Διανύουμε αισίως τό 2011 καί ο ελληνικός λαός, μέσα σέ μία διεφθαρμένη κοινωνία καί ζώντας σέ μία
χρεωκοπημένη χώρα, παρακολουθεί τίς τουρκικές σειρές, τίς εκδηλώσεις τής ελληνοτουρκικής φιλίας,
τήν τουρκική γλώσσα νά έχει γίνει γλώσσα επιλογής γιά τά ελληνόπουλα, τήν ιστορία νά παραχαράσσεται
καί νά εξευμενίζει τήν οθωμανοκρατία, τόν Κεμάλ νά ηρωοποιείται, τήν Ορθοδοξία νά χλευάζεται.
Τό δόγμα Νταβούτογλου έχει γίνει δόγμα τής κυβερνήσεως, τής τηλεόρασης, τών πανεπιστημίων,
τών προοδευτικών καί δημοκρατικών δυνάμεων. Η Τουρκία πατάει μέσω
τού προξενείου της γερά στή Θράκη, τό Αιγαίο θεωρείται θάλασσα ειρήνης καί
συνεκμετάλλευσης τών πετρελαίων του, ενώ ακόμα καί ο χώρος νοτίως τής Κρήτης
διεκδικείται από τή γειτονική μας χώρα. Οι τουρκικές φρεγάτες πλέουν ανενόχλητες στήν
Εύβοια ενώ τά εκατομμύρια τών εποίκων πού προωθεί ο Ερντογάν
τά υποδέχονται μέ ανοικτές αγκάλες οι Αριστεροί τής επιλεκτικής ευαισθησίας, εδραιώνοντας
τήν ισλαμική παρουσία στήν χώρα μας.
Αφορμή γιά νά ασχοληθώ μέ τήν ελληνική επανάσταση, ήταν η
αντίστοιχη εκπομπή σέ κανάλι ενός μεγιστάνα τού Τύπου καί τών Δημοσίων Εργων, σύμφωνα
μέ τήν οποία τό Εθνος μας γεννήθηκε τό ...1821, η Ελλάδα παρουσίασε τή μεγαλύτερη ανάπτυξη τόν 15ο καί 16ο αιώνα,
oι πασάδες ...έφτιαχναν δρόμους, γέφυρες, νοσοκομεία, λουτρά, τζαμιά,
αγορές, οι Ελληνες ζούσαν υπέροχα μέ τούς Τούρκους ασκώντας
ελεύθερα τά
θρησκευτικά τους δικαιώματα, πλουτίζοντας από τίς καλλιέργειες καί τό εμπόριο.
Oι οθωμανοί, σύμφωνα μέ τόν Βερέμη καί τό τουρκο - σκάϊ, δέν κατέστρεψαν καμμία
ορθόδοξη εκκλησία, απλώς μετέτρεψαν ορισμένες σέ τζαμιά, στά χωριά υπήρχαν
κοινά νεκροταφεία
καί αρμονική συνύπαρξη μουσουλμάνων καί χριστιανών καί απλά
υπήρχαν μερικοί εγκληματίες, ληστές, τυχοδιώκτες καί φοροφυγάδες, πού
κατέφυγαν στά βουνά καί ο κόσμος τούς ονόμαζε κλέφτες αφού κτυπούσαν
τό χρηστό καί δίκαιο κράτος πού είχε δημιουργήσει ο πατισάχ στήν οθωμανική επικράτεια.
Οταν κάποιοι Ελληνες κοτζαμπάσηδες αγόρασαν πολλά κτήματα καί
δημιούργησαν τσιφλίκια, τότε οι Ελληνες αγρότες, πάντα σύμφωνα μέ τό τουρκο - σκάϊ,
παρουσίασαν κάποιες οικονομικές δυσκολίες καί εξεγέρθησαν κατά τού ... ανεκτικού καί
φιλεύσπλαχνου σουλτάνου!
Η επανάστασις δηλαδή ήταν ταξική, όπως λένε οι αριστεροί.
Είναι απορίας άξιον τό πόσο συμφωνούν οι Ελληνες αριστεροί μέ τούς Τούρκους φασίστες
σέ πληθώρα θεμάτων! Φυσικά πριν από το 1821 δέν υπήρχε ελληνική εθνική συνείδηση, αλλά οι
Γάλλοι Διαφωτιστές μάς διάλεξαν μία εθνική ταυτότητα, αφού σύμφωνα καί μέ τούς
Γαβράδες καί όλους τούς βολεμένους αριστερούς καπιταλιστές, είμαστε Σλαβο-αλβανό-τουρκοι.
Ο πολυπολιτισμός διαβρώνει τούς εγκεφάλους τών
παιδιών μας καί τά ετοιμάζει γιά τήν ανασύσταση τής οθωμανικής
αυτοκρατορίας όπως ονειρεύεται μέσα από τά βιβλία
του ο Υπουργός Εξωτερικών τής Τουρκίας, ο οποίος
καμαρώνει γιά τό πετυχημένο παράδειγμα τής Κύπρου.
Αφού γιά μερικές δεκάδες χιλιάδες μουσουλμάνους, μάς άρπαξαν τή μισή Κύπρο,
φανταστείτε τί θά γίνει μέ τά εκατομμύρια τών μουσουλμανων πού μας φορτώνει
ο Σόρος, τό Ισλάμ
καί ο Συνασπισμός! Η Ελλάδα θά γίνει βιλαέτι τής
Υψηλής Πύλης καί μάλιστα αναίμακτα. Τό άφθονο χρήμα, οι άφθονοι μουσουλμάνοι έποικοι καί οι άφθονοι προδότες
θά ζωντανέψουν τό
δόγμα Νταβούτογλου πού θέλει τά Βαλκάνια κάτω από τήν οθωμανική εξουσία.
«Οι δύο σημαντικοί βραχυπρόθεσμοι καί μεσοπρόθεσμοι στόχοι τής εξωτερικής πολιτικής τής Τουρκίας στά Βαλκάνια είναι η ισχυροποίηση τής Βοσνίας καί τής Αλβανίας μέσα σέ ένα πλαίσιο σταθερότητας καί η δημιουργία ενός διεθνούς νομικού πλαισίου πού θά θέτει υπό τήν προστασία του τίς εθνικές μειονότητες τής περιοχής. Στο νομικό αυτό πλαίσιο η Τουρκία πρέπει νά επιδιώκει συνεχώς τήν εξασφάλιση εγγυήσεων πού θά τής παρέχουν το δικαίωμα παρέμβασης στα ζητήματα πού αφορούν τίς μουσουλμανικές μειονότητες τών Βαλκανίων. Η νομιμότητα τής επέμβασης της Κύπρου, πού αποτελεί ένα εντυπωσιακό παράδειγμα στη σύγχρονη εποχή, κατέστη δυνατή εντός ενός τέτοιου είδους νομικού πλαισίου.
Αχμέτ Νταβούτογλου - Στρατηγικό βάθος (από τόν Κωνσταντίνο Χολέβα)
Μπορεί νά προταθεί επίσης μία συνεργασία γιά τήν εξασφάλιση τών πολιτισμικών καί εκπαιδευτικών δικαιωμάτων τών εθνικών κοινοτήτων, πού διαθέτουν διαφορετικές κουλτούρες στους κόλπους τών βαλκανικών κρατών. Μία τέτοια συμφωνία μπορεί νά διαμορφώσει ένα κατάλληλο έδαφος κυρίως γιά το Κόσσοβο καί τή Δυτική Θράκη.»
H παραπάνω εικόνα είναι από τό βιβλίο τής Ιστορίας Γ' Γυμνασίου πού διανέμει τό
τουρκ.. συγγνώμη τό Ελληνικό Υπουργείο αντεθνικής Παιδείας στά παιδιά μας.
Τό εν λόγω βιβλίο απαξιώνει τελείως τήν ελληνική επανάσταση
καί τήν παραθέτει τελείως περιληπτικά ως ένα ασήμαντο γεγονός. Φυσικά, δέν υπάρχει ούτε ένας άσχημος
χαρακτηρισμός ή όρος γιά τήν οθωμανοκρατία.
Λείπουν λέξεις όπως: βαρβαρότητα, φόροι, χαράτσι, τζερεμέδες, μπαξίσια, ραγιάδες (κτήνη χριστιανοί),
γκιαούρηδες (άπιστοι χριστιανοί), κόψιμο γλώσσας,
αγγαρείες, διακρίσεις, πείνα, εξαθλίωση, χαρέμια, σκλαβοπάζαρα,
παιδομάζωμα, βιασμοί, πειρατές, γενίτσαροι,
πυρπολήσεις, σφαγές, τρομοκρατία, φόβος, διωγμοί, μαρτύρια, ζυγός,
βασανιστήρια, παλούκωμα, ψήσιμο σέ σούβλα, καρατομήσεις, γδάρσιμο, πριόνισμα, αγχόνες,
τσιγκέλια,
ελεύθερα τά
εξισλαμισμοί, εκτελέσεις, ατιμώσεις, φυλακίσεις, μποστατσήμπασης,
μπουντρούμια, ταπεινώσεις, αμάθεια, αγραμματοσύνη, αυθαιρεσίες, αδικίες, ερήμωση,
μείωση πληθυσμού, κτλ,
Υπάρχουν βέβαια απαξιωτικοί όροι αλλά μόνο γιά τήν ...Ορθόδοξη Εκκλησία, η
οποία στά χρόνια τής επανάστασης ...εναντιωνόταν στίς φιλελεύθερες ιδέες.
Οι Κλέφτες καί στά σχολικά βιβλία, εμφανίζονται σάν εγκληματίες οι οποίοι απλώς βγήκαν στά βουνά γιά αρπαγή καί ληστεία, ενώ ο χριστιανικός πληθυσμός ζούσε σέ
αρμονία μέ τόν μουσουλμανικό πληθυσμό αφού ...πλούτιζε από τό εμπόριο καί τή
ναυτιλία. Σέ ένα σημείο αναφέρεται "ο κατακτητής ορθόδοξος βαλκάνιος έμπορος" γιά νά
τονιστεί η ευμάρεια τών χριστιανών, ενώ σημειώνεται καί η ...πληθώρα
τών σχολείων αφού "δέν υπάρχει πόλη πού νά μήν έχει δύο
καί τρία σχολεία". Καί γιατί είπαν "Ελευθερία ή Θάνατος" οι ραγιάδες; Διότι τούς επηρέασε η
Γαλλική Επανάσταση, ο Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός καί οι
Ρώσσοι πράκτορες Υψηλάντης, Κατσώνης καί Καποδίστριας. Αλλιώς δέν υπήρχε λόγος επανάστασης.
Ετσι τά Ορλωφικά, πού υποκινήθηκαν από τούς Ρώσσους, απλά καταπνίγηκαν, οι Σουλιώτες
απλά εγκατέλειψαν τήν περιοχή τους, όπως εγκαταλείπουν οι Αθηναίοι
τό κλεινόν άστυ τό καλοκαίρι γιά νά τρέξουν στά νησιά καί ο Διάκος απλώς πολέμησε στήν Αλαμάνα.
Στόν παρόντα δικτυακό τόπο, η παρουσίαση τών γεγονότων τής Ελληνικής Επαναστάσεως θά γίνει μέσα από κείμενα αυτοπτών μαρτύρων, καί από ιστορικούς τού παρελθόντος οι οποίοι δέν ήξεραν τί είναι ο Σόρος, η λέσχη Μπίλντεμπεργκ, τό Παρατηρητήριο Ελσίνκι, τό ΕΛΙΑΜΕΠ καί η παγκόσμια διακυβέρνηση τού Γιωργάκη. Θά στηριχτώ στίς μαρτυρίες ανθρώπων πού μάτωσαν, πόνεσαν, έχυσαν δάκρυ, έχασαν δικούς τους ανθρώπους καί στό τέλος τήν ίδια τους τήν ζωή, γιά νά μπορούμε σήμερα νά κάνουμε τόν σταυρό μας καί νά μιλάμε τή γλώσσα τού Ομήρου. Οι πηγές μου είναι τά απομνημονεύματα τών Κολοκοτρώνη, Μακρυγιάννη, Κοσομούλη, Περραιβού, Σπηλιάδη, Φραντζή, Ορλάνδου, Κουτσονίκα, Φωτάκου, γραπτά τών Αινιάν, Οικονόμου, Φερραίου, Τερτσέτη, Ιωσήφ Μάγιερ, Πουκεβίλ, Χάου, Φιλήμωνος βιβλία τών Παπαρρηγόπουλου, Τρικούπη, Βακαλόπουλου, Κοκκίνου, Φωτιάδη κλπ.
«H επανάστασις η ειδική μας δέν ομοιάζει μέ καμίαν απ' όσες γίνονται σήμερα εις τήν Ευρώπην. Της Ευρώπης οι επαναστάσεις εναντίον τών διοικήσεων των είναι
εμφύλιος πόλεμος. Ο δικός μας πόλεμος ήταν ο πλέον δίκαιος: ήταν έθνος μέ έθνος».
«Τό κίνημά μας δέν είναι, κραταιοί τής Ευρώπης, ανταρσίας επιχείρημα, όχι! Είμεθα λείψανα έθνους νικημένου, κατακτηθέντος, υποδουλωθέντος, αλλά ουδέποτε
μετά τού Οθωμανικού Κράτους συσσωματωθέντος. Ναί! διότι πώποτε οι τύραννοί μας δέν μας εγγυήθησαν διά τήν ζωήν, τιμήν, ιδιοκτησίαν καί πάν ό,τι συνιστά
τήν νόμιμον τών ανθρώπων κοινωνίαν.
Είμεθα έθνος Χριστιανικόν, τέσσαρας ήδη αιώνας προσπαθούντες ν' αποδιώξωμεν τής ιεράς μας γής τούς άρπαγας, τό έθνος
τούτο αξιούμενον ενώπιον Θεού καί τής συνειδήσεώς σας τήν συμμαχίαν σας, πολλάκις από τό 1461 σας έδωκε τάς ευγενείς αφορμάς νά δέσετε γενικήν υπέρ αυτού
συμμαχίαν, υποχρεούντες δέ αυτής τόν Χριστιανισμόν όλον νά συντρέξη εις ελευθέρωσιν τής Ανατολικής Εκκλησίας καί τής γης τού ανατολικού τών Ρωμαίων Βασιλείου...»
«Γέρων τίς ιερομόναχος επιάσθη από τούς εχθρούς πλησίον τής Ναυπάκτου. Τόν ύβριζον οι Τούρκοι καί τόν ερράβδιζον, καί επειδή τόν εβίαζον νά μαρτυρήσει πού έχει καταθεμένα τά ιερά σκεύη καί αυτός δέν εμαρτύρει, τού έκοψαν τήν μύτην καί τά ώτα, αμετάτρεπτος ο σεβάσμιος πατήρ εις τήν σταθεράν του απόφασιν νά μή δώση εις τάς χείρας τών απίστων τά ιερά σκεύη διά νά τά καθυβρίζωσι καί τά μεταχειρίζονται μέ τόν αισχρόν τής βαρβαρότητος τρόπον, ησύχως καί μέ αφοβία τούς λέγει:
"Καθώς μου εκόψατε τήν ρίνα καί τά ώτα, ούτω καί ψήσατέ μέ εις τήν σούβλαν διά νά δώσω τό ανήκον πέρας τής ζωής μου, καθώς οι νόμοι
της πατρίδος μου διατάττουσιν, τό οποίον καί έγεινεν...»
«Οι Τούρκοι, θεωρούντες εαυτούς κυρίους τής χώρας, υποβάλλουν τούς Ελληνας εις απόλυτον τυραννίαν. Μέ τάς καταχρήσεις αυτάς κατέστησαν μισητοί καί επικίνδυνοι,
καί ουδέποτε εξέρχονται από τά σπίτια των, ούτε περιπατούν εις τούς δρόμους χωρίς νά φέρουν επάνω των μαχαίρι καί πολλά πιστόλια...
Η αμάθεια καί η έλλειψις κάθε
ενδιαφέροντος επροξένησαν εις τάς αρχαιότητας περισσοτέρας βλάβας παρά η επίδρασις τού χρόνου. Διά νά μή κοπιάσουν διά τήν μεταφορά υλικού από τά λατομεία,
καταστρέφουν λαμπρά μνημεία τής αρχαιότητος καί μεταχειρίζονται κομμάτια των διά τήν κατασκευήν αθλίων σπιτιών. Είδα τά ερείπια ενός ναού μέ υπέροχον αρχιτεκτονικήν,
όγκου γρανίτου, μάρμαρα πολύτιμα, ανάγλυφα καί κοσμήματα λεπτότατα, νά χρησιμοποιούνται διά νά
κατασκευασθή ένα πρόχωμα καί νά διοχετευθή αλλού τό νερό τού αυλακιού ενός μύλου...
Ενα άγαλμα, πού δέν ήτο δυνατόν νά μετατοπισθή, κατεστράφη από τούς φανατικούς
οπαδούς τού Κορανίου, πού προγράφει κάθε ανθρώπινον
ομοίωμα. Τέλος, εις ένα εργαστήριο είδα έναν κατασκευαστήν τάφων νά καταγίνεται νά εξαλείψη
από αρχαία μάρμαρα τάς επιγραφάς διά νά τά χρησιμοποιήση ως τύμβον
κάποιου αθλίου απογόνου τού Μωάμεθ...»
«Η Ελλάς κατακτηθείσα εξεπολίτισε τήν Ρώμην, αλλ' οι κατακτηταί ήσαν Ρωμαίοι. Η αυτή όμως Ελλάς κατακτηθείσα ουδόλως τήν Τουρκίαν εξεπολίτισε, διότι οι
κατακτηταί είνε Τούρκοι. Η αηδία τών βαρβάρων τούτων μόλις κατανοείται. Πάσα τού πνεύματος λάμψις θαμβοί τούς οφθαλμούς αυτών, καί ουδ' ελάχιστον εξ αυτού
έλαβον σπινθήρα. Βλέπει τίς αυτούς παρατηρούντας μετ' αγρίας ηλιθιότητος τά αριστουργήματα τής τέχνης, φανταζομένους ότι δαίμονες υπήρξαν οι αρχιτέκτονες καί
καταστρέφοντας τά μάρμαρα πρός κατασκευήν ασβέστου καί κόνεως δι' ών επιχρίουσι τάς οικίας των.
Ενταύθα ενοικούσιν η αμάθεια, η τυραννία, η δεισιδαιμονία καί υλισμός βάναυσος. Μανιωδώς ριπτόμενος ο άγριος Τούρκος επί τής δυστυχούς ταύτης χώρας, ήν υπόζυγον
κρατεί, λεηλατεί αυτήν καί σφάζει ανηλεώς καί άνευ τύψεως συνειδότος τούς εστερημένους υπερασπίσεως κατοίκους αυτής. Ούτω ο ωραιότερος τού κόσμου τόπος
κατέστη ερημία...»
«Kι ο παπά Θύμιος ο πικρός οϊδίζει τού σεϊτάνη
κι ότι τού λέγ' ο δαίμονας αρχίνησε νά κάνη.
Ο,τι τού λεγ' ο δαίμονας, κι' ό,τι τόν εξετάζει
εκείνο πάντα αγαπά κ' εκείνο πάντα πράζει.
Ο δαίμων λέγει τού παπά "εσείς τί καρτερείτε;
Δέν στέλνεις σ' όλο τόν ραγιά όλοι ν' αρματωθήτε;
τόν Τούρκο νά βαρέσετε εκείνον τόν αβάνη;
όπου παιδεύει τόν ραγιά κι' ότι αγαπά τού κάνει;
Ν' αρματωθ' όλος ο ραγιάς τόν Τούρκο νά κτυπήση.
Στή Λαρσα καί στά Τρίκκαλα αβάνη μήν αφήση."
Κι' ο Τούρκος εφοβήθηκε δέν βγαίνει στό μεϊδάνι...»
Ο Ρήγας Βελεστινλής γεννήθηκε τό 1757 στό Βελεστίνο, κοντά στήν αρχαία πόλη τών Φερών.
Κήρυκας τού ξεσηκωμού κατά τής τυραννίας, αφού καί ο Μακρυγιάννης τόν σχεδίασε νά σπέρνει τόν σπόρο τής ελευθερίας, πνεύμα φιλελεύθερο καί ανυπότακτο,
με ανεξάντλητο ψυχικό σθένος. Τόν αφήνουν αδιάφορο τά πλούτη τού πατέρα του. Τό μίσος κατά τών Τούρκων, τό πάθος γιά τή ελευθερία τής πατρίδας καί η δίψα
για μάθηση φωλιάζουν στήν παιδική του ψυχή. Ο ιερέας τού χωριού, πού ήταν ο πρώτος του δάσκαλος, θά τόν εμποτίσει μέ τό μίσος κατά τών τυράννων καί θά τού
μεταδώσει τόν παθιασμένο έρωτα γιά τήν ελευθερία.
Φοίτησε στίς σχολές τής Ζαγοράς τού Πηλίου, καί στά Αμπελάκια πνευματικό κέντρο τής σκλαβωμένης Ελλάδας.
Οι καλοί του δάσκαλοι τού δημιουργούσαν τό ενδιαφέρον γιά κάποιες επιστημονικές γνώσεις.
Νεαρός δάσκαλος ήταν στόν Κισσό, χωριό τού Πηλίου, όταν άκουσε
μία μέρα από ένα θρασύτατο αγά τήν προσταγή νά τόν περάσει στούς ώμους από ένα ορμητικό χείμαρρο. Δέν υπάκουσε καί όρμησε κατά του
αγά καί τόν έπνιξε μέσα στά ορμητικά νερά τού χειμάρρου, γιά να
βρεθεί αμέσως μετά, στό αντάρτικο σώμα τού θείου τού Σπύρου Ζήρα, πάνω στόν Όλυμπο.
Στα λημέρια τών Κλεφτών έκανε τά πρώτα σχέδια τού ξεσηκωμού τού γένους. Είχε ήδη ζήσει τίς σφαγές καί καταστροφές τών Τούρκων στην
Πελοπόννησο, στη Στερεά καί στη Θεσσαλία, μετά από τήν αποτυχία τής εξέγερσης τών Ελλήνων (Ορλωφικά), πού είχε γίνει μέ τήν υποκίνηση
της Μεγάλης Αικατερίνης, η οποία τελικά, μέ τήν Συνθήκη τού Κιουτσούκ Καϊναρτζή (9 Ιουλίου 1774), παρέδωσε στούς Τούρκους τα
κατεχόμενα από αυτήν νησιά τού Αιγαίου καί εγκατέλειψε τούς Ρωμιούς στή μοίρα τους.
Εφοδιασμένος μέ συστατικές επιστολές ταξίδεψε στήν Κωνσταντινούπολη.
Έμαθε γαλλικά, γερμανικά καί αργότερα στό Βουκουρέστι καί στη
Βιέννη ιταλικά καί ρωσικά. Στην Κωνσταντινούπολη γνώρισε τόν Αλέξανδρο Υψηλάντη (1726-1807) - παππού τού αρχηγού τής Φιλικής -
καί τόν ακολούθησε στή Μολδοβλαχία.
Σύμφωνα μέ τόν Περαιβό, ο Ρήγας δούλεψε στόν Νικόλαο Μαυρογένη (1735-1790), ηγεμόνα τής Μολδοβλαχίας ο οποίος τού παραχώρησε σημαντικά αξιώματα.
Αργότερα, τόν Μαυρογένη τόν αποκεφάλισαν οι Τούρκοι γιά κάποιες στρατιωτικές αποτυχίες κατά τών Αυστριακών.
Ο Φεραίος, στό Βουκουρέστι επικοινώνησε μέ τους διανοούμενους τού Γαλλικού διαφωτισμού καί μέ τόν ίδιο τό Ναπολέοντα Βοναπάρτη.
Η Γαλλική Επανάσταση καί οι νίκες τού Ναπολέοντα τόν παροτρύνουν στήν επίσπευση τής εξέγερσης τού Έθνους, οργανώνοντας τούς απανταχού Ελληνες γύρω
από τό άτομό του. Η αθρόα κατάταξη εθελοντών από όλες τίς βαλκανικές εθνότητες στό Ρωσικό Στρατό, κατά τό Ρωσοτουρκικό πόλεμο
(1787-1792), τόν έπεισε ότι όλοι οι δούλοι, οποιασδήποτε φυλής καί θρησκείας, πρέπει νά ξεσηκωθούν κατά τής τυραννίας.
«Βούλγαροι καί Αρβανίτες, Αρμένιοι καί Ρωμιοί, Αράπηδες καί
άσπροι μέ μια κοινή ορμή. Για τήν ελευθερία νά ζώσουμε σπαθί
να σφάξουμε τους λύκους πού τό ζυγό βαστούν καί Χριστιανούς καί Τούρκους σκληρά τους τυραννούν.»
Συνεργάτες του στό όραμά του ήταν λόγιοι, έμποροι, ιερωμένοι, υπάλληλοι,
σπουδαστές, οι οποίοι ζούσαν διασκορπισμένοι σέ πολλές ευρωπαϊκές πόλεις, αλλά καί
στήν σκλαβωμένη Ελλάδα.
«Mέ τόν Ρήγαν εξεδηλώθη όλη η καλλιεργηθείσα επί αιώνας επαναστατική διάθεσις τού ελληνικού έθνους, η εξελιχθείσα εις θέλησιν καί απόφασιν διά τόν αγώνα τής ελευθερίας. Αυτή η προσωπική του ιστορία φαντάζει ως σύμβολον τού ελληνικού δράματος. Ο Ρήγας έφυγεν από τήν πατρίδα του ενωρίς, διότι δέν ήθελε νά μένη δούλος, επέρασεν από τόν Όλυμπον, όπου εγνωρισεν αρματολούς, απήγγειλε εκεί τραγούδια του διά τήν πατρίδα, διέβη από τά μεγάλα ελληνικά κέντρα, εγνώρισε τόν ελληνικόν λαόν καί τά βάσανά του, εμορφώθη εις τήν Κωνσταντινούπολιν κοντά εις ένα Φαναριώτην...
Διονύσιος Κόκκινος - Ελληνική Επανάστασις
Τό σχέδιόν του ήτο ευρύ. Συνεργασία όλων τών λαών τής Βαλκανικής - εις τό σύνταγμά του περιελαμβάνετο καί η Μικρά Ασία - καί δημιουργία ανεξαρτήτου κράτους υπό τήν ελληνικήν ηγεσίαν. Η φωνή του είχε απήχησιν. Ωμίλησε πρός τόν λαόν μέ τό Θούριον. Δέν υπάρχει ελληνικόν τραγούδι πού νά ήχησε όπως αυτός εις τήν εποχήν του. Εγινε τό μυστικό τραγούδι τών παιδιών τών πόλεων, ο ηχηρός στεναγμός τών λεοντόθυμων ενόπλων τών βουνών, έφθασεν εις τά νησιά...
Ευρίσκετο εις ανταπόκρισιν μυστικήν καί είχεν αλληλογραφίαν μέ τούς εμπόρους Κολόρον, Κωνσταντίνον Παπαδημήτρην, Νικήταν καί Ιωάννην Χατζηβασίλην εις τά Ιωάννινα, μέ τούς Ελληνας τού Βουκουρεστίου Μανωλάκην, Πολέσκον, Πολυζάκην, Λατιανόν, Τσαούσην, μέ τόν κληρικόν Κύριλλον εις τάς Πάτρας, μέ τόν Ιωάννην Καψούλην εις τήν Κωνσταντινούπολιν, τόν Άγον Μουχουρδάρη εις τήν Αλβανίαν...
Όπου επήγαινεν ο Ρήγας είχεν εις τήν ζώνην του τό σουρούβλι μέ τό οποίον έπαιζε τόν επαναστατικόν του ύμνον. Τόν ήκουαν όλοι μαγευμένοι. Ητο ο κήρυξ τής επαναστάσεως καί ο οργανωτής αυτής. Έγραφε τό σύνταγμά του. Εμποτισμένος από τάς δημοκρατικάς ιδέας τού καιρού του, μέ τά πρότυπα πού παρείχεν η κατακτήσασα τάς λαϊκάς ελευθερίας Γαλλία, παρεσκεύαζε καί τούς νέους νόμους τού νέου κράτους. Τό σύνταγμα εκείνον φέρει τόν τίτλον: "Νέα πολιτική διοίκησις τών κατοίκων τής Ρούμελης, τής Μικράς Ασίας, τών μεσογείων νήσων καί τής Βλαχομπογδανίας. Υπέρ τών νόμων τής πατρίδος. Ελευθερία. Ισοτιμία, Αδελφότης.»
Τό 1790 μετέφερε τίς επαναστατικές του δραστηριότητες στή Βιέννη. Η θέση τής Βιέννης στόν ευρωπαϊκό
χώρο καί τά μέσα τυπογραφίας πού βρήκε στήν Αυστρία, εξυπηρετούσαν τόν Ρήγα. Συνέχισε τήν επικοινωνία μέ τόν Βοναπάρτη, τόν οποίο έβλεπαν όλοι οι ευρωπαϊκοί λαοί, σάν μία αχτίδα
σωτηρίας κατά τών απολυταρχικών τους καθεστώτων. Έγραψε αμέτρητες επιστολές προς ηγεμόνες, ιερωμένους, λόγιους, πολιτικούς διπλωμάτες, στρατιωτικούς ακόμη
και σέ πασάδες όπως τόν πασά τού Βιδινίου Πασβάνογλου, αποστάτη κατά τού σουλτάνου, καί τόν Αλή Πασά της Ηπείρου.
Στη Βιέννη εξέδωσε τό "Σχολείο τών Nτελικάτων Eραστών" καί τό "Φυσικής Απάνθισμα". Στήν ίδια εποχή μετέφρασε τό "Πνεύμα τών Nόμων" του
Montesquieu. Από τό όλο συγγραφικό έργο τού Ρήγα διαπιστώνονται η πολυγνωσία, η πίστη στά ανθρώπινα ιδεώδη καί στό δημοκρατικό πολίτευμα.
Τό 1797 εξέδωσε τή "Χάρτα τής Ελλάδος", βιβλίο μέ τό οποίο ήθελε νά
ξυπνήσει τά εθνικιστικά φρονήματα τών Ελλήνων καί νά καταδείξη τήν έκταση πού είχε κάποτε
ο Ελληνισμός, νά θυμίσει όλα τά ιστορικά γεγονότα, πολέμους καί νίκες κατά τών βαρβάρων,
νά αναγράψει όλα τά αρχαία ελληνικά ονόματα τών πόλεων, νά
υπενθυμίσει κάστρα καί λείψανα τής προγονικής δόξας, ηρωϊκές πράξεις ενδόξων ανδρών,
βυζαντινών αυτοκρατόρων κλπ. Ακολουθεί απόσπασμα από τήν
Ιστορία τού Νέου Ελληνισμού τού Απόστολου Βακαλόπουλου:
«Οραματίζεται τότε νά ξεσηκώση τούς Έλληνες καί τούς άλλους βαλκανικούς λαούς εναντίον τών Τούρκων καί νά τούς ενώση σέ μία μεγάλη πολιτική ενότητα. Τίς πρώτες θετικές ενδείξεις τής μεταφοράς τού οράματος αυτού στήν πράξη τίς βρίσκουμε στήν περίφημη "Χάρτα τής Ελλάδος", έργο πραγματικά πολύμοχθο καί μεγαλόπνοο, προορισμένο νά συνειδητοποιήση στούς συμπατριώτες του τό μεγάλο ιστορικό τους παρελθόν καί τίς εθνικές καί πολιτικές τους επιδιώξεις στό μέλλον, καθώς καί στόν "Θούριο" καί σέ άλλα επαναστατικά τραγούδια, στόν "Πατριωτικό Ύμνο" κ.λ. Χαρακτηριστικά έγραφε στό πολίτευμά του: "..ο Βούλγαρος πρέπει νά κινήται, όταν πάσχη ο Έλλην, καί τούτος πάλιν δι' εκείνον καί αμφότεροι διά τόν Αλβανόν καί Βλάχον". Επιφύλασσε όμως ηγετική θέση στό ελληνικόν έθνος.
Οι ιδέες τού Ρήγα γιά παμβαλκανική συνεννόηση γεννήθηκαν βέβαια από τό καθημερινό αντίκρυσμα τού κοινού ζυγού τών χριστιανικών λαών, αλλά ωρίμασαν από τήν θερμή πνοή της διακηρύξεως τών δικαιωμάτων τού ανθρώπου. Επίσης οι αντιλήψεις του ότι οι πρόκριτοι καί ο ανώτερος κλήρος είναι όργανα τής τουρκικής τυραννίας (τέτοια ήταν καί η γνώμη ενός μεγάλου μέρους τών σκλάβων Ελλήνων) δέν προήλθαν μόνον από τήν ψυχικήν του αντίδραση εναντίον τών συχνών αυθαιρεσιών τους καί τών κηρυγμάτων ραγιαδοσύνης, αλλά καί από τήν επίδραση των εχθρικών πρός τόν κλήρο καί τούς ευγενείς, ιδεών τής γαλλικής επαναστάσεως.»
Ο Ρήγας Φεραίος εξέδωσε τό δικό του σύνταγμα, τό οποίο ονόμασε: "Πολιτική Διοίκησις τών κατοίκων τής Ρούμελης (χώρα τών Ρωμιών, Ρούμ-ιλί), τής Μικράς Ασίας, τών Μεσογείων νήσων καί τής Βλαχομπογδανίας". Τό πολίτευμα τής απελευθερωμένης πατρίδας από τόν τυραννικό ζυγό, όπως επανειλημμένα χαρακτήριζε τό οθωμανικό καθεστώς ο Ρήγας, θά είναι δημοκρατικό, μέ κύρια αρχή τήν ανεξιθρησκία. Χριστιανοί καί Μουσουλμάνοι θά απολαμβάνουν τά ίδια δικαιώματα. Όλες οι εξουσίες θά πηγάζουν από τό λαό. Τά σύνορα τής "Νέας Πολιτείας" θά συμπίπτουν μέ τά σύνορα τής Βυζαντινής αυτοκρατορίας καθώς θά περιλαμβάνουν τή χερσόνησο τού Αίμου (Βαλκανική), τά νησιά τού Αιγαίου καί τήν Μικρά Ασία. Όλους τους κατοίκους τους αποκαλεί "απογόνους τών Ελλήνων", όλοι πρέπει νά ξέρουν γράμματα καί ως γλώσσα εγγραφής τών νόμων καθοριζόταν η ελληνική γλώσσα. Ιδιαίτερα τονίζεται η ανάγκη τής διδασκαλίας τών αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων.
Ο Ρήγας Φερραίος σκοπεύοντας νά έρθη στήν υπόδουλη πατρίδα του συσκεύασε κιβώτια μέ βιβλία καί μαζί μέ ένα γράμμα τά έστειλε στόν φίλο του
Αντώνιο Κορωνιό, στήν Τεργέστη, απ' όπου θά τά παραλάμβανε αργότερα ο ίδιος. Ο Κορωνιός όμως απουσίαζε καί τό γράμμα τό άνοιξε ο Δημήτριος Οικονόμου από
τήν Κοζάνη. Ο τελευταίος, - προφανώς πολυπολιτισμικός καί ευχαριστημένος από τήν
οθωμανική διοίκηση, - κατέδωσε τούς συμπατριώτες του στήν αυστριακή αστυνομία
καί αυτή συνέλαβε τόν Ρήγα, κατά τήν άφιξή του στήν Τεργέστη τόν Δεκέμβριο τού 1797, μαζί μέ τόν Χριστόφορο Περραιβό πού τόν συνόδευε στό ταξίδι του.
Οι αυστριακοί, πολέμιοι
όλων όσων μάχονταν τά μοναρχικά καθεστώτα, ανακρίνουν τόν Ρήγα μαζί μέ τούς επτά συντρόφους του Ευστράτιο Αργέντη (έμπορο από τή Χίο),
Δημήτριο Νικολίδη (γιατρό από τά Ιωάννινα), Αντώνιο Κορωνιό (έμπορο από τή Χίο), Ιωάννη Καρατζά (λόγιο από τή Λευκωσία τής Κύπρου), Θεοχάρη Τουρούντζια
(έμπορο από τά Σιάτιστα), Ιωάννη καί Παναγιώτη Εμμανουήλ αδέλφια από τήν Καστοριά.
Η απάντησις τού Ρήγα γιά τούς συνεργάτες του ήταν: "Συνεργάτες μου είναι τό Έθνος όλον, όλοι οι Έλληνες πού ποθούν τή λευτεριά..."
Ματαίως προσπάθησε νά βάλει τέλος στήν ζωή του.
Στις 10 Μαΐου 1798, οι Αυστριακοί παρέδωσαν τούς Ελληνες επαναστάτες στήν "Υψηλή Πύλη". Τούς παρέλαβε ο Καϊμακάμης τού Βελιγραδίου καί από
εκεί τούς οδήγησε στόν πύργο Νεμπόιζα (Neboisa), στίς όχθες τού ποταμού Σάβου, παραπόταