Αφορμή για αυτό το άρθρο αποτέλεσε η συμμετοχή μου από τον Απρίλιο του 2015 στο πρόγραμμα Πρόγραμμα Παιδαγωγικής & Διδακτικής Επάρκειας που διοργανώνει το Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Κρήτης (Κέντρο Μελέτης της Ιστορίας της Εκπαίδευσης και του Διδασκαλικού Επαγγέλματος -ΚΕΜΕΙΕΔΕhttp://www.katartisi.org/. Στα πλαίσια του προγράμματος έχω αναλάβει την ενότητα Σύγχρονες Προσεγγίσεις στη Διδασκαλία των Φυσικών Επιστημών.

Το πρόγραμμα παρακολουθούν  εκπαιδευτικοί κυρίως τεχνολογικών ή και επαγγελματικών ειδικοτήτων, που οι περισσότεροι, τα τελευταία χρόνια εργάζονται ως αναπληρωτές στην Τεχνική  / Επαγγελματική εκπαίδευση. Για αυτούς το πιστοποιητικό αποτελεί κλειδί για την κατάταξή τους στους αντίστοιχους πίνακες, ενώ πολλοί από αυτούς έχουν επιπλέον σπουδές μετά το βασικό τους πτυχίο.

Ξεκινώντας τη συνεργασία μαζί τους, καταγράφουμε τις εκπαιδευτικές προσεγγίσεις που εφαρμόζουν στην τάξη. Η συντριπτική πλειοψηφία των εκπαιδευτικών αναφέρει ότι εφαρμόζει διαδικασίες που άμεσα ή έμμεσα υποδεικνύουν δασκαλοκεντρικές προσεγγίσεις και μοντέλα που παραπέμπουν σε μετάδοση γνώσεων, ενώ συχνά κάποιος αναφέρει ότι “μεταλαμπαδεύουμε” τις γνώσεις στους μαθητές.

Όταν σε επόμενο βήμα τους ζητάμε να αναστοχαστούν και να περιγράψουν θετικές εμπειρίες που είχαν από την εκπαίδευση είτε ως μαθητές είτε ως εκπαιδευτικοί, περιγράφουν  τελείως διαφορετικές προσεγγίσεις που εμπεριέχουν ενεργό συμμετοχή των μαθητών, σύνδεση της θεωρίας με την πράξη, εργασία σε ομάδες, συνεργασία, αποδοχή και παιδαγωγική εκμετάλλευση του λάθους.

Το χάσμα μεταξύ του τι έχουν βιώσει οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί ως  θετικό και του τι εφαρμόζουν είναι τεράστιο.

Προσπαθώντας να ερμηνεύσουμε αυτή τη διαφοροποίηση καταλήγουμε στο ότι αυτοί οι εκπαιδευτικοί καλούνται να διδάξουν, χωρίς να έχουν καμία προηγούμενη παιδαγωγική γνώση με αποτέλεσμα να “αυτοσχεδιάζουν”, εφαρμόζοντας τις πιο συνήθεις προσεγγίσεις που ακολουθούσαν οι δάσκαλοί τους και δυστυχώς όχι πάντα τις πιο θετικές.

Μέσα από το πρόγραμμα και παρά τη μικρή διάρκεια του, οι συνάδελφοι που όπως αποδεικνύεται προσπαθούν να γίνουν αποτελεσματικότεροι στη δουλειά τους, έρχονται σε επαφή με τις σύγχρονες παιδαγωγικές προσεγγίσεις, όχι μόνο θεωρητικά αλλά και μέσα από διαδικασίες προβληματισμού και εφαρμογής.  Ως αποτέλεσμα αυτής της πορείας, όπως καταγράφεται μέσα από τις εργασίες τους, είναι να αναδιαμορφώνουν την οπτική τους απέναντι στην εκπαιδευτική διαδικασία, να υιοθέτουν συμμετοχικές προσεγγίσεις, να προχωρούν σε ενεργοποίηση των μαθητών, να εφαρμόζουν την εργασία σε ομάδες, αλλά και να  έχουν ευαισθητοποιηθεί στο να προσφέρουν εξατομικευμένη υποστήριξη των μαθητών με ιδιαίτερες μαθησιακές ανάγκες.

Θεωρώ ότι η σημαντική αλλαγή στη στάση και τις πρακτικές που εφαρμόζουν οι εκπαιδευτικοί αναδεικνύει τη σημαντικότητα του προγράμματος και την ανάγκη για γενίκευσή του και την επέκτασή του με αυτή τη μορφή ή ως γενικευμένη επιμόρφωση και στους ήδη υπηρετούντες εκπαιδευτικούς που δεν έχουν Παιδαγωγική Κατάρτιση

Δεν πρέπει να παραβλέψω να σημειώσω ότι στην επιτυχία του προγράμματος καθοριστικό ρόλο παίζει  η δομή του προγράμματος που τους δίνει την ευκαιρία να έχουν επαφή με πολλαπλές και σύγχρονες εκπαιδευτικές πρακτικές. Η χρησιμοποίηση των ψηφιακών εργαλείων δίνει τη δυνατότητα επικοινωνίας και συνεργασίας από απόσταση, με αποτέλεσμα να μπορούν να το παρακολουθήσουν συνάδελφοι από όλη τη Ελλάδα.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *