προηγούμενη επόμενη

Αρχαία ελληνική μυθολογία

ΗΡΑΚΛΗΣ

Τέταρτος άθλος, Η Κερυνίτις Έλαφος

Ο Ηρακλής και η Κερυνίτις Έλαφος. Ψηφιδωτό από τη Liria, Valencia, περίπου 200-250 π.Χ.



 

χάρτης 1 2 3 4 5 6 7 8 9 10 11 12 13 14 15 16 17 18 19 20 21

προσταγή είχε πάρει από τον πατέρα του
να εκτελέσει του Ευρυσθέα τις εντολές
κι έπρεπε να φέρει από κει
την ελαφίνα την χρυσοκέρατο
που η Ταϋγέτη κάποτε είχε τάξει
στην Ορθωσία την Άρτεμη.

(Πίνδ., Ολ. 3.29 κ.ε., μετ. Γ. Γεωργούσης)

Ως τέταρτο άθλο (ο Απολλόδωρος τον θεωρεί τρίτο) [22] ο Ευρυσθέας διέταξε τον Ηρακλή να φέρει ζωντανή στις Μυκήνες τη χρυσοκέρατη την ελαφίνα / με διάστικτη ράχη, / που ρήμαζε όλα τα γύρω χωράφια (Ευρ., Ηρ. 374-6), που ήταν ταχύτατη και ήταν αφιέρωμα της κόρης του Άτλαντα Ταϋγέτης [23] στην Άρτεμη. Σύμφωνα με τον Καλλίμαχο το ελάφι ανήκε αρχικά σε μια ομάδα πέντε ελαφιών, τα τέσσερα από τα οποία πρωτοκυνήγησε, και μάλιστα χωρίς σκυλιά, η Άρτεμη, τα έπιασε και τα έβαλε να σέρνουν το άρμα της. Το πέμπτο ξέφυγε με τη συναίνεση της Ήρας και τριγυρνούσε ελεύθερο στην Οινόη και στο όρος Κερύνεια στα σύνορα Αργολίδας και Αχαΐας, για να γίνει και αυτό άθλος του Ηρακλή. Λεγόταν ότι ο Ηρακλής δεν ήθελε να σκοτώσει ή να πληγώσει το ζώο και ότι το έπιασε με δίχτυα ή ότι το παρακολούθησε και το έπιασε στον ύπνο ή ότι το καταπόνησε με τη συνεχή καταδίωξη, και μάλιστα για έναν ολόκληρο χρόνο. Το ζώο, κουρασμένο από την καταδίωξη, κατέφυγε στο βουνό Αρτεμίσιο στην κορυφή του οποίου υπήρχε ιερό της Άρτεμης μέσα σε δάσος από ιτάμους (Παυσ. 2.25.3).

ὑπὲρ δὲ Οἰνόης ὄρος ἐστὶν Ἀρτεμίσιον καὶ ἱερὸν Ἀρτέμιδος ἐπὶ κορυφῇ τοῦ ὄρους. ἐν τούτῳ δέ εἰσι τῷ ὄρει καὶ αἱ πηγαὶ τοῦ Ἰνάχου: πηγαὶ γὰρ δὴ τῷ ὄντι εἰσὶν αὐτῷ, τὸ δὲ ὕδωρ οὐκ ἐπὶ πολὺ ἐξικνεῖται τῆς γῆς. [Παυσ. 2.25.3]

Από εκεί κατευθύνθηκε προς τον ποταμό Λάδωνα· την ώρα που πήγαινε να τον περάσει, ο Ηρακλής το χτύπησε με τα βέλη του και το έπιασε, το έβαλε στους ώμους του και το μετέφερε γρήγορα μέσα από την Αρκαδία. Συνάντησε, όμως, τυχαία την Άρτεμη μαζί με τον Απόλλωνα, η οποία ζητούσε να του το πάρει και τον κατηγορούσε ότι σκόπευε να το σκοτώσει. Εκείνος, όμως, δικαιολογήθηκε επικαλούμενος την ανάγκη και ρίχνοντας την ευθύνη στον Ευρυσθέα, καταπράυνε την οργή της θεάς και μετέφερε ζωντανό το ζώο στις Μυκήνες. Με τον άθλο αυτό ο Ηρακλής επέδειξε ευστροφία και πνευματική δεξιότητα ανάλογη με τη σωματική του δύναμη, παρατηρεί ο Διόδωρος (4.13.1).

Μετὰ δὲ ταῦτ´ ἔλαβε πρόσταγμα τὴν χρυσόκερων μὲν οὖσαν ἔλαφον, τάχει δὲ διαφέρουσαν, ἀγαγεῖν. τοῦτον δὲ τὸν ἆθλον συντελῶν τὴν ἐπίνοιαν ἔσχεν οὐκ ἀχρηστοτέραν τῆς κατὰ τὸ σῶμα ῥώμης. οἱ μὲν γάρ φασιν αὐτὴν ἄρκυσιν ἑλεῖν, οἱ δὲ διὰ τῆς στιβείας χειρώσασθαι καθεύδουσαν, τινὲς δὲ συνεχεῖ διωγμῷ καταπονῆσαι· πλὴν ἄνευ βίας καὶ κινδύνων διὰ τῆς κατὰ τὴν ψυχὴν ἀγχινοίας τὸν ἆθλον τοῦτον κατειργάσατο. [4.13.1]

[Εικ. χάρτης, 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8, 9, 10, 11, 12, 13, 14, 15, 16, 17, 18, 19, 20, 21]





[22] Για άλλες αιτίες του φαινομένου βλ. Άνιγρος.

[23] Η Ταϋγέτη, ως κόρη του Άτλαντα, ήταν μία από τις επτά Πλειάδες. Έδωσε το όνομά της στο όρος Ταΰγετο. Για να αποφύγει τον βιασμό της από τον Δία, μεταμορφώθηκε από την Άρτεμη σε ελάφι.