Ο ρόλος των γονιών στην ανάπτυξη των παιδιών: Το μοντέλο του «τέλειου γονέα»

Μέσα σε λίγες δεκαετίες ο τύπος του γονέα στη χώρα έχει αλλάξει ριζικά. Οι γονείς τα παλαιότερα χρόνια είχαν εντελώς διαφορετικά χαρακτηριστικά. Δεν ασχολούνταν τόσο επισταμένα με τα παιδιά τους στην καθημερινότητά τους.

όσον αφορά την απόκτηση προσόντων και την σχολική επιτυχία. Η επιθυμία για τις σπουδές των παιδιών είναι θα έλεγα διαχρονική, αλλά φαίνεται ότι σήμερα το κίνητρο είναι διαφορετικό: οι σημερινοί γονείς προσδοκούν όχι απλά την επαγγελματική εξασφάλιση για τα παιδιά τους αλλά τη διάκριση. Και κάπως έτσι μιλάμε για το μοντέλο του «τέλειου γονέα» του σήμερα που θέλει να γνωρίζει και να φροντίζει και την παραμικρή λεπτομέρεια όσον αφορά το πρόγραμμα του παιδιού του, που καθορίζει όλα τα βήματα που θα πρέπει να ακολουθήσει το παιδί του ώστε να πετύχει την τελειότητα, που τρέμει στην ιδέα ότι το παιδί του μπορεί να πληγωθεί, να κάνει λάθος ή να αποτύχει και που θέλει να καλύψει πέρα από βασικές ανάγκες του παιδιού του και τις βαθύτερες ανάγκες του. Τις βαθύτερες ανάγκες του όμως όπως τις φαντάζεται ο ίδιος και όχι απαραίτητα όπως πραγματικά είναι.

Και κάπως έτσι μοιάζει σήμερα η γονεϊκότητα να έχει εξελιχθεί σε επιστήμη, με ειδικούς, με σχολές γονέων, με μελέτες και βιβλιογραφία. Αναρωτιέμαι όμως μήπως με όλα αυτά έχει χαθεί το γονεϊκό ένστικτο και η χαρά της περιπέτειας του να μεγαλώνεις παιδιά; Τι ψυχικό κόστος έχει ο κάθε γονιός στο να μπορέσει να ανταπεξέλθει στις απαιτήσεις που έχει βάλει ο ίδιος στον εαυτό του, αλλά και στο παιδί του; Τελικά τα παιδιά έχουν ανάγκη τόση πολλή και εμπεριστατωμένη γονεϊκή μέριμνα ή μήπως αυτή τους την ανάγκη την καλλιεργούμε εμείς οι γονείς γιατί θέλουμε να καλύψουμε δικές μας ανάγκες;

Από την εμπειρία μου στις θεραπευτικές συνεδρίες φαίνεται ότι στα σημερινά παιδιά η προσκόλληση των γονέων πάνω τους, αντί να αποτιμάται ως ενδιαφέρον, δρα απωθητικά. Τα παιδιά νιώθουν ότι τους έχουν ρουφήξει όλο το χώρο και το χρόνο της αυθυπαρξίας και της αυτοδιάθεσης. Επίσης είναι φανερό ότι οι υπερβολικές προσδοκίες των γονέων δεν εκλαμβάνονται από τα παιδιά τους ως ανιδιοτελείς που αφορούν το δικό τους καλό, αλλά ως μια ευκαιρία να εκπληρώσουν οι ίδιοι δικές τους προσδοκίες.

Ναι αλλά όπως οι «τέλειοι γονείς» καθρεπτίζονται στα παιδιά τους έτσι και τα παιδιά αυτά έχουν μάθει να καθρεπτίζονται στους γονείς τους. Τι συμβαίνει λοιπόν όταν ένα παιδί βλέπει στο είδωλό του τη μορφή ενός απογοητευμένου γονέα; Η αυτό-εικόνα του τραυματίζεται βαριά. Μάλιστα, είναι πολύ δύσκολο να επουλωθεί και πολύ πιθανό αυτό να καθορίσει και τις μελλοντικές σχέσεις του παιδιού με άλλους ανθρώπους.

Χρειάζεται ο γονιός να μάθει να αποδέχεται την δική του ατελή φύση, τις αδυναμίες του, το δικαίωμα στο λάθος ίσως τότε να μπορεί να χαρεί και να χαρίσει τον ομορφότερο ρόλο της ζωής: του όμορφα ατελούς αλλά αληθινού γονέα.

Ο γονεϊκός έλεγχος και η συναισθηματική ζεστασιά των γονέων επηρεάζουν άμεσα την επιθετικότητα και την προκοινωνική συμπεριφορά των παιδιών, την αυτοαντίληψή τους, την εσωτερίκευση των ηθικών αξιών και την ανάπτυξη της κοινωνικής επάρκειας.

Οι ερευνητές έχουν κατηγοριοποιήσει τέσσερις τύπους γονεϊκότητας:

  • Δημοκρατικός τύπος γονεϊκότητας:

Οι γονείς είναι ανοιχτοί στην επικοινωνία με τα παιδιά και έχουν σταθερούς αλλά όχι άκαμπτους κανόνες. Αναγνωρίζουν την ανάγκη του παιδιού τους για έλεγχο και ατομικότητα, θεωρούν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των γονέων και των παιδιών συμπληρωματικές και χαρακτηρίζονται από ευαισθησία στις ικανότητες των παιδιών και κατανόηση για τα αναπτυξιακά βήματα που πρέπει να κάνουν. Έχει βρεθεί ότι τα παιδιά τους έχουν ικανοποιητική λειτουργικότητα ως προς τις περισσότερες πλευρές της ζωής. Είναι καλύτερα προσαρμοσμένα, πιο αυτάρκη, βασίζονται περισσότερο στον εαυτό τους, έχουν αυτοέλεγχο, είναι κοινωνικά επαρκή, με καλύτερη σχολική επίδοση και περισσότερη αυτοπεποίθηση και αυτοεκτίμηση.

  • Αυταρχικός τύπος γονεϊκότητας:

Οι γονείς δίνουν διαταγές και περιμένουν από τα παιδιά να τις υπακούσουν χωρίς να δίνουν εξηγήσεις. Αυτοί οι γονείς δημιουργούν οικογένειες με οργάνωση και ξεκάθαρους κανόνες. Οι γονείς έχουν λίγη επικοινωνία με τα παιδιά τους και άκαμπτους κανόνες. Επιτρέπουν ελάχιστη ανεξαρτησία. Τα παιδιά τα πάνε μέτρια στο σχολείο, δεν εκδηλώνουν προβλήματα συμπεριφοράς, έχουν φτωχότερες κοινωνικές δεξιότητες, χαμηλότερη αυτοεκτίμηση και αυξημένα ποσοστά κατάθλιψης. Συχνά είναι αποσυρμένα, φοβισμένα, δύσθυμα, μη διεκδικητικά και ευερέθιστα. Μπορεί να επαναστατούν και να εκδηλώνουν επιθετική συμπεριφορά.

  • Επιτρεπτικός τύπος γονεϊκότητας:

Δεν είναι παραδοσιακοί γονείς, δεν επιδιώκουν την ωριμότητα και αποφεύγουν τους τσακωμούς με τα παιδιά τους. Οι γονείς θέτουν λίγους ή κανέναν περιορισμό στο παιδί και προσφέρουν αγάπη άνευ όρων. Προσφέρουν ελευθερία αλλά περιορισμένη καθοδήγηση. Δίνουν τη δυνατότητα στα παιδιά να επικοινωνήσουν μαζί τους. Αν και η επιτρεπτικότητα είναι το αντίθετο του περιορισμού, δε φαίνεται να προκαλεί πάντα αντίθετα αποτελέσματα. Τα παιδιά επιτρεπτικών γονέων συχνά χαρακτηρίζονται ως «δύσκολα». Τείνουν να είναι επιθετικά και επαναστατημένα, έχουν δύσκολη κοινωνική προσαρμογή, δείχνουν επιείκεια προς τον εαυτό τους και είναι παρορμητικά.

  • Αδιάφορος τύπος γονεϊκότητας:

Οι γονείς κρατούν σε απόσταση τα παιδιά τους και ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις τους μόνο για να σταματήσουν αυτά να ζητούν. Δεν θέτουν όρια και λείπει η στοργή για τα παιδιά. Είναι συναισθηματικά απόμακροι, επικεντρώνονται στις δικές τους δυσκολίες και δεν απομένει ενέργεια για τα παιδιά τους. Στην περίπτωση που οι γονείς συμπεριφέρονται με εχθρότητα προς τα παιδιά αυτά τείνουν να εκδηλώνουν έντονες καταστρεπτικές παρορμήσεις και παραβατική συμπεριφορά.

Αξίζει να σημειώσουμε ότι η υιοθέτηση ενός μοντέλου από αυτά εξαρτάται και από τον χαρακτήρα του γονιού και σχεδόν ποτέ δεν εφαρμόζεται αμιγώς ένα. Άλλωστε οι γονείς είναι δυο. Εδώ να επισημάνουμε ότι είναι πολύ σημαντικό οι γονείς να συμφωνούν στο μοντέλο που θα εφαρμόσουν για να διαπαιδαγωγήσουν τα παιδιά τους, με τα συν και τα πλην τους, φυσικά.

Τα παιδιά λοιπόν παρατηρούν, καταγράφουν και αναπαράγουν τη συμπεριφορά των γονέων, απλώς μιμούμενα στην αρχή αυτή τη συμπεριφορά, τις στάσεις που υιοθετούν σε κάθε περίπτωση κι αργότερα στην περίοδο της εφηβείας διυλίζουν τη συμπεριφορά τους, την κριτικάρουν, την αποδοκιμάζουν ή την επιδοκιμάζουν, στο σύνολό της ή μερικώς, παίρνοντας τα στοιχεία εκείνα που «τους ταιριάζουν» για να χτίσουν τη δική τους προσωπικότητα, για να δομήσουν το δικό τους προσωπικό αξιολογικό σύστημα.

Η γονεϊκότητα είναι μία πολύπλοκη διαδικασία, η οποία περιλαμβάνει πολύ περισσότερα από μία μητέρα ή έναν πατέρα που παρέχουν τροφή, ασφάλεια και στοργή σε ένα παιδί.

Γιαννοπούλου Μαρία

Ψυχολόγος ΑΠΘ, MSc,

Εκπαιδευμένη στην Ψυχοθεραπεία Gestalt,

Παιδοψυχολογία & Ψυχολογία Εφήβου

Δόκιμο Τακτικό Μέλος Ελληνικής Εταιρίας Ψυχοθεραπείας Gestalt

6942217440

maria.giannopulu@gmail.com

Αφήστε μια απάντηση