Της μαθήτριας Δρακάκη Βούλας,
Γ1
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος: Η ζωή και η
πολιτική του δράση.
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος (Μουρνιές Χανίων, 23 Αυγούστου 1864 –
Παρίσι, 18 Μαρτίου 1936) υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους πολιτικούς της
νεωτέρας Ελλάδας. Πρωταγωνίστησε στην αυτονομία της Κρητικής Πολιτείας και την
οριστική ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα, συνέβαλε στην απελευθέρωση της
Μακεδονίας, στην είσοδο της Ελλάδας στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, και στην οργάνωση
της χώρας στα πρότυπα αστικού κράτους διατελώντας πάρα πολλές φορές
πρωθυπουργός.
Η Βιογραφία
του: Όταν ξέσπασε στην Κρήτη η επανάσταση του 1866, η οικογένειά
του κατέφυγε στη Σύρο. Όταν ηρέμησαν τα
πράγματα, ο πατέρας του Κυριάκος παρέμεινε στην Ελλάδα επειδή δεν του επετράπη
η επάνοδος στην Κρήτη λόγω του ότι είχε συμμετάσχει στην επανάσταση, και μόνο
το 1872 που χορήγησε αμνηστία ο Σουλτάνος. Τότε η οικογένεια επέστρεψε στο
νησί. Ο Βενιζέλος έκανε τις σπουδές του στο εκπαιδευτήριο Αντωνιάδου στην Αθήνα
μετά από εισαγωγικές εξετάσεις. Είχε παρακολουθήσει τα μαθήματα της πρώτης
γυμνασιακής τάξης στα Χανιά το 1876 - 1877 με τον ελληνοδιδάσκαλο Ιωάννη
Παπαδάκη. Το απολυτήριο του Γυμνασίου το πήρε από το Γυμνάσιο της Ερμούπολης
Σύρου, όπου παρακολούθησε την τελευταία τάξη. Επίσης ο πατέρας του ήταν έμπορος
και ήθελε να βάλει στη δουλειά αυτή και το γιο του& έτσι, ο νεαρός
Ελευθέριος δούλεψε για δύο χρόνια στο κατάστημα του πατέρα του. Αλλά ο Γεώργιος
Ζυγομαλάς, γενικός τότε πρόξενος της Ελλάδας στα Χανιά, τον έπεισε ότι ο γιος
του έπρεπε να κάνει ανώτερες σπουδές γιατί είχε ιδιαίτερη κλίση στα γράμματα.
Έτσι σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, αναγορεύθηκε διδάκτωρ της Νομικής
με άριστα και επέστρεψε στην Κρήτη το 1886 όπου άρχισε να ασκεί τη δικηγορία.
Επιτακτική θεωρείται η
ανάγκη να πούμε ότι αναμίχθηκε στην πολιτική και την επόμενη χρονιά βγήκε
βουλευτής Κυδωνιών. Ως βουλευτής ξεχώρισε για την ευχέρεια λόγου και τις
ριζοσπαστικές θέσεις του. Ήταν μανιώδης αναγνώστης, ασχολούνταν επίσης
με την εκμάθηση της γαλλικής και της αγγλικής. Η κατάσταση στην Κρήτη ήταν
ρευστή, η τουρκική κυβέρνηση υπονόμευε η ίδια τις μεταρρυθμίσεις που είχε κάνει
και αναπόφευκτα το 1888 ξέσπασαν ταραχές. Ένα χρόνο αργότερα ο τουρκικός ζυγός
αφαίρεσε όλα τα προνόμια που είχε παραχωρήσει στους Κρητικούς με βάση τη
συνθήκη του Βερολίνου. Τέλος η κρίση
συνεχίστηκε ως το 1894, οπότε συγκλήθηκε συνέλευση, που όμως αμέσως οδηγήθηκε
σε αδιέξοδο, καθώς Έλληνες και Μουσουλμάνοι δεν μπορούσαν να βρουν σημεία
συνεννόησης.
Επανάσταση του Θέρισου :
Στις
23 Μαρτίου 1905 συνήλθε συνέλευση στον Θέρισο που κήρυξε "την
πολιτικήν ένωσιν της Κρήτης μετά της Ελλάδος εις εν μόνον ελεύθερον
συνταγματικόν κράτος", έδωσε δε και σχετικό ψήφισμα στις Μεγάλες
Δυνάμεις, όπου υποστήριζε ότι το νόθο μεταβατικό καθεστώς εμπόδιζε την
οικονομική ανάπτυξη του νησιού και η μόνη φυσική λύση του κρητικού ζητήματος
ήταν η ένωση. Τον αμέσως επόμενο μήνα δηλαδή στις 7 Απριλίου συνήλθε τακτική
συνέλευση στα Χανιά, η οποία ομοίως κήρυξε την ένωση ενώ ένας από τους
συμβούλους του Ύπατου Αρμοστή παραιτήθηκε και πήγε στον Θέρισο να ενωθεί με
τους επαναστάτες. Τότε λοιπόν οι Μεγάλες Δυνάμεις απάντησαν στους επαναστάτες
ότι θα χρησιμοποιούσαν στρατεύματα προκειμένου να επιβάλλουν τις αποφάσεις
τους. Σε απάντηση οι περισσότεροι βουλευτές της τακτικής συνέλευσης πήγαν στον
Θέρισο να ενωθούν κι αυτοί με τον Βενιζέλο. Οι πρόξενοι των Μεγάλων Δυνάμεων
συναντήθηκαν με τον Βενιζέλο στις Μουρνιές, σε μια προσπάθεια να επιτευχθεί
συμφωνία, χωρίς αποτέλεσμα. Η επαναστατική κυβέρνηση ζήτησε να χορηγηθεί στην
Κρήτη πολίτευμα ανάλογο μ' αυτό της Ανατολικής Ρωμυλίας. Επιπλέον στις στις 18
Ιουλίου οι Δυνάμεις κήρυξαν τον στρατιωτικό νόμο, κάτι που δεν αποθάρρυνε τους
επαναστάτες & στις 15 Αυγούστου η τακτική συνέλευση των Χανίων ψήφισε τις
περισσότερες από τις μεταρρυθμίσεις που ζητούσε ο Βενιζέλος. Τελειώνοντας
συναντήθηκαν και πάλι μαζί του οι πρόξενοι και έκαναν δεκτές τις μεταρρυθμίσεις
που πρότεινε. Αυτό οδήγησε στον τερματισμό της επανάστασης του Θερίσου και στην
παραίτηση του Ύπατου Αρμοστή πρίγκιπα Γεωργίου. Οι Μεγάλες Δυνάμεις ανέθεσαν
στον βασιλιά της Ελλάδας Γεώργιο Α΄ να εκλέξει αυτός νέο Αρμοστή. Τοποθετήθηκε
στη θέση αυτή ο Αλέξανδρος Ζαΐμης ενώ επετράπη Έλληνες αξιωματικοί και υπαξιωματικοί
να αναλάβουν την οργάνωση της Κρητικής Χωροφυλακής. Μόλις οργανώθηκε Χωροφυλακή
άρχισαν να αποχωρούν τα ξένα στρατεύματα από το νησί.
