Δες την παρουσίαση για τους προσδιορισμούς ή το βίντεο
Γενικά για τους εμπρόθετους επιρρηματικούς προσδιορισμούς
Μια πρόθεση μαζί με ένα όνομα ή μετοχή ή πλάγια πτώση αντωνυμίας ή σπανιότερα επίρρημα αποτελούν ένα λεκτικό σύνολο που ονομάζεται εμπρόθετος επιρρηματικός προσδιορισμός.
→ Μετὰ τὴν ναυμαχίαν οἱ Κερκυραῖοι τροπαῖον ἔστησαν. → πρόθεση + όνομα
→ Ὅσα ἐκ τῶν κατηγορηθέντων μέμνημαι ἀπολελόγημαι. → πρόθεση + μετοχή
→ Ὠφελῶ αὐτόν, ἀνθ' ὧν εὖ ἔπαθον ὑπ' ἐκείνου. → πρόθεση + πλάγια πτώση αντωνυμίας
→ Κείσεταί σοι εὐεργεσία ἐν τῷ ἡμετέρῳ οἴκῳ ἐς αἰεὶ ἀνάγραπτος. → πρόθεση + επίρρημα
Αρκετά σπάνια οι προθέσεις μπορεί να μπουν μετά το όνομα· το φαινόμενο ονομάζεται αναστροφή της πρόθεσης.
→ Οἱ δ' ἄνθρωποι οὐ μόνον τῆς τεκνοποιίας χάριν συνοικοῦσιν. → αναστροφή της πρόθεσης.
Στους αττικούς πεζογράφους η αναστροφή συμβαίνει μόνο με τις προθέσεις περί, ἕνεκα και ἄνευ.
→ Τῶν ἀδικημάτων ἕνεκα.
→ οἱ δ᾽ Ἀθηναῖοι ὑπὸ μεγέθους τῶν παρόντων κακῶν νεκρῶν μὲν πέρι ἢ ναυαγίων
Στην αναστροφή ο τόνος της πρόθεσης, αν βρίσκεται στη λήγουσα, ανεβαίνει στην παραλήγουσα· το φαινόμενο ονομάζεται ορθοτονισμός:
→ Ἀλλοτρίας γῆς πέρι.
Από τον ορθοτονισμό εξαιρούνται οι προθέσεις ἀμφὶ και ἀντί.
Οι εμπρόθετοι επιρρηματικοί προσδιορισμοί εκφράζουν διάφορες επιρρηματικές σχέσεις: αιτία, τρόπο, ποσό, χρόνο, σκοπό, αναφορά, συνοδεία, συμφωνία, εξαίρεση κ.ά.
→ Ἀπέθανον δὲ Ἀθηναίων περὶ ἑξακοσίους → ποσό· ως υποκείμενο του ρ.
→ Οἱ δὲ ἄνθρωποι οὐ μόνον τῆς τεκνοποιίας χάριν συνοικοῦσιν. → αναστροφή της πρόθεσης → σκοπό
Οι προθέσεις στην αρχαιότερη μορφή της γλώσσας ήταν επιρρήματα και προσδιόριζαν ρήματα. Αργότερα, στην αττική διάλεκτο, η επιρρηματική σημασία των προθέσεων διατηρήθηκε μόνο στην πρόθεση πρὸς κυρίως στις φράσεις: πρὸς δέ, καὶ πρός, πρὸς δὲ καί:
→ Ἀσύμφορον, πρὸς δὲ καὶ οὐ δίκαιον. (= και επιπλέον άδικο)
→ Ἐνενήκοντα καὶ μικρόν τι πρός. (και λίγο περισσότερο)
Με τον καιρό οι προθέσεις είτε ενώθηκαν με ρήματα σχηματίζοντας σύνθετα ρήματα είτε χρησιμοποιήθηκαν κοντά σε πλάγιες πτώσεις, ονομάτων κυρίως, σχηματίζοντας εμπρόθετους προσδιορισμούς.
Οι προθέσεις χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: τις κύριες και τις καταχρηστικές.
Κύριες προθέσεις | |
Μονοσύλλαβες | ἐν, εἰς/ἐς, ἐκ/ἐξ, πρό, πρός, σύν, |
Δισύλλαβες | ἀνά, διά, κατά, μετά, παρά,ἀμφί, ἀντί, ἐπί, περί, ἀπό, ὑπό, ὑπέρ |
Κύριες | Καταχρηστικές | ||
Μονόπτωτες | Δίπτωτες | Τρίπτωτες | |
ἀπό, ἀντί, ἐκ, πρό, ἐν, σύν, εἰς /ἐς | ἀνά, διά, κατά, ὑπέρ | ἀμφί, ἐπί, μετά, παρά, περί, πρός, ὑπό | ἄνευ, ἄχρι, ἕνεκα / ἕνεκεν, μέχρι, πλήν, χάριν, χωρίς, ὡς, τα μόρια: νὴ,μά. |
α) Κύριες λέγονται οι προθέσεις που χρησιμοποιούνται και με τις πλάγιες πτώσεις των ονομάτων και σε σύνθεση:
διὰ τῆς πόλεως, διάλυσις, διαλύω
Διακρίνονται σε:
1) Μονόπτωτες: όσες συντάσσονται με μία μόνο πλάγια πτώση: ἀπό, ἀντί, ἐκ, πρό, ἐν, σύν, εἰς / ἐς
2) Δίπτωτες: όσες συντάσσονται με δύο πλάγιες πτώσεις: ἀνά, διά, κατά, ὑπέρ
3) Τρίπτωτες: όσες συντάσσονται και με τις τρεις πλάγιες πτώσεις: ἀμφί, ἐπί, μετά,παρά, περί, πρός, ὑπό
β) Καταχρηστικές λέγονται οι προθέσεις που χρησιμοποιούνται μόνο με τις πλάγιες πτώσεις των ονομάτων και όχι σε σύνθεση. Είναι οι εξής: ἄνευ, ἄχρι, ἕνεκα / ἕνεκεν, μέχρι, πλήν, χάριν, χωρίς, ὡς. Ως καταχρηστικές προθέσεις χρησιμοποιούνται και τα μόρια: νὴ και μά.
Η σύνταξη των μονόπτωτων προθέσεων
ἀπό: από, μακριά από | ||
συντάσσεται με | δηλώνει | παράδειγμα |
γενική | τόπο· τοπική αφετηρία | Κῦρος ὡρμᾶτο ἀπὸ Σάρδεων |
τόπο· προέλευση | Ἡκουσιν ἀπὸ τῶν ἐν Φωκεῦσι πόλεων πρέσβεις. | |
τόπο· απόσταση | Ἀπεῖχον οἱ πόλεις ἀπ' ἀλλήλων στάδια ὀγδοήκοντα. | |
τόπο· απομάκρυνση | Τοὺς υἱεῖς οἱ πατέρες ἀπὸ τῶν πονηρῶν ἀνθρώπων εἴργουσιν. | |
καταγωγή | Έγεγόνει ἀπὸ Ἡρακλέους. | |
χρόνο· χρονική αφετηρία | Ἀπὸ τοῦδε τοῦ χρόνου διατελεῖ στρατηγὸς ὦν. | |
αιτία (= για, εξαιτίας) | Ἀπό τούτου τοῦ τολμήματος ἐπῃνέθη. | |
ύλη (= από) | Ἰνδοὶ δὲ εἵματα μὲν ἐνδεδυκότες ἀπὸ ξύλων πεποιημένα. | |
μέσο ή τρόπο (= με, από) | Οὐκ ἀπὸ τοῦ αὐτομάτου σοφὸς γέγονε. | |
συμφωνία (= σύμφωνα με, κατά) | Νίσαιαν ἔλαβον ἀπὸ τῆς προτέρας ξυμβάσεως. | |
Διαιρεμένο όλο (= από) | Ἀπὸ πολλῶν ὧν ἔχεις εἰς τὴν τῶν τειχῶν οἰκοδομίαν... | |
ποιητικό αίτιο | Ἐπράχθη ἀπ' αὐτῶν οὐδὲν ἔργον ἀξιόλογον. |
ἀντί: μπροστά σε, απέναντι από | ||
συντάσσεται με | δηλώνει | παράδειγμα |
γενική | τόπο· απέναντι | Εἰστήκεσαν ἀντὶ τῶν πιτύων. |
αντικατάσταση (=αντί) | Πολέμιος ἀντὶ φίλου κατέστη. | |
ομοιότητα (= αντί, σαν) | Ἀντὶ κυνὸς εἶ φύλαξ καὶ ἐπιμελητής. (σαν σκύλος) | |
ανταπόδοση ή ανταμοιβή (= αντί) | Ἀντὶ ἀμοιβῆς κακὰ αὐτοῖς παρέχουσιν. | |
αιτία (= για, εξαιτίας) | Ἀντὶ τῶν μεγίστων ἀδικημάτων χρήμασιν αὐτοὺς ἐζημίωσαν. |
ἐκ / ἐξ (μπροστά από φωνήεν): από μέσα προς τα έξω | ||
συντάσσεται με | δηλώνει | παράδειγμα |
γενική | τόπο· τοπική αφετηρία | Ἐγὼ γὰρ οὐκ ἐξέβην ἐκ τοῦ πλοίου. |
τόπο· προέλευση | Πρέσβεις πρὸς ἡμᾶς ἦλθον ἐκ Φωκέων. | |
καταγωγή | Ἥρα Ἥφαιστον ἐκ Διὸς ἐγέννησε. | |
χρόνο· χρονική αφετηρία | Τέθραμμαι ἐκ παιδὸς παρ' ὑμῖν. | |
άμεση ακολουθία (αμέσως μετά) | Ἐκ τούτου διαβαίνουσι πάντες εἰς τὸ Βυζάντιον. | |
ύλη | Ἐποιοῦντο διαβάσεις ἐκ τῶν φοινίκων. | |
τρόπο, μέσο (με) | Ἐκ τῶν ψηφισμάτων γνώσεσθε ἅ ἐψηφίσατο ἡ βουλὴ περὶ αὐτῆς. | |
αιτία (από, εξαιτίας) | Ἐκ τῶν πληγῶν ἀπέθανεν ὁ ἀνήρ. | |
συμφωνία (σύμφωνα με, κατά) | Ἐκ τῶν νόμων εἰρήνην πρὸς ἀλλήλους οἱ ἄνδρες ἀξιοῦσι. | |
διαιρεμένο όλο (από) | Ὅσα ἐκ τῶν κατηγορηθέντων μέμνημαι ἀπολελόγημαι. |
πρὸ: μπροστά από | ||
συντάσσεται με | δηλώνει | παράδειγμα |
γενική | τόπο· το ενώπιον (μπροστά από) | Πρὸ τῶν πυλῶν. |
χρόνο (πριν) | Κατέφυγεν εἰς Αἴγιναν μικρὸν πρὸ ἡλίου δυσμῶν. | |
υπεράσπιση (υπέρ, για) | Πρὸ τῆς πατρίδος ἐθέλουσιν ἀποθνήσκειν. | |
Αντιπροσώπευση (εξ ονόματος) | Ἐρῶ γὰρ καὶ πρὸ τῶνδε |
ἐν: μέσα σε | ||
συντάσσεται με | δηλώνει | παράδειγμα |
δοτική | τόπο· στάση σε (σε) | Ἡ ἐν Σαλαμίνι καὶ ἡ ἐν Λεύκτροις μάχη. |
τόπο· το μεταξύ (ανάμεσα σε) | Οὐ γὰρ ἦν ἀσφαλῶς ἐν τοῖς δένδροις ἑστάναι. | |
τόπο· το ενώπιον (μπροστά σε) | Οὐ προδώσω τὸν πατέρα κακῶς ἀκούοντα ἐν ὑμῖν. | |
τόπο· το πλησίον (κοντά σε) | Ἦλθον εἰς Τραπεζοῦντα πόλιν Ἑλληνίδα οἰκουμένην ἐν Εὐξείνῳ. | |
χρόνο (σε, στη διάρκεια) | Ἐν ταῖς σπονδαῖς βασιλεὺς οὐ μαχεῖται. | |
όργανο (με) | Τούτους δήσας ἐν πέδαις εἰς Μακεδονίαν ἀπέπεμψε. | |
μέσο ή τάξη (με) | Ἐναυμάχησαν ἐν τάξει. | |
συμφωνία (κατά, σύμφωνα με) | Ἐν τοῖς νόμοις τὰς κρίσεις ἐποιήσαντο περὶ αὐτῶν. | |
αναφορά (σε) | Ἡμᾶς καὶ ἐν τῷ δοῦναι καὶ ἐν τῷ λαβεῖν οἰκείους ὄντας εὐρήσετε. | |
κατάσταση (σε) | Ἐν μεγάλῳ κινδύνῳ ἡγοῦντο εἶναι. | |
εξάρτηση (εξαρτάται από) | Ἐν ὑμῖν δ' ἐστὶ δικάζειν τὰ δίκαια. |
εἰς / ἐς: μέσα σε | ||
συντάσσεται με | δηλώνει | παράδειγμα |
αιτιατική | τόπο· κίνηση προς τόπο (σε, προς | Ἀλκιβιάδης ἔπλευσεν εἰς Σάμον. |
τόπο· το ενώπιον (μπροστά σε) | Εἰς τὸ πρόσθεν τῶν ὅπλων ἐκαθέζοντο. | |
τόπο· το μεταξύ (ανάμεσα σε) | Εἰς τοὺς δημότας ἐνεγράφης. | |
τοπικό τέρμα, όριο (σε, μέχρι) | Ἀφικνοῦνται πορευόμενοι εἰς Κερασοῦντα. | |
εχθρική κατεύθυνση (εναντίον) | Ἀθηναῖοι ἐστράτευσαν ἐς Βοιωτούς. | |
χρόνο· χρονικό όριο (μέχρι) | Καὶ ἡ ναυμαχία ἐτελεύτα ἐς νύκτα. | |
αναφορά (σχετικά με, ως προς, σε) | Ὑμᾶς δ' ἐγὼ ἀξιῶ προθυμοτάτους εἶναι ἐς τὸν πόλεμον. | |
σκοπό (για) | Ἐς πόλεμον παρεσκευάζοντο. | |
ποσό (έως, συνολικά, σε σημείο) | Διέφθειραν τριήρεις ἐς διακοσίας. | |
κατάσταση (σε) | Εἰς τοὺς ἐσχάτους κινδύνους τὴν πόλιν καθιστᾶσι. | |
τρόπο, διανομή (σε) | Τοῖς λοχαγοῖς εἶπε παρατάττεσθαι τὴν ταχίστην εἰς ὀκτώ. |
Η σύνταξη των δίπτωτων προθέσεων
ἀνὰ: επάνω, προς τα επάνω | ||
συντάσσεται με | δηλώνει | παράδειγμα |
δοτική (ποιητές) | τόπο | Ἥξει ἀνὰ ναυσὶν καὶ σὺν ὅπλοις. |
αιτιατική | τόπο· τοπική έκταση (πάνω σε, σε) | Σιγὴ πολλὴ ἦν ἀνὰ τὸ στρατόπεδον. |
τόπο· κατεύθυνση προς τα πάνω | Ταῦτα τὰ πλοῖα ἀνὰ τὸν ποταμὸν οὐ δύναται πλέειν. | |
χρόνο· διάρκεια | Οἱ δὲ ἀνὰ τὰς προτέρας ἡμέρας ἐμάχοντο. | |
τρόπο (με) | Οἱ δὲ τῶν Περσῶν ἱππεῖς ἔφευγον ἀνὰ κράτος. | |
διανομή ή μερισμό (ανά, από) | Λύσας τὴν δέσμην ἀνὰ μίαν αὐτοῖς ῥάβδον ἐδίδου. |
διὰ: διαμέσου | ||
συντάσσεται με | δηλώνει | παράδειγμα |
γενική | τόπο· κίνηση διαμέσου | Ἐπῆλθον ἐπ' οἴκου διὰ Ἰσθμοῦ. |
τόπο· τοπική απόσταση | Διὰ δέκα ἐπάλξεων πύργοι ἦσαν μεγάλοι. | |
χρόνο· χρονική διάρκεια | Διὰ παντὸς ἀεὶ τοῦ χρόνου δόξαν κέκτησθε καλήν. | |
χρόνο· χρονική αφετηρία | Τὴν δύναμιν οὐ διὰ μακροῦ τὴν πάλαι ἀνέλαβεν. | |
χρόνο· χρονικό τέλος | Τοιαύτην διὰ τέλους γνώμην ἔχω. | |
μέσο ή όργανο (με) | Εἰρήνην ἐποιησάμεθα διὰ Νικίου. | |
τρόπο (με) | Καὶ τοῦτο πειράσομαι δεῖξαι διὰ βραχέων. | |
αιτιατική | αιτία (για, εξαιτίας) | Διὰ τί ἀξιοῦσι κληρονόμοι γενέσθαι τῶν Κλεωνύμου; |
σκοπό (για) | Διὰ τὴν σφετέραν δόξαν προσάγουσι τοὺς πολλοὺς ἐς τὸν κίνδυνον. |
κατὰ: κάτω, προς τα κάτω | ||
συντάσσεται με | δηλώνει | παράδειγμα |
γενική | τόπο· στάση σε | Οὔτε τιμῆς τινος ἠξίωσε τὸν κατὰ γῆς. |
τόπο· κίνηση από πάνω προς κάτω | Πολλοὶ δὲ καὶ κατὰ τῶν πετρῶν ῥίψαντες σφᾶς ἀπέθανον. | |
εναντίωση | Πολλοὶ τῶν ἀνθρώπων κατὰ τῶν οἰκείων φαῦλα ἐργάζονται. | |
αναφορά (για, σχετικά με) | Πολὺς δ' ἔπαινος ἦν κατὰ τῆς ἡμετέρας πόλεως. | |
χρόνο· χρονική διάρκεια | Κατὰ παντὸς τοῦ αἰῶνος ἀείμνηστον καταλείψει τὴν κρίσιν. | |
αιτιατική | τόπο· στάση σε | Κατὰ μέσον τὸν σταθμὸν τοῦτον τάφρον ἦν βαθεῖα. |
τόπο· κίνηση προς τα κάτω | Πορευόμενοι κατὰ τοὺς γηλόφους ἀφίκοντο εἰς τὰς κώμας. | |
τόπο· τοπική έκταση | Κῦρος ἐπολιόρκει Μίλητον καὶ κατὰ γῆν καὶ κατὰ θάλατταν. | |
τόπο· κίνηση διαμέσου | Οἱ Ἕλληνες ἐψηφίσαντο κατὰ θάλατταν τὴν πορεῖαν ποιεῖσθαι. | |
τόπο· το απέναντι | Μόνος τῶν κατὰ τοὺς Ἕλληνας τεταγμένων οὐκ ἔφυγον. | |
τόπο· το πλησίον | Κατὰ τοὺς ἐρήμους σταθμοὺς ἦν πόλις μεγάλη. | |
τόπο· τοπική ακολουθία | Οἱ δ' Ἀθηναῖοι κατὰ πόδας πλέοντες ὡρμίσαντο ἐν Ἐλαιοῦντι. | |
χρόνο· χρονική διάρκεια | Κατὰ δὲ τὸν αὐτὸν καιρὸν Ἀχαιοὶ τοὺς ἐποίκους προέδοσαν. | |
τρόπο | Κατὰ μικρὸν πρὸς ἕκαστα τῶν εἰρημένων ἀπολογήσομαι. | |
διανομή, μερισμό | Οἱ δὲ παρήλαυνον τεταγμένοι κατὰ ἴλας καὶ κατὰ τάξεις. | |
συμφωνία (κατά, σύμφωνα με) | Κατὰ τὸ μέγεθος τῆς αὐτοῦ δόξης λόγον παρέχει. | |
αναφορά (σχετικά με) | Κατὰ ταῦτα οὐκ ἦν ἀμφισβήτησις. | |
αιτία (εξαιτίας) | Ταῦτα δ' ἐπείθοντο κατὰ μῆνιν Ἀπόλλωνος αὑτοῖς συμβεβηκέναι. | |
σκοπό | Κατὰ θέαν εἰς Ἴλιον ἀφικόμην τῆς τε γῆς καὶ θαλάττης. | |
ποσό κατά προσέγγιση | Ἀπέθανον ... κατὰ ἑξακισχιλίους καὶ τετρακοσίους ἄνδρας. |
ὑπὲρ: υπεράνω, πάνω από | ||
συντάσσεται με | δηλώνει | παράδειγμα |
γενική | τόπο· στάση (πάνω από) | Ἐκάθηντο ἐπὶ τῶν λόφων τῶν ὑπὲρ τῆς πόλεως. |
υπεράσπιση | Ὑπὲρ τῆς πόλεως μάχεσθε. | |
αντιπροσώπευση (αντί για) | Ἐγὼ ὑπὲρ σου ἀποκρινοῦμαι. | |
αιτία (εξαιτίας, για) | Ὑπὲρ τῶν γεγενημένων ὠργίζετο. | |
σκοπό (για) | Πάντα ποιοῦσιν ὑπὲρ τοῦ μὴ διδόναι δίκην. | |
αναφορά | Βουλεύεται ὁ δῆμος ὁ Ἀθηναίων ὑπὲρ εἰρήνης πρὸς Φίλιππον. | |
αιτιατική | τόπο· στάση σε τόπο (πάνω από) | Ἐπολέμει τοῖς Θραξὶ τοῖς ὑπὲρ Ἑλλήσποντον οἰκοῦσι. |
υπέρβαση μέτρου ή ορίου | Οἱ χορηγοὶ ἔστωσαν τὴν ἡλικίαν ὑπὲρ τετταράκοντα ἔτη. |
Η σύνταξη των τρίπτωτων προθέσεων
ἀμφὶ: στα δύο / από τα δύο μέρη | ||
συντάσσεται με | δηλώνει | παράδειγμα |
γενική | αναφορά (σχετικά με) | Τὰ δὲ ἀμφὶ Ζήνωνος ἀρίδηλά ἐστι (είναι πασιφανή) |
δοτική | τόπο (γύρω από) | Ἀχαιοὶ ἔστασαν ἀμφὶ Μενοιτιάδῃ. |
αιτία (εξαιτίας, για) | Θανάτου ἀμφὶ φόβῳ Τυνδαρὶς ἰάχησε. | |
αναφορά (σχετικά με), για) | Νέαρχος τὰ ἀμφὶ τῷ παράπλῳ ἀνέγραψε. | |
αιτιατική | τόπο (γύρω από) | Καταλαμβάνουσι τοὺς φύλακας ἀμφὶ πῦρ καθημένους. |
τόπο (κοντά σε) | Τεθήρακα ἀμφὶ τὰ ὅρια τῆς σῆς χώρας. | |
χρόνο κατά προσέγγιση (περίπου) | Καὶ ἤδη μὲν ἀμφὶ ἡλίου δυσμὰς ἦν. | |
ποσό κατά προσέγγιση (περίπου) | Μακεδόνων δὲ ἀμφὶ τοὺς εἴκοσι καὶ πέντε ἀπέθανον. | |
αναφορά (σχετικά με) | Προσεποιεῖτο ἐπιστήμων εἶναι τῶν ἀμφὶ ὁπλομαχίαν. |
ἐπὶ: επάνω | ||
συντάσσεται με | δηλώνει | παράδειγμα |
γενική | τόπο· στάση (πάνω σε) | Ἰκέται ἐπὶ τῶν βωμῶν ἐκαθέζοντο. |
τόπο· το πλησίον (κοντά) | Ξενοφῶν κελεύει αὐτοῦ μεῖναι ἐπὶ τοῦ ποταμοῦ. | |
τόπο· το ενώπιον (μπροστά σε) | Οὐ γὰρ ἐπὶ μαρτύρων ἀλλὰ κρυπτόμενα πράσσεται τὰ τοιαῦτα. | |
τόπο· κατεύθυνση (για, προς) | Ἀνεχώρησαν ἐπ' οἴκου. | |
τόπο· τέρμα κίνησης | Οἱ πελτασταὶ ἀφίκοντο ἐπὶ τοῦ εὐωνύμου. | |
χρόνο· χρονική διάρκεια | Ἐπὶ Ἀλκισθένους ἀφικνεῖται ὁ Φιλώνδας ἐκ τῆς Μακεδονίας. | |
εξουσία, επιστασία | Ναύαρχον ἐπὶ τῶν νεῶν Πολέμωνα κατέστησεν. | |
διανομή (σε, από) | Καὶ ἐγένοντο βάθος οὐκ ἔλαττον ἤ ἐπὶ πεντήκοντα ἀσπίδων. | |
δοτική | τόπο· στάση (επάνω σε) | Ἀναβὰς ἐπὶ τῇ τριήρει ἀπέπλει. |
τόπο· το πλησίον (κοντά σε) | Ἐστρατοπεδεύσατο ἐπὶ τῷ Ἀπιδανῷ ποταμῷ. | |
ακολουθία (πίσω από) | Ἐτάχθησαν μέντοι ἐπ' αὐτοῖς πελτοφόροι. | |
χρόνο· χρονικό σημείο | Ἐπ' ἐξόδῳ πρὸς αὐτοὺς αἱ σπονδαὶ ἦσαν. | |
χρόνο· χρονική διάρκεια | Τοῦτον εἰλήφατ' ἐπ' αὐτοφώρῳ ταῦτα πεποιηκότα. | |
χρόνο· χρονική ακολουθία | ἀνέστη δ' ἐπ' αὐτῷ Χρυσάντας καὶ εἶπεν. | |
αιτία | Ἐπὶ πολλοῖς τῶν κατηγορουμένων ἠγανάκτησα. | |
επιστασία (επί, σε) | Ζητεῖ τὸν στρατηγὸν τὸν ἐπὶ τῇ δυνάμει τεταγμένον. | |
προσθήκη (εκτός από) | Κάρδαμον μόνον ἔχουσι ἐπὶ τῷ σίτῳ. | |
Εξάρτηση (εξαρτάται από) | Τοὺς νόμους εἶναι χρησίμους ἤ ἀχρήστους ἐφ' ὑμῖν ἐστιν. | |
σκοπό | Νόμον εἰσενήνοχ' ἐπὶ βλάβῃ τοῦ πλήθους. | |
συμφωνία, όρο, προϋπόθεση | Ἔδοξεν αὐτοῖς πυθέσθαι ἀλλήλων ἐπὶ τίσιν ἄν τὴν εἰρήνην ποιήσαιντο. | |
αιτιατική | τόπο· κίνηση προς τα πάνω | Οὐκ ἐτόλμησαν ἐπὶ τοὺς ἵππους ἀναβῆναι. |
κίνηση προς τόπο, απλή ή εχθρική | Ἀγησίπολις ἐπορεύετο ἐπὶ τὴν Ὄλυνθον. | |
τόπο· τέρμα κίνησης | Ἀφίκοντο ἐπὶ τὸ στρατόπεδον. | |
τόπο· τοπική έκταση | Προυκαλοῦντο δὲ τῶν μακρῶν τειχῶν ἐπὶ δέκα σταδίους καθελεῖν | |
χρόνο· χρονική διάρκεια | Τὀ γὰρ Ῥήγιον ἐπὶ πολὺν χρόνον ἐστασίαζε. | |
κατεύθυνση, απλή ή εχθρική | Ἠνάγκασε τὸν πληγέντα ἐπὶ τὸν ἰατρὸν ἐλθεῖν. | |
σκοπό | Τούτους ἔγραψεν ἐπαινέσαι καὶ καλέσαι ἐπὶ δεῖπνον. | |
αναφορά | Αὐτὸς προπετὴς ἦν ἐπὶ τὸ πολλοὺς ἀποκτείνειν. | |
τρόπο (με) | Οἱ δὲ Λακεδαιμόνιοι ἀνεχώρουν ἐπὶ πόδα. |
μετὰ: μεταξύ, ανάμεσα | ||
συντάσσεται με | δηλώνει | παράδειγμα |
γενική | τόπο· το μεταξύ | Ἕως ἦν μετ' ἀνθρώπων, μετὰ καλλίστης δόξης διετέλεσεν (ανάμεσα στους ανθρώπους, ζωντανός) |
χρόνο· το σύγχρονο (σε καιρό) | Μετ' ἀνακωχῆς οὐ βεβαίου ἔβλαπτον ἀλλήλους. | |
τρόπο (με) | Τἀληθῆ μετὰ παρησίας ἐρῶ πρὸς ὑμᾶς. | |
συμμετοχή, σύμπραξη (μαζί με) | Ζεὺς κατὰ Τιτάνων μετὰ τῶν τέκνων συνεμάχησε. | |
συμφωνία (σύμφωνα με) | Καὶ ταῦτ' ἐπράχθη μετὰ ψηφίσματος τοῦ δήμου. | |
συνοδεία (μαζί με) | Ἡ βαρβαρική ἀνδρεία μετὰ θυμοῦ ἐστίν. | |
δοτική | τόπο· μόνο στους ποιητές | Μετὰ πρώτοισιν ἵσταμαι. |
αιτιατική | τόπο· το μεταξύ (ανάμεσα σε) | Ῥέα κύμβαλον μετὰ χεῖρας ἔχει. |
χρόνο· χρονική ακολουθία | Λέγε δὲ τὴν ἐπιστολὴν ἥν ἔπεμψε Φίλιππος μετὰ ταῦτα. | |
τάξη, σειρά (ύστερα από) | Οἱ νόμοι μετὰ τοὺς θεοὺς ὁμολογοῦνται σῴζειν τἠν πόλιν. |
παρὰ: κοντά | ||
συντάσσεται με | δηλώνει | παράδειγμα |
γενική | τόπο· απομάκρυνση | Παρὰ μὲν Κύρου οὐδεὶς λέγεται αὐτομολῆσαι πρὸς βασιλέα. |
προέλευση (από, εκ μέρους) | Ἀφίκοντο παρὰ Δαρείου πρέσβεις. | |
δοτική | τόπο· πλησίον | Ὁ δὲ κλαίων ἐκαθέζετο παρὰ ταῖς ὄχθαις. |
αναφορά, κρίση (κατά την κρίση) | Δοκεῖς παρ' ἡμῖν οὐ βεβουλεῦσθαι καλῶς. | |
αιτιατική | τόπο· το πλησίον (κοντά σε) | Καθήμενος παρὰ τὰς ὄχθας τοῦ ποταμοῦ ὠδύρετο. |
κατεύθυνση σε πρόσωπο (προς) | Καὶ φεύγει Χαρίδημος ἐς τὴν Ἀσίαν παρὰ βασιλέα Δαρεῖον. | |
χρόνο· χρονική διάρκεια | Δεῖ τοῖς φίλοις παρὰ τὰς χρείας τὰς βοηθείας παρέχεσθαι. | |
σύγκριση (σε σύγκριση με) | Παρὰ τἄλλα ζῷα ὥσπερ θεοὶ ἄνθρωποι βιοτεύουσι. | |
εναντίωση (αντίθετα προς) | Οἱ Θηβαῖοι τὰς πόλεις παρὰ τοὺς ὅρκους κατειλήφασιν. | |
εξαίρεση, έλλειψη (παρά) | Παρὰ τρεῖς ἀφεῖσαν ψήφους τὸ μὴ θανάτῳ ζημιῶσαι. | |
αιτία (εξαιτίας) | Οὐδὲ γὰρ Φίλιππος παρὰ τὴν αὑτοῦ ῥώμην τοσοῦτον ἐπηύξηται... |
περὶ: ολόγυρα | ||
συντάσσεται με | δηλώνει | παράδειγμα |
γενική | τόπο (γύρω από) | Αὐτοὺς Κορίνθιοι περὶ γῆς ὅρων πολέμῳ κατεῖχον. |
αναφορά (σχετικά με) | Βούλομαί τι καὶ ἄλλο παράδειγμα περὶ τούτων εἰπεῖν. | |
αιτία (για) | Οἱ Θηβαῖοι ἔδεισαν περὶ τῆς πόλεως. | |
σκοπό (για) | Καὶ ἐνταῦθα πρέσβεις ἧκον περὶ φιλίας. | |
αξία προτίμηση | Οἱ τότε δικάζοντες τὸ δίκαιον περὶ πολλοῦ ἐποιήσαντο. | |
δοτική | τόπο (γύρω από) | Ὁ πλεῖστος δὲ φόνος περὶ ταῖς πύλαις αὐταῖς ξυνέβη. |
αιτία ή αναφορά (για) | Φοβηθεὶς περὶ τῷ χωρίῳ ἔπλει παρὰ τὴν γῆν. | |
αιτιατική | τόπο (γύρω από) | Περὶ Θήβας ἦν τὸ στρατόπεδον. |
χρόνο κατά προσέγγιση (περίπου) | Διαβέβληται ἡ πόλις περὶ τοὺς νυνὶ καιρούς. | |
ποσό κατά προσέγγιση (περίπου) | Ἐν ταῖς μάχαις ἀπέθανον περὶ πεντήκοντα καὶ διακοσίους. | |
αναφορά (ως προς, σχετικά με) | Περὶ τοὺς θεοὺς ἀσεβοῦσι. | |
ενασχόληση (με) | Καὶ Ἀγησίλαος μὲν δὴ περὶ ταῦτα ἦν. |
πρὸς: απέναντι, προς το μέρος | ||
συντάσσεται με | δηλώνει | παράδειγμα |
γενική | τόπο· το πλησίον (προς το μέρος) | Χαλκὶς πρὸς τῆς Βοιωτίας κεῖται. |
καταγωγή (από την πλευρά) | Ἐλεύθερος ἦν καὶ πρὸς πατρὸς καὶ πρὸς μητρός. | |
αναφορά (σχετικά με, ως προς) | Ὅ,τι δίκαιόν ἐστι καὶ πρὸς θεῶν καὶ πρὸς ἀνθρώπων, τοῦτο πράξω. | |
ωφέλεια (προς όφελος) | Σπονδὰς ποιησάμενος πρὸς Θηβαίων μᾶλλον ἤ πρὸς ἑαυτῶν... | |
επίκληση (στο όνομα, για όνομα) | Μηδαμῶς πρὸς θεῶν Ὀλυμπίων, θάνατον ἐκείνων τῶν ἀνδρῶν καταψηφίσησθε. | |
δοτική | τόπο· το πλησίον (κοντά σε) | Τὸ δὲ ἄλλο στράτευμα πρὸς τῇ πόλει ἀπέλιπεν. |
τόπο· το ενώπιον (μπροστά σε) | Ὑπὲρ τούτων ψευδῆ διαμαρτυρίαν πρὸς τῶ ἄρχοντι ἐποιήσατο. | |
ενασχόληση (με) | Πρὸς ἄλλῳ μετὰ ταῦτα ἐγενόμεθα. | |
προσθήκη (εκτός από) | Καὶ πρὸς τοῖς ἄλλοις κακοῖς οὗτος ἀπαίδευτος ἄνθρωπός ἐστι. | |
αιτιατική | τόπο· στάση (προς το μέρος) | πρὸς ἕω (προς την ανατολή), πρὸς ἑσπέραν (προς τη δύση) |
τόπο· το ενώπιον (μπροστά σε) | Τῶν ἀπόντων φίλων μέμνησο πρὸς τοὺς παρόντας. | |
χρόνο κατά προσέγγιση (περίπου) | πρὸς ἑσπέραν (προς το βράδυ) | |
φιλική ή εχθρική διάθεση ή ενέργεια | Τὴν πρὸς τούτον φιλίαν διαφυλάττουσιν. | |
αναφορά (σχετικά με, ως προς) | Οὐ πρὸς τὰ λεγόμενα ἀπολογεῖται. | |
σύγκριση (σε σύγκριση με) | Οὐδὲν τὰ χρήματα πρὸς τὴν εὐγένειαν. | |
σκοπό (για) | Πρὸς τί τοῦτο λέγεις, ὦ Σώκρατες; | |
τρόπο (με) | Ζελείτας ἔγνω πρὸς βίαν συστρατεῦσαι αὐτοὺς τοῖς βαρβάροις. | |
ενασχόληση (με) | Ἐγίγνοντο πρὸς τὸ πολιορκεῖν τὴν πόλιν. |
ὑπὸ: κάτω από | ||
συντάσσεται με | δηλώνει | παράδειγμα |
γενική | τόπο· (κάτω από) | Ξιφίδια ὑπὸ μάλης εἶχον. |
αιτία (εξαιτίας, από) | Θάσος κακῶς εἶχεν ὑπό τε τῶν πολέμων καὶ στάσεων. | |
συνοδεία (με συνοδεία) | Τὰ τείχη κατέσκαπτον ὑπ' αὐλητρίδων. | |
τρόπο (με) | Ὑπὸ σπουδῆς ἐπεσκεύασαν τὰς ναῦς. (με βιασύνη) | |
δοτική | τόπο (κάτω από) | Οἱ πολέμιοι ἀντιπαρετάξαντο ὑπὸ τῷ τείχει. |
υποταγή (υπό την εξουσία) | Οὕτω καὶ νῦν ἔτι ποιοῦσι οἱ ὑπὸ βασιλεῖ ὄντες. | |
επίβλεψη (υπό την επίβλεψη) | Ἐτύγχανε ὑπὸ παιδοτρίβῃ ἀγαθῷ πεπαιδευμένος. | |
αιτιατική | τόπο (κάτω από) | Ξενοφῶν ἐν τῇ ὑπὸ τὸ ὄρος κώμῃ ἐσκήνου. |
χρόνο· χρονική διάρκεια | Ὑπὸ νύκτα ἐπορεύοντο οἱ ὁπλῖται. | |
υποταγή (κάτω από την εξουσία) | Αἴγυπτος ὑπὸ βασιλέα ἐγένετο. |
ἄνευ | ||
συντάσσεται με | δηλώνει | παράδειγμα |
γενική | εξαίρεση, χωρισμό (χωρίς) | Οὐδεὶς ἀποθνήσκει ἄνευ τῆς ὑμετέρας ψήφου. |
προσθήκη (εκτός από) | Ὁ πόλεμος ἄνευ τοῦ καλὴν δόξαν ἐνεγκεῖν ἐν πᾶσι τοῖς κατὰ τὸν βίον ἀφθονωτέροις διῆγεν ἡμᾶς. |
ἄχρι / ἄχρις | ||
συντάσσεται με | δηλώνει | παράδειγμα |
γενική | τοπικό όριο | Τοὺς δὲ λοιποὺς ἐδίωξεν ἄχρι τῆς Μαλέας. |
χρονικό όριο (έως) | Ἄχρι τῆς τήμερον ἡμέρας οὐδὲν πρᾶξαι δυνάμεθα. |
ἕνεκα / ἕνεκεν | ||
συντάσσεται με | δηλώνει | παράδειγμα |
γενική | αιτία (εξαιτίας) | Ἰδίαις ἔχθρας ἕνεκα ταῦτα ποιοῦσι. |
σκοπό (για, για να) | Πάντα ποιεῖ ἕνεκα τοῦ τὴν πατρίδ' ἐλευθερῶσαι. | |
αναφορά (όσον αφορά, ως προς) | Φῶς εἰ μὴ εἴχομεν, ὅμοιοι τοῖς τυφλοῖς ἄν ἦμεν ἕνεκά γε τῶν ἡμετέρων ὀφθαλμῶν. |
μέχρι | ||
συντάσσεται με | δηλώνει | παράδειγμα |
γενική | τοπικό όριο | Οἱ ξύμμαχοι μέχρι τοῦ Ἰσθμοῦ ἦλθον. |
χρονικό όριο | Οἱ Ἀθηναῖοι ἐναυμάχησαν μέχρι δείλης. |
πλὴν | ||
συντάσσεται με | δηλώνει | παράδειγμα |
γενική | εξαίρεση | Ἅπαντες ἀπέθανον πλὴν ἑνός. |
ομοιόπτωτα προς προηγούμενο όρο της πρότασης | εξαίρεση | Πάντες ἄνθρωποι ἡδέως προσδέχονται τὰς ἑορτὰς πλὴν οἱ τύραννοι. |
χάριν | ||
συντάσσεται με | δηλώνει | παράδειγμα |
γενική | ||
σκοπό (για, για να) | Καὶ ταῦτά σοι Γοργίου χάριν ἀπεκρινάμην. |
χωρὶς | ||
συντάσσεται με | δηλώνει | παράδειγμα |
γενική | ||
εξαίρεση, χωρισμό (χωρίς) | Χωρὶς δήπου σοφία ἐστὶν ἀνδρείας. | |
προσθήκη (εκτός από) | Χωρὶς δὲ τούτων φύλακας ἐν ταῖς ἀκροπόλεσι τρέφει. |
ὡς | ||
συντάσσεται με | δηλώνει | παράδειγμα |
αιτιατική | ||
κατεύθυνση σε πρόσωπο | Πορεύεται ὡς βασιλέα. | |
ποσό κατά προσέγγιση | Ἱππέας εἶχεν ὡς διακοσίους. |
Συντακτικό Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας Α', Β', Γ' Γυμνασίου, Πολυξένη Μπίλλα, ΟΕΔΒ, Αθήνα, Έκδοση Α 2007
Συντακτικό της Αρχαίας Ελληνικής, Α. Β. Μουμτζάκης, ΟΕΔΒ, Αθήνα, Έκδοση 2006
Συντακτικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (σε 66 ενότητες), Ν.Σπ. Ασωνίτη, Β.Δ. Αναγνωστόπουλου, Αθήνα χ.χ.
Συντακτικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας, Λιναρδής Ιωάννης, εκδ. Χατζηθωμά, Θεσσαλονίκη, 2009
Συντακτικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας, Καραδήμος Ιωάννης, εκδ. Φίλιππος, Θεσσαλονίκη, 1992
Συντακτικόν της Ελληνικής Γλώσσης, Κωνσταντίνος Σ. Κατεβαίνης, εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα, 1978