popiardv blog

Άλλος ένας ιστότοπος WordPress

Συνέντευξη αντιδημάρχου

Αντιδήμαρχος Ταύρου Γεώργιος Γκουλμπαξιώτης

«Οι Έλληνες της Μικράς Ασίας ήρθαν στην Ελλάδα μετά την μικρασιατική καταστροφή, από τον Αύγουστο του 1922 και μετά. Μερικοί ήρθαν το 1924, γιατί ήταν αιχμάλωτοι, όπως ο πατέρας μου στα Άδανα. Όταν ήρθαν εδώ ,εγκαταστάθηκαν στην Νέα Ιωνία, Νέα Φιλαδέλφεια, Καισαριανή, Κοκκινιά, και βέβαια και σε άλλα μέρη εκτός της Αθήνας, όπως  σε   Βόλο, Χίο, Μυτιλήνη, Σάμο κλπ

         Όσοι έφτασαν στον Ταύρο διέμεναν στις παράγκες της οδού Πειραιώς. Οι περισσότεροι από αυτούς ήταν αγρότες, κυρίως ειδικευμένοι στα καπνά και στα αμπέλια .Η ζωή τους ήταν πολύ δύσκολη. Δύσκολα έβρισκαν δουλειά .Για να αφομοιωθούν από το κοινωνικό σύστημα πέρασαν αρκετά χρόνια, γιατί αντιμετωπίσθηκαν κι από τους ντόπιους με εχθρότητα. Άλλοι γίνανε εργοστασιακοί εργάτες κι άλλοι εργάτες σε περιβόλια .Μετά από 10-15 χρόνια η οικονομία άρχισε να στηρίζεται στα χέρια των προσφύγων. Χαρακτηριστικές περιπτώσεις προσφύγων που μεγαλούργησαν είναι ο Μποδοσάκης και ο Ωνάσης στον κόσμο των επιχειρήσεων και ο Σεφέρης στον κόσμο των γραμμάτων.

Το Γερμανικό κράτος για να τους βοηθήσει, όπως γίνεται και στις μέρες μας σε περιπτώσεις φυσικών καταστροφών, έστειλε μια ποσότητα έτοιμης ξυλείας, για να κατασκευαστούν οι παράγκες. Δε χρειαζόταν να πάρουν μέτρα ούτε να κατασκευάσουν τίποτε, κάθε δέμα περιείχε κι ένα έτοιμο τμήμα σπιτιού.  Οι παράγκες ήταν ξύλινα παραπήγματα ενός δωματίου, χωρίς μόνωση. Οι συνθήκες ζωής ήταν πολύ δύσκολες, ειδικά για τις μεγάλες οικογένειες. Όσοι έμειναν στις παράγκες αυτές, απετέλεσαν τον γερμανικό προσφυγικό συνοικισμό. Αρκετοί άλλοι έζησαν στην περιοχή από Πειραιώς μέχρι τον τοίχο του Γυμνασίου, περιοχή που ονομάστηκε « τα Ατταλειώτικα».

Οι παράγκες δε στέγασαν μόνο οικογένειες, αλλά και σχολεία.  Το 1ο  και το 2ο δημοτικό σχολείο, για παράδειγμα, στεγάζονταν για πολλά χρόνια σε παράγκες.

Αργότερα έγιναν απαλλοτριώσεις και το κράτος είτε παρέχοντας έτοιμα σπίτια  είτε μόνο οικόπεδα και μικρά δάνεια βοήθησε τους ανθρώπους να δημιουργήσουν πιο μόνιμες και αξιοπρεπείς εγκαταστάσεις. Τότε δημιουργήθηκε η συνοικία των «Δύο Αδελφών». Γενικά, οι δρόμοι στον Ταύρο, εκτός από την περιοχή του Εσταυρωμένου όπου έχουν αρχαϊκά ονόματα, σε όλες τις άλλες περιοχές έχουν ονόματα που δείχνουν τη σχέση των ανθρώπων με τις περιοχές εκείνες, πχ. Θεσσαλονίκης, Σμύρνης, Βρυούλων, κλπ.

 Με όση ξυλεία περίσσεψε από τις παράγκες έφτιαξαν την εκκλησία της Παναγίτσας και ορίσανε παπά δικό τους, γιατί η Μητρόπολη αρνήθηκε να τους δώσει.  

Στο Ταύρο υπήρχαν δύο εκκλησίες τότε, ο Εσταυρωμένος και ο Αι Γιάννης, και οι δύο της μεταβυζαντινής εποχής, περίπου του 17ου - 18ου αιώνα. Η εκκλησία του Αι Γιάννη βρισκόταν στα μεγάλα περιβόλια της περιοχής, τα τσιφλίκια, ενώ ο Εσταυρωμένος ήταν μάλλον στρατιωτική εκκλησία που λένε ότι την έχτισε η βασίλισσα Αμαλία. Γι΄ αυτό, προς τιμήν της είχαν χτίσει έναν πύργο, ανάκτορο,  όπου παραθέριζε. Αυτός βρισκόταν στη Λεωφόρο Ειρήνης, κοντά στις αποθήκες του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας. Γι΄ αυτό το λόγο, η λεωφόρος Ειρήνης ακόμη σε ορισμένα δημόσια έγγραφα αναφέρεται σαν Λεωφόρος Πύργου Αμαλίας.  Πριν λίγα χρόνια κατεδαφίστηκε ότι είχε απομείνει από το κτίσμα  εκείνο κι είναι κρίμα, γιατί είχε μεγάλη ιστορική αξία. Η απουσία του και όλων των μνημείων που χάνονται στερεί από τους λαούς να κρίνουν τα θετικά και τα αρνητικά στοιχεία της Ιστορίας τους.

Οι Έλληνες της Μικρασίας και της Σμύρνης ειδικότερα ζούσαν σε συνθήκες ιδιαίτερα καλές. Είχαν στα χέρια τους μεγάλη οικονομική δύναμη, εργοστάσια, τράπεζες, επιχειρήσεις, και με τους Τούρκους ζούσαν αρμονικά κι είχαν καλές σχέσεις.

Στη Σμύρνη υπήρχαν θέατρα, όπερα, τραμ με άλογα και μεγάλη πνευματική και καλλιτεχνική κίνηση. Αυτό οφείλεται στο ότι εκεί υπήρχαν πολλά σχολεία και ιδρύματα και κυρίως η δεύτερη σε μέγεθος και αξία σχολή των Ελληνικών χρόνων, η λεγόμενη Ευαγγελική σχολή.

Οι Έλληνες κράτησαν την γλώσσα τους, την θρησκεία τους, τα ονόματα τους, τα έθιμα τους. Για παράδειγμα, το ζεϊμπέκικο που χορεύουμε στην Ελλάδα σήμερα είναι ο χορός των ζεϊμπέκηδων, δηλ. χορός που χόρευαν εκεί και τον μετέφεραν κι εδώ. Ενώ το τσιφτετέλι δεν είναι τούρκικος χορός, είναι αραβικός, ο «χορός της κοιλιάς». Απλώς, και στη Σμύρνη, έπαιρναν τη μουσική που τους άρεσε και πρόσθεταν δικά τους λόγια. Ελληνικός αντίστοιχος χορός είναι ο καρσιλαμάς, ο λεγόμενος «αντικριστός».

Ένα άλλο έθιμο που έρχεται από τη Σμύρνη είναι ο κλήδονας. Αυτό προέρχεται από την ανάγκη των Ελλήνων που για πολλά χρόνια ζούσαν υπόδουλοι στους Τούρκους ή πολίτες σε κράτη με αυταρχικό καθεστώς να επικοινωνούν και να ανταλλάσσουν μηνύματα και πληροφορίες χωρίς να γίνονται αντιληπτοί. Τον καημό τους για τη σκλαβιά τον τραγουδούσαν και στα λεγόμενα «καφέ αμάν», καφενεία όπου τραγουδιστές τραγουδούσαν τους γνωστούς αμανέδες, μακρόσυρτα παραπονιάρικα τραγούδια. Αυτά οι Μικρασιάτες τα μετέφεραν και στην Ελλάδα κι έτσι τα γνωρίζουμε κι εμείς τώρα.

Οι Έλληνες, όταν εγκαταστάθηκαν εδώ, εξασφάλιζαν τα προς το ζειν και με χίλιους κόπους και οικονομίες κατάφεραν να σπουδάσουν τα παιδιά τους . Έτσι, οι επόμενες γενιές όχι μόνο ενσωματώθηκαν στη ντόπια κοινωνία αλλά και διέπρεψαν, όπως είπαμε, σε πάρα πολλούς τομείς.»

ΕΠΟΜΕΝΗ ΣΕΛΙΔΑ: Η ΖΩΗ ΣΤΗ ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ ΜΕΧΡΙ ΤΟ 1912

Your email address will not be published. Required fields are marked *

*