προηγούμενη επόμενη

Αρχαία ελληνική μυθολογία

ΗΡΑΚΛΗΣ

Δέκατος άθλος, Τα Βόδια του Γηρυόνη

Ανάγλυφη παράσταση του άθλου του Ηρακλή κατά του τρισώματου γίγαντα Γηρυόνη. Χάλκινο έλασμα μηνοειδούς σχήματος, περίπου 7ος αι. π.Χ.



 

χάρτης 1 2 3 4 5 6 7 8 9 10 11 12 13 14 15 16 17 18 19 20 21 22 23 24 25 26 27 28 29 30 31 32 33 34 35 36 37

Ο Ευρυσθέας ζήτησε από τον Ηρακλή για δέκατο άθλο να του φέρει τα βόδια του Γηρυόνη από το νησί Ερύθεια, κοντά στον κήπο των Εσπερίδων, που αργότερα μετονομάστηκε σε Γάδειραέξω. Αυτό βρισκόταν πέρα από τον Ωκεανό (Απολλόδ. 2.106) δυτικά των στηλών του Ηρακλή, επομένως στον Ατλαντικό Ωκεανό (Ηρ. 4.8), κάτι που υποδηλώνεται και από την ονομασία του νησιού —Ερύθεια, η κόκκινη χώρα, η χώρα του δύοντος ήλιου. Εκεί κατοικούσε ο Γηρυόνης, γιος του Χρυσάορα, από τη Γοργώέξω και τον Ποσειδώναέξω, και της Ωκεανίδας Καλλιρρόης. Το σώμα του αποτελούνταν από τρία ανδρικά κορμιά, που συνέκλιναν στην περιοχή της κοιλιάς και διαχωρίζονταν πάλι στους λαγόνες και τους μηρούς. Είχε στην κατοχή του κάτι κοκκινότριχα βόδια, που τα έβοσκε ο Ευρυτίωνας και τα φυλούσε ο Όρθρος ή Όρθος, σκυλί με δυο κεφάλια, γιος της Έχιδνας και τουΤυφώνα, αδελφός τηςΧίμαιρας, του Κέρβερου και της Λερναίας Ύδρας, κοντά στο μέρος που ο Μενοίτης έβοσκε τα βόδια του Άδη. Στην πορεία του προς το νησί διά μέσου της Ευρώπης, ο Ηρακλής, σκότωσε πολλά θηρία και στην περιοχή της Ναρβώνας στην Κελτική τού αποδίδουν μιαν ακόμη ένωση, αυτή τη φορά με την Πυρήνη, την όμορφη κόρη του Βέβρυκα, βασιλιά των ιθαγενών πληθυσμών της περιοχής. Από την ένωση, που έγινε βίαια και κάτω από την επίδραση ισχυρής οινοποσίας, προέκυψε ένα παιδί ιδιότυπο, ένα φίδι. Τρομοκρατημένη η Πυρήνη πήρε τα βουνά, όπου όμως την ξέσχισαν άγρια ζώα. Αφού επιτέλεσε τον άθλο του ο Ηρακλής, στην επιστροφή, βρήκε το σώμα της γυναίκας, της απέδωσε νεκρικές τιμές και στη μνήμη της ονόμασε τα γειτονικά βουνά Πυρηναία.

Και για να ξαναγυρίσουμε στην πορεία προς την πραγματοποίηση του άθλου: Από την Ευρώπη ο Ηρακλής πέρασε στη Λιβύη, δηλαδή στην Αφρική, και στην Ταρτησσό, δηλαδή στην Ιβηρία, και έστησε αντικριστά πάνω στα όρη της Ευρώπης και της Αφρικής, στους βράχους του Γιβραλτάρ και της Χέουτα, ή Θέουτα, αντίστοιχα, δύο μεγάλες κολόνες ως σημάδια της πορείας του —είναι οι στήλες που αργότερα ονομάστηκαν Ηράκλειες και καθόριζαν τα δυτικά όρια του κόσμου και, μεταφορικά, τα όρια των ανθρωπίνων δυνατοτήτων που δεν μπορεί κανείς να ξεπεράσει (Πίνδ., Ολ. 3.43-45· Νεμ. 3. 19-23· Ίσθ. 4. 30-31). Στη διάρκεια της πορείας του, και επειδή ο Ήλιος τον έκαιγε, ο ήρωας σήκωσε το τόξο του εναντίον του θεού· και αυτός, αντί να θυμώσει, θαύμασε την παλικαριά του ήρωα και του έδωσε ένα χρυσό κύπελλο, μέσα στο οποίο, σαν να ήταν βάρκα, πέρασε τον Ωκεανό. [Εικ. 1, 2, 3] Όταν έφτασε στην Ερύθεια, ανέβηκε στο όρος Άβαντα. Μόλις τον αντιλήφθηκε ο Όρθρος, όρμησε κατά πάνω του, αλλά ο Ηρακλής τον χτύπησε με το ρόπαλό του και σκότωσε τον βοσκό Ευρυτίωνα που έτρεξε να προσφέρει βοήθεια στον σκύλο. Ο Μενοίτης, που έβοσκε εκεί τα βόδια του Άδη, πρόφτασε τα καθέκαστα στον Γηρυόνη, αυτός πρόλαβε τον Ηρακλή στον ποταμό Ανθεμούντα και έστησε αμάχη μαζί του. Ο τρισώματος γίγαντας πέθανε τρυπημένος από ένα βέλος του ήρωα, απ’ αυτά που ήταν βουτηγμένα στο αίμα της Λερναίας Ύδρας και ήταν δηλητηριώδη. Στο μέρος όπου τάφηκε, έβγαινε αίμα και εκεί φύτρωσε ένα δέντρο με κόκκινους καρπούς σαν κεράσια αλλά χωρίς κουκούτσια. Όσο για τον Ηρακλή, έφερε τα κοπάδια στην παραλία, τα φόρτωσε στο κύπελλο του Ήλιου, και ξαναγύρισε στην Ταρτησσό, για να το επιστρέψει στον θεό που του το εμπιστεύτηκε.

Μετά από ένα περιπετειώδες ταξίδι επιστροφής (που θα το δούμε στην επόμενη σελίδα) ο Ηρακλής έφτασε με τα βόδια στον Ευρυσθέα. Εκείνος τα θυσίασε στην Ήρα. Επειδή όμως ο Ευρυσθέας δεν προσμέτρησε στους άθλους ούτε αυτόν με τα κοπάδια του Αυγεία ούτε με τη Λερναία Ύδρα, του επέβαλε έναν ενδέκατο άθλο, να φέρει τα χρυσά μήλα από τις Εσπερίδες. Και ύστερα έναν ακόμη: να φέρει τον σκύλο του Κάτω Κόσμου στον επάνω.

[Εικ. χάρτης, 4, 5, 6, 7, 8, 9, 10, 11, 12, 13, 14, 15, 16, 17, 18, 19, 20, 21, 22, 23, 24, 25, 26, 27, 28, 29, 30, 31, 32, 33, 34, 35, 36, 37]