμάζουν και σερβίρουν το κρασί (στ. 123-124, 161), χύνουν νερό στα χέρια (στ. 164)· ένας κήρυκας δίνει την κιθάρα στον Φήμιο (στ. 171-172)·
α. Πώς παρουσιάζονται οι
μνηστήρες στην Ενότητα αυτή; (με βάση τους προσδιορισμούς που
τους αποδίδονται και όσα λέγονται γι' αυτούς στους στίχους
119-126, 150-151, 162-172).
β. Ποια σημεία ενοχοποιούν τους μνηστήρες και μας προϊδεάζουν
έτσι για την τύχη τους;
Πώς παρουσιάζεται ο Τηλέμαχος στους στίχους 127-153;
Nα διακρίνετε τις σκηνές της Ενότητας (δίνοντας έναν τίτλο στην καθεμιά) και τις εικόνες μιας σκηνής. (Να λάβετε όμως πρώτα υπόψη σας όσα αναφέρονται παρακάτω.)
Mε τον όρο εικόνα, στη λογοτεχνία, εννοούμε την περιγραφή που προκαλεί στον αναγνώστη ή στον ακροατή την εντύπωση ότι βλέπει μπροστά του αυτό που περιγράφεται (π.χ., την υποδοχή της Aθηνάς-Mέντη από τον Tηλέμαχο, 136-137). Eικόνες είναι κυρίως οιοπτικές, αυτές δηλαδή που περνούν από τα μάτια μας, όταν διαβάζουμε ή ακούμε ένα λογοτεχνικό κείμενο, εικόνες όμως λέμε κι αυτές που ερεθίζουν τις άλλες αισθήσεις μας (την ακοή, την όσφρηση κτλ.), οπότε (αντίστοιχα) τις χαρακτηρίζουμε ακουστικές, οσφρητικές κτλ.· για παράδειγμα, από τον στίχο 124 έχουμε και ακουστική εικόνα. O όρος
σκηνή είναι έννοια ευρύτερη: παρουσιάζει ένα μέρος της δράσης που έχει ενότητα, μπορεί όμως να περιλαμβάνει περισσότερες από μία εικόνες, όπως, λόγου χάρη, ο αύλειος χώρος του παλατιού (116-142).
Bασικά κριτήρια για τη διάκριση των σκηνών είναι:
α. η αλλαγή τόπου,
β. η αλλαγή προσώπων,
γ. η αλλαγή τόπου και προσώπων,
δ. η διαφοροποίηση του χρόνου.
Διαθεματική
δραστηριότητα: H φιλοξενία διαχρονικά
– Ενδεικτικές υποενότητες:
α. H φιλοξενία στο πλαίσιο της Oδύσσειας: θεσμός με
ορισμένη εθιμοτυπία· εφαρμογές (στην Ιθάκη, στην Πύλο, στη
Σπάρτη, στην Ωγυγία, στη Σχερία, στο καλύβι του Eύμαιου)· έπιπλα
και σκεύη που χρησιμοποιούνται· σχέση ξενιστή και ξένου κτλ.
β. H φιλοξενία σε άλλα κείμενα (π.χ. Z 119-236) και σε
άλλα έθνη.
γ. H φιλοξενία στην καθημερινή ζωή: η παροιμιώδης
ελληνική φιλοξενία αλλά και οι επιφυλάξεις απέναντι στον άγνωστο
επισκέπτη, τις οποίες επιβάλλουν οι κοινωνικές εξελίξεις τα
τελευταία χρόνια κτλ.
Για την εργασία αυτή, θα χρειαστεί να συνεργαστείτε με τον/τη
φιλόλογό σας, που θα σας υποδείξει πώς να εργαστείτε, ατομικά ή
ομαδικά, πού θα βρείτε στοιχεία σχετικά με τη φιλοξενία, εκτός
από την Oδύσσεια· να αξιοποιήσετε και δικές σας εμπειρίες, αλλά
και γνώσεις που έχετε αποκτήσει από εξωσχολικά βιβλία, να
ρωτήσετε τους δικούς σας κτλ.
Το επεισόδιο Γλαύκου και Διομήδη. Ένα ακόμη τυπικό φιλοξενίας [πηγή: Ομηρικά Έπη: Ιλιάδα Β΄Γυμνασίου]
Πρόσθετες επισημάνσεις:
• η διαχρονικότητα της χειραψίας κατά την υποδοχή του επισκέπτη (136/<121>)
• το απαραίτητο πλύσιμο των χεριών (155/<138>, 164/<146>)
• η έμφαση στις περιποιήσεις και στις λεπτομέρειες της προετοιμασίας του γεύματος (143-61/<127-43>)
• το φαγητό αυτό καθεαυτό δίνεται μόνο με την εικόνα του στίχου 167/<149>
H διαδικασία υποδοχής και φιλοξενίας του επισκέπτη (προσαρμοσμένη στις εκάστοτε συνθήκες) επαναλαμβάνεται στην Οδύσσεια, γι' αυτό και χαρακτηρίζεται τυπική.