Επιτρέπεται η ελεύθερη χρήση των μεταφράσεων της σελίδας για εκπαιδευτικούς και μόνο σκοπούς.
Δεν επιτρέπεται η η αναπαραγωγή μέρους ή όλου του περιεχομένου του ιστοχώρου, ιδιαίτερα η εμπορική εκμετάλλευση, χωρίς άδεια.
Καλή είναι η αντιγραφή, αλλά να γίνεται με την ελάχιστη αξιοπρέπεια, αναφέροντας τουλάχιστον τον δημιουργό!
Για αναλυτική επεξεργασία των ενοτήτων και ασκήσεις λεξιλογικές, γραμματικές και συντακτικές ακολούθησε τους παρακάτω δεσμούς:
Γ1 Γ2 Γ3 Γ4 Γ5 Γ6 Γ7 Γ8 Γ9 Γ10 Γ11 Γ12 Αρρ. 13.2-7
1η Ενότητα, Η Ελένη και η καταστροφή της Τροίας
Εἰ ἐν Ἰλίῳ Ἑλένη ἦν, | Αν η Ελένη βρισκόταν στην Τροία, |
ἀπέδοντο ἄν αὐτὴν τοῖς Ἕλλησιν οἱ Τρῶες, | οι Τρώες θα την έδιναν στους Έλληνες, |
ἑκόντος γε ἤ ἄκοντος Ἀλεξάνδρου. | με τη θέληση ή χωρίς τη θέληση του Αλέξανδρου. |
Οὐ γὰρ δὴ οὕτω γε φρενοβλαβής ἦν Πρίαμος οὐδὲ οἱ ἄλλοι Τρῶες, | Γιατί βέβαια δεν ήταν τόσο παράφρονας ο Πρίαμος ούτε οι άλλοι Τρώες, |
ὥστε τοῖς σφετέροις σώμασι καὶ τοῖς τέκνοις καὶ τῇ πόλει κινδυνεύειν ἐβούλοντο, | ώστε να βάζουν σε κίνδυνο τη ζωή τη δική τους και των παιδιών τους και της πόλης τους, |
ὅπως Ἀλέξανδρος Ἑλένῃ συνοικῇ. | για να ζει ο Αλέξανδρος μαζί με την Ελένη. |
Εἰ δὲ τοι καὶ ἐν τοῖς πρώτοις χρόνοις ταῦτα ἐγίγνωσκον, | Κι αν βέβαια και στα πρώτα χρόνια είχαν αυτή τη γνώμη, |
ἐπεὶ πολλοὶ μὲν τῶν ἄλλων Τρώων, μάλιστα δὲ οἱ αὑτοῦ υἱεῖς, | όταν πολλοί άλλοι Τρώες και μάλιστα και τα παιδιά του, |
ὁπότε συμμίσγοιεν τοῖς Ἕλλησιν, ἀπώλλυντο, | σκοτώνονταν όσες φορές συγκρούονταν με τους Έλληνες, |
Πρίαμος, εἰ καὶ αὐτὸς Ελένη συνώκει, | ο Πρίαμος, ακόμη κι αν συγκατοικούσε ο ίδιος με την Ελένη, |
ἀπέδωκεν ἄν αὐτὴν Μενελάῳ, | θα την επέστρεφε στο Μενέλαο, |
ἵνα αὐτὸς καὶ οἱ ὑπήκοοι αὐτοῦ ἀπαλλαγεῖεν τῶν παρόντων κακῶν. | για να απαλλαγούν ο ίδιος και οι υπήκοοί του από τις συμφορές της εποχής τους. |
Ἀλλ’ οὐ γὰρ εἶχον Ἑλένην ἀποδοῦναι | Αλλά δεν είχαν την Ελένη, για να την επιστρέψουν |
οὐδὲ λέγουσιν αὐτοῖς τὴν ἀλήθειαν ἐπίστευον οἱ Ἕλληνες, | ούτε τους πίστευαν οι Έλληνες, παρόλο που αυτοί έλεγαν την αλήθεια, |
ὡς μὲν ἐγὼ γνώμην ἀποφαίνομαι, | όπως εγώ πιστεύω, |
τοῦ δαιμονίου παρασκευάζοντος | επειδή ο θεός μηχανευόταν |
ὅπως πανωλεθρίᾳ ἀπολόμενοι | με την ολοκληρωτική τους καταστροφή |
καταφανὲς τοῦτο τοῖς ἀνθρώποις ποιήσωσι, | να κάνουν ολοφάνερο στους ανθρώπους αυτό |
ὡς τῶν μεγάλων ἀδικημάτων | ότι δηλαδή για τις μεγάλες αδικίες |
μεγάλαι εἰσὶ καὶ αἱ τιμωρίαι παρὰ τῶν θεῶν. | μεγάλες είναι και οι τιμωρίες από τους θεούς. |
Ἡρόδοτος, Ἱστορίη 2.120 (διασκευή) |
© Γιάννης Παπαθανασίου
Παράλληλα κείμενα
Πρώτο παράλληλο κείμενο
Η ομορφιά και η αρπαγή της ωραίας Ελένης έχουν εμπνεύσει πολλούς καλλιτέχνες και λογοτέχνες, Έλληνες και ξένους. Παραθέτουμε όλο το ποίημα "Ελένη" του Γιώργου Σεφέρη. Με μπλε γράμματα το απόσπασμα του σχολικού βιβλίου.
Ελένη
ΤΕΥΚΡΟΣ: ... ες γην εναλίαν Κύπρον, ου μ' εθέσπισεν
οικείν Απόλλων, όνομα νησιωτικόν
Σαλαμίνα θέμενον της εκεί χάριν πάτρας.
.........................................................
ΕΛΕΝΗ: Ουκ ήλθον ες γην Τρωάδ', αλλ' είδωλον ην.
.........................................................
ΆΓΓΕΛΟΣ:Τι φης;
Νεφέλης άρ' άλλως είχομεν πόνους πέρι;
ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ, ΕΛΕΝΗ
"Τ' αηδόνια δε σ' αφήνουνε να κοιμηθείς στις Πλάτρες".
Αηδόνι ντροπαλό, μες στον ανασασμό των φύλλων,
συ που δωρίζεις τη μουσική δροσιά του δάσους
στα χωρισμένα σώματα και στις ψυχές
αυτών που ξέρουν πως δε θα γυρίσουν.
Τυφλή φωνή, που ψηλαφείς μέσα στη νυχτωμένη μνήμη
βήματα και χειρονομίες· δε θα τολμούσα να πω φιλήματα·
και το πικρό τρικύμισμα της ξαγριεμένης σκλάβας.
"Τ' αηδόνια δε σ' αφήνουνε να κοιμηθείς στις Πλάτρες".
Ποιες είναι οι Πλάτρες; Ποιος το γνωρίζει τούτο το νησί;
Έζησα τη ζωή μου ακούγοντας ονόματα πρωτάκουστα:
καινούργιους τόπους, καινούργιες τρέλες των ανθρώπων
ή των θεών· η μοίρα μου που κυματίζει
ανάμεσα στο στερνό σπαθί ενός Αίαντα
και μιαν άλλη Σαλαμίνα
μ' έφερε εδώ σ' αυτό το γυρογιάλι. Το φεγγάρι
βγήκε απ' το πέλαγο σαν Αφροδίτη·
σκέπασε τ' άστρα του Τοξότη, τώρα πάει νά 'βρει
την καρδιά του Σκορπιού, κι όλα τ' αλλάζει.
Πού είν' η αλήθεια;
Ήμουν κι εγώ στον πόλεμο τοξότης·
το ριζικό μου, ενός ανθρώπου που ξαστόχησε.
Αηδόνι ποιητάρη,
σαν και μια τέτοια νύχτα στ' ακροθαλάσσι του Πρωτέα
σ' άκουσαν οι σκλάβες Σπαρτιάτισσες κι έσυραν το θρήνο,
κι ανάμεσό τους -ποιος θα το 'λεγε- η Ελένη!
Αυτή που κυνηγούσαμε χρόνια στο Σκάμαντρο.
Ήταν εκεί, στα χείλια της ερήμου· την άγγιξα, μου μίλησε:
"Δεν είν' αλήθεια, δεν είν' αλήθεια" φώναζε.
Δεν μπήκα στο γαλαζόπλωρο καράβι.
Ποτέ δεν πάτησα την αντρειωμένη Τροία".
Με το βαθύ στηθόδεσμο, τον ήλιο στα μαλλιά, κι αυτό το
ανάστημα
ίσκιοι και χαμόγελα παντού
στους ώμους στους μηρούς στα γόνατα·
ζωντανό δέρμα, και τα μάτια
με τα μεγάλα βλέφαρα,
ήταν εκεί, στην όχθη ενός Δέλτα. Και στην Τροία;
Τίποτε στην Τροία - ένα είδωλο.
Έτσι το θέλαν οι θεοί.
Κι ο Πάρης, μ' έναν ίσκιο πλάγιαζε σα νά ηταν πλάσμα ατόφιο·
κι εμείς σφαζόμασταν για την Ελένη δέκα χρόνια.
Μεγάλος πόνος είχε πέσει στην Ελλάδα.
Τόσα κορμιά ριγμένα
στα σαγόνια της θάλασσας στα σαγόνια της γης·
τόσες ψυχές
δοσμένες στις μυλόπετρες, σαν το σιτάρι.
Κι οι ποταμοί φουσκώναν μες στη λάσπη το αίμα
για ένα λινό κυμάτισμα για μια νεφέλη
μιας πεταλούδας τίναγμα το πούπουλο ενός κύκνου
για ένα πουκάμισο αδειανό, για μιαν Ελένη.
Κι ο αδερφός μου; Αηδόνι αηδόνι αηδόνι,
τ' είναι θεός; τι μη θεός; και τι τ' ανάμεσό τους;
"Τ' αηδόνια δε σ' αφήνουνε να κοιμηθείς στις Πλάτρες".
Δακρυσμένο πουλί, στην Κύπρο τη θαλασσοφίλητη
που έταξαν για να μου θυμίζει την πατρίδα,
άραξα μοναχός μ' αυτό το παραμύθι,
αν είναι αλήθεια πως αυτό ειναι παραμύθι,
αν είναι αλήθεια πως οι ανθρώποι δε θα ξαναπιάσουν
τον παλιό δόλο των θεών· αν είναι αλήθεια
πως κάποιος άλλος Τεύκρος, ύστερα από χρόνια,
ή κάποιος Αίαντας ή Πρίαμος ή Εκάβη
ή κάποιος άγνωστος, ανώνυμος, που ωστόσο
είδε ένα Σκάμαντρο να ξεχειλάει κουφάρια,
δεν το 'χει μες στη μοίρα του ν' ακούσει
μαντατοφόρους που έρχουνται να πούνε
πως τόσος πόνος τόση ζωή
πήγαν στην άβυσσο
για ένα πουκάμισο αδειανό για μιαν Ελένη.
Γιώργος Σεφέρης
Δες το Συμφραστικό Πίνακα Λέξεων στο ποιητικό έργο του Γ. Σεφέρη, από την Πύλη για την Ελληνική Γλώσσα
Δεύτερο παράλληλο κείμενο
Ο Γοργίας στο έργο του Ἑλένης ἐγκώμιον, ένα ρητορικό παίγνιο, απαριθμεί τέσσερις παράγοντες στους οποίους ενδεχομένως οφείλεται η φυγή της Ελένης με τον Πάρη: α) τους θεούς και την τύχη, β) τη βία, γ) τον πειστικό λόγο και δ) τον έρωτα. Και οι τέσσερις, κατά τον Γοργία, είναι ανώτεροι από την ανθρώπινη βούληση, άρα η Ελένη δεν ευθύνεται για την πράξη της.
Ἤ γὰρ Τύχης βουλήμασι καὶ θεῶν βουλεύμασι καὶ Ἀνάγκης ψηφίσμασιν ἔπραξεν ἃ ἔπραξεν, ἢ βίᾳ ἁρπασθεῖσα, ἢ λόγοις πεισθεῖσα, ἢ ἔρωτι ἀλοῦσα. Εἰ μὲν οὖν διὰ τὸ πρῶτον, ἄξιος αἰτιᾶσθαι ὁ αἴτιος μόνος· θεοῦ γὰρ προθυμίαν ἀνθρωπίνῃ προμηθίᾳ ἀδύνατον κωλύειν. Πέφυκε γὰρ οὐ τὸ κρεῖσσον ὑπὸ τοῦ ἥσσονος κωλύεσθαι, ἀλλὰ τὸ ἧσσον ὑπὸ τοῦ κρείσσονος ἄρχεσθαι καὶ ἄγεσθαι, καὶ τὸ μὲν κρεῖσσον ἡγεῖσθαι, τὸ δὲ ἧσσον ἕπεσθαι. θεὸς δ' ἀνθρώπου κρεῖσσον καὶ βίᾳ καὶ σοφίᾳ καὶ τοῖς ἄλλοις. Εἰ οὖν τῇ Τύχῃ καὶ τῷ θεῷ τὴν αἰτίαν ἀναθετέον, ἢ τὴν Ἑλένην τῆς δυσκλείας ἀπολυτέον.
Γοργίας, Ἑλένης ἐγκώμιον 6
Μετάφραση
Έκανε όσα έκανε είτε από θέλημα της Τύχης και απόφαση των θεών και της Ανάγκης προσταγή, είτε επειδή αρπάχτηκε με τη βία, είτε επειδή πείσθηκε με λόγια, είτε επειδή από τη θωριά ερωτεύτηκε. Αν λοιπόν είναι το πρώτο, πρέπει την ευθύνη να την έχει μόνο ο υπαίτιος· γιατί είναι αδύνατον η προαπόφαση του θεού να εμποδιστεί από την ανθρωπίνη προνοητικότητα. Αφού από τη φύση του το ανώτερο δεν εμποδίζεται από το κατώτερο, παρά το κατώτερο κυριαρχείται και καθοδηγείται από το ανώτερο, και το ανώτερο κυβερνά ενώ το κατώτερο ακολουθεί. Αλλά ο θεός είναι ανώτερος από τον άνθρωπο και ως προς τη βία και ως προς τη σοφία και ως προς τα υπόλοιπα. Αν λοιπόν πρέπει να αποδώσουμε την ευθύνη στην Τύχη και στο θεό, την Ελένη πρέπει οπωσδήποτε να την απαλλάξουμε από την καταισχύνη.
Μετάφραση: Π. Καλλιγάς
Πρόσθετο παράλληλο κείμενο
26 Τα βάσανά μου θα σας ιστορήσω.
Οι τρεις θεές, η Κύπριδα κι η Ήρα
κι η Αθηνά, του Δία η θυγατέρα,
σε μια βραχοσπηλιά πήγαν της Ίδης
την πιο όμορφη να κρίνει ο Πάρης. Όμως
30 την ομορφιά μου τάζοντάς του η Κύπρη
– αν όμορφο λογιέται ό,τι σου φέρνει
τη δυστυχία– και ταίρι του πως θα ’μαι,
κερδίζει το βραβείο. Και της Ίδης
35 αφήνοντας τις στάνες φτάνει ο Πάρης
γοργά στη Σπάρτη, για να με κερδίσει.
Οργίστηκ’ η Ήρα που έτσι τη νικήσαν
κι εμπόδισε το γάμο μου μ’ εκείνον.
Στου Πρίαμου το γιο δε δίνει εμένα,
40 παρά το είδωλό μου, φτιάχνοντάς το
σαν πλάσμα ζωντανό από τον αιθέρα
κι αυτός θαρρεί πως μ’ έχει –κούφια ιδέα–
ενώ δε μ’ έχει καν. Έπειτα οι γνώμες
του Δία στα πάθη αυτά σωριάσαν κι άλλα·
45 γιατί σήκωσε πόλεμο αναμέσο
στη χώρα των Ελλήνων και στους δόλιους
τους Τρωαδίτες, για να ξαλαφρώσει
τη μάνα γη απ’ το πλήθος των ανθρώπων
κι ο πιο μεγάλος άντρας της Ελλάδας
50 να γίνει ξακουστός. Εγώ βραβείο
παλικαριάς στους Έλληνες και Τρώες
ποτέ δεν ήμουν, ήταν τ’ όνομά μου.
Με πήρε στις πτυχές ο Ερμής του αιθέρα
και σκεπασμένη σε θαμπή νεφέλη
55 –δε μ’ άφησε χωρίς φροντίδα ο Δίας–
μ’ έφερε στου Πρωτέα εδώ τα σπίτια,
κρίνοντας πως αυτός απ’ όλους ήταν
πιο γνωστικός κι αγνό το γάμο μου έτσι
για το Μενέλαο θα κρατούσα. Τώρα
βρίσκομαι εδώ κι ο δόλιος μου άντρας πήγε,
μαζεύοντας στρατό, στης Τροίας τα κάστρα
ζητώντας να με πάρει πίσω. Κι έχουν
στου Σκάμαντρου χαθεί το ρέμα πλήθος
ψυχές για μένα· κι ενώ τόσα πάθη
65 τράβηξα, από παντού ακούω κατάρες,
προδότρα με λογιάζουνε του αντρός μου
κι αιτία για να μπλέξουνε σε μέγα
πόλεμο οι Έλληνες. Τι να την κάνω
τη ζωή πια; Ο Ερμής αυτόν το λόγο
70 μου είπε· στη δοξασμένη εγώ τη Σπάρτη
θα ζήσω με τον άντρα μου και πάλι,
που θα το μάθει πως ποτέ δεν πήγα
στην Τροία στο κρεβάτι κάποιου ξένου.
Κι όσο ο Πρωτέας έβλεπε τον ήλιο,
75 κανείς για γάμο δε μιλούσε· μα όταν
μπήκε στη σκοτεινιά της γης εκείνος,
γυναίκα με ζητά ολοένα ο γιος του.
Τον άντρα μου τιμώντας, στου Πρωτέα
το μνήμα ετούτο ικέτισσα προσπέφτω,
80 καθάρια να κρατήσει την τιμή μου.
Γιατί, αν κακό όνομα έχω στην Ελλάδα,
το σώμα μου η ντροπή να μη μολύνει.
2η Ενότητα, Θυσία για την πατρίδα
Ὥστε προσήκει τούτους εὐδαιμονεστάτους ἡγεῖσθαι, | Επομένως ταιριάζει να θεωρούμε αυτούς πάρα πολύ ευτυχισμένους, |
οἵτινες ὑπὲρ μεγίστων καὶ καλλίστων κινδυνεύσαντες | οι οποίοι αφού κινδύνευσαν για τα πιο μεγάλα και τα πιο ωραία |
οὕτω τὸν βίον ἐτελεύτησαν, | έτσι τελείωσαν τη ζωή τους, |
οὐκ ἐπιτρέψαντες περὶ αὑτῶν τῇ τύχη | χωρίς να εμπιστευθούν τους εαυτούς τους στην τύχη |
οὐδ’ ἀναμείναντες τὸν αὐτόματον θάνατον, | ούτε να περιμένουν το φυσικό θάνατο, |
ἀλλ’ ἐκλεξάμενοι τὸν κάλλιστον. | αλλά με το να προτιμήσουν τον πιο ωραίο. |
Καὶ γὰρ τοι ἀγήρατοι μὲν αὐτῶν αἱ μνῆμαι, | Και γι’ αυτό βέβαια είναι αγέραστες οι μνήμες τους |
ζηλωταὶ δὲ ὑπὸ πάντων ἀνθρώπων αἱ τιμαί· | και αξιοζήλευτες οι τιμές τους απ’ όλους τους ανθρώπους· |
οἵ πενθοῦνται μὲν διὰ τὴν φύσιν ὡς θνητοί, | αυτοί πενθούνται λόγω της φύσης τους ως θνητοί, |
ὑμνοῦνται δὲ ὡς ἀθάνατοι διὰ τὴν ἀρετήν. | εξυμνούνται όμως ως αθάνατοι λόγω της γενναιότητάς τους. |
καὶ γὰρ τοι θάπτονται δημοσίᾳ, | Και γι’ αυτό βέβαια θάβονται με δημόσια φροντίδα |
καὶ ἀγῶνες τίθενται ἐπ’ αὐτοῖς ῥώμης καὶ σοφίας καὶ πλούτου, | και καθιερώνονται αγώνες δύναμης και σοφίας και πλούτου προς τιμή τους, |
ὡς ἀξίους ὄντας τοὺς ἐν τῷ πολέμῳ τετελευτηκότας | με την ιδέα ότι (επειδή) είναι άξιοι αυτοί που έχουν σκοτωθεί στον πόλεμο |
ταῖς αὐταῖς τιμαῖς καὶ τοὺς ἀθανάτους τιμᾶσθαι. | να τιμούνται με τις ίδιες τιμές με τους αθάνατους. |
Ἐγὼ μὲν οὖν αὐτοὺς καὶ μακαρίζω τοῦ θανάτου καὶ ζηλῶ, | Εγώ λοιπόν και τους καλοτυχίζω και τους ζηλεύω για το θάνατό τους |
καὶ μόνοις τούτοις ἀνθρώπων οἶμαι κρεῖττον εἶναι γενέσθαι, | και νομίζω ότι μόνο αυτοί από τους ανθρώπους άξιζαν να ζήσουν, |
οἵτινες, ἐπειδὴ θνητῶν σωμάτων ἔτυχον, | οι οποίοι, αφού έλαβαν θνητά σώματα, |
ἀθάνατον μνήμην διὰ τὴν ἀρετήν αὑτῶν κατέλιπον. | κληροδότησαν αθάνατη μνήμη λόγω της ανδρείας τους. |
Λυσίας, Ἐπιτάφιος τοῖς Κορινθίων βοηθοῖς 79-81 |
© Γιάννης Παπαθανασίου
Παράλληλο κείμενο
Στο παρακάτω απόσπασμα από τον Ἐπιτάφιο του Δημοσθένη εξαίρονται οι πεσόντες στη μάχη της Χαιρώνειας (338 π.Χ.), οι οποίοι πολέμησαν κατά του Φιλίππου Β΄της Μακεδονίας και με την ανδρεία τους κέρδισαν αγέραστη δόξα.
Το κείμενο
Πρῶτον μὲν ἀντὶ μικροῦ χρόνου πολὺν καὶ τὸν ἅπαντ’ εὔκλειαν ἀγήρω καταλείπουσιν, ἐν ᾗ καὶ παῖδες οἱ τούτων ὀνομαστοὶ τραφήσονται καὶ γονεῖς [οἱ τούτων] περίβλεπτοι γηροτροφήσονται, παραψυχὴν τῷ πένθει τὴν τούτων εὔκλειαν ἔχοντες. Ἔπειτα νόσων ἀπαθεῖς τὰ σώματα καὶ λυπῶν ἄπειροι τὰς ψυχάς, ἃς ἐπὶ τοῖς συμβεβηκόσιν οἱ ζῶντες ἔχουσιν, ἐν μεγάλῃ τιμῇ καὶ πολλῷ ζήλῳ τῶν νομιζομένων τυγχάνουσιν. Οὓς γὰρ ἅπασα μὲν ἡ πατρὶς θάπτει δημοσίᾳ, κοινῶν δ’ ἐπαίνων μόνοι τυγχάνουσιν, ποθοῦσι δ’ οὐ μόνοι συγγενεῖς καὶ πολῖται, ἀλλὰ πᾶσαν ὅσην Ἑλλάδα χρὴ προσειπεῖν, συμπεπένθηκεν δὲ καὶ τῆς οἰκουμένης τὸ πλεῖστον μέρος, πῶς οὐ χρὴ τούτους εὐδαίμονας νομίζεσθαι;
Δημοσθένης, Ἐπιτάφιος 32-34
Μετάφραση
Kατά πρώτον, αντί να ζήσουν λίγο, ζουν πολύ και αφήνοντας κληρονομιά για πάντα αγέραστη δόξα, μέσα στην οποία θα ανατραφούν και τα παιδιά τους ώστε να γίνουν περίφημα και οι γονείς τους θα γηροκομηθούν απολαμβάνοντας την προσοχή, καθώς θα έχουν ανακούφιση στο πένθος τους τη δόξα των νεκρών. Kατά δεύτερον, χωρίς να παθαίνουν αρρώστιες στο σώμα και χωρίς να νιώθουν στεναχώρια στην ψυχή, τα οποία έχουν οι ζωντανοί λόγων αυτών που τους συμβαίνουν, αποκτούν τα καθιερωμένα εμπνέοντας μεγάλη τιμή και προκαλώντας πολλή άμιλλα. Αφού η πατρίδα τους προσφέρει δημόσια ταφή, και μόνο αυτοί επαινούνται από όλους, και τους λαχταρούν όχι μόνο οι συγγενείς και οι συμπολίτες τους, αλλά και όσοι πρέπει να ονομαστούν Έλληνες, ενώ πενθεί μαζί μας και το μεγαλύτερο τμήμα της οικουμένης, δεν πρέπει δικαιολογημένα να θεωρούνται ευτυχείς;
Μετάφραση Α. Τυφλόπουλος
Πρώτον, διότι εις αντάλλαγμα της βραχείας ταύτης ζωής, αφίνουν οπίσω των δόξαν, η οποία πάντοτε νέα θα υπάρχη εις τους αιώνας και θα αποτελή την παρηγορίαν των δοξασμένων από αυτήν τέκνων των και ανατραφέντων υπό της πολιτείας, και των γονέων των, των οποίων το γήρας, περιβαλλόμενον από τιμάς, θα γίνη αντικείμενον περιποιήσεων υπό της πόλεως. [33] Έπειτα απρόσβλητοι από νόσους κατά τα σώματα και άπειροι λύπης κατά τας ψυχάς, πράγματα τα οποία έν τυχαίον γεγονός δύναται να προκαλέση εις τους ζώντας, τυγχάνουσι πομπώδους και μεγαλοπρεπούς ταφής. Διότι εκείνους τους οποίους όλη μεν η πατρίς θάπτει δημοσία, μόνους δε τούτους κρίνουν αξίους κοινών επαίνων, ποθούν δε όχι μόνον οι συγγενείς και πολίται αλλά και όλη πρέπει να είπη τις η Ελλάς, πενθεί δε το πλείστον μέρος της οικουμένης, τούτους πώς δεν πρέπει να θεωρή τις ευτυχείς;
Μετάφραση Κ. Θ. Αραπόπουλος
Πηγή: Πύλη για την ελληνική γλώσσα
3η Ενότητα, Η κατοχή της εξουσίας δεν εγγυάται την ευτυχία
Εἰ δὲ σὺ οἴει ὡς πλείω ἔχων τῶν ἰδιωτῶν κτήματα ὁ τύραννος | Αν λοιπόν εσύ νομίζεις ότι επειδή ο τύραννος έχει περισσότερα αγαθά από τους πολίτες |
διὰ τοῦτο καὶ πλείω ἀπ’ αὐτῶν εὐφραίνεται, | γι’ αυτό και εξαιτίας αυτών περισσότερο χαίρεται |
οὐδὲ τοῦτο οὕτως ἔχει, ὦ Σιμωνίδη, | ούτε αυτό είναι έτσι, Σιμωνίδη, |
ἀλλ’ ὥσπερ οἱ ἀθληταὶ οὐχ ὅταν ἰδιωτῶν γένωνται κρείττονες, | αλλά όπως και οι αθλητές, όχι όταν γίνονται καλύτεροι από τους πολίτες, |
τοῦτ’ αὐτοὺς εὐφραίνει, | αυτό τους ευχαριστεί, |
ἀλλ’ ὅταν τῶν ἀνταγωνιστῶν ἥττους, τοῦτ’ αὐτοὺς ἀνιᾷ, | αλλά όταν γίνουν κατώτεροι από τους συναθλητές τους, αυτό τους ενοχλεί, |
οὕτω καὶ ὁ τύραννος οὐχ ὅταν τῶν ἰδιωτῶν πλείω φαίνηται ἔχων, | έτσι και ο τύραννος, όχι όταν φαίνεται ότι έχει περισσότερα από τους πολίτες, |
τότ’ εὐφραίνεται, | τότε ευχαριστιέται, |
ἀλλ’ ὅταν ἑτέρων τυράννων ἐλάττω ἔχη, τούτῳ λυπεῖται· | αλλά όταν είναι κατώτερος από άλλους τυράννους, λυπάται γι’ αυτό· |
τούτους γὰρ ἀνταγωνιστάς ἡγεῖται αὑτῷ τοῦ πλούτου εἶναι. | γιατί νομίζει ότι αυτοί είναι ανταγωνιστές του στον πλούτο. |
Οὐδέ γε θᾶττόν τι γίγνεται τῷ τυράννῳ ἤ τῷ ἰδιώτῃ ὧν ἐπιθυμεῖ. | Ούτε βέβαια ο τύραννος αποκτά κάτι από όσα επιθυμεί γρηγορότερα από τον απλό πολίτη. |
Ὁ μὲν γὰρ ἰδιώτης οἰκίας ἤ ἀγροῦ ἤ οἰκέτου ἐπιθυμεῖ, | Γιατί ο πολίτης επιθυμεί σπίτια ή αγρό ή δούλο, |
ὁ δὲ τύραννος ἤ πόλεων ἤ χώρας πολλῆς ἤ λιμένων ἤ ἀκροπόλεων ἰσχυρῶν [...] | ενώ ο τύραννος ή πόλεις ή τεράστια περιοχή ή λιμάνια ή οχυρωμένες ακροπόλεις [...] |
Ἀλλά μέντοι καὶ πένητας ὄψει οὐχ οὕτως ὀλίγους τῶν ἰδιωτῶν | Αλλά όμως θα δεις και φτωχούς όχι τόσο λίγους πολίτες |
ὡς πολλοὺς τῶν τυράννων. | όσο πολλούς τυράννους. |
Οὐ γὰρ κρίνεται τῷ ἀριθμῷ οὔτε τὰ πολλά οὔτε τὰ ὀλίγα, | Γιατί δεν εξετάζονται με βάση τον αριθμό ούτε τα πολλά ούτε τα λίγα, |
ἀλλά πρὸς τὰς χρήσεις· | αλλά με βάση τη χρησιμότητά τους· |
ὥστε τὰ μὲν ὑπερβάλλοντα τὰ ἱκανὰ πολλά ἐστι, | ώστε όσα ξεπερνούν τα αρκετά είναι πολλά, |
τὰ δὲ τῶν ἱκανῶν ἐλλείποντα ὀλίγα. | όσα όμως υπολείπονται από τα αρκετά είναι λίγα. |
Τῷ οὖν τυράννῳ τὰ πολλαπλάσια ἧττον ἱκανά ἐστιν | Για τον τύραννο λοιπόν τα πολλαπλάσια αρκούν λιγότερο |
εἰς τὰ ἀναγκαῖα δαπανήματα ἤ τῷ ἰδιώτῃ. | για τις αναγκαίες δαπάνες από ό,τι στον πολίτη. |
Ξενοφῶν, Ἱέρων 4.6-9 |
© Γιάννης Παπαθανασίου
Παράλληλο κείμενο
Στο παρακάτω απόσπασμα ο Σωκράτης και ο Ευθύδημος προσπαθούν να προσδιορίσουν ποιος πρέπει να θεωρείται πλούσιος και ποιος φτωχός. Ο Ευθύδημος επισημαίνει ότι πολλοί τύραννοι, αν και διαθέτουν πολλά αγαθά, επιζητούν όλο και περισσότερα για να καλύψουν τις ανάγκες τους
Το κείμενο
Ποίους δὲ πένητας καὶ ποίους πλουσίους καλεῖς; Τοὺς μέν, οἶμαι, μὴ ἱκανὰ ἔχοντας εἰς ἃ δεῖ τελεῖν πένητας, τοὺς δὲ πλείω τῶν ἱκανῶν πλουσίους. Καταμεμάθηκας οὖν ὅτι ἐνίοις μὲν πάνυ ὀλίγα ἔχουσιν οὐ μόνον ἀρκεῖ ταῦτα, ἀλλὰ καὶ περιποιοῦνται ἀπ᾽ αὐτῶν, ἐνίοις δὲ πάνυ πολλὰ οὐχ ἱκανά ἐστι; Καὶ νὴ Δί᾽, ἔφη ὁ Εὐθύδημος, ὀρθῶς γάρ με ἀναμιμνῄσκεις, οἶδα γὰρ καὶ τυράννους τινάς, οἳ δι᾽ ἔνδειαν ὥσπερ οἱ ἀπορώτατοι ἀναγκάζονται ἀδικεῖν.
Ξενοφῶν, Ἀπομνημονεύματα 4.2.37-39
Μετάφραση
Ποιους λοιπόν ονομάζεις φτωχούς και ποιους πλούσιους; Νομίζω, αυτούς που δεν έχουν αρκετά, ώστε να ικανοποιήσουν τις ανάγκες τους τους αποκαλώ φτωχούς, ενώ εκείνους που έχουν περισσότερα από όσα αρκούν τους ονομάζω πλούσιους. Έχεις εξετάσει λοιπόν ότι σε μερικούς, μολονότι έχουν πολύ λίγα όχι μόνο είναι αρκετά αυτά, αλλά κάνουν και αποταμίευση από αυτά, ενώ σε κάποιους που έχουν πάρα πολλά, (αυτά) δεν είναι αρκετά; Και μα το Δία, είπε ο Ευθύδημος, γιατί σωστά μου υπενθυμίζεις, επειδή γνωρίζω και κάποιους τυράννους, που από έλλειψη αναγκάζονται να αδικούν, όπως ακριβώς οι πάρα πολύ φτωχοί.
4η Ενότητα, Τα πλεονεκτήματα της ειρήνης
Ἆρ’ οὖν ἄν ἐξαρκέσειεν ἡμῖν, | Άραγε, λοιπόν, θα ήταν αρκετό σ’ εμάς, |
εἰ τὴν πόλιν ἀσφαλῶς οἰκοῖμεν | και να διοικούμε την πόλη με ασφάλεια |
καὶ τὰ περὶ τὸν βίον εὐπορώτεροι γιγνοίμεθα | και στα σχετικά με τη ζωή να γινόμαστε πιο πλούσιοι |
καὶ τά τε πρὸς ἡμᾶς αὐτοὺς ὁμονοοῖμεν | και να έχουμε ομόνοια μεταξύ μας |
καὶ παρὰ τοῖς Ἕλλησιν εὐδοκιμοῖμεν; | και να χαίρουμε εκτίμησης μεταξύ των Ελλήνων; |
Ἐγὼ μὲν γὰρ ἡγοῦμαι τούτων ὑπαρξάντων | Γιατί εγώ βέβαια νομίζω ότι αν γίνουν αυτά |
τελέως τὴν πόλιν εὐδαιμονήσειν. | η πόλη ολοκληρωτικά θα ευτυχήσει. |
Ὁ μὲν τοίνυν πόλεμος ἁπάντων ἡμᾶς τῶν εἰρημένων ἀπεστέρηκεν· | Ο πόλεμος λοιπόν, μας έχει στερήσει από όλα αυτά που έχουν λεχθεί |
καὶ γὰρ πενεστέρους ἐποίησεν καὶ πολλούς κινδύνους ὑπομένειν ἠνάγκασεν | και φτωχότερους μας έκανε και μας ανάγκασε να ανεχόμαστε πολλούς κινδύνους |
καὶ πρὸς τοὺς Ἕλληνας διαβέβληκεν καὶ πάντας τρόπους τεταλαιπώρηκεν ἡμᾶς. | και μας έχει συκοφαντήσει στους Έλληνες και μας έχει ταλαιπωρήσει με κάθε τρόπο. |
Ἦν δὲ τὴν εἰρήνην ποιησώμεθα, | Αν όμως συνάψουμε την ειρήνη, |
μετὰ πολλῆς μὲν ἀσφαλείας τὴν πόλιν οἰκήσομεν, | θα κατοικήσουμε την πόλη με πολλή ασφάλεια, |
ἀπαλλαγέντες πολέμων καὶ κινδύνων καὶ ταραχῆς, | αφού απαλλαγούμε από πολέμους και κινδύνους και διχόνοιες, |
καθ’ ἑκάστην δὲ τὴν ἡμέραν πρὸς εὐπορίαν ἐπιδώσομεν, | και κάθε μέρα θα γινόμαστε πιο εύποροι, |
ἀδεῶς γεωργοῦντες καὶ τὴν θάλατταν πλέοντες | χωρίς φόβο καλλιεργώντας τη γη και πλέοντας τη θάλασσα |
καὶ ταῖς ἄλλαις ἐργασίαις ἐπιχειροῦντες | και ασχολούμενοι με τα άλλα επαγγέλματα |
αἵ νῦν διὰ τὸν πόλεμον ἐκλελοίπασιν. | τα οποία έχουν εκλείψει εξαιτίας του πολέμου. |
Ὀψόμεθα δὲ τὴν πόλιν διπλασίας μὲν ἤ νῦν τὰς προσόδους λαμβάνουσαν, | Και θα δούμε την πόλη να αποκτά διπλάσια έσοδα απ’ ό,τι τώρα |
μεστὴν δὲ γιγνομένην ἐμπόρων καὶ ξένων καὶ μετοίκων, | και να γεμίζει από εμπόρους και ξένους και μετοίκους, |
ὧν νῦν ἐρήμη καθέστηκεν. | από τους οποίους τώρα έχει ερημωθεί. |
Τὸ δὲ μέγιστον· συμμάχους ἕξομεν ἅπαντας ἀνθρώπους, | Και το σημαντικότερο· θα έχουμε συμμάχους όλους τους ανθρώπους, |
οὐ βεβιασμένους, ἀλλὰ πεπεισμένους. | όχι εξαναγκασμένους, αλλά με τη θέλησή τους (έχοντας πεισθεί). |
Ἰσοκράτης, περὶ εἰρήνης 19-21 |
© Γιάννης Παπαθανασίου
Παράλληλα κείμενα
Πρώτο παράλληλο κείμενο
Ο Βακχυλίδης, ο οποίος περιλαμβάνεται στον Κανόνα των εννέα μεγάλων λυρικών, ασχολήθηκε με πολλά είδη της λυρικής ποίησης (έγραψε παιάνες, ύμνους, υπορχήματα, διθυράμβους, επινίκια τραγούδια κ.ά.). Στο παρακάτω απόσπασμα, που ανήκει σε έναν παιάνα, ο ποιητής περιγράφει εικόνες της ανθρώπινης ζωής σε περίοδο ειρήνης.
τίκτει δέ τε θνατοῖσιν εἰ- ρήνα μεγαλάνορα πλοῦ- τον καὶ μελιγλώσσων ἀοιδᾶν ἄνθεα δαιδαλέων τ᾽ ἐπὶ βωμῶν, θεοῖσιν αἴθεσθαι βοῶν ξανθᾷ φλογί μηρί᾽ εὐμάλλων τε μήλων, γυμνασίων τε νέοις αὐ- λῶν τε καὶ κώμων μέλειν. Ἐν δὲ σιδαροδέτοις πόρπαξιν αἰθᾶν, ἀραχνᾶν ἱστοὶ πέλονται, ἔγχεα τε λογχωτὰ ξίφεα τ᾽ ἀμφάκεα δάμναται εὐρώς. ---------------------------------------- χαλκεᾶν δ᾽ οὐκ ἔστι σαλπίγγων κτύπος, οὐδὲ συλᾶται μελίφρων ὕπνος ἀπὸ βλεφάρων ἀῷος ὃς θάλπει κέαρ. Συμποσίων δ᾽ ἐρατῶν βρίθοντ᾽ ἀγυιαί, παιδικοί θ᾽ ὕμνοι φλέγονται. |
Για τους θνητούς γεννά η μεγάλη Ειρήνη πλούτη και τραγουδιών γλυκόφωνων ανθούς. Πάνω στους πλουμιστούς βωμούς, στην ξανθή φλόγα, καίονται για τους θεούς, σαν είναι ειρήνη, μηριά βοδιών, πυκνόμαλλων προβάτων, και τότε ο νους των νέων είναι στους κώμους, στο παίξιμο του αυλού και στις παλαίστρες. Τα σιδεροδεμένα χερούλια των ασπίδων αραχνιάζουν, σκουριά σκεπάζει τα δίκοπα σπαθιά, τις λόγχες των δοράτων. ---------------------------------------- Οι σάλπιγγες οι χάλκινες πια δε βαράνε, δεν κλέβουν απ' τα μάτια το γλυκό τον ύπνο της αυγής, που τις καρδιές ζεσταίνει. Ευφρόσυνα συμπόσια είναι γεμάτοι οι δρόμοι και, φλόγες, παιδικοί ξεχύνονται ύμνοι. (Μετάφραση: Θρ. Σταύρου) |
Δεύτερο παράλληλο κείμενο
Ο Θουκυδίδης αναφέρει ότι κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου η δημοκρατική παράταξη μιας πόλης καλούσε σε βοήθεια τους Αθηναίους και η ολιγαρχική τους Λακεδαιμονίους, με αποτέλεσμα να ξεσπούν εμφύλιες διαμάχες. Στο παρακάτω απόσπασμα περιγράφονται οι ακρότητες στις οποίες οδήγησε ο εμφύλιος πόλεμος στην Κέρκυρα.
Το κείμενο
Πᾶσά τε ἰδέα κατέστη θανάτου, καὶ οἷον φιλεῖ ἐν τῷ τοιούτῳ γίγνεσθαι, οὐδὲν ὅτι οὐ ξυνέβη καὶ ἔτι περαιτέρω. Καὶ γὰρ πατὴρ παῖδα ἀπέκτεινε καὶ ἀπὸ τῶν ἱερῶν ἀπεσπῶντο καὶ πρὸς αὐτοῖς ἐκτείνοντο, οἱ δέ τινες καὶ περιοικοδομηθέντες ἐν τοῦ Διονύσου τῷ ἱερῷ ἀπέθανον.
Θουκυδίδης, Ἱστορίαι 3.81.5
Μετάφραση
Και κάθε είδους φόνοι διαπράχθηκαν και όπως συνηθίζεται να συμβαίνει σε τέτοιες περιπτώσεις, δεν υπάρχει τίποτε που να μη συνέβη (στην Κέρκυρα) και ακόμη περισσότερα. Και γιατί πατέρας σκότωνε το παιδί του και (κάποιοι) απομακρύνονταν με τη βία από τα ιερά και κοντά σε αυτά φονεύονταν και μερικοί, αφού χτίστηκαν, πέθαναν μέσα στο ιερό του Διόνυσου.
Τρίτο παράλληλο κείμενο
Ο Θουκυδίδης σχολιάζει στο παρακάτω απόσπασμα πώς διαφοροποιείται η συμπεριφορά των ανθρώπων σε περίοδο πολέμου.
Κείμενο
ἐν μὲν γὰρ εἰρήνῃ καὶ ἀγαθοῖς πράγμασιν αἵ τε πόλεις καὶ οἱ ἰδιῶται ἀμείνους τὰς γνώμας ἔχουσι διὰ τὸ μὴ ἐς ἀκουσίους ἀνάγκας πίπτειν· ὁ δὲ πόλεμος ὑφελὼν τὴν εὐπορίαν τοῦ καθ᾿ ἡμέραν βίαιος διδάσκαλος καὶ πρὸς τὰ παρόντα τὰς ὀργὰς τῶν πολλῶν ὁμοιοῖ.
Θουκυδίδης, Ἱστορίαι 3.82.2-3
Μετάφραση
Γιατί κατά τη διάρκεια της ειρήνης και σε περίοδο ευημερίας και οι πόλεις και οι πολίτες έχουν ηπιότερες απόψεις, επειδή δεν τους πιέζουν φοβερές ανάγκες. Ενώ ο πόλεμος, επειδή αφαιρεί την καθημερινή ευπορία (τις ευκολίες της καθημερινής ζωής) είναι βίαιος δάσκαλος και εξομοιώνει την ψυχική διάθεση των ανθρώπων με την πολεμική κατάσταση που επικρατεί εκείνη τη στιγμή.
5η Ενότητα, Η ισονομία των πολιτών εγγύηση της δημοκρατίας
Ἔστι δὲ δικαστῶν νοῦν ἐχόντων | Είναι καθήκον των συνετών δικαστών |
περὶ τῶν ἀλλοτρίων τὰ δίκαια ψηφιζομένους | παίρνοντας δίκαιες αποφάσεις για τις υποθέσεις των άλλων |
ἅμα καὶ τὰ σφέτερ’ αὐτῶν εὖ τίθεσθαι. | να τακτοποιούν συγχρόνως και όσα έχουν σχέση με τους ίδιους. |
καὶ μηδεὶς ὑμῶν, εἰς τοῦτ’ ἀποβλέψας, | Και κανείς από σας, αφού έχει υπόψη του αυτό, |
ὅτι πένης εἰμὶ καὶ τοῦ πλήθους εἷς, | ότι δηλαδή είμαι φτωχός κι ένας από τον απλό λαό, |
ἀξιούτω τοῦ τιμήματος ἀφαιρεῖν. | ας μη θεωρεί σωστό να μειώσει το πρόστιμο. |
Οὐ γὰρ δίκαιον ἐλάττους ποιεῖσθαι τὰς τιμωρίας | Γιατί δεν είναι δίκαιο να επιβάλλετε πιο ήπιες ποινές |
ὑπὲρ τῶν ἀδόξων ἤ τῶν διωνομασμένων, | στους αφανείς απ΄ ό,τι στους επιφανείς , |
οὐδὲ χείρους ἡγεῖσθαι τοὺς πενομένους ἤ τοὺς πολλά κεκτημένους. | ούτε να νομίζετε κατώτερους τους φτωχούς από αυτούς που έχουν πολλά. |
Ὑμᾶς γὰρ ἄν αὐτοὺς ἀτιμάζοιτ’ | Γιατί θα περιφρονούσατε τους εαυτούς σας |
εἰ τοιαῦτα γιγνώσκοιτε περὶ τῶν πολιτῶν. | αν αποφασίζατε τέτοια πράγματα για τους πολίτες. |
Ἔτι δὲ καὶ πάντων ἄν εἴη δεινότατον, | Γιατί θα ήταν το πιο φοβερό απ’ όλα, |
εἰ δημοκρατουμένης τῆς πόλεως | ενώ η πόλη έχει δεν δημοκρατικό καθεστώς, |
μὴ τῶν αὐτῶν ἅπαντες τυγχάνοιμεν [...]. | αν δεν απολαμβάναμε όλοι τα ίδια δικαιώματα [...]. |
ἄν γέ μοι πεισθῆθ’, | Αν βέβαια πεισθείτε σε μένα |
Οὐκ, οὕτω διακείσεσθε πρὸς ὑμᾶς αὐτούς | δε θα συμπεριφερθείτε με αυτόν τον τρόπο στους εαυτούς σας |
οὐδὲ διδάξετε τοὺς νεωτέρους | ούτε θα διδάξετε στους νεότερους |
καταφρονεῖν τοῦ πλήθους τῶν πολιτῶν, | να περιφρονούν τον απλό λαό των πολιτών, |
οὐδὲ ἀλλοτρίους ἡγήσεσθ’ εἶναι τοὺς τοιούτους τῶν ἀγώνων, | ούτε θα θεωρήσετε ότι είναι διαφορετικές οι τέτοιας λογής δίκες, |
ἀλλ’ ὡς ὑπὲρ αὐτοῦ δικάζων | αλλά με την ιδέα ότι δικάζει για λογαριασμό του |
οὕτως ἕκαστος ὑμῶν οἴσει τὴν ψῆφον. | έτσι θα ψηφίσει ο καθένας από σας. |
Ἅπαντας γὰρ ὁμοίως ἀδικοῦσιν | Γιατί όλους εμάς εξίσου αδικούν |
οἱ τολμῶντες τοῦτον τὸν νόμον παραβαίνειν | όσοι τολμούν να περιφρονούν αυτόν το νόμο |
τὸν ὑπὲρ τῶν σωμάτων τῶν ὑμετέρων κείμενον. | που ισχύει για την προστασία της δικής σας σωματικής ακεραιότητας. |
Ἰσοκράτης, Κατά Λοχίτου 18-21 |
© Γιάννης Παπαθανασίου
Παράλληλo κείμενo
Στο παρακάτω απόσπασμα προβάλλεται η σημασία της ισονομίας και της ισοτιμίας ως βασικών παραμέτρων του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Το κείμενο
Ἡμεῖς δὲ καὶ οἱ ἡμέτεροι, μιᾶς μητρὸς πάντες ἀδελφοὶ φύντες, οὐκ ἀξιοῦμεν δοῦλοι οὐδὲ δεσπόται ἀλλήλων εἶναι, ἀλλ’ ἡ ἰσογονία ἡμᾶς ἡ κατὰ φύσιν ἰσονομίαν ἀναγκάζει ζητεῖν κατὰ νόμον, καὶ μηδενὶ ἄλλῳ ὑπείκειν ἀλλήλοις ἢ ἀρετῆς δόξῃ καὶ φρονήσεως. Ὅθεν δὴ ἐν πάσῃ ἐλευθερίᾳ τεθραμμένοι οἱ τῶνδέ γε πατέρες καὶ οἱ ἡμέτεροι καὶ αὐτοὶ οὗτοι, καὶ καλῶς φύντες, πολλὰ δὴ καὶ καλὰ ἔργα ἀπεφήναντο εἰς πάντας ἀνθρώπους καὶ ἰδίᾳ καὶ δημοσίᾳ, οἰόμενοι δεῖν ὑπὲρ τῆς ἐλευθερίας καὶ Ἕλλησιν ὑπὲρ Ἑλλήνων μάχεσθαι καὶ βαρβάροις ὑπὲρ ἁπάντων τῶν Ἑλλήνων.
Ξενοφῶν, Ἀπομνημονεύματα 4.2.37-39
Μετάφραση
Εμείς, λοιπόν, και οι δικοί μας, όλοι αδέλφια γεννημένοι από μια μάνα, δεν έχουμε την αξίωση να είμαστε δούλοι ούτε άρχοντες ο ένας στον άλλον, αλλά η ισότητα γένους εκ φύσεως μας αναγκάζει να ζητούμε ισονομία σύμφωνα με τον νόμο και να μην υπακούμε σε κανέναν άλλον στις μεταξύ μας σχέσεις παρά μόνο σε όποιον επιδεικνύει αρετή και φρόνηση. Έτσι, λοιπόν, αναθρεμμένοι με κάθε ελευθερία οι πατέρες αυτών εδώ (των νεκρών) και οι δικοί μας και αυτοί οι ίδιοι (οι νεκροί) και αφού βγήκαν από καλή πάστα, επέδειξαν λοιπόν πολλά και ωραία έργα σε όλους τους ανθρώπους και στην ιδιωτική και στη δημόσια ζωή, θεωρώντας ότι έπρεπε να πολεμούν για χάρη της ελευθερίας και με Έλληνες, υπερασπίζοντας τους Έλληνες, και με βαρβάρους, υπερασπίζοντας όλους τους Έλληνες.
6η Ενότητα, Η μουσική εξημερώνει
Μουσικήν [...] πᾶσι μὲν ἀνθρώποις ὄφελος ἀσκεῖν, | Είναι ωφέλεια για όλους τους ανθρώπους να ασκούν τη μουσική |
Ἀρκάσι δὲ καὶ ἀναγκαῖον. [...] | για τους Αρκάδες όμως είναι αναγκαίο. [...] |
Παρὰ μόνοις γὰρ Ἀρκάσι πρῶτον μὲν οἱ παῖδες ἐκ νηπίων | Γιατί μόνο στους Αρκάδες πρώτα πρώτα τα παιδιά από τη νηπιακή τους ηλικία |
ᾄδειν ἐθίζονται κατὰ νόμους τοὺς ὕμνους καὶ παιᾶνας, | συνηθίζουν να τραγουδούν σύμφωνα με τους μουσικούς ρυθμούς τους ύμνους και τους παιάνες, |
οἷς ἕκαστοι κατὰ τὰ πάτρια τοὺς ἐπιχωρίους ἥρωας καὶ θεοὺς ὑμνοῦσι· | με τους οποίους ο καθένας σύμφωνα με τα πατροπαράδοτα υμνεί τους τοπικούς ήρωες και τους θεούς· |
μετὰ δὲ ταῦτα [...]πολλῇ φιλοτιμίᾳ | μετά από αυτά [...] με μεγάλο συναγωνισμό |
χορεύουσι κατ’ ἐνιαυτόν τοῖς Διονυσιακοῖς αὐληταῖς ἐν τοῖς θεάτροις [...] | χορεύουν κάθε χρόνο με τη συνοδεία των αυλητών του Διονύσου στα θέατρα [...] |
καὶ τῶν μὲν ἄλλων μαθημάτων | Και από τα άλλα μαθήματα |
ἀρνηθῆναί τι μὴ γιγνώσκειν οὐδὲν αἰσχρόν ἡγοῦνται, | δε θεωρούν καθόλου ντροπή να παραδεχτούν ότι δε γνωρίζουν κάτι, |
τήν γε μὴν ᾠδήν οὔτ’ ἀρνηθῆναι δύνανται | το τραγούδι όμως ούτε μπορούν να αρνηθούν |
διὰ τὸ κατ’ ἀνάγκην πάντας μανθάνειν, | επειδή υποχρεωτικά όλοι το μαθαίνουν, |
οὔθ’ ὁμολογοῦντες ἀποτρίβεσθαι | ούτε, αν το παραδεχτούν, μπορούν να απαλλαγούν από αυτό |
διὰ τὸ τῶν αἰσχρῶν παρ’ αὐτοῖς νομίζεσθαι τοῦτο. | επειδή αυτό θεωρείται ντροπή στην κοινωνία τους. |
Ταῦτά τέ μοι δοκοῦσιν οἱ πάλαι παρεισαγαγεῖν | Αυτά μου φαίνεται ότι τα θέσπισαν οι παλαιοί |
οὐ τρυφῆς καὶ περιουσίας χάριν, | όχι για να καλλιεργήσουν τη φιληδονία και την επίδειξη πλούτου, |
ἀλλά θεωροῦντες μὲν τὴν ἑκάστων αὐτουργίαν | αλλά επειδή παρατηρούσαν το μόχθο του καθενός |
καὶ συλλήβδην τὸ τῶν βίων ἐπίπονον καὶ σκληρόν, | και με λίγα λόγια την επίπονη και σκληρή ζωή, |
θεωροῦντες δὲ τὴν τῶν ἠθῶν αὐστηρίαν, | και επειδή έβλεπαν την αυστηρότητα των ηθών, |
ἥτις αὐτοῖς παρέπεται | η οποία τους ακολουθεί |
διὰ τὴν τοῦ περιέχοντος ψυχρότητα καὶ στυγνότητα | εξαιτίας του ψύχους και της τραχύτητας του τόπου στον οποίο ζουν |
τὴν κατὰ τὸ πλεῖστον ἐν τοῖς τόποις ὑπάρχουσαν. | και η οποία υπάρχει στο μεγαλύτερο μέρος αυτών των τόπων. |
Πολύβιος, Ἱστορίαι 4.20.4-21.1 |
© Γιάννης Παπαθανασίου
Παράλληλα κείμενα
Πρώτο παράλληλο κείμενο
Η μουσική και το τραγούδι προκαλούν αγαλλίαση και ευφροσύνη στην ανθρώπινη ψυχή. Στους παρακάτω στίχους από την Ἰλιάδα η ομάδα των Αχαιών που έχει αναλάβει να πείσει τον Αχιλλέα να επιστρέψει στη μάχη τον βρίσκει να παίζει κιθάρα και να τραγουδά, και μάλιστα ύστερα από την προσβλητική συμπεριφορά του Αγαμέμνονα που τον πίκρανε.
Μυρμιδόνων δ' ἐπί τε κλισίας καὶ νῆας ἱκέσθην,
τὸν δ' εὗρον φρένα τερπόμενον φόρμιγγι λιγείῃ
καλῇ δαιδαλέῃ, ἐπὶ δ' ἀργύρεον ζυγὸν ἦεν,
τὴν ἄρετ' ἐξ ἐνάρων πόλιν Ἠετίωνος ὀλέσσας·
τῇ ὅ γε θυμὸν ἔτερπεν, ἄειδε δ' ἄρα κλέα ἀνδρῶν.
Ὅμηρος, Ἰλιάς Ι 185-189
Κι ως τέλος στα καλύβια κι άρμενα των Μυρμιδόνων φτάσαν,
να φραίνεται τον βρήκαν με όμορφη, πολύπλουμη κιθάρα,
γλυκόφωνη, που ο καβαλάρης της ξεχώριζε ασημένιος—
κουρσός δικό του, του Ηετίωνα σαν πάτησε το κάστρο.
Με αύτη φραινόταν τώρα κι έψελνε παλικαριές μεγάλες.
Μετάφραση Ν. Καζαντζάκη - Ι. .Θ. Κακριδή
Δεύτερο παράλληλο κείμενο
Ο Πίνδαρος ασχολήθηκε με όλα σχεδόν τα είδη της χορικής λυρικής ποίησης. Το παρακάτω απόσπασμα ανήκει στο προοίμιο του Α΄ Πυθιόνικου (πρόκειται για ποιήματα που συντέθηκαν για να τιμηθούν νικητές των αθλητικών αγώνων που τελούνταν στους Δελφούς). Εδώ υμνείται η δύναμη του Απόλλωνα και της μουσικής.
Χρυσέα φόρμιγξ, Ἀπόλλωνος καὶ ἰοπλοκάμων
σύνδικον Μοισᾶν κτέανον· τᾶς ἀκούει
μὲν βάσις, ἀγλαΐας ἀρχά,
πείθονται δ' σάμασιν,
ἁγησιχόρων ὁπόταν προοιμίων
ἀμβολὰς τεύχῃς ἐλελιζομένα.
Πίνδαρος, Α' Πυθιόνικος 1-6
Φόρμιγγα χρυσή! Ο Απόλλωνας σε ορίζει,
Μα κι οι Μούσες, θεές μενεξεδομαλλούσες.
Ο δικός σου αχός τα βήματα ρυθμίζει
Τα χορευτικά που ανοίγουν το γιορτάσι·
Οι τραγουδιστές τα σήματά σου ακούνε,
Όταν προανακρούσματα των προοιμίων,
Που οδηγούν χορούς, τρεμάμενη εσύ δίνεις.
Μετάφραση Θρασύβουλος Σταύρου
Τρίτο παράλληλο κείμενο
Στο παρακάτω απόσπασμα ο Αιλιανός σχολιάζει τη σημασία που έδιναν οι Μυτιληναίοι στη διδασκαλία της μουσικής.
Κείμενο
Ἡνίκα τῆς θαλάττης ἦρξαν Μυτιληναῖοι, τοῖς ἀφισταμένοις τῶν συμμάχων τιμωρίαν ἐκείνην ἐπήρτησαν, γράμματα μὴ μανθάνειν τοὺς παῖδας αὐτῶν μηδὲ μουσικὴν διδάσκεσθαι, πασῶν κολάσεων ἡγησάμενοι βαρυτάτην εἶναι ταύτην, ἐν ἀμουσίᾳ καὶ ἀμαθίᾳ καταβιῶναι.
Αἰλιανός, Ποικίλη Ἱστορία, 7.15
Μετάφραση
Όταν οι Μυτιληναίοι εξουσίαζαν στη θάλασσα, επέβαλαν σε αυτούς από τους συμμάχους που επαναστατούσαν αυτήν την τιμωρία, να μη μαθαίνουν, δηλαδή, τα παιδιά τους γράμματα και να μη διδάσκονται μουσική, επειδή θεώρησαν ότι είναι αυτή η πιο βαριά από όλες τις ποινές, να περνάει, δηλαδή, κανείς τη ζωή του χωρίς αρμονία και γνώσεις.
7η Ενότητα, Η επιστήμη στην υπηρεσία της άμυνας του κράτους
Καὶ μέντοι καὶ Ἀρχιμήδης, Ἱέρωνι τῷ βασιλεῖ συγγενὴς ὤν καὶ φίλος, | Και βέβαια και ο Αρχιμήδης που ήταν συγγενής και φίλος με το βασιλιά Ιέρωνα, |
ἔγραψεν ὡς δυνατόν ἐστι τῇ δοθείσῃ δυνάμει τὸ δοθὲν βάρος κινῆσαι | έγραψε ότι είναι δυνατό να κινήσουμε με μια ορισμένη δύναμη ένα οποιοδήποτε βάρος |
καὶ νεανιευσάμενος [...] εἶπεν | κι αφού καυχήθηκε σαν μικρό παιδί [...] είπε |
ὡς εἰ γῆν εἶχεν ἑτέραν, ἐκίνησεν ἂν ταύτην μεταβὰς εἰς ἐκείνην. | ότι αν είχε άλλη γη, θα κινούσε αυτήν, αφού πήγαινε σ’ εκείνην. |
Θαυμάσαντος δὲ τοῦ Ἱέρωνος, | Και όταν ο Ιέρων απόρησε, |
καὶ δεηθέντος εἰς ἔργον ἐξαγαγεῖν τὸ πρόβλημα | και ζήτησε να επιδείξει στην πράξη τη θεωρία του |
καὶ δεῖξαί τι τῶν μεγάλων κινούμενον ὑπὸ σμικρᾶς δυνάμεως, | και να δείξει ότι κάτι μεγάλο κινείται από μικρή δύναμη, |
ὁλκάδα τριάρμενον τῶν βασιλικῶν | τρικάταρτο φορτηγό πλοίο από τα βασιλικά, |
πόνῳ μεγάλῳ καὶ χειρὶ πολλῇ νεωλκηθεῖσαν, | που είχαν σύρει από τη θάλασσα στη στεριά με μεγάλο μόχθο πολλοί άνθρωποι, |
ἐμβαλὼν ἀνθρώπους τε πολλοὺς καὶ τὸν συνήθη φόρτον, | κι αφού έβαλε μέσα σ’ αυτό και πολλούς ανθρώπους και το συνηθισμένο φορτίο, |
αὐτὸς ἄπωθεν καθήμενος, οὐ μετὰ σπουδῆς ἀλλ’ ἠρέμα | ο ίδιος καθισμένος μακριά, όχι με βιασύνη αλλά ήρεμα |
τῇ χειρὶ σείων ἀρχήν τινα πολυσπάστου, | μετακινώντας με το χέρι του την αρχή του σχοινιού από ένα σύστημα τροχαλιών, |
προσηγάγετο, λείως καὶ ἀπταίστως, | το τράβηξε προς το μέρος του ομαλά και χωρίς δυσκολία, |
ὥσπερ διὰ θαλάσσης ἐπιθέουσαν. | σαν να διέσχιζε τη θάλασσα. |
Ἐκπλαγεὶς οὖν ὁ βασιλεὺς καὶ συννοήσας τῆς τέχνης τὴν δύναμιν, | Λοιπόν, γεμάτος έκπληξη ο βασιλιάς και αφού κατανόησε τη δύναμη της τέχνης, |
ἔπεισε τὸν Ἀρχιμήδην | έπεισε τον Αρχιμήδη |
ὅπως αὐτῷ τὰ μὲν ἀμυνομένῳ τὰ δ' ἐπιχειροῦντι μηχανήματα κατασκευάσῃ | να κατασκευάσει για χάρη του μηχανήματα άλλα για περιπτώσεις αμυντικού πολέμου κι άλλα για επιθετικό πόλεμο |
πρὸς πᾶσαν ἰδέαν πολιορκίας. | για κάθε είδους πολιορκία. |
Οἷς αὐτός μὲν οὐκ ἐχρήσατο, | Αυτά δεν τα χρησιμοποίησε ο ίδιος |
τοῦ βίου τὸ πλεῖστον ἀπόλεμον καὶ πανηγυρικὸν βιώσας, | αφού έζησε το περισσότερο μέρος της ζωής του χωρίς πολέμους και γεμάτο απολαύσεις |
τότε δ’ ὑπῆρχε τοῖς Συρακοσίοις εἰς δέον ἡ παρασκευή, | τότε όμως είχαν οι Συρακούσιοι τον εξοπλισμό για τις ανάγκες τους |
καὶ μετὰ τῆς παρασκευῆς ὁ δημιουργός. | και μαζί με τον εξοπλισμό και το δημιουργό του. |
Πλούταρχος, Μάρκελλος 14.12-15 |
© Γιάννης Παπαθανασίου
Παράλληλα κείμενα
Πρώτο παράλληλο κείμενο
Στο παρακάτω απόσπασμα προβάλλονται η εφευρετικότητα του Αρχιμήδη και ο ζήλος που επιδείκνυε ο Ιέρων σε κατασκευαστικά έργα.
Κείμενο
Ἱέρων δὲ ὁ Συρακοσίων βασιλεύς, ὁ πάντα Ῥωμαίοις φίλος, ἐσπουδάκει μὲν καὶ περὶ ἱερῶν καὶ γυμνασίων κατασκευάς, ἦν δὲ καὶ περὶ ναυπηγίας φιλότιμος, πλοῖα σιτηγὰ κατασκευαζόμενος, ὧν ἑνὸς τῆς κατασκευῆς μνησθήσομαι. Ὡς δὲ περὶ τὸν καθελκυσμὸν αὐτοῦ τὸν εἰς τὴν θάλασσαν πολλὴ ζήτησις ἦν, Ἀρχιμήδης ὁ μηχανικὸς μόνος αὐτὸ κατήγαγε δι´ ὀλίγων σωμάτων. Κατασκευάσας γὰρ ἕλικα τὸ τηλικοῦτον σκάφος εἰς τὴν θάλασσαν κατήγαγε. Πρῶτος δ´ Ἀρχιμήδης εὗρε τὴν τῆς ἕλικος κατασκευήν.
Ἀθήναιος, Δειπνοσοφισταί 5.40
Μετάφραση
Ο Ιέρωνας, ο βασιλιάς των Συρακουσίων, που σε όλα τα θέματα πολιτευόταν ως φίλος των Ρωμαίων είχε επιδιώξει με ζήλο κατασκευές και για ιερά και για γυμναστήρια και φιλοδοξούσε και για τη ναυπηγική, κατασκευάζοντας πλοία για τη μεταφορά των σιτηρών, από τα οποία θα αναφέρω την κατασκευή ενός. Καθώς γινόταν πολλή συζήτηση για την καθέλκυση του πλοίου στη θάλασσα, ο Αρχιμήδης ο μηχανικός, μόνος το κατέβασε στη θάλασσα με τη βοήθεια λίγων ανθρώπων. Δηλαδή, κατασκεύασε έλικα και οδήγησε στη θάλασσα ένα τόσο μεγάλο σκάφος. Και πρώτος ο Αρχιμήδης ανακάλυψε την κατασκευή της έλικας.
Δεύτερο παράλληλο κείμενο
Όπως φάνηκε από το προηγούμενο απόσπασμα, ένα από τα μεγαλύτερα έργα που επιδίωξε να πραγματοποιήσει ο Ιέρων ήταν η κατασκευή ενός τεράστιου πλοίου. Πέρα από το μέγεθος και την πολυτέλεια των χώρων του, το πλοίο αυτό αποτελούσε και μια πολεμική μηχανή, αφού διέθετε οκτώ πύργους γεμάτους με πέτρες και βέλη, καθώς και εκτοξευτή λίθων, τον οποίο είχε σχεδιάσει και κατασκευάσει ο Αρχιμήδης.
Το κείμενο
Ἐπὶ δὲ τῶν πύργων ἕκαστον ἀνέβαινον τέτταρες μὲν καθωπλισμένοι νεανίσκοι, δύο δὲ τοξόται. Πᾶν δὲ τὸ ἐντὸς τῶν πύργων λίθων καὶ βελῶν πλῆρες ἦν. Τεῖχος δὲ ἐπάλξεις ἔχον καὶ καταστρώματα διὰ νεὼς ἐπὶ κιλλιβάντων κατεσκεύαστο· ἐφ´ οὗ λιθοβόλος ἐφειστήκει, τριτάλαντον λίθον ἀφ´ αὑτοῦ ἀφιεὶς καὶ δωδεκάπηχυ βέλος. Τοῦτο δὲ τὸ μηχάνημα κατεσκεύασεν Ἀρχιμήδης. Ἑκάτερον δὲ τῶν βελῶν ἔβαλλεν ἐπὶ στάδιον.
Ἀθήναιος, Δειπνοσοφισταί 5.43
Μετάφραση
Πάνω σε καθένα από τους πύργους ανέβαιναν τέσσερις οπλισμένοι νεαροί και δύο τοξότες. Και όλο το εσωτερικό των πλοίων ήταν γεμάτο με πέτρες και βέλη. Και είχε κατασκευαστεί και τείχος που είχε προμαχώνες και καταστρώματα μέσα στο πλοίο πάνω σε στηρίγματα· πάνω σ' αυτό ήταν τοποθετημένος ένας εκτοξευτής λίθων ο οποίος μόνος του έριχνε πέτρα βάρους τριών ταλάντων και βέλος μήκους δέκα πήχεων. Κι αυτό το μηχάνημα το κατασκεύασε ο Αρχιμήδης. Και καθένα από τα βέλη έφτανε σε απόσταση ενός σταδίου.
8η Ενότητα, Ένα παράδειγμα σεβασμού προς τους γονείς
Λέγεται γοῦν ἐν Σικελίᾳ | Λέγεται λοιπόν ότι στη Σικελία |
(εἰ γὰρ καὶ μυθωδέστερόν ἐστιν, ἀλλ’ ἁρμόσει | (γιατί αν και μοιάζει με μύθο, ταιριάζει όμως |
καὶ ὑμῖν ἅπασι τοῖς νεωτέροις ἀκοῦσαι) | να την ακούσετε και εσείς όλοι οι νεότεροι) |
ἐκ τῆς Αἴτνης ῥύακα πυρὸς γενέσθαι· | ξεχύθηκε πύρινο ποτάμι από την Αίτνα· |
τοῦτον δὲ ῥεῖν φασιν ἐπί τὲ τὴν ἄλλην χώραν, | αυτό λοιπόν λένε ότι έρεε προς την υπόλοιπη χώρα, |
καὶ δὴ καὶ πρὸς πόλιν τινὰ τῶν ἐκεῖ κατοικουμένων. | και μάλιστα προς κάποια πόλη από αυτές που βρίσκονταν εκεί. |
Τοὺς μὲν οὖν ἄλλους ὁρμῆσαι πρὸς φυγήν, | [Λένε ακόμη], ότι οι άλλοι όρμησαν να φύγουν |
τὴν αὐτῶν σωτηρίαν ζητοῦντας, | ζητώντας τη σωτηρία τους, |
ἕνα δὲ τινα τῶν νεωτέρων, | ένας όμως από τους νεότερους, |
ὁρῶντα τὸν πατέρα πρεσβύτερον ὄντα | επειδή έβλεπε ότι ο πατέρας του ήταν γέρος |
καὶ οὐχί δυνάμενον ἀποχωρεῖν, | και δεν μπορούσε να φύγει, |
ἀλλὰ ἐγκαταλαμβανόμενον, ὑπὸ τοῦ πυρός, | και ότι μένει αποκλεισμένος, |
ἀράμενον φέρειν. | αφού τον σήκωσε στους ώμους του, τον μετέφερε. |
Φορτίου δ’, οἶμαι, προσγενομένου καὶ αὐτός ἐγκατελήφθη. | Επειδή όμως, όπως νομίζω, προστέθηκε φορτίο, αποκλείσθηκε και ο ίδιος. |
Ὅθεν δὴ καὶ ἄξιον θεωρῆσαι τὸ θεῖον, | Από αυτό το γεγονός αξίζει να προσέξουμε ότι το θείο |
ὅτι τοῖς ἀνδράσιν τοῖς ἀγαθοῖς εὐμενῶς ἔχει. | δείχνει συμπάθεια στους αγαθούς (ενάρετους) ανθρώπους. |
Λέγεται γὰρ κύκλῳ τὸν τόπον ἐκεῖνον | Γιατί, λέγεται ότι κυκλικά στον τόπο εκείνο |
περιρρυῆναι τὸ πῦρ καὶ σωθῆναι τούτους μόνους, | έτρεξε η λάβα και σώθηκαν μόνο αυτοί, |
ἀφ’ ὧν καὶ τὸ χωρίον ἔτι καὶ νῦν | από τους οποίους και η τοποθεσία ακόμη και σήμερα |
προσαγορεύεσθαι τῶν εὐσεβῶν χῶρον· | ονομάζεται «χώρος των ευσεβών»· |
τοὺς δὲ ταχεῖαν τὴν ἀποχώρησιν ποιησαμένους | αντίθετα εκείνοι που έφυγαν γρήγορα |
καὶ τοὺς ἑαυτῶν γονέας ἐγκαταλιπόντας, | εγκαταλείποντας τους γονείς τους, |
ἅπαντας ἀπολέσθαι | χάθηκαν όλοι. |
© Γιάννης Παπαθανασίου
Παράλληλo κείμενo
Μετά την άλωση της Τροίας, σύμφωνα με την παρακάτω εκδοχή, οι Έλληνες επέτρεψαν στον Αινεία και σε άλλους Τρώες να φύγουν παίρνοντας μαζί τους ό,τι μπορούσε να κουβαλήσει ο καθένας. Ο Αινείας προτίμησε να πάρει στους ώμους του τον γέρο πατέρα του, σε αντίθεση με τους άλλους που έπαιρναν χρυσάφι ή άλλα πολύτιμα αντικείμενα.
Το κείμενο
Τῶν δὲ Ἑλλήνων ὑποσπόνδους τούτους ἀφέντων, καὶ συγχωρησάντων ἑκάστῳ λαβεῖν ὅσα δύναιτο τῶν ἰδίων, οἱ μὲν ἄλλοι πάντες ἄργυρον ἢ χρυσὸν ἤ τινα τῆς ἄλλης πολυτελείας ἔλαβον, Αἰνείας δὲ τὸν πατέρα γεγηρακότα τελέως ἀράμενος ἐπὶ τοὺς ὤμους ἐξήνεγκεν. Ἐφ' ᾧ θαυμασθεὶς ὑπὸ τῶν Ἑλλήνων ἔλαβεν ἐξουσίαν πάλιν ὃ βούλοιτο τῶν οἴκοθεν ἐκλέξασθαι. Ἀνελομένου δὲ αὐτοῦ τὰ ἱερὰ τὰ πατρῷα, πολὺ μᾶλλον ἐπαινεθῆναι συνέβη τὴν ἀρετήν, καὶ παρὰ πολεμίων ἐπισημασίας τυγχάνουσαν. Ἐφαίνετο γὰρ ὁ ἀνὴρ ἐν τοῖς μεγίστοις κινδύνοις πλείστην φροντίδα πεποιημένος τῆς τε πρὸς γονεῖς ὁσιότητος καὶ τῆς πρὸς θεοὺς εὐσεβείας.
Διόδωρος Σικελιώτης, Βιβλιοθήκη 7.4.1-4
Μετάφραση
Όταν οι Έλληνες τους άφησαν να φύγουν, αφού συνομολόγησαν συμφωνία και αφού επέτρεψαν στον καθένα να πάρει όσα μπορούσε από τα δικά του, όλοι οι άλλοι πήραν ασήμι ή χρυσάφι ή κάποιο από τα άλλα πολύτιμα αντικείμενα, ο Αινείας όμως, αφού σήκωσε τον πατέρα του που ήταν σε βαθιά γεράματα, τον μετέφερε έξω. Επειδή θαυμάστηκε γι' αυτή την πράξη από τους Έλληνες, πήρε την άδεια να επιλέξει πάλι ό,τι ήθελε από τα πράγματα της πατρίδας του. Καθώς αυτός προτίμησε τα πατρικά ιερά, συνέβη να επαινεθεί πολύ περισσότερο η αρετή, η οποία επιδοκιμάστηκε ακόμη και από τους εχθρούς. Γιατί φανερά ο άντρας στους πολύ μεγάλους κινδύνους φρόντιζε πάρα πολύ και το σεβασμό προς τους γονείς και την ευσέβεια προς τους θεούς.
9η Ενότητα, Οι νόμοι επισκέπτονται το Σωκράτη στη φυλακή
Εἰ μέλλουσιν ἡμῖν ἐνθένδε εἴτε ἀποδιδράσκειν, | Αν, ενώ σκοπεύουμε εμείς είτε να δραπετεύσουμε από εδώ, |
εἴθ’ ὅπως δεῖ ὀνομάσαι τοῦτο, | είτε όπως αλλιώς ταιριάζει να ονομάσουμε μια τέτοια πράξη, |
ἐλθόντες οἱ νόμοι καὶ τὸ κοινὸν τῆς πόλεως | αφού έρχονταν οι νόμοι και οι δημόσιες αρχές |
ἐπιστάντες ἔροιντο· | και σταθούν μπροστά μας μάς ρωτήσουν: |
Εἰπέ μοι, ὦ Σώκρατες, τὶ ἐν νῷ ἔχεις ποιεῖν; | Πες μας, Σωκράτη, τι έχεις στο νου σου να κάνεις; |
Ἄλλο τι ἤ τούτῳ τῷ ἔργῳ ᾧ ἐπιχειρεῖς | Κάτι άλλο ή με αυτήν την πράξη που επιχειρείς |
διανοῇ τούς τε νόμους ἡμᾶς ἀπολέσαι | σκέφτεσαι και εμάς τους νόμους να καταστρέψεις |
καὶ σύμπασαν τὴν πόλιν τὸ σὸν μέρος; | και όλη την πόλη όσο περνάει από το χέρι σου; |
Ἤ δοκεῖ σοι οἷόν τε | Ή φαντάζεσαι ότι είναι δυνατό |
ἔτι ἐκείνην τὴν πόλιν εἶναι καὶ μὴ ἀνατετράφθαι, | να υπάρχει ακόμη εκείνη η πολιτεία και να μην έχει καταλυθεί |
ἐν ᾗ ἄν αἱ γενόμεναι δίκαι μηδὲν ἰσχύωσιν | στην οποία οι δικαστικές αποφάσεις δεν έχουν καμιά δύναμη |
ἀλλὰ ὑπὸ τῶν ἰδιωτῶν ἄκυροί τε γίγνωνται καὶ διαφθείρωνται; | αλλά και ακυρώνονται και καταστρέφονται από τους απλούς πολίτες; |
Τί ἐροῦμεν, ὦ Κρίτων, πρὸς ταῦτα καὶ ἄλλα τοιαῦτα; | Τι θα πούμε, Κρίτωνα, σ’ αυτά και σ’ άλλα παρόμοια; |
Πολλὰ γὰρ ἄν τις ἔχοι, ἄλλως τε καὶ ῥήτωρ, εἰπεῖν | Γιατί πολλά θα μπορούσε κάποιος να πει, κι ιδιαίτερα ένας ρήτορας |
ὑπὲρ τούτου τοῦ νόμου ἀπολλυμένου | για να υπερασπιστεί αυτό το νόμο που κινδυνεύει να καταλυθεί |
ὅς τὰς δίκας τὰς δικασθείσας προστάτει κυρίας εἶναι. | ο οποίος ορίζει οι δικαστικές αποφάσεις να έχουν κύρος. |
Ἤ ἐροῦμεν πρὸς αὐτοὺς ὅτι | Ή θα πούμε σ’ αυτούς ότι |
«Ἠδίκει γὰρ ἡμᾶς ἡ πόλις καὶ οὐκ ὀρθῶς τὴν δίκην ἔκρινεν;» | «επειδή μας αδικούσε η πόλη και δεν έκρινε δίκαια τη δίκη»; |
Ταῦτα ἤ τι ἐροῦμεν; | Αυτά θα πούμε ή κάτι άλλο; |
Πλάτων, Κρίτων 50a-c |
© Γιάννης Παπαθανασίου
Παράλληλο κείμενο
Στο παρακάτω απόσπασμα ο Δημοσθένης υποστηρίζει ότι η δύναμη των νόμων έγκειται στην τήρησή τους από τους ανθρώπους.
Το κείμενο
Ἡ δὲ τῶν νόμων ἰσχὺς τίς ἐστιν; ἆρ᾽ ἐάν τις ὑμῶν ἀδικούμενος ἀνακράγῃ, προσδραμοῦνται καὶ παρέσονται βοηθοῦντες; οὔ· γράμματα γὰρ γεγραμμέν᾽ ἐστί, καὶ οὐχὶ δύναιντ᾽ ἂν τοῦτο ποιῆσαι. Τίς οὖν ἡ δύναμις αὐτῶν ἐστιν; ὑμεῖς ἐὰν βεβαιῶτ᾽ αὐτοὺς καὶ παρέχητε κυρίους ἀεὶ τῷ δεομένῳ. Οὐκοῦν οἱ νόμοι θ᾽ ὑμῖν εἰσιν ἰσχυροὶ καὶ ὑμεῖς τοῖς νόμοις. Δεῖ τοίνυν τούτοις βοηθεῖν ὁμοίως ὥσπερ ἂν αὑτῷ τις ἀδικουμένῳ, καὶ τὰ τῶν νόμων ἀδικήματα κοινὰ νομίζειν, ἐφ᾽ ὅτου περ ἂν λαμβάνηται, καὶ μήτε λῃτουργίας μήτ᾽ ἔλεον μήτ᾽ ἄνδρα μηδένα μήτε τέχνην μηδεμίαν εὑρῆσθαι, δι᾽ ὅτου παραβάς τις τοὺς νόμους οὐ δώσει δίκην.
Δημοσθένης, Κατὰ Μειδίου 224-225
Μετάφραση
Και ποια είναι η δύναμη των νόμων; Άραγε, αν κάποιος από σας, καθώς αδικείται, φωνάξει δυνατά θα τρέξουν και θα παρευρεθούν (οι νόμοι) για να βοηθήσουν; Όχι· γιατί είναι γράμματα γραμμένα και δε θα μπορούσαν να το κάνουν. Ποια, λοιπόν, είναι η δύναμή τους; Εσείς, αν τους ενισχύετε και τους παρουσιάζετε με εξουσία σ' αυτόν που κάθε φορά τους έχει ανάγκη. Επομένως, οι νόμοι είναι ισχυροί εξαιτίας σας και σεις εξαιτίας των νόμων. Πρέπει, λοιπόν, να τους βοηθάτε, όπως ακριβώς (θα βοηθούσε) κάποιος τον εαυτό του αν αδικούνταν, και να θεωρείτε τα αδικήματα των νόμων κοινά για όποιο λόγο τυχόν συλλαμβάνεται κάποιος και να μην επινοούνται ούτε κάποια λειτουργία ούτε συμπόνια ούτε κάποιος άντρας, ούτε κάποιο τέχνασμα, εξαιτίας του οποίου, αν κάποιος παραβεί τους νόμους, δε θα τιμωρηθεί.
10η Ενότητα, Μια τιμητική εξορία
Οἱ μὲν ἄλλοι πάντες ὅσοι φεύγουσιν ἀδίκως, | Όλοι οι άλλοι όσοι εξορίζονται άδικα, |
ἤ δέονται τῶν πολιτῶν ὅπως ἐπανέλθωσιν | ή εκλιπαρούν τους πολίτες να επιστρέψουν |
ἤ διαμαρτόντες τούτου | ή αν αποτύχουν σ’ αυτό |
λοιδοροῦσι τὰς ἑαυτῶν πατρίδας, | κακολογούν τις πατρίδες τους, |
ὡς φαύλως αὐτοῖς προσφερομένας· | επειδή κατά τη γνώμη τους τοὺς συμπεριφέρθηκαν άσχημα· |
ἐγὼ δὲ ἐπείπερ ἅπαξ ἠτύχησα | εγώ όμως, επειδή ακριβώς μια φορά ατύχησα |
ἀναξίως ὧν ἐπολιτευσάμην, | κατά τρόπο ανάξιο προς όσα έκανα ως πολίτης, |
καὶ κατηγορῶν ἄλλων αὐτὸς ἑάλων, | κι ενώ κατηγορούσα άλλους, καταδικάστηκα ο ίδιος, |
ἄχθομαι μὲν, ὥσπερ εἰκός ἐστιν, | στενοχωριέμαι, βέβαια, όπως είναι φυσικό, |
ἀγανακτῶ δὲ οὐδέν. | όμως καθόλου δεν αγανακτώ. |
Οὐ γὰρ οὕτως ἔγωγε ἠλίθιός εἰμι ὥστε, | Γιατί εγώ βέβαια δεν είμαι τόσο ηλίθιος ώστε, |
ἐξ ἧς πόλεως Θεμιστοκλῆς ἐξηλάθη | από την πόλη από την οποία εξορίστηκε ο Θεμιστοκλής |
ὁ τὴν Ἑλλάδα ἐλευθερώσας, | ο ελευθερωτής της Ελλάδας, |
καὶ ὅπου Μιλτιάδης, γέρων ὤν | και στην οποία ο Μιλτιάδης, που ενώ ήταν γέρος |
ἐν τῷ δεσμωτηρίω ἀπέθανε, | πέθανε στο δεσμωτήριο, |
ὅτι μικρὸν ὤφειλε τῷ δημοσίῳ | γιατί χρωστούσε μικρό ποσό στην πολιτεία |
ταύτη τῇ πόλει Αἰσχίνην τὸν Ἀτρομήτου | μ’ αυτήν την πόλη ο Αισχίνης του Ατρομήτου |
φεύγοντα ἀγανακτεῖν οἴεσθαι δεῖν, | να θεωρεί ότι πρέπει να αγανακτεί επειδή είναι εξόριστος, |
εἴ τι τῶν εἰωθότων Ἀθήνησιν ἔπαθεν. | γιατί έπαθε κάτι από αυτά που είναι συνηθισμένα στην Αθήνα. |
Ἀλλ’ ἔγωγε καὶ λαμπρὸν εἰκότως μοι νομίσαιμ’ ἄν αὐτὸ γενέσθαι, | Αλλά εγώ τουλάχιστον θα μπορούσα να θεωρήσω εύλογα ακόμα και λαμπρό αυτό που μου συνέβη, |
τὸ μετ’ ἐκείνων ἐν ἀδοξίᾳ παρὰ τοῖς ἔπειτα ἀνθρώποις καὶ ἄξιος τοῦ ὅμοια παθεῖν ἐκείνοις γεγονέναι. | δηλαδή το ότι έχω πέσει στην αφάνεια για τις μελλοντικές γενιές μαζί με εκείνους και έχω αξιωθεί να πάθω τα ίδια με εκείνους. |
[Αισχίνης], Ἐπιστολαί 3. 1-3 |
© Γιάννης Παπαθανασίου
Παράλληλο κείμενο
Ο Πλούταρχος στο έργο του Βίοι Παράλληλοι αναφερόμενος στον Θεμιστοκλή τονίζει ότι η εξορία του γνωστού στρατηγού της Αθήνας οφειλόταν στον φόβο που προκάλεσε το κύρος που αυτός είχε αποκτήσει και αναφέρει έναν μηχανισμό κατανόησης του φαινομένου του εξοστρακισμού.
Το κείμενο
Τὸν μὲν οὖν ἐξοστρακισμὸν (ενν. Θεμιστοκλέους) ἐποιήσαντο κατ’ αὐτοῦ, κολούοντες τὸ ἀξίωμα καὶ τὴν ὑπεροχήν, ὥσπερ εἰώθεσαν ἐπὶ πάντων οὓς ᾤοντο τῇ δυνάμει βαρεῖς καὶ πρὸς ἰσότητα δημοκρατικὴν ἀσυμμέτρους εἶναι. Κόλασις γὰρ οὐκ ἦν ὁ ἐξοστρακισμός, ἀλλὰ παραμυθία φθόνου καὶ κουφισμός, ἡδομένου τῷ ταπεινοῦν τοὺς ὑπερέχοντας καὶ τὴν δυσμένειαν εἰς ταύτην τὴν ἀτιμίαν ἀποπνέοντος.
Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι, Θεμιστοκλῆς 22.4-5
Μετάφραση
Την εξορία με εξοστρακισμό την πραγματοποίησαν εναντίον του, μειώνοντας την υπόληψη και την ανωτερότητά του, όπως συνήθιζαν (να κάνουν) για όλους για τους οποίους νόμιζαν ότι είναι υπερβολικά δυνατοί και ότι υπερέβαιναν το μέτρο της δημοκρατικής ισότητας. Γιατί ο εξοστρακισμός δεν ήταν τιμωρία, αλλά ανακούφιση από τον φθόνο και εκτόνωση, που προκαλούσε ευχαρίστηση με το να κάνει ταπεινούς όσους ήταν ανώτεροι και που εκτόνωνε την εχθρότητα σε αυτό το είδος ατίμωσης.
11η Ενότητα, Επικίνδυνες συμμαχίες
Ὦ Ἀγησίλαε καὶ πάντες οἱ παρόντες Λακεδαιμόνιοι, | Αγησίλαε και όλοι οι παρόντες Λακεδαιμόνιοι, |
ἐγὼ ὑμῖν, ὅτε τοῖς Ἀθηναίοις ἐπολεμεῖτε, | εγώ, όταν πολεμούσατε τους Αθηναίους, |
φίλος καὶ σύμμαχος ἐγενόμην, | υπήρξα φίλος και σύμμαχός σας, |
καὶ το μὲν ναυτικὸν τὸ ὑμέτερον | και το ναυτικό σας |
χρήματα παρέχων ἰσχυρὸν ἐποίουν, | δίνοντας χρήματα το έκανα ισχυρό, |
ἐν δὲ τῇ γῇ αὐτὸς ἀπὸ τοῦ ἵππου μαχόμενος μεθ’ ὑμῶν | και στην ξηρά ο ίδιος πολεμώντας από το άρμα μαζί σας |
εἰς τὴν θάλατταν κατεδίωκον τοὺς πολεμίους. | στη θάλασσα κατεδίωκα τους εχθρούς. |
καὶ διπλοῦν ὥσπερ Τισσαφέρνους οὐδὲν πώποτέ μου | Και τίποτα δόλιο, όπως ο Τισσαφέρνης, ποτέ ως τώρα |
οὔτε ποιήσαντος οὔτ’ εἰπόντος πρὸς ὑμᾶς ἔχοιτ’ ἄν κατηγορῆσαι. | ούτε ότι σας έκανα ούτε ότι σας είπα θα μπορούσατε να με κατηγορήσετε. |
Τοιοῦτος δὲ γενόμενος | Κι ενώ σας συμπεριφέρθηκα με τέτοιο τρόπο |
νῦν οὕτω διάκειμαι ὑφ’ ὑμῶν | τώρα εσείς μου συμπεριφέρεστε έτσι |
ὡς οὐδὲ δεῖπνον ἔχω ἐν τῇ ἐμαυτοῦ χώρᾳ, | ώστε ούτε φαγητό δεν έχω στη χώρα μου, |
εἰ μή τι ὧν ἄν ὑμεῖς λίπητε συλλέξομαι, ὥσπερ τὰ θηρία. | εκτός αν μαζέψω κάτι από αυτά που αφήνετε πίσω σας, όπως τα θηρία. |
Ἅ δέ μοι ὁ πατήρ καὶ οἰκήματα καλὰ | Και όσα ο πατέρας μου και σπίτια καλά |
καὶ παραδείσους καὶ δένδρων καὶ θηρίων μεστοὺς κατέλιπεν, | και κήπους γεμάτους από δέντρα και θηρία μου άφησε, |
ἐφ’ οἷς ηὐφραινόμην, | με τα οποία ευχαριστιόμουν, |
ταῦτα πάντα ὁρῶ τὰ μὲν κατακεκομμένα, τὰ δὲ κατακεκαυμένα. | όλα αυτά τα βλέπω άλλα κατεστραμμένα εντελώς κι άλλα κατακαμένα. |
Εἰ οὖν ἐγὼ μὴ γιγνώσκω μήτε τὰ ὅσια μήτε τὰ δίκαια, | Αν λοιπόν εγώ δε γνωρίζω μήτε τα όσια μήτε τα δίκαια, |
ὑμεῖς δὲ διδάξατέ με | εσείς να μου εξηγήσετε |
ὅπως ταῦτ’ ἐστίν ἀνδρῶν ἐπισταμένων χάριτας ἀποδιδόναι. | πώς αυτά είναι ενέργειες ανθρώπων που γνωρίζουν να ανταποδίδουν την ευεργεσία. |
Ξενοφῶν, Ἑλληνικά 4.1.32-33 |
© Γιάννης Παπαθανασίου
Παράλληλο κείμενο
Στο παρακάτω απόσπασμα υποστηρίζεται η άποψη ότι δεν μπορεί να υπάρξει πραγματική φιλία ανάμεσα σε ανθρώπους που έχουν αντίθετες απόψεις και συμφέροντα.
Το κείμενο
Φιλίαν γὰρ ἀληθινὴν καὶ μὴ ψευδώνυμον ἀδύνατον χωρὶς πίστεως καὶ βεβαιότητος ὑπάρχειν· ἐν δὲ τοῖς φαύλοις, ἀπίστοις καὶ ἀβεβαίοις οὖσι καὶ δόγματα πολεμικὰ κεκτημένοις, οὐκ εἶναι φιλίαν, ἑτέρας δέ τινας έπιπλοκὰς καὶ συνδέσεις ἔξωθεν ἀνάγκαις καὶ δόξαις κατεχομένας γίνεσθαι. Φασὶ δὲ καὶ τὸ ἀγαπᾶν καὶ τὸ ἀσπάζεσθαι καὶ τὸ φιλεῖν μόνων εὶναι σπουδαίων.
Στοβαῖος, Ἀνθολόγιον, 2.7.11
Μετάφραση
Γιατί είναι αδύνατο να υπάρχει αληθινή φιλία και χωρίς πλαστό όνομα, χωρίς εμπιστοσύνη και σταθερότητα· και δεν υπάρχει φιλία σ' εκείνους που είναι χυδαίοι, άπιστοι και ασταθείς και σ' εκείνους οι οποίοι έχουν αντίθετες απόψεις, αλλά δημιουργούνται κάποιες συνδέσεις, οι οποίες επικρατούν εξαιτίας εξωτερικών αναγκών και απόψεων. Και ισχυρίζονται ότι το να αγαπάς και το να δέχεσαι κάποιον με χαρά και το να συμπεριφέρεσαι με τρυφερότητα είναι χαρακτηριστικά μόνο σημαντικών ανθρώπων.
ΑΡΗΣ: Ἤκουσας, ὦ Ἑρμῆ, οἷα ἠπείλησεν ἡμῖν ὁ Ζεύς, | ΑΡΗΣ: Άκουσες, Ερμή, τι απειλές εκτόξευσε εναντίον μας ο Δίας |
ὡς ὑπεροπτικὰ καὶ ὡς ἀπίθανα; | τις πόσο αλαζονικές και απίθανες; |
Ἤν ἐθελήσω, φησίν, | Αν θελήσω, είπε, |
ἐγὼ μὲν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ σειρὰν καθήσω, | εγώ από τον ουρανό να αφήσω σκοινί προς τα κάτω |
ὑμεῖς δὲ ἀποκρεμασθέντες κατασπᾶν βιάσεσθέ με, | κι εσείς να πιαστείτε απ’ αυτό και να επιχειρήσετε με τη βία να με τραβήξετε με δύναμη προς τα κάτω, |
ἀλλὰ μάτην πονήσετε· | μάταια θα κοπιάσετε· |
οὐ γὰρ δὴ καθελκύσετε· | γιατί βέβαια δε θα με τραβήξετε προς τα κάτω· |
εἰ δὲ ἐγὼ θελήσαιμι ἀνελκύσαι, οὐ μόνον ὑμᾶς, | αν όμως εγώ θελήσω να σύρω επάνω, όχι μόνο εσάς, |
ἀλλὰ καὶ τὴν γῆν ἅμα καὶ τὴν θάλασσαν συνανασπάσας μετεωριῶ· | αλλά να τραβήξω προς τα πάνω και την ξηρά μαζί και τη θάλασσα θα σας σηκώσω ψηλά· |
καὶ τἆλλα ὅσα καὶ σὺ ἀκήκοας. | αλλά και τ’ άλλα (είπε) όσα κι εσύ έχεις ακούσει. |
Ἐγὼ δὲ ὅτι μὲν καθ' ἕνα πάντων ἀμείνων καὶ ἰσχυρότερός ἐστιν οὐκ ἂν ἀρνηθείην, | Εγώ βέβαια ότι ξεχωριστά από τον καθένα (μας) είναι ανώτερος και ισχυρότερος δε θα μπορούσα να το αρνηθώ, |
ὁμοῦ δὲ τῶν τοσούτων ὑπερφέρειν [...] οὐκ ἄν πεισθείην. | δε θα μπορούσα όμως να πιστέψω ότι μας ξεπερνάει τόσους μαζί. |
ΕΡΜΗΣ: Εὐφήμει, ὦ Ἄρες· οὐ γὰρ ἀσφαλὲς λέγειν τὰ τοιαῦτα, | ΕΡΜΗΣ: Σιωπή, Άρη· γιατί δεν είναι ασφαλές να λες τέτοια λόγια, |
μὴ καί τι κακὸν ἀπολαύσωμεν τῆς φλυαρίας. | μήπως και δεχτούμε κάποια συμφορά εξαιτίας της φλυαρίας σου. |
ΑΡΗΣ: [...] Ὅ μάλιστα γελοῖον ἔδοξέ μοι ἀκούοντι μεταξύ τῆς ἀπειλῆς, | ΑΡΗΣ: [...] Αυτό όμως που μέσα στην απειλή μου φάνηκε πιο γελοίο, καθώς το άκουγα, |
οὐκ ἄν δυναίμην σιωπῆσαι πρὸς σέ· | δε θα μπορούσα να το αποκρύψω από σένα· |
μέμνημαι γὰρ οὐ πρὸ πολλοῦ, | θυμάμαι δηλαδή ότι πριν από λίγο καιρό, |
ὁπότε ὁ Ποσειδῶν καὶ ἡ Ἥρα καὶ ἡ Ἀθηνᾶ ἐπαναστάντες | όταν ο Ποσειδώνας και η Ήρα και η Αθηνά επαναστάτησαν |
ἐπεβούλευον ξυνδῆσαι λαβόντες αὐτόν, | και σχεδίαζαν αφού τον συλλάβουν να τον δέσουν χειροπόδαρα |
ὡς παντοῖος ἦν δεδιώς, καὶ ταῦτα τρεῖς ὄντας, | πόσο τρομοκρατημένος ήταν, και μάλιστα ενώ ήταν τρεις, |
καὶ εἰ μή γε ἡ Θέτις κατελεήσασα | κι αν η Θέτις δεν τον σπλαχνιζόταν |
ἐκάλεσεν αὐτῷ σύμμαχον Βριάρεων ἐκατόγχειρα ὄντα, | και δεν καλούσε σε βοήθεια τον Βριάρεο που είχε εκατό χέρια, |
κἄν ἐδέδετο αὐτῷ κεραυνῷ καὶ βροντῇ. | θα είχε αιχμαλωτιστεί μαζί με τον κεραυνό και τη βροντή του. |
Ταῦτα λογιζομένῳ ἐπῄει μοι γελᾶν ἐπὶ τῇ καλλιρρημοσύνῃ αὐτοῦ. | Ενώ σκεφτόμουν αυτά, μου ερχόταν να γελάσω για την καυχησιολογία του. |
Λουκιανός, Θεῶν διάλογοι 1.1-2 |
© Γιάννης Παπαθανασίου
Παράλληλα κείμενα
Πρώτο παράλληλο κείμενο
Ο Ευριπίδης είναι γνωστός για τη σκληρή κριτική που άσκησε στις κατεστημένες αντιλήψεις της εποχής του. Στην τραγωδία του Ἴων ο ομώνυμος νεαρός ήρωας, γιος του Απόλλωνα, που ωστόσο αγνοεί την πραγματική καταγωγή του, ασκεί σφοδρή κριτική στις αδυναμίες των θεών, οι οποίοι δίνουν το κακό παράδειγμα στους ανθρώπους. Ο Ίων στο απόσπασμα που παρατίθεται απευθύνεται στον Απόλλωνα, τον Ποσειδώνα και τον Δία.
σὺ καὶ Ποσειδῶν Ζεύς θ' ὃς οὐρανοῦ κρατεῖ,
ναοὺς τίνοντες ἀδικίας κενώσετε.
Τὰς ἡδονὰς γὰρ τῆς προμηθίας πάρο
σπεύδοντες ἀδικεῖτ'. οὐκέτ' ἀνθρώπους κακῶς
[450] λέγειν δίκαιον, εἰ τὰ τῶν θεῶν καλὰ
μιμούμεθ', ἀλλὰ τοὺς διδάσκοντας τάδε.
Εὐριπίδης, Ἴων, στ. 446-451
Μετάφραση
Εσύ (ο Απόλλωνας) και ο Ποσειδώνας και ο Δίας που εξουσιάζει τον ουρανό
θα γίνετε αιτία να μείνουν άδειοι οι ναοί πληρώνοντας την αδικία σας.
Γιατί κάνετε αδικία που προτιμάτε τις απολαύσεις από τη σύνεση.
Δεν είναι πια σωστό να κατηγορεί κανείς τους ανθρώπους,
εάν μιμούνται αυτά που αρέσουν στους θεούς,
αλλά εκείνους που δίνουν το παράδειγμα.
(μετάφραση Ν. Μπεζεντάκος)
Δεύτερο παράλληλο κείμενο
Στο παρακάτω απόσπασμα ο Λουκιανός με τον χαρακτηριστικό σατιρικό του τρόπο παρουσιάζει τον Ηρακλή και τον Ασκληπιό να καβγαδίζουν για το ποιος θα πάρει καλύτερη θέση στο τραπέζι. Ο Δίας οργισμένος τους μαλώνει που καβγαδίζουν σαν άνθρωποι.
Ζεὺς: Παύσασθε, ὦ Ἀσκληπιὲ καὶ Ἡράκλεις, ἐρίζοντες πρὸς ἀλλήλους ὥσπερ ἄνθρωποι· ἀπρεπῆ γὰρ ταῦτα καὶ ἀλλότρια τοῦ συμποσίου τῶν θεῶν.
Ἡρακλῆς: Ἀλλὰ θέλεις, ὦ Ζεῦ, τουτονὶ τὸν φαρμακέα προκατακλίνεσθαί μου;
Ἀσκληπιὸς: Νὴ Δία· καὶ γὰρ ἀμείνων εἰμί.
Ἡρακλῆς: Κατὰ τί, ὦ ἐμβρόντητε; ἢ ὅτι σε ὁ Ζεὺς ἐκεραύνωσεν ἃ μὴ θέμις ποιοῦντα, νῦν δὲ κατ' ἔλεον αὖθις ἀθανασίας μετείληφας;
Ἀσκληπιὸς: Ἐπιλέλησαι γὰρ καὶ σύ, ὦ Ἡράκλεις, ἐν τῇ Οἴτῃ καταφλεγείς, ὅτι μοι ὀνειδίζεις τὸ πῦρ;
Ἡρακλῆς: Οὔκουν ἴσα καὶ ὅμοια βεβίωται ἡμῖν, ὃς Διὸς μὲν υἱός εἰμι, τοσαῦτα δὲ πεπόνηκα ἐκκαθαίρων τὸν βίον, θηρία καταγωνιζόμενος καὶ ἀνθρώπους ὑβριστὰς τιμωρούμενος· σὺ δὲ ῥιζοτόμος εἶ καὶ ἀγύρτης, ἐν ἀθλίοις δὲ ἴσως ἀνθρώποις χρήσιμος ἐπιθέσει τῶν φαρμάκων, ἀνδρῶδες δὲ οὐδὲν ἐπιδεδειγμένος.
Λουκιανός, Θεῶν διάλογοι 15.1
Μετάφραση
Δίας: Ασκληπιέ και Ηρακλή, να σταματήσετε να μαλώνετε μεταξύ σας σαν άνθρωποι· γιατί αυτά είναι άπρεπα κα ξένα προς το συμπόσιο των θεών.
Ηρακλής: Αλλά θέλεις, Δία, αυτός εδώ ο φαρμακοτρίφτης να κάτσει πριν από μένα σε καλύτερη θέση;
Ασκληπιός: Ναι, μα το Δία· και επειδή είμαι καλύτερος.
Ηρακλής: Σε τι, ηλίθιε; Ή διότι σε κεραύνωσε ο Δίας, επειδή έκανες όσα δεν πρέπει, ενώ τώρα έχεις πάρει πάλι την αθανασία από ελεημοσύνη.
Ασκληπιός: Έχεις ξεχάσει και συ, Ηρακλή, ότι κατακάηκες στην Οίτη, αφού με κατηγορείς για τη φωτιά;
Ηρακλής: Δεν υπήρξε ίση και όμοια η ζωή μας, επειδή εγώ που είμαι γιος του Δία, έχω κοπιάσει πάρα πολύ καθαρίζοντας τον κόσμο, καθώς αγωνιζόμουνα εναντίον θηρίων και τιμωρούσα θρασείς ανθρώπους· ενώ εσύ είσαι αυτός που κόβει ρίζες και αγύρτης και χρήσιμος ίσως σε ταλαιπωρημένους ανθρώπους με την τοποθέτηση φαρμάκων, χωρίς όμως να έχεις δείξει τίποτε το αντρικό.
Πρόσθετο παράλληλο κείμενο
Ο Αχιλλέας απευθυνόμενος στη μητέρα του Θέτιδα:
σύρε στον Όλυμπο και πρόσπεσε στο Δία, καμιάν ως τώρα
φορά του Δία τα σπλάχνα αν εύφρανες με λόγο για με πράξη·
τι σ᾿ άκουσα συχνά στου κύρη μου το σπίτι να παινιέσαι
και να μας λες, το μαυροσύγνεφο του Κρόνου υγιό μονάχη
μες στους αθάνατους πως γλίτωσες από περίσσια πάθη,
τότε που θέλαν οι άλλοι του Ολύμπου θεοί να τόνε δέσουν,
ο Ποσειδώνας, η Ήρα κι η Αθηνά μαζί τους η Παλλάδα.
Μα ήρθες εσύ και τον λευτέρωσες, θεά, από τα δεσμά του,
τον Εκατόχερο φωνάζοντας στ᾿ ακρόκορφα του Ολύμπου·
οι θεοί τον κράζουν Πολυδύναμο κι οι άνθρωποι από την άλλη
Αιγαίωνα, τι περνάει στη δύναμη και το γονιό του ακόμα.
Ιλιάδα, ραψ. Α, στ. 394-404
Μτφρ. Κακριδή-Καζαντζάκη
Η μάχη του Γρανικού, Κεφ. 13, 3-7
«Ἐμοὶ δοκεῖ, βασιλεῦ, ἀγαθόν εἶναι ἐν τῷ παρόντι | Νομίζω, βασιλιά, ότι είναι καλό αυτή τη στιγμή |
καταστροπεδεῦσαι ἐπὶ τοῦ ποταμοῦ τῇ ὄχθῃ | να στρατοπεδεύσουμε στην όχθη του ποταμού |
ὡς ἔχομεν. Δοκῶ γὰρ | όπως είμαστε (οπλισμένοι). Γιατί νομίζω ότι |
τοὺς πολεμίους οὐ τολμήσειν αὐλισθῆναι, | οι εχθροί δε θα τολμήσουν να στρατοπεδεύσουν |
πλησίον ἡμῶν λειπομένους πολὺ τῷ πεζῷ | κοντά μας, γιατί υστερούν πολύ στο πεζικό, |
καὶ ταύτῃ παρέξειν τῷ στρατῷ ἕωθεν | και γι’ αυτό θα μπορέσει ο στρατός το πρωί |
εὐπετῶς διαβαλεῖν τὸν πόρον· | να περάσει εύκολα το ποτάμι· |
ὑποφθάσομεν γὰρ αὐτοί περάσαντες | θα προλάβουμε να περάσουμε |
πρὶν ἐκείνους ἐς τάξιν καθίστασθαι. | πριν εκείνοι να παραταχθούν για μάχη. |
Νῦν δε οὐκ ἀκινδύνως μοι δοκοῦμεν ἐπιχειρήσειν τῷ ἔργῳ, | Τώρα όμως νομίζω ότι θ’ αρχίσουμε τη διάβαση με κίνδυνο |
ὅτι οὐχ οἷόν τε διὰ τοῦ ποταμοῦ ἄγειν τὸν στρατόν ἐν μετώπῳ. | γιατί δεν είναι δυνατό να οδηγήσουμε μέσα από τον ποταμό το στρατό σε εκτεταμένη γραμμή. |
Πολλὰ μὲν γὰρ αὐτοῦ ὁρᾶται βαθέα, | Πολλά μέρη του ποταμού φαίνονται βαθιά |
αἱ δὲ ὄχθαι αὗται ὁρᾷς ὅτι ὑπερύψηλοι | και βλέπεις ότι οι όχθες είναι πολύ ψηλές |
καὶ κρημνώδεις εἰσίν αἵ αὐτῶν· | και μερικές απ’ αυτές είναι απόκρημνες· |
ἐκβαίνουσιν ἀτάκτως τε οὖν καὶ κατὰ κέρας, | καθώς θα βγαίνουμε έξω άτακτα και ο ένας μετά τον άλλο |
ἐπικείσονται τῶν πολεμίων οἱ ἱππεῖς, | θα μας επιτίθενται οι ιππείς των εχθρών, |
ἐς φάλαγγα ξυντεταγμένοι, | παραταγμένοι σε φάλαγγα, |
ᾗπερ ἀσθενέστατον· | όπου η παράταξή μας είναι πιο αδύνατη· |
καὶ τὸ πρῶτον σφάλμα ἔς τε τὰ παρόντα χαλεπὸν | και η πρώτη αποτυχία θα είναι επιζήμια γι’ αυτήν τη στιγμή |
καὶ ἐς τὴν ὑπὲρ παντός τοῦ πολέμου κρίσιν σφαλερόν». | και επικίνδυνη για την έκβαση όλου του πολέμου. |
Ἀλέξανδρος δὲ ἔφη, «ταῦτα μὲν ὦ Παρμενίων, γιγνώσκω· | Ο Αλέξανδρος όμως είπε, «τα ξέρω αυτά Παρμενίων· |
αἰσχύνομαι δὲ, εἰ τὸν μὲν Ἑλλήσποντον διέβην εὐπετῶς, | ντρέπομαι όμως, αν τον μεν Ελλήσποντο πέρασα εύκολα, |
τοῦτο δὲ, σμικρόν ῥεῦμα, | αυτό όμως το μικρό ρεύμα |
-οὕτω τῷ ὀνόματι τὸν Γρανικὸν ἐκφυλίσας- | - με τέτοια περιφρονητικά λόγια μίλησε για το Γρανικό - |
εἴρξει ἡμᾶς τὸ μὴ οὐ διαβῆναι ὡς ἔχομεν. | θα μας εμποδίσει να περάσουμε όπως είμαστε. |
Καὶ τοῦτο οὔτε πρὸς Μακεδόνων τῆς δόξης | Κι αυτό δεν ταιριάζει στη δόξα των Μακεδόνων |
οὔτε πρὸς τῆς ἐμῆς ἐς τοὺς κινδύνους ὀξύτητος ποιοῦμαι· | ούτε και στη δική μου ορμητικότητα προς τους κινδύνους· |
ἀναθαρρήσειν τε δοκῶ τοὺς Πέρσας | και νομίζω ότι οι Πέρσες θα πάρουν θάρρος |
<ὡς> ἀξιομάχους Μακεδόσιν ὄντας, | γιατί θα νομίσουν ότι είναι ικανοί να μάχονται με τους Μακεδόνες |
ὅτι οὐδὲν ἔπαθον ἐν τῷ παραυτίκα | γιατί δεν έπαθαν τίποτα τη στιγμή αυτή |
ἄξιον τοῦ σφῶν δέους». | αντάξιο του φόβου τους. |
© Γιάννης Παπαθανασίου
Η μάχη του Γρανικού, Κεφ 15, 3-5
Και οἱ μὲν πρῶτοι τῶν Μακεδόνων ξυμμίξαντες | Και οι πρώτοι από τους Μακεδόνες οι οποίοι συγκρούστηκαν |
τοῖς Πέρσαις κατεκόπησαν πρὸς αὐτῶν, γενόμενοι | με τους Πέρσες, φονεύτηκαν, αν και φάνηκαν |
ἄνδρες ἀγαθοί, ὅσοι γε αὐτῶν μη ἀπέκλιναν | άνδρες γενναίοι, όσοι βέβαια απ’ αυτούς δεν κατέφυγαν |
πρὸς Ἀλέξανδρον πελάζοντα. | στον Αλέξανδρο που πλησίαζε. |
Ἀλέξανδρος γὰρ ἤδη πλησίον ἦν, | Γιατί ο Αλέξανδρος ήταν ήδη κοντά |
ἅμα οἷ ἄγων τὸ κέρας τὸ δεξιόν, | οδηγώντας μαζί του τη δεξιά πτέρυγα |
καὶ ἐμβάλλει ἐς τοὺς Πέρσας πρῶτος, | και ορμά πρώτος εναντίον των Περσών, |
ἵνα τεταγμένοι ἦσαν τὸ πᾶν στῖφος τῆς ἵππου | όπου είχαν παραταχθεί όλο το πλήθος του ιππικού |
καὶ αὐτοί οἱ ἡγεμόνες τῶν Περσῶν· | και οι ίδιοι οι αρχηγοί των Περσών· |
καὶ ξυνειστήκει περὶ αὐτόν μάχη καρτερά· | και γύρω του είχε συναφθεί πεισματώδης μάχη· |
καὶ ἐν τούτῳ ἄλλαι ἐπ’ ἄλλαις τῶν τάξεων τοῖς Μακεδόσι | και στο μεταξύ το ένα μετά το άλλο τα τάγματα των Μακεδόνων |
διέβαινον οὐ χαλεπῶς ἤδη. | περνούσαν εύκολα (το ποτάμι). |
καὶ ἦν μὲν ἀπὸ τῶν ἵππων ἡ μάχη, | Και γινόταν βέβαια από τα άλογα η μάχη, |
πεζομαχίᾳ δὲ μάλλόν τι ἐῴκει. | έμοιαζε προς περισσότερο με πεζομαχία. |
Ξυνεχόμενοι γὰρ ἵπποι τε ἵπποις | Γιατί συμπλεκόμενοι άλογα με άλογα |
καὶ ἄνδρες ἀνδράσιν ἠγωνίζοντο, | και άνδρες με άνδρες αγωνίζονταν |
οἱ μέν, οἱ Μακεδόνες, ἐξῶσαι εἰς ἅπαν ἀπὸ τῆς ὄχθης | αυτοί, οι Μακεδόνες, να απομακρύνουν εντελώς από την όχθη |
καὶ Πέρσας ἐς πεδίον βιάσασθαι, | προς Πέρσες και να προς απωθήσουν βίαια στην πεδιάδα, |
οἱ δέ, οἱ Πέρσαι, εἶρξαί τε αὐτῶν τὴν ἔκβασιν | ενώ εκείνοι, οι Πέρσες, να εμποδίσουν την έξοδό προς |
καὶ ἐς ποταμόν αὖθις ἀπώσασθαι. | και να προς σπρώξουν πάλι στον ποταμό. |
καὶ ἐκ τούτου ἐπλεονέκτουν ἤδη οἱ σὺν Ἀλεξάνδρῳ | Και από τότε πλεονεκτούσαν ήδη οι στρατιώτες με τον Αλέξανδρο |
τῇ τε ἄλλῃ ῥώμῃ καὶ ἐμπειρίᾳ καὶ ὅτι ἐμάχοντο | και για την άλλη ανδρεία και την εμπειρία και γιατί μάχονταν |
ξυστοῖς κρανεΐνοις πρὸς παλτά. | με δόρατα φτιαγμένα από ξύλο κρανιάς απέναντι σε μικρά ακόντια (των Περσών). |
© Γιάννης Παπαθανασίου
Η μάχη του Γρανικού, Κεφ 15, 5-8
Ἔνθα δή και Ἀλεξάνδρῳ ξυντρίβεται τό δόρυ ἐν τῇ μάχῃ· | Τότε λοιπόν το δόρυ του Αλεξάνδρου σπάει στη μάχη· |
ὁ δέ ᾔτει δόρυ ἕτερον Ἀρέτην, ἀναβολέα τῶν βασιλικῶν· | κι αυτός ζητούσε άλλο δόρυ από τον Αρέτη, που ήταν ένας από τους ιπποκόμους του βασιλιά· |
τῷ δέ καί αὐτῷ πονουμένῳ συντετριμμένον τό δόρυ ἦν, | αλλά κι αυτού το δόρυ είχε σπάσει τη στιγμή που αγωνιζόταν με κόπο |
ὁ δέ τῷ ἡμίσει κεκλασμένου τοῦ δόρατος | κι αυτός με το μισό του σπασμένου δόρατος |
οὐκ ἀφανῶς ἐμάχετο, καί τοῦτο δείξας Ἀλεξάνδρῳ | μαχόταν γενναία, και αφού το έδειξε στον Αλέξανδρο |
ἄλλον αἰτεῖν ἐκέλευεν· | τον παρακαλούσε να ζητήσει από άλλον· |
Δημάρατος δέ, ἀνήρ Κορίνθιος, τῶν ἀμφ’ αὐτόν ἑταίρων, | ο Δημάρατος ο Κορίνθιος, από τους εταίρους γύρω απ’ αυτόν |
δίδωσιν αὐτῷ τό αὐτοῦ δόρυ. | του δίνει το δόρυ του. |
Καί ὅς ἀναλαβών καί ἰδών Μιθριδάτην τόν Δαρείου | Κι αυτός αφού το πήρε και είδε το Μιθριδράτη το γαμπρό του |
γαμβρόν πολύ πρό τῶν ἄλλων προϊππεύοντα καί | Δαρείου να προχωρεί έφιππος μπροστά από τους άλλους |
ἑπάγοντα ἅμα οἷ ὥσπερ ἐμβολον τῶν ἱππέων | και να οδηγεί μαζί του σε σφηνοειδή παράταξη τους ιππείς |
ἐξελαύνει καί αὐτός πρό τῶν ἀλλων, καί παίσας | ορμά κι ίδιος μπροστά από τους άλλους, και αφού χτύπησε |
τόν Μιθριδάτην ἐς τό πρόσωπον τῷ δόρατι καταβάλλει. | το Μιθριδάτη στο πρόσωπο με το δόρυ, τον σκοτώνει |
Ἐν δέ τούτῳ Ῥοισάκης μέν ἐπελαύνει τῷ Ἀλεξάνδρῳ | Σ’ αυτή τη στιγμή ο Ροισάκης ορμά κατά του Αλεξάνδρου |
καί παίει Ἀλεξάνδρου τήν κεφαλήν τῇ κοπίδι· | και χτυπά το κεφάλι του Αλέξανδρου με το (καμπύλο) σπαθί· |
καί τοῦ μέν κράνους τι ἀπέθραυσε, | κι απ’ το κράνος βέβαια έσπασε ένα κομμάτι, |
τήν πληγήν δέ ἔσχε τό κράνος. | το χτύπημα όμως το ανέκοψε το κράνος. |
Καί καταβάλλει καί τοῦτον Ἀλέξανδρος | Και τον σκοτώνει κι αυτόν ο Αλέξανδρος |
παίσας τῷ ξυστῷ διά τοῦ θώρακος ἐς τό στέρνον. | αφού τον κτύπησε με το δόρυ στο στήθος διαμέσου του θώρακα. |
Σπιθριδάτης δέ ἀνετέτατο μέν ἤδη τήν κοπίδα | Ο Σπιθριδάτης όμως είχε σηκώσει ήδη το (καμπύλο) σπαθί |
ἐπ’ Ἀλέξανδρον ὄπισθεν, | από πίσω εναντίον του Αλέξανδρου, |
ὑποφθάσας δέ αὐτόν Κλεῖτος ὁ Δρωπίδου | αλλά ο Κλείτος ο γιος του Δρωπίδη, αφού τον πρόφτασε, |
παίει κατά τοῦ ὤμου καί ἀποκόπτει τόν ὦμον τοῦ | τον χτυπά στον ώμο και κόβει τον ώμο του Σπιθριδάτη |
Σπιθριδάτου ξύν τῇ κοπίδι· | μαζί με το σπαθί· |
καί ἐν τούτῳ ἐπεκβαίνοντες κατά τόν ποταμόν ἀεί | στο μεταξύ βγαίνοντας έξω από το ποτάμι συνέχεια |
τῶν ἱππέων ὅσοις προὐχώρει | όσοι από τους ιππείς μπορούσαν |
προσεγίγνοντο τοῖς ἀμφ’ Ἀλέξανδρον. | ενώνονταν μ’ αυτούς που ήταν γύρω από τον Αλέξανδρο. |
© Γιάννης Παπαθανασίου
Η μάχη του Γρανικού, Κεφ. 16, 4-7
Μακεδόνων δὲ τῶν μὲν ἑταίρων ἀμφὶ τοὺς εἴκοσι καὶ πέντε | Κι από τους Μακεδόνες, από τους εταίρους γύρω στους είκοσι πέντε |
ἐν τῇ πρώτῃ προσβολῇ ἀπέθανον· | σκοτώθηκαν κατά την πρώτη επίθεση· |
καὶ τούτων χαλκαῖ εἰκόνες ἐν Δίῳ ἑστᾶσιν, | και χάλκινα αγάλματά τους στήθηκαν στο Δίο |
Ἀλεξάνδρου κελεύσαντος Λύσιππον ποιῆσαι, | αφού διέταξε ο Αλέξανδρος το Λύσσιπο να τα κατασκευάσει |
ὅσπερ καὶ Ἀλέξανδρον μόνος προκριθεὶς ἐποίει· | ο οποίος μόνος προτιμήθηκε και κατασκεύαζε τους ανδριάντες του Αλέξανδρου· |
τῶν δὲ ἄλλων ἱππέων ὑπὲρ τοὺς ἑξήκοντα, | και από τους ιππείς (σκοτώθηκαν) γύρω στους εξήντα, |
πεζοί δὲ ἐς τοὺς τριάκοντα. | ενώ από τους πεζούς τριάντα. |
καὶ τούτους τῇ ὑστεραίᾳ ἔθαψεν Ἀλέξανδρος | Κι αυτούς τους έθαψε την επομένη ο Αλέξανδρος |
ξὺν τοῖς ὅπλοις τε καὶ ἄλλῳ κόσμῳ· | με τα όπλα τους και με άλλες στρατιωτικές τιμές· |
γονεῦσι δὲ αὐτῶν καὶ παισί ἀτέλειαν ἔδωκε | στους γονείς τους και τα παιδιά τους έδωσε απαλλαγή από το φόρο |
τῶν τε κατὰ τὴν χώραν καὶ ὅσαι ἄλλαι | των γεωργικών προϊόντων και από κάθε άλλο |
ἤ τῷ σώματι λειτουργίαι ἤ κατὰ τὰς κτήσεις ἑκάστων εἰσφοραί. | ή από σωματικές υπηρεσίες ή από έκτακτες συνεισφορές ανάλογα με την περιουσία του καθενός. |
καὶ τῶν τετρωμένων δὲ πολλὴν πρόνοιαν ἔσχεν, | Φρόντισε πολύ και για τους τραυματισμένους |
ἐπελθών τε αὐτὸς ἑκάστους καὶ τὰ τραύματα ἰδὼν | αφού επισκέφτηκε ο ίδιος τον καθένα και είδε τα τραύματα |
καὶ ὅπως τις ἐτρώθη ἐρόμενος καὶ ὅ τι πράττων | και ρωτούσε πώς τραυματίστηκε ο καθένας και τι έκανε |
παρασχὼν οἱ εἰπεῖν τε καὶ ἀλαζονεύσασθαί. | επιτρέποντας στον καθένα να διηγηθεί και να υπερηφανευτεί |
Ὁ δὲ καὶ τῶν Περσῶν τοὺς ἡγεμόνας ἔθαψεν· | Έθαψε όμως και τους αρχηγούς των Περσών· |
ἔθαψε δὲ καὶ τοὺς μισθοφόρους Ἕλληνας, | έθαψε και τους μισθοφόρους Έλληνες, |
οἵ ξὺν τοῖς πολεμίοις στρατεύοντες ἀπέθανον· | οι οποίοι σκοτώθηκαν πολεμώντας μαζί με τους εχθρούς· |
ὅσους δὲ αὐτῶν αἰχμαλώτους ἔλαβε, | κι όσους απ’ αυτούς τους έπιασε αιχμαλώτους, |
τούτους δὲ δήσας ἐν πέδαις | αυτούς αφού τους έδεσε με χειροπέδες |
εἰς Μακεδονίαν ἀπέπεμψεν ἐργάζεσθαι, | τους έστειλε στη Μακεδονία να καλλιεργούν τη γη, |
ὅτι παρὰ τὰ παρὰ τὰ κοινῇ δόξαντα τοῖς Ἕλλησιν | γιατί παρὰ τις κοινές αποφάσεις των Ελλήνων, |
Ἕλληνες ὄντες ἐναντία τῇ Ἑλλάδι | ενώ ήσαν Έλληνες εναντίον της Ελλάδας |
ἐμάχοντο ὑπὲρ τῶν βαρβάρων. | μάχονταν υπέρ των βαρβάρων. |
Ἀποπέμπει δὲ καὶ εἰς Ἀθήνας τριακοσίας πανοπλίας | Στέλνει και στην Αθήνα τριακόσιες πανοπλίες |
Περσικὰς ἀνάθημα εἶναι τῇ Ἀθηνᾷ ἐν πόλει· | περσικές ως αφιέρωμα στην ακρόπολη της Αθήνας· |
καὶ ἐπίγραμμα ἐπιγραφῆναι ἐκέλευσε τόδε· | και διέταξε να γραφτεί αυτό το επίγραμμα· |
Ἀλέξανδρος Φιλίππου καὶ οἱ Ἕλληνες | Ο Αλέξανδρος ο γιος του Φίλιππου και οι Έλληνες |
πλὴν Λακεδαιμονίων | εκτός από τους Λακεδαιμονίους |
ἀπὸ τῶν βαρβάρων τῶν τὴν Ἀσίαν κατοικούντων. | από τους βαρβάρους που κατοικούν στην Ασία. |
© Γιάννης Παπαθανασίου
Ενότητα 1η
Εἰ ἐν Ἰλίῳ Ἑλένη ἦν, ἀπέδοντο ἄν αὐτὴν τοῖς Ἕλλησιν οἱ Τρῶες, ἑκόντος γε ἤ ἄκοντος Ἀλεξάνδρου. Οὐ γὰρ δὴ οὕτω γε φρενοβλαβής ἦν ὁ Πρίαμος οὐδὲ οἱ ἄλλοι Τρῶες, ὥστε τοῖς σφετέροις σώμασι καὶ τοῖς τέκνοις καὶ τῇ πόλει κινδυνεύειν ἐβούλοντο, ὅπως Ἀλέξανδρος Ἑλένῃ συνοικῇ. Εἰ δέ τοι καὶ ἐν τοῖς πρώτοις χρόνοις ταῦτα ἐγίγνωσκον, ἐπεὶ πολλοὶ μὲν τῶν ἄλλων Τρώων, μάλιστα δὲ οἱ αὑτοῦ υἱεῖς, ὁπότε συμμίσγοιεν τοῖς Ἕλλησιν, ἀπώλλυντο, Πρίαμος, εἰ καὶ αὐτὸς Ἑλένῃ συνῲκει, ἀπέδωκεν ἄν αὐτὴν Μενελάῳ, ἵνα αὐτὸς καὶ οἱ ὑπήκοοι αὐτοῦ ἀπαλλαγεῖεν τῶν παρόντων κακῶν. Ἀλλ’ οὐ γὰρ εἶχον Ἑλένην ἀποδοῦναι οὐδὲ λέγουσιν αὐτοῖς τὴν ἀλήθειαν ἐπίστευον οἱ Ἕλληνες, ὡς μὲν ἐγὼ γνώμην ἀποφαίνομαι, τοῦ δαιμονίου παρασκευάζοντος ὅπως πανωλεθρίᾳ ἀπολόμενοι καταφανὲς τοῦτο τοῖς ἀνθρώποις ποιήσωσι, ὡς τῶν μεγάλων ἀδικημάτων μεγάλαι εἰσὶ καὶ αἱ τιμωρίαι παρὰ τῶν θεῶν.
Ενότητα 2η
Ὥστε προσήκει τούτους εὐδαιμονεστάτους ἡγεῖσθαι, οἵτινες ὑπὲρ μεγίστων καὶ καλλίστων κινδυνεύσαντες οὕτω τὸν βίον ἐτελεύτησαν, οὐκ ἐπιτρέψαντες περὶ αὑτῶν τῇ τύχῃ, οὐδ’ ἀναμείναντες τὸν αὐτόματον θάνατον, ἀλλ’ ἐκλεξάμενοι τὸν κάλλιστον. Καὶ γάρ τοι ἀγήρατοι μὲν αὐτῶν αἱ μνῆμαι, ζηλωταὶ δὲ ὑπὸ πάντων ἀνθρώπων αἱ τιμαί· οἳ πενθοῦνται μὲν διὰ τὴν φύσιν ὡς θνητοί, ὑμνοῦνται δὲ ὡς ἀθάνατοι διὰ τὴν ἀρετήν. Καὶ γάρ τοι θάπτονται δημοσίᾳ, καὶ ἀγῶνες τίθενται ἐπ’ αὐτοῖς ῥώμης καὶ σοφίας καὶ πλούτου, ὡς ἀξίους ὄντας τοὺς ἐν τῷ πολέμῳ τετελευτηκότας ταῖς αὐταῖς τιμαῖς καὶ τοὺς ἀθανάτους τιμᾶσθαι. Ἐγὼ μὲν οὖν αὐτοὺς καὶ μακαρίζω τοῦ θανάτου καὶ ζηλῶ, καὶ μόνοις τούτοις ἀνθρώπων οἶμαι κρεῖττον εἶναι γενέσθαι, οἵτινες, ἐπειδὴ θνητῶν σωμάτων ἔτυχον, ἀθάνατον μνήμην διὰ τὴν ἀρετὴν αὑτῶν κατέλιπον.
Ενότητα 3η
Εἰ δὲ σὺ οἴει ὡς πλείω ἔχων τῶν ἰδιωτῶν κτήματα ὁ τύραννος διὰ τοῦτο καὶ πλείω ἀπ’ αὐτῶν εὐφραίνεται, οὐδὲ τοῦτο οὕτως ἔχει, ὦ Σιμωνίδη, ἀλλ’ ὥσπερ οἱ ἀθληταὶ οὐχ ὅταν ἰδιωτῶν γένωνται κρείττονες, τοῦτ’ αὐτοὺς εὐφραίνει, ἀλλ’ ὅταν τῶν ἀνταγωνιστῶν ἥττους, τοῦτ’ αὐτοὺς ἀνιᾷ, οὕτω καὶ ὁ τύραννος οὐχ ὅταν τῶν ἰδιωτῶν πλείω φαίνηται ἔχων, τότ’ εὐφραίνεται, ἀλλ’ ὅταν ἑτέρων τυράννων ἐλάττω ἔχῃ, τούτῳ λυπεῖται· τούτους γὰρ ἀνταγωνιστὰς ἡγεῖται αὑτῷ τοῦ πλούτου εἶναι. Οὐδέ γε θᾶττόν τι γίγνεται τῷ τυράννῳ ἢ τῷ ἰδιώτῃ ὧν ἐπιθυμεῖ. Ὁ μὲν γὰρ ἰδιώτης οἰκίας ἢ ἀγροῦ ἢ οἰκέτου ἐπιθυμεῖ, ὁ δὲ τύραννος ἢ πόλεων ἢ χώρας πολλῆς ἢ λιμένων ἢ ἀκροπόλεων ἰσχυρῶν […]. Ἀλλὰ μέντοι καὶ πένητας ὄψει οὐχ οὕτως ὀλίγους τῶν ἰδιωτῶν ὡς πολλοὺς τῶν τυράννων. Οὐ γὰρ τῷ ἀριθμῷ οὔτε τὰ πολλὰ κρίνεται οὔτε τὰ ὀλίγα, ἀλλὰ πρὸς τὰς χρήσεις· ὥστε τὰ μὲν ὑπερβάλλοντα τὰ ἱκανὰ πολλά ἐστι, τὰ δὲ τῶν ἱκανῶν ἐλλείποντα ὀλίγα. Τῷ οὖν τυράννῳ τὰ πολλαπλάσια ἧττον ἱκανά ἐστιν εἰς τὰ ἀναγκαῖα δαπανήματα ἢ τῷ ἰδιώτῃ.
Ενότητα 4η
Ἆρ’ οὖν ἂν ἐξαρκέσειεν ἡμῖν, εἰ τήν τε πόλιν ἀσφαλῶς οἰκοῖμεν καὶ τὰ περὶ τὸν βίον εὐπορώτεροι γιγνοίμεθα καὶ τά τε πρὸς ἡμᾶς αὐτοὺς ὁμονοοῖμεν καὶ παρὰ τοῖς Ἕλλησιν εὐδοκιμοῖμεν; Ἐγὼ μὲν γὰρ ἡγοῦμαι τούτων ὑπαρξάντων τελέως τὴν πόλιν εὐδαιμονήσειν. Ὁ μὲν τοίνυν πόλεμος ἁπάντων ἡμᾶς τῶν εἰρημένων ἀπεστέρηκεν· καὶ γὰρ πενεστέρους ἐποίησεν, καὶ πολλοὺς κινδύνους ὑπομένειν ἠνάγκασεν καὶ πρὸς τοὺς Ἕλληνας διαβέβληκεν καὶ πάντας τρόπους τεταλαιπώρηκεν ἡμᾶς. Ἤν δὲ τὴν εἰρήνην ποιησώμεθα, […] μετὰ πολλῆς μὲν ἀσφαλείας τὴν πόλιν οἰκήσομεν, ἀπαλλαγέντες πολέμων καὶ κινδύνων καὶ ταραχῆς, […] καθ’ ἑκάστην δὲ τὴν ἡμέραν πρὸς εὐπορίαν ἐπιδώσομεν, […] ἀδεῶς γεωργοῦντες καὶ τὴν θάλατταν πλέοντες καὶ ταῖς ἄλλαις ἐργασίαις ἐπιχειροῦντες αἳ νῦν διὰ τὸν πόλεμον ἐκλελοίπασιν. Ὀψόμεθα δὲ τὴν πόλιν διπλασίας μὲν ἢ νῦν τὰς προσόδους λαμβάνουσαν, μεστὴν δὲ γιγνομένην ἐμπόρων καὶ ξένων καὶ μετοίκων, ὧν νῦν ἐρήμη καθέστηκεν. Τὸ δὲ μέγιστον∙ συμμάχους ἕξομεν ἅπαντας ἀνθρώπους, οὐ βεβιασμένους, ἀλλὰ πεπεισμένους.
Ενότητα 5η
Ἔστι δὲ δικαστῶν νοῦν ἐχόντων περὶ τῶν ἀλλοτρίων τὰ δίκαια ψηφιζομένους ἅμα καὶ τὰ σφέτερ’ αὐτῶν εὖ τίθεσθαι. Καὶ μηδεὶς ὑμῶν, εἰς τοῦτ’ ἀποβλέψας, ὅτι πένης εἰμὶ καὶ τοῦ πλήθους εἷς, ἀξιούτω τοῦ τιμήματος ἀφαιρεῖν. Οὐ γὰρ δίκαιον ἐλάττους ποιεῖσθαι τὰς τιμωρίας ὑπὲρ τῶν ἀδόξων ἤ τῶν διωνομασμένων, οὐδὲ χείρους ἡγεῖσθαι τοὺς πενομένους ἤ τοὺς πολλὰ κεκτημένους. Ὑμᾶς γὰρ ἂν αὐτοὺς ἀτιμάζοιτ’, εἰ τοιαῦτα γιγνώσκοιτε περὶ τῶν πολιτῶν. Ἔτι δὲ καὶ πάντων ἂν εἴη δεινότατον, εἰ δημοκρατουμένης τῆς πόλεως μὴ τῶν αὐτῶν ἅπαντες τυγχάνοιμεν […]. Οὐκ, ἄν γέ μοι πεισθῆθ’, οὕτω διακείσεσθε πρὸς ὑμᾶς αὐτοὺς οὐδὲ διδάξετε τοὺς νεωτέρους καταφρονεῖν τοῦ πλήθους τῶν πολιτῶν, οὐδὲ ἀλλοτρίους ἡγήσεσθ’ εἶναι τοὺς τοιούτους τῶν ἀγώνων, ἀλλ’ ὡς ὑπὲρ αὑτοῦ δικάζων οὕτως ἕκαστος ὑμῶν οἴσει τὴν ψῆφον. Ἅπαντας γὰρ ὁμοίως ἀδικοῦσιν οἱ τολμῶντες τοῦτον τὸν νόμον παραβαίνειν τὸν ὑπὲρ τῶν σωμάτων τῶν ὑμετέρων κείμενον.
Ενότητα 6η
Μουσικὴν [….] πᾶσι μὲν ἀνθρώποις ὄφελος ἀσκεῖν, Ἀρκάσι δὲ καὶ ἀναγκαῖον. [….] Παρὰ μόνοις γὰρ Ἀρκάσι πρῶτον μὲν οἱ παῖδες ἐκ νηπίων ᾄδειν ἐθίζονται κατὰ νόμους τοὺς ὕμνους καὶ παιᾶνας, οἷς ἕκαστοι κατὰ τὰ πάτρια τοὺς ἐπιχωρίους ἥρωας καὶ θεοὺς ὑμνοῦσι∙ μετὰ δὲ ταῦτα […] πολλῇ φιλοτιμίᾳ χορεύουσι κατ’ ἐνιαυτὸν τοῖς Διονυσιακοῖς αὐληταῖς ἐν τοῖς θεάτροις [….]. Καὶ τῶν μὲν ἄλλων μαθημάτων ἀρνηθῆναί τι μὴ γιγνώσκειν οὐδὲν αἰσχρὸν ἡγοῦνται, τήν γε μὴν ᾠδὴν οὒτ’ ἀρνηθῆναι δύνανται διὰ τὸ κατ’ ἀνάγκην πάντας μανθάνειν, οὒθ’ ὁμολογοῦντες ἀποτρίβεσθαι διὰ τὸ τῶν αἰσχρῶν παρ’ αὐτοῖς νομίζεσθαι τοῦτο. […] Ταῦτά τέ μοι δοκοῦσιν οἱ πάλαι παρεισαγαγεῖν οὐ τρυφῆς καὶ περιουσίας χάριν, ἀλλὰ θεωροῦντες μὲν τὴν ἑκάστων αὐτουργίαν καὶ συλλήβδην τὸ τῶν βίων ἐπίπονον καὶ σκληρόν, θεωροῦντες δὲ τὴν τῶν ἠθῶν αὐστηρίαν, ἥτις αὐτοῖς παρέπεται διὰ τὴν τοῦ περιέχοντος ψυχρότητα καὶ στυγνότητα τὴν κατὰ τὸ πλεῖστον ἐν τοῖς τόποις ὑπάρχουσαν.
Ενότητα 7η
Καὶ μέντοι καὶ Ἀρχιμήδης, Ἱέρωνι τῷ βασιλεῖ συγγενὴς ὢν καὶ φίλος, ἔγραψεν ὡς τῇ δοθείσῃ δυνάμει τὸ δοθὲν βάρος κινῆσαι δυνατόν ἐστι καὶ νεανιευσάμενος […] εἶπεν ὡς εἰ γῆν εἶχεν ἑτέραν, ἐκίνησεν ἂν ταύτην μεταβὰς εἰς ἐκείνην. Θαυμάσαντος δὲ τοῦ Ἱέρωνος, καὶ δεηθέντος εἰς ἔργον ἐξαγαγεῖν τὸ πρόβλημα καὶ δεῖξαί τι τῶν μεγάλων κινούμενον ὑπὸ σμικρᾶς δυνάμεως, ὁλκάδα τριάρμενον τῶν βασιλικῶν πόνῳ μεγάλῳ καὶ χειρὶ πολλῇ νεωλκηθεῖσαν, ἐμβαλὼν ἀνθρώπους τε πολλοὺς καὶ τὸν συνήθη φόρτον, αὐτὸς ἄπωθεν καθήμενος, οὐ μετὰ σπουδῆς ἀλλ' ἠρέμα τῇ χειρὶ σείων ἀρχήν τινα πολυσπάστου, προσηγάγετο, λείως καὶ ἀπταίστως, ὥσπερ διὰ θαλάσσης ἐπιθέουσαν. Ἐκπλαγεὶς οὖν ὁ βασιλεὺς καὶ συννοήσας τῆς τέχνης τὴν δύναμιν, ἔπεισε τὸν Ἀρχιμήδην ὅπως αὐτῷ τὰ μὲν ἀμυνομένῳ τὰ δ' ἐπιχειροῦντι μηχανήματα κατασκευάσῃ πρὸς πᾶσαν ἰδέαν πολιορκίας. Οἷς αὐτὸς μὲν οὐκ ἐχρήσατο, τοῦ βίου τὸ πλεῖστον ἀπόλεμον καὶ πανηγυρικὸν βιώσας, τότε δ' ὑπῆρχε τοῖς Συρακοσίοις εἰς δέον ἡ παρασκευή, καὶ μετὰ τῆς παρασκευῆς ὁ δημιουργός.
Ενότητα 8η
Καὶ μέντοι καὶ Ἀρχιμήδης, Ἱέρωνι τῷ βασιλεῖ συγγενὴς ὢν καὶ φίλος, ἔγραψεν ὡς τῇ δοθείσῃ δυνάμει τὸ δοθὲν βάρος κινῆσαι δυνατόν ἐστι καὶ νεανιευσάμενος […] εἶπεν ὡς εἰ γῆν εἶχεν ἑτέραν, ἐκίνησεν ἂν ταύτην μεταβὰς εἰς ἐκείνην. Θαυμάσαντος δὲ τοῦ Ἱέρωνος, καὶ δεηθέντος εἰς ἔργον ἐξαγαγεῖν τὸ πρόβλημα καὶ δεῖξαί τι τῶν μεγάλων κινούμενον ὑπὸ σμικρᾶς δυνάμεως, ὁλκάδα τριάρμενον τῶν βασιλικῶν πόνῳ μεγάλῳ καὶ χειρὶ πολλῇ νεωλκηθεῖσαν, ἐμβαλὼν ἀνθρώπους τε πολλοὺς καὶ τὸν συνήθη φόρτον, αὐτὸς ἄπωθεν καθήμενος, οὐ μετὰ σπουδῆς ἀλλ' ἠρέμα τῇ χειρὶ σείων ἀρχήν τινα πολυσπάστου, προσηγάγετο, λείως καὶ ἀπταίστως, ὥσπερ διὰ θαλάσσης ἐπιθέουσαν. Ἐκπλαγεὶς οὖν ὁ βασιλεὺς καὶ συννοήσας τῆς τέχνης τὴν δύναμιν, ἔπεισε τὸν Ἀρχιμήδην ὅπως αὐτῷ τὰ μὲν ἀμυνομένῳ τὰ δ' ἐπιχειροῦντι μηχανήματα κατασκευάσῃ πρὸς πᾶσαν ἰδέαν πολιορκίας. Οἷς αὐτὸς μὲν οὐκ ἐχρήσατο, τοῦ βίου τὸ πλεῖστον ἀπόλεμον καὶ πανηγυρικὸν βιώσας, τότε δ' ὑπῆρχε τοῖς Συρακοσίοις εἰς δέον ἡ παρασκευή, καὶ μετὰ τῆς παρασκευῆς ὁ δημιουργός.
Ενότητα 9η
Εἰ μέλλουσιν ἡμῖν ἐνθένδε εἴτε ἀποδιδράσκειν, εἴθ᾽ ὅπως δεῖ ὀνομάσαι τοῦτο, ἐλθόντες οἱ νόμοι καὶ τὸ κοινὸν τῆς πόλεως ἐπιστάντες ἔροιντο· Εἰπέ μοι, ὦ Σώκρατες, τί ἐν νῷ ἔχεις ποιεῖν; Ἄλλο τι ἢ τούτῳ τῷ ἔργῳ ᾧ ἐπιχειρεῖς διανοῇ τούς τε νόμους ἡμᾶς ἀπολέσαι καὶ σύμπασαν τὴν πόλιν τὸ σὸν μέρος; Ἤ δοκεῖ σοι οἷόν τε ἔτι ἐκείνην τὴν πόλιν εἶναι καὶ μὴ ἀνατετράφθαι, ἐν ᾗ ἂν αἱ γενόμεναι δίκαι μηδὲν ἰσχύωσιν ἀλλὰ ὑπὸ ἰδιωτῶν ἄκυροί τε γίγνωνται καὶ διαφθείρωνται; Τί ἐροῦμεν, ὦ Κρίτων, πρὸς ταῦτα καὶ ἄλλα τοιαῦτα; Πολλὰ γὰρ ἄν τις ἔχοι, ἄλλως τε καὶ ῥήτωρ, εἰπεῖν ὑπὲρ τούτου τοῦ νόμου ἀπολλυμένου ὃς τὰς δίκας τὰς δικασθείσας προστάττει κυρίας εἶναι. Ἤ ἐροῦμεν πρὸς αὐτοὺς ὅτι «Ἠδίκει γὰρ ἡμᾶς ἡ πόλις καὶ οὐκ ὀρθῶς τὴν δίκην ἔκρινεν;» Ταῦτα ἢ τί ἐροῦμεν;
Ενότητα 10η
Οἱ μὲν ἄλλοι πάντες ὅσοι φεύγουσιν ἀδίκως, ἤ δέονται τῶν πολιτῶν ὅπως ἐπανέλθωσιν, ἤ διαμαρτόντες τούτου λοιδοροῦσι τὰς ἑαυτῶν πατρίδας, ὡς φαύλως αὐτοῖς προσφερομένας∙ ἐγὼ δὲ ἐπείπερ ἅπαξ ἀναξίως ὧν ἐπολιτευσάμην ἠτύχησα, καὶ κατηγορῶν ἄλλων αὐτὸς ἑάλων, ἄχθομαι μὲν, ὥσπερ εἰκός ἐστιν, ἀγανακτῶ δὲ οὐδέν. Οὐ γὰρ οὕτως ἔγωγε ἠλίθιός εἰμι ὥστε, ἐξ ἧς πόλεως Θεμιστοκλῆς ὁ τὴν Ἑλλάδα ἐλευθερώσας ἐξηλάθη, καὶ ὅπου Μιλτιάδης, ὅτι μικρὸν ὤφειλε τῷ δημοσίῳ, γέρων ὤν ἐν τῷ δεσμωτηρίῳ ἀπέθανε, ταύτῃ τῇ πόλει Αἰσχίνην τὸν Ἀτρομήτου φεύγοντα ἀγανακτεῖν οἴεσθαι δεῖν, εἴ τι τῶν εἰωθότων Ἀθήνησιν ἔπαθεν. Ἀλλ’ ἔγωγε καὶ λαμπρὸν εἰκότως μοι νομίσαιμ’ ἂν αὐτὸ γενέσθαι, τὸ μετ’ ἐκείνων ἐν ἀδοξίᾳ παρὰ τοῖς ἔπειτα ἀνθρώποις καὶ ἄξιος τοῦ ὅμοια παθεῖν ἐκείνοις γεγονέναι.
Ενότητα 11η
Ὦ Ἀγησίλαε καὶ πάντες οἱ παρόντες Λακεδαιμόνιοι, ἐγὼ ὑμῖν, ὅτε τοῖς Ἀθηναίοις ἐπολεμεῖτε, φίλος καὶ σύμμαχος ἐγενόμην, καὶ τὸ μὲν ναυτικὸν τὸ ὑμέτερον χρήματα παρέχων ἰσχυρὸν ἐποίουν, ἐν δὲ τῇ γῇ αὐτὸς ἀπὸ τοῦ ἵππου μαχόμενος μεθ’ ὑμῶν εἰς τὴν θάλατταν κατεδίωκον τοὺς πολεμίους. Καὶ διπλοῦν ὥσπερ Τισσαφέρνους οὐδὲν πώποτέ μου οὔτε ποιήσαντος οὒτ’ εἰπόντος πρὸς ὑμᾶς ἒχοιτ’ ἂν κατηγορῆσαι. Τοιοῦτος δὲ γενόμενος νῦν οὕτω διάκειμαι ὑφ’ ὑμῶν ὡς οὐδὲ δεῖπνον ἔχω ἐν τῇ ἐμαυτοῦ χώρᾳ, εἰ μή τι ὧν ἂν ὑμεῖς λίπητε συλλέξομαι, ὥσπερ τὰ θηρία. Ἃ δὲ μοι ὁ πατὴρ καὶ οἰκήματα καλὰ καὶ παραδείσους καὶ δένδρων καὶ θηρίων μεστοὺς κατέλιπεν, ἐφ’ οἷς ηὐφραινόμην, ταῦτα πάντα ὁρῶ τὰ μὲν κατακεκομμένα, τὰ δὲ κατακεκαυμένα. Εἰ οὖν ἐγὼ μὴ γιγνώσκω μήτε τὰ ὅσια μήτε τὰ δίκαια, ὑμεῖς δὲ διδάξατέ με ὅπως ταῦτ’ ἐστὶν ἀνδρῶν ἐπισταμένων χάριτας ἀποδιδόναι.
Ενότητα 12η
ΑΡΗΣ: Ἤκουσας, ὦ Ἑρμῆ, οἷα ἠπείλησεν ἡμῖν ὁ Ζεύς, ὡς ὑπεροπτικὰ καὶ ὡς ἀπίθανα; Ἢν ἐθελήσω, φησίν, ἐγὼ μὲν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ σειρὰν καθήσω, ὑμεῖς δὲ ἀποκρεμασθέντες κατασπᾶν βιάσεσθέ με, ἀλλὰ μάτην πονήσετε· οὐ γὰρ δὴ καθελκύσετε· εἰ δὲ ἐγὼ θελήσαιμι ἀνελκύσαι, οὐ μόνον ὑμᾶς, ἀλλὰ καὶ τὴν γῆν ἅμα καὶ τὴν θάλασσαν συνανασπάσας μετεωριῶ· καὶ τἆλλα ὅσα καὶ σὺ ἀκήκοας. Ἐγὼ δὲ ὅτι μὲν καθ' ἕνα πάντων ἀμείνων καὶ ἰσχυρότερός ἐστιν οὐκ ἂν ἀρνηθείην, ὁμοῦ δὲ τῶν τοσούτων ὑπερφέρειν […] οὐκ ἂν πεισθείην.ΕΡΜΗΣ: Εὐφήμει, ὦ Ἄρες· οὐ γὰρ ἀσφαλὲς λέγειν τὰ τοιαῦτα, μὴ καί τι κακὸν ἀπολαύσωμεν τῆς φλυαρίας.ΑΡΗΣ: […] Ὅ μάλιστα γελοῖον ἔδοξέ μοι ἀκούοντι μεταξὺ τῆς ἀπειλῆς, οὐκ ἂν δυναίμην σιωπῆσαι πρὸς σέ· μέμνημαι γὰρ οὐ πρὸ πολλοῦ, ὁπότε ὁ Ποσειδῶν καὶ ἡ Ἥρα καὶ ἡ Ἀθηνᾶ ἐπαναστάντες ἐπεβούλευον ξυνδῆσαι λαβόντες αὐτόν, ὡς παντοῖος ἦν δεδιώς, καὶ ταῦτα τρεῖς ὄντας, καὶ εἰ μή γε ἡ Θέτις κατελεήσασα ἐκάλεσεν αὐτῷ σύμμαχον Βριάρεων ἑκατόγχειρα ὄντα, κἂν ἐδέδετο αὐτῷ κεραυνῷ καὶ βροντῇ. Ταῦτα λογιζομένῳ ἐπῄει μοι γελᾶν ἐπὶ τῇ καλλιρρημοσύνῃ αὐτοῦ.
Αρριανός Κεφ. 13, 3-7
"Ἐμοὶ δοκεῖ, βασιλεῦ, ἀγαθὸν εἶναι ἐν τῷ παρόντι καταστρατοπεδεῦσαι ἐπὶ τοῦ ποταμοῦ τῇ ὄχθῃ ὡς ἔχομεν. Τοὺς γὰρ πολεμίους οὐ δοκῶ τολμήσειν πολὺ τῷ πεζῷ λειπομένους πλησίον ἡμῶν αὐλισθῆναι, καὶ ταύτῃ παρέξειν ἕωθεν εὐπετῶς τῷ στρατῷ διαβαλεῖν τὸν πόρον· ὑποφθάσομεν γὰρ αὐτοὶ περάσαντες πρὶν ἐκείνους ἐς τάξιν καθίστασθαι. Νῦν δὲ οὐκ ἀκινδύνως μοι δοκοῦμεν ἐπιχειρήσειν τῷ ἔργῳ, ὅτι οὐχ οἷόν τε ἐν μετώπῳ διὰ τοῦ ποταμοῦ ἄγειν τὸν στρατόν. Πολλὰ μὲν γὰρ αὐτοῦ ὁρᾶται βαθέα, αἱ δὲ ὄχθαι αὗται ὁρᾷς ὅτι ὑπερύψηλοι καὶ κρημνώδεις εἰσὶν αἳ αὐτῶν· ἀτάκτως τε οὖν καὶ κατὰ κέρας, ἧπερ ἀσθενέστατον, ἐκβαίνουσιν ἐπικείσονται ἐς φάλαγγα ξυντεταγμένοι τῶν πολεμίων οἱ ἱππεῖς· καὶ τὸ πρῶτον σφάλμα ἔς τε τὰ παρόντα χαλεπὸν καὶ ἐς τὴν ὑπὲρ παντὸς τοῦ πολέμου κρίσιν σφαλερόν."
Ἀλέξανδρος δέ, ταῦτα μέν, ἔφη, "ὦ Παρμενίων, γιγνώσκω· αἰσχύνομαι δέ, εἰ τὸν μὲν Ἑλλήσποντον διέβην εὐπετῶς, τοῦτο δέ, σμικρὸν ῥεῦμα, - οὕτω τῷ ὀνόματι τὸν Γράνικον ἐκφαυλίσας, - εἴρξει ἡμᾶς τὸ μὴ οὐ διαβῆναι ὡς ἔχομεν. Καὶ τοῦτο οὔτε πρὸς Μακεδόνων τῆς δόξης οὔτε πρὸς τῆς ἐμῆς ἐς τοὺς κινδύνους ὀξύτητος ποιοῦμαι· ἀναθαρρήσειν τε δοκῶ τοὺς Πέρσας <ὡς> ἀξιομάχους Μακεδόσιν ὄντας, ὅτι οὐδὲν ἄξιον τοῦ σφῶν δέους ἐν τῷ παραυτίκα ἔπαθον."
Αρριανός Κεφ. 15, 3-8
Καὶ οἱ μὲν πρῶτοι τῶν Μακεδόνων ξυμμίξαντες τοῖς Πέρσαις κατεκόπησαν πρὸς αὐτῶν, ἄνδρες ἀγαθοὶ γενόμενοι, ὅσοι γε μὴ πρὸς Ἀλέξανδρον πελάζοντα ἀπέκλιναν αὐτῶν. Ἀλέξανδρος γὰρ ἤδη πλησίον ἦν, ἅμα οἷ ἄγων τὸ κέρας τὸ δεξιόν, καὶ ἐμβάλλει ἐς τοὺς Πέρσας πρῶτος, ἵνα τὸ πᾶν στῖφος τῆς ἵππου καὶ αὐτοὶ οἱ ἡγεμόνες τῶν Περσῶν τεταγμένοι ἦσαν· καὶ περὶ αὐτὸν ξυνειστήκει μάχη καρτερά· καὶ ἐν τούτῳ ἄλλαι ἐπ' ἄλλαις τῶν τάξεων τοῖς Μακεδόσι διέβαινον οὐ χαλεπῶς ἤδη. Καὶ ἦν μὲν ἀπὸ τῶν ἵππων ἡ μάχη, πεζομαχίᾳ δὲ μᾶλλόν τι ἐῴκει. Ξυνεχόμενοι γὰρ ἵπποι τε ἵπποις καὶ ἄνδρες ἀνδράσιν ἠγωνίζοντο, οἱ μὲν ἐξῶσαι εἰς ἅπαν ἀπὸ τῆς ὄχθης καὶ ἐς τὸ πεδίον βιάσασθαι τοὺς Πέρσας, οἱ Μακεδόνες, οἱ δὲ εἶρξαί τε αὐτῶν τὴν ἔκβασιν, οἱ Πέρσαι, καὶ ἐς τὸν ποταμὸν αὖθις ἀπώσασθαι. Καὶ ἐκ τούτου ἐπλεονέκτουν ἤδη οἱ σὺν Ἀλεξάνδρῳ τῇ τε ἄλλῃ ῥώμῃ καὶ ἐμπειρίᾳ καὶ ὅτι ξυστοῖς κρανείνοις πρὸς παλτὰ ἐμάχοντο. Ἔνθα δὴ καὶ Ἀλεξάνδρῳ ξυντρίβεται τὸ δόρυ ἐν τῇ μάχῃ· ὁ δὲ Ἀρέτην ἤτει δόρυ ἕτερον, ἀναβολέα τῶν βασιλικῶν· τῷ δὲ καὶ αὐτῷ πονουμένῳ συντετριμμένον τὸ δόρυ ἦν, ὁ δὲ τῷ ἡμίσει κεκλασμένου τοῦ δόρατος οὐκ ἀφανῶς ἐμάχετο, καὶ τοῦτο δείξας Ἀλεξάνδρῳ ἄλλον αἰτεῖν ἐκέλευεν. Δημάρατος δέ, ἀνὴρ Κορίνθιος, τῶν ἀμφ' αὐτὸν ἑταίρων, δίδωσιν αὐτῷ τὸ αὑτοῦ δόρυ. Καὶ ὃς ἀναλαβὼν καὶ ἰδὼν Μιθριδάτην τὸν Δαρείου γαμβρὸν πολὺ πρὸ τῶν ἄλλων προϊππεύοντα καὶ ἐπάγοντα ἅμα οἷ ὥσπερ ἔμβολον τῶν ἱππέων ἐξελαύνει καὶ αὐτὸς πρὸ τῶν ἄλλων, καὶ παίσας ἐς τὸ πρόσωπον τῷ δόρατι καταβάλλει τὸν Μιθριδάτην. Ἐν δὲ τούτῳ Ῥοισάκης μὲν ἐπελαύνει τῷ Ἀλεξάνδρῳ καὶ παίει Ἀλεξάνδρου τὴν κεφαλὴν τῇ κοπίδι· καὶ τοῦ μὲν κράνους τι ἀπέθραυσε, τὴν πληγὴν δὲ ἔσχε τὸ κράνος. Καὶ καταβάλλει καὶ τοῦτον Ἀλέξανδρος παίσας τῷ ξυστῷ διὰ τοῦ θώρακος ἐς τὸ στέρνον. Σπιθριδάτης δὲ ἀνετέτατο μὲν ἤδη ἐπ' Ἀλέξανδρον ὄπισθεν τὴν κοπίδα, ὑποφθάσας δὲ αὐτὸν Κλεῖτος ὁ Δρωπίδου παίει κατὰ τοῦ ὤμου καὶ ἀποκόπτει τὸν ὦμον τοῦ Σπιθριδάτου ξὺν τῇ κοπίδι· καὶ ἐν τούτῳ ἐπεκβαίνοντες ἀεὶ τῶν ἱππέων ὅσοις προὐχώρει κατὰ τὸν ποταμὸν προσεγίγνοντο τοῖς ἀμφ' Ἀλέξανδρον.
Αρριανός Κεφ. 16, 4-7
Μακεδόνων δὲ τῶν μὲν ἑταίρων ἀμφὶ τοὺς εἴκοσι καὶ πέντε ἐν τῇ πρώτῃ προσβολῇ ἀπέθανον· καὶ τούτων χαλκαῖ εἰκόνες ἐν Δίῳ ἑστᾶσιν, Ἀλεξάνδρου κελεύσαντος Λύσιππον ποιῆσαι, ὅσπερ καὶ Ἀλέξανδρον μόνος προκριθεὶς ἐποίει· τῶν δὲ ἄλλων ἱππέων ὑπὲρ τοὺς ἑξήκοντα, πεζοί δὲ ἐς τοὺς τριάκοντα. Καὶ τούτους τῇ ὑστεραίᾳ ἔθαψεν Ἀλέξανδρος ξὺν τοῖς ὅπλοις τε καὶ ἄλλῳ κόσμῳ· γονεῦσι δὲ αὐτῶν καὶ παισὶ ἀτέλειαν ἔδωκε τῶν τε κατὰ τὴν χώραν καὶ ὅσαι ἄλλαι ἤ τῷ σώματι λειτουργίαι ἤ κατὰ τὰς κτήσεις ἑκάστων εἰσφοραί. Καὶ τῶν τετρωμένων δὲ πολλὴν πρόνοιαν ἔσχεν, ἐπελθών τε αὐτὸς ἑκάστους καὶ τὰ τραύματα ἰδὼν καὶ ὅπως τις ἐτρώθη ἐρόμενος καὶ ὅ τι πράττων εἰπεῖν τε καὶ ἀλαζονεύσασθαί οἱ παρασχὼν. Ὁ δὲ καὶ τῶν Περσῶν τοὺς ἡγεμόνας ἔθαψεν· ἔθαψε δὲ καὶ τοὺς μισθοφόρους Ἕλληνας, οἵ ξὺν τοῖς πολεμίοις στρατεύοντες ἀπέθανον· ὅσους δὲ αὐτῶν αἰχμαλώτους ἔλαβε, τούτους δὲ δήσας ἐν πέδαις εἰς Μακεδονίαν ἀπέπεμψεν ἐργάζεσθαι, ὅτι παρὰ τὰ παρὰ τὰ κοινῇ δόξαντα τοῖς Ἕλλησιν Ἕλληνες ὄντες ἐναντία τῇ Ἑλλάδι ὑπὲρ τῶν βαρβάρων ἐμάχοντο. Ἀποπέμπει δὲ καὶ εἰς Ἀθήνας τριακοσίας πανοπλίας Περσικὰς ἀνάθημα εἶναι τῇ Ἀθηνᾷ ἐν πόλει· καὶ ἐπίγραμμα ἐπιγραφῆναι ἐκέλευσε τόδε· Ἀλέξανδρος Φιλίππου καὶ οἱ Ἕλληνες πλὴν Λακεδαιμονίων ἀπὸ τῶν βαρβάρων τῶν τὴν Ἀσίαν κατοικούντων.