Ο Ευρυσθέας από την πλευρά του πατέρα του Σθένελου ήταν Περσείδης και από την πλευρά της μητέρας του Νικίππης ή Μενίππης Πελοπίδης. [Εικ. 1] Αδελφές του, μεγαλύτερες, ήταν η Αλκυόνη και η Μέδουσα, ανιψιά του η Αλκμήνη και μικρανεψιός του ο Ηρακλής, με τον οποίο πριν ακόμη γεννηθούν βρέθηκε σε σχέσεις ανταγωνισμού. Και τούτο γιατί ο Δίας διακήρυξε στους θεούς ότι ο απόγονος του Περσέα, που επρόκειτο να γεννηθεί εκείνες τις ημέρες, θα γινόταν βασιλιάς των Μυκηνών. Φυσικά ο Δίας εννοούσε το παιδί που θα γεννούσε η ερωμένη του Αλκμήνη. Όμως η Ήρα, από ζήλια που εκδηλωνόταν στις ερωμένες του άνδρα της και στα παιδιά τους, τον δέσμευσε με όρκο ότι ο Περσείδης που θα γεννιόταν πρώτος θα δοξαζόταν, ενώ ο δεύτερος θα ήταν υποχρεωμένος να τον υπηρετεί όλη του τη ζωή. Ο Δίας ορκίστηκε και η Ήρα έβαλε όλα τα μέσα για να καθυστερήσει τον τοκετό της Αλκμήνης που ήταν στις μέρες της και να επισπεύσει τη γέννηση του παιδιού της Νικίππης, η οποία βρισκόταν μόλις στον έβδομο μήνα.
Όταν η Αλκμήνη άρχισε να κοιλοπονά, οι Μοίρες και η Ειλείθυια εγκαταστάθηκαν μπροστά στο δωμάτιό της, κάθισαν κάτω και έδεσαν τα χέρια τους γύρω από τα γόνατά τους, ώστε «δένοντας» τους πόνους της επίτοκης να καθυστερήσουν τη γέννηση του παιδιού· αντίθετα, επιτάχυναν τους πόνους της Νικίππης. Αν και οι θεές έλυσαν νωρίτερα τα δεμένα χέρια τους τρομαγμένες από το πέρασμα μιας νυφίτσας, ή γιατί η κόρη του Προίτου και φίλη της Αλκμήνης Γαλινθιάδα τις ξεγέλασε με ένα ψέμα, ωστόσο η Ήρα πρόλαβε και έκανε τη Νικίππη να γεννήσει. [Εικ. 2, 3, 4, 5, 6, 7] Και ο Ευρυσθέας που γεννήθηκε πρώτος, θα εξουσίαζε τους γείτονες, όπως είχε δεσμευτεί ο Δίας ότι θα γίνει, και ο Ηρακλής που γεννήθηκε τέσσερις μέρες μετά (τετράδι γέγονας) μπήκε στην υπηρεσία του.
Ο Ευρυσθέας παντρεύτηκε την Αντιμάχη, κόρη του Μελανίωνα και εγγονή του Αμφιδάμαντα. Μαζί απέκτησαν πέντε αγόρια —Αλέξανδρος, Ιφιμέδοντας, Ευρύβιος, Μέντορας, Περιμήδης ήταν τα ονόματά τους— και δύο κόρες, την Αλκυόνη και την Αδμήτη.
Η δουλική υπηρεσία του Ηρακλή στον Ευρυσθέα
Η Ήρα, από ζήλια για τον ξεχωριστό και αγαπημένο γιο του άνδρα της, ενέβαλε μανία στον Ηρακλή, και αυτός έριξε στη φωτιά τα ίδια του τα παιδιά, που τα είχε αποκτήσει από τη Μεγάρα, καθώς και τα δυο παιδιά του Ιφικλή. Ο Ηρακλής καταδίκασε τον εαυτό του σε εξορία και, αφού εξαγνίστηκε από τον Θέσπιο, πήγε στο μαντείο των Δελφών για να ρωτήσει τον θεό σε ποιον τόπο να εγκατασταθεί. Και τότε, για πρώτη φορά η Πυθία τον αποκάλεσε Ηρακλή από Αλκείδη που πρώτα ονομαζόταν (προφανώς από τον παππού του Αλκαίο) και του είπε να εγκατασταθεί στην Τίρυνθα, να υπηρετήσει τον Ευρυσθέα για δώδεκα χρόνια επιτελώντας δέκα άθλους που θα του επέβαλε· μετά θα γινόταν αθάνατος. Αυτή την αιτία των άθλων προβάλλει ο Απολλόδωρος, και υποστηρίζεται και από άλλους συγγραφείς (Σχ. στον Όμ., Ο 639. Διόδ. Σ. 4.10.6). Ο Όμηρος ανάγει το γεγονός στο μίσος της Ήρας (Ιλ., Τ 103 κ.ε.), ενώ ο Ευριπίδης (Ηρ. 15 κ.ε.) στην επιθυμία του Ηρακλή να επανασυνδεθεί με το γένος του πατέρα του, από το οποίο είχε αποκοπεί, επειδή είχε ακούσια σκοτώσει τον Ηλεκτρύωνα, πατέρα της Αλκμήνης. Επομένως, οι άθλοι αποτελούσαν μια πράξη εξευμενισμού του γένους μέσα από τον υποβιβασμό του και τη δουλική υπηρεσία στον Ευρυσθέα. Υπάρχει και η άποψη ότι ο Ηρακλής έκανε τους άθλους για χάρη του Ευρυσθέα, με τον οποίο συνδεόταν ερωτικά —Διότιμος δ᾽ ἐν τῇ Ἡρακλείᾳ (p. 213 Ki) Εὐρυσθέα φησὶν Ἡρακλέους γενέσθαι παιδικά, διόπερ καὶ τοὺς ἄθλους ὑπομεῖναι (Αθήν. 13.80.24) και οἱ δὲ παιδικὰ Ἡρακλέους θέλουσιν Εὐρυσθέα· διὸ χαριζόμενον αὐτῷ ἐπιτάσσεσθαι τοὺς ἄθλους (Σχ. στην Ιλ., 15.639c). Ωστόσο, η άποψη αυτή δεν δικαιολογεί άλλα σημεία του μύθου, όπως το μίσος της Ήρας, τον εξαγνισμό, τον χρησμό για την αθανασία του Ηρακλή μετά την περάτωση των άθλων κ.τ.λ.
Αυτή είναι η ιστορία από την πλευρά του Ηρακλή· γιατί από την πλευρά του Ευρυσθέα λεγόταν ότι η αιτία που επέβαλε στον μικρανεψιό του τους άθλους ήταν επειδή τον φοβόταν πολύ και ήθελε να τον εξοντώσει. Ο φόβος του εκδηλώθηκε αμέσως μετά την επιτέλεση του πρώτου άθλου, όταν ο Ηρακλής μπήκε στις Μυκήνες κουβαλώντας στους ώμους του το νεκρό λιοντάρι της Νεμέας. Έκπληκτος ο Ευρυσθέας από την τόλμη του, του απαγόρευσε στο εξής να μπαίνει μέσα στην πόλη και του έδωσε την εντολή να επιδεικνύει τα αποτελέσματα των άθλων του μπροστά στις πύλες της πόλης. Λένε μάλιστα ότι φοβήθηκε τόσο που κατασκεύασε για τον εαυτό του ένα χάλκινο πιθάρι και το έχωσε κάτω από το γη —εκεί κρύφτηκε όταν ο Ηρακλής κουβάλησε τον Ερυμάνθιο κάπρο— και ότι παράγγελνε τους άθλους στέλνοντας στον Ηρακλή τον κήρυκα Κοπρέα, γιο του Πέλοπα, που τον είχε εξαγνίσει για έναν φόνο που είχε διαπράξει. [Εικ. 8, 9, 10, 11, 12, 13, 14] Οι άθλοι που έπρεπε ο Ηρακλής να επιτελέσει ήταν δέκα, όμως ο Ευρυσθέας δεν προσμέτρησε δύο και γι’ αυτό τους αύξησε σε δώδεκα. Ο πρώτος ήταν ο φόνος της Λερναίας Ύδρας, γιατί ισχυρίστηκε πως ο Ηρακλής δεν νίκησε μόνος του τη νεροφίδα αλλά μαζί με τον ανιψιό του Ιόλαο. Ο δεύτερος ήταν ο κόπρος του Αυγεία, γιατί θεώρησε ότι το αντίτιμο που είχε ζητήσει ο Ηρακλής από τον βασιλιά της Ήλιδας, το ένα δέκατο από τα ζώα του, ακύρωνε τον άθλο, έστω κι αν ο Ηρακλής δεν εισέπραξε την υπεσχημένη αμοιβή. Έτσι, προστέθηκαν δύο ακόμη άθλοι —ο Ευρυσθέας τού ζήτησε τα μήλα των Εσπερίδων και τον Κέρβερο. Σε ορισμένες περιπτώσεις το ζήτημα για τον Ευρυσθέα ήταν αυτή καθαυτή η δοκιμασία του Ηρακλή. Όταν, για παράδειγμα, ο Ηρακλής τού έφερε τον ταύρο από την Κρήτη και του τον έδειξε, στη συνέχεια εκείνος τον άφησε ελεύθερο· και ο ταύρος περιπλανήθηκε σε όλη τη Σπάρτη και την Αρκαδία, πέρασε τον Ισθμό και έφτασε στον Μαραθώνα της Αττικής, όπου λυμαινόταν τους ντόπιους. Το ίδιο λεγόταν και για τις φοράδες του Διομήδη — ο Ευρυσθέας τις ελευθέρωσε και αυτές πήγαν στο βουνό που λεγόταν Όλυμπος, όπου και κατασπαράχτηκαν από θηρία· ή τις αφιέρωσε στην Ήρα και η σπορά τους διατηρήθηκε ως τη βασιλεία του Αλέξανδρου του Μακεδόνα. Τον σκύλο του Κάτω Κόσμου, τον Κέρβερο, ζήτησε από τον Ηρακλή να τον γυρίσει πάλι πίσω στον Άδη· και του δώρισε και τα μήλα των Εσπερίδων (απ’ αυτόν τα πήρε η Αθηνά και τα έβαλε στη θέση τους, γιατί δεν ήταν σύμφωνο με τους θείους νόμους να βρίσκονται σε κάποιον άλλον τόπο). Παρά τη σκληρή συμπεριφορά του Ευρυσθέα, ο Ηρακλής προστάτευσε την αδελφή του Αλκυόνη από την ορμητική βία του Κένταυρου Όμαδου. Εξάλλου, για λογαριασμό της κόρης του Αδμήτης, ο Ευρυσθέας παρήγγειλε στον Ηρακλή να φέρει τη ζώνη της Αμαζόνας Ιππολύτης. Πάντως, το γεγονός ότι ο ακατάβλητος ήρωας επιτελούσε τους άθλους κατά παραγγελία του Ευρυσθέα τον προστάτευε από την οργή των θεών, όπως της Άρτεμης όταν κυνήγησε και έπιασε το ελάφι με τα χρυσά κέρατα.
Αμέσως μετά τον θάνατο και την αποθέωση του Ηρακλή, τα παιδιά του έμειναν χωρίς προστάτη και εκτεθειμένα στο μίσος του Ευρυσθέα. Γι’ αυτό κατέφυγαν στην Τραχίνα, στον βασιλιά Κήυκα, που και παλαιότερα είχε δεχθεί τον εξόριστο και καταδιωγμένο Ηρακλή, μαζί με τη γυναίκα του και τον γιο τους Ύλλο· εξάλλου, ο ήρωας τον είχε βοηθήσει να απαλλαχθεί από την πίεση των Δρυόπων. Αλλά ο Ευρυσθέας πίεσε τον Κήυκα να τους διώξει. Εκείνος, φοβούμενος έναν πόλεμο με τον Ευρυσθέα, έδιωξε τους απογόνους αυτού με τον οποίο είχε δεθεί με πράξεις αμοιβαίας ευεργεσίας. Οι Ηρακλείδες κατέφυγαν στην Αθήνα, όπου βασίλευε ο Θησέας (ή ο γιος του Δημοφώντας), και του ζήτησαν άσυλο προσπέφτοντας ικέτες στον Ελέου βωμόν. Και κανένας από τους Αθηναίους, ούτε ο βασιλιάς ούτε κανένας από τους πολίτες, δέχθηκε να τους παραδώσει παραβιάζοντας το εθιμικό δίκαιο που κρατούσε τους ικέτες προστατευμένους. [Εικ. 15] Όταν ο Ευρυσθέας κήρυξε τον πόλεμο εναντίον της Αθήνας, οι Αθηναίοι ζήτησαν χρησμό από το μαντείο που προφήτευσε ότι οι Αθηναίοι θα νικούσαν αν θυσιαζόταν με τη θέλησή της μία παρθένος από γένος ευγενών. Μόλις η κόρη του Ηρακλή και της Δηιάνειρας Μακαρία πληροφορήθηκε τον χρησμό, προσφέρθηκε η ίδια για τη θυσία, εξασφαλίζοντας με αυτόν τον τρόπο τη νίκη των Ηρακλειδών και των Αθηναίων έναντι του Ευρυσθέα. [Εικ. 16] Έτσι, Ηρακλείδες και Αθηναίοι, οι οποίοι μάλιστα σε όλους τους αιώνες περηφανεύονταν ότι η πόλη τους ήταν η μόνη που είχε συντρέξει τα παιδιά του Ηρακλή, κατατρόπωσαν τον στρατό του εχθρού τους, σκότωσαν τους πέντε γιους του και ο Ύλλος καταδίωξε τον Ευρυσθέα μέχρι τις Σκιρωνίδες πέτρες, όπου και τον σκότωσε, του έκοψε το κεφάλι και το έδωσε στη γιαγιά του Αλκμήνη· και αυτή με τ’ αδράχτια της του έβγαλε τα μάτια. Άλλες παραδόσεις θέλουν τον Ευρυσθέα να βρίσκει τον θάνατο από το χέρι του Ιόλαου κοντά στα Μέγαρα, όπου υπήρχε και ο τάφος του, ή ότι η μάχη δόθηκε στον Μαραθώνα, όπου και σκοτώθηκε, αλλά τάφηκε το μεν σώμα του στον Γαργηττό, η δε κεφαλή στην Τρικόρυνθο, κοντά στην πηγή που έφερε το όνομα της κόρης του Ηρακλή Μακαρίας. Σύμφωνα με τον Ευριπίδη ο Ευρυσθέας πιάστηκε αιχμάλωτος από τον Ιόλαο που τον έφερε στην Αθήνα για να τον παραδώσει στην Αλκμήνη, η οποία απαίτησε τον θάνατό του παρά τις παροτρύνσεις των Αθηναίων να μην προβούν σε μια τέτοια ενέργεια. Σε αυτή την εκδοχή ο Ευρυσθέας εκτελέστηκε και θάφτηκε στην Παλλήνη της Αττικής.
Σχετικά λήμματα
ΑΔΜΗΤΗ, ΑΛΚΜΗΝΗ, ΑΛΚΥΟΝΗ, ΑΥΓΕΙΑΣ ή ΑΥΓΕΑΣ, ΓΑΛΙΝΘΙΑΔΑ, ΔΗΙΑΝΕΙΡΑ, ΔΙΟΜΗΔΗΣ, ΗΛΕΚΤΡΥΩΝΑΣ, ΗΡΑ, ΗΡΑΚΛΗΣ, ΘΕΣΠΙΟΣ ή ΘΕΣΤΙΟΣ, ΙΦΙΚΛΗΣ, ΙΟΛΑΟΣ, ΙΠΠΟΛΥΤΗ, ΚΕΡΒΕΡΟΣ, ΚΟΠΡΕΑΣ, ΚΗΥΚΑΣ, ΛΕΡΝΑΙΑ ΥΔΡΑ, ΜΑΚΑΡΙΑ, ΜΕΓΑΡΑ, ΟΜΑΔΟΣ, ΠΕΛΟΠΑΣ, ΠΕΡΣΕΑΣ, ΠΥΘΙΑ, ΣΘΕΝΕΛΟΣ, ΥΛΛΟΣ