Ήθη και έθιμα
ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ
Την παραμονή των Χριστουγέννων οι κάτοικοι έβαζαν ένα κούτσουρο στο τζάκι και το καίγανε λίγο-λίγο μέχρι τα Φώτα. Τη στάχτη από αυτό το κούτσουρο τη μάζευαν χωριστά και τα Φώτα την έβαζαν μέσα σ' ένα κοφίνι μαζί με αγιασμό, την έριχναν στα περιβόλια, στ' αμπέλια, στα χωράφια και γύρω-γύρω από το σπίτι για να φύγουν οι καλικάντζαροι.
Ένα κομμάτι από αυτό το κούτσουρο το άφηναν άκαυτο (αυτό το έλεγαν "καλικάντζαρο") και μαζί με αγιασμό το πήγαιναν στα μελίσσια, τα άγιαζαν το άφηναν εκεί και δεν το ξανάφερναν στο σπίτι.
Τα βράδια από τα Χριστούγεννα μέχρι τα Φώτα, απέφευγαν να βγαίνουν έξω από το σπίτι. Όταν έβγαιναν κρατούσαν στα χέρια τους ένα δαυλό, για να φεύγουν οι καλικάντζαροι (οι καλικάντζαροι φοβούνται τη φωτιά).
Ο φόβος για τους καλικάντζαρους οφείλεται στους παρακάτω μύθους:
-
Κάποτε δύο γυναίκες είχαν συνεννοηθεί να πάνε μια μέρα στο ποτάμι για να πλύνουν. Ο καλικάντζαρος τις άκουσε που κουβέντιαζαν και το βράδυ πήγε στο σπίτι της μιας και τη φώναξε να πάνε στο ποτάμι να πλύνουν. Αυτή, μη ξέροντας ότι την φώναξε ο καλικάντζαρος, πήγε στο ποτάμι να βρει τη γειτόνισσά της. Την έπιασε όμως ο καλικάντζαρος, την βούλιαξε στο ποτάμι και πνίγηκε.
-
Κάποτε ένας καλικάντζαρος έπιασε μία γυναίκα, γιατί είχε βγει και αυτή από το σπίτι της μετά τα μεσάνυχτα. Την πήγε στο ποτάμι για να την πνίξει και αυτή του του είπε:
"Θέλω φουστάνι, γύρω-γύρω με γαϊτάνι"
Ο καλικάντζαρος πήγε γρήγορα-γρήγορα να της το φέρει
Η γυναίκα του ξανάπε:
"Θέλω παπουτσάκια, γύρω-γύρω με φουντάκια"
Πήγε, της τα έφερε και αυτή του ξαναλέει:
"Θέλω ένα καπέλο, γύρω-γύρω με το βέλο"
Πήγε, της το έφερε και αυτή του ξαναλέει:
"Θέλω μια βελόνα με δύο τρύπες"
Έτρεξε γρήγορα ο καλικάντζαρος για να βρει βελόνα με δύο τρύπες, αλλά δεν τη βρήκε πουθενά. Έτσι όμως ξημέρωσε και η γυναίκα σώθηκε, γιατί ο καλκάντζαρος είδε το φως, φοβήθηκε και έφυγε.