Ακόμα τον
Σεπτέμβριο του 1908 ο αυτοκράτορας της Αυστρίας ανακοίνωσε την προσάρτηση της
Βοσνίας - Ερζεγοβίνης και ο ηγεμόνας της Βουλγαρίας την ανεξαρτησία της. Οι
Κρητικοί δεν έχασαν την ευκαιρία. Στις 24 Σεπτεμβρίου 1908 ξέσπασε επανάσταση
στο νησί. Χιλιάδες πολίτες των Χανίων και των γύρω περιοχών την ημέρα αυτή
συγκρότησαν συλλαλητήριο, στο οποίο ο Βενιζέλος κήρυξε την οριστική ένωση της
Κρήτης με την μητέρα Ελλάδα. Έχοντας συνεννοηθεί με την κυβέρνηση της Αθήνας, ο
Ζαϊμης αναχώρησε για την πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους πριν από το
συλλαλητήριο. Συγκλήθηκε η συνέλευση και κήρυξε την ανεξαρτησία της Κρήτης, οι
δημόσιοι υπάλληλοι ορκίσθηκαν πίστη στον βασιλιά Γεώργιο Α΄ της Ελλάδας, ενώ
διορίστηκε πενταμελής εκτελεστική επιτροπή με την εντολή να κυβερνήσει το νησί
εν ονόματι του βασιλιά των Ελλήνων και σύμφωνα με τους νόμους του ελληνικού
κράτους. Πρόεδρος της επιτροπής ήταν ο Μιχελιδάκης με τον Βενιζέλο υπουργό
Εξωτερικών και Δικαιοσύνης. Τον Απρίλιο του 1910 συγκλήθηκε νέα συνέλευση, της
οποίας ο Βενιζέλος εκλέχθηκε πρόεδρος ενώ κατόπιν έγινε πρωθυπουργός. Όλα τα
ξένα στρατεύματα έφυγαν από την Κρήτη και η εξουσία περιήλθε εξ ολοκλήρου στην
κυβέρνηση Βενιζέλου.
Επίσης τον
Αύγουστο του 1909 ξέσπασε στην Αθήνα στρατιωτική επανάσταση στο Γουδί.
Παραιτήθηκε η κυβέρνηση Ράλλη και σχηματίσθηκε καινούργια υπό τον Κυριακούλη
Μαυρομιχάλη. Όμως, επειδή είχε δημιουργηθεί πολιτικό αδιέξοδο, ο Στρατιωτικός
Σύνδεσμος (η οργάνωση των αξιωματικών που είχε κάνει την επανάσταση), ο οποίος
είχε απόλυτη εξουσία, προσκάλεσε τον Βενιζέλο από την Κρήτη να αναλάβει την πρωθυπουργία.
Ήλθε λοιπόν στην Αθήνα ο Βενιζέλος και, αφού είχε διαβουλεύσεις με τον
Στρατιωτικό Σύνδεσμο και με εκπροσώπους του πολιτικού κόσμου, εισηγήθηκε τον
σχηματισμό νέας κυβέρνησης και τη σύγκληση μεταρρυθμιστικής Βουλής. Η Βουλή
αυτή, όμως, θεωρήθηκε ότι θα μπορούσε να αποτελέσει κίνδυνο για το καθεστώς. Ο
Βενιζέλος σταμάτησε τότε όλες τις επαφές του κι ετοιμαζόταν να γυρίσει στην
Κρήτη. Ο Γεώργιος Α΄, φοβούμενος από την κλιμάκωση της κρίσης, συγκάλεσε
συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών, οι οποίοι του συνέστησαν να δεχθεί τη λύση
Βενιζέλου. Ο βασιλιάς, μετά από πολλές αναβολές, συμφώνησε και ανέθεσε στον
Στέφανο Δραγούμη (ήταν υπόδειξη του Βενιζέλου) να σχηματίσει κυβέρνηση που θα
οδηγούσε τη χώρα σε εκλογές.
Επιπλέον μετά από
όλα αυτά ο Βενιζέλος έφυγε ταξίδι στην Ελβετία, έγιναν εκλογές στις 8 Αυγούστου
1910 και εξελέγη σχεδόν βουλευτής
Αττικής. Ο Δημήτριος Ράλλης υπέδειξε στον βασιλιά να βάλει τον Βενιζέλο στην
κυβέρνηση και στις 5 Σεπτεμβρίου ήλθε στην Αθήνα ο Βενιζέλος όπου έτυχε θερμής
υποδοχής από τον λαό. Σε ομιλία του, παρουσίασε τις πολιτικές του θέσεις,
τόνισε δε ότι η χώρα χρειαζόταν αναθεωρητική Βουλή ενώ ο κόσμος από κάτω
φώναζε "Συντακτική". Η κυβέρνηση Δραγούμη, που δεν είχε τη
δύναμη στη Βουλή ώστε να εφαρμόσει τις μεταρρυθμίσεις που απαιτούσε ο
Στρατιωτικός Σύνδεσμος, παραιτήθηκε. Στις 19 Οκτωβρίου 1910 ο Βενιζέλος έγινε
πρωθυπουργός. Επειδή, όμως, δεν είχε την πλειοψηφία στη Βουλή, στις 21 τη
διέλυσε και προκήρυξε εκλογές, στις οποίες δεν πήραν μέρος τα παλιά κόμματα. Η
καινούργια Βουλή αναθεώρησε το Σύνταγμα, διαλύθηκε κατόπιν και προκηρύχθηκαν
νέες εκλογές. Έτσι μέσα από όλα αυτά διακρίνουμε ότι ο κύριος στόχος του
Βενιζέλου την περίοδο αυτή υπήρξε να αποφύγει την εξάρτηση της Ελλάδας από μία
μόνο μεγάλη δύναμη. Προσπάθησε λοιπόν, να δημιουργήσει φιλικές σχέσεις τόσο με
τις γειτονικές χώρες όσο και με αυτές που κυριαρχούσαν στη Μεσόγειο. Έτσι, η
πρώτη διπλωματική κίνηση του Βενιζέλου ήταν η υπογραφή συμφώνου φιλίας,
συνδιαλλαγής και δικαστικού διακανονισμού με την Ιταλία στις 23 Σεπτεμβρίου
1928.
Βαλκάνια : Στη
διάρκεια αυτή ο Βενιζέλος στράφηκε στη Γιουγκοσλαβία, η οποία από καιρό είχε
διεκδικήσεις για μία «ελεύθερη ζώνη» στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης. Ο Βενιζέλος
αποδέχτηκε ορισμένες από τις γιουγκοσλαβικές απαιτήσεις και αφού απομακρύνθηκε
αυτό το εμπόδιο, στις 17 Μαρτίου 1929 υπογράφτηκε το ελληνογιουγκοσλαβικό
πρωτόκολλο στη Γενεύη. Τότε με τη Βουλγαρία η κατάσταση ήταν πιο περίπλοκη: οι
Βούλγαροι απέρριψαν την προσφορά του Βενιζέλου για δημιουργία «ελεύθερου
λιμανιού» στη Θεσσαλονίκη ή την Αλεξανδρούπολη, καθώς διατηρούσαν
αλυτρωτικές βλέψεις για τις περιοχές αυτές. Έτσι, ο Βενιζέλος περιορίστηκε στην
επανάληψη διπλωματικών σχέσεων με τη γειτονική χώρα.
Ελληνοτουρκική
προσέγγιση: Η πιο πολυσυζητημένη όμως, πράξη του Βενιζέλου
ήταν η υπογραφή της ελληνοτουρκικής σύμβασης στην Άγκυρα, στις 10 Ιουνίου 1930.
Με αυτή τη συμφωνία έκλεισαν οι περισσότερες εκκρεμότητες μεταξύ Ελλάδας και
Τουρκίας. Η Ελλάδα συμφώνησε να πληρώσει 425.000 λίρες Αγγλίας ως αποζημίωση
για τους Τούρκους που έφυγαν από τη χώρα και σε αντάλλαγμα η Τουρκία δεχόταν να
αναγνωρίσει τους Έλληνες της Κωνσταντινούπολης ως μόνιμους κατοίκους. Εν
συνεχεία, στις 30 Οκτωβρίου υπογράφτηκε στην Άγκυρα το σύμφωνο ελληνοτουρκικής
φιλίας, ουδετερότητας και διαιτησίας. Η διπλωματική αυτή προσέγγιση άλλαξε
άρδην το κλίμα στις δύο χώρες με αποτέλεσμα τόσο ο Βενιζέλος στην Άγκυρα όσο ο
Ισμέτ Ινονού στην Αθήνα να τύχουν θερμής υποδοχής από τους κατοίκους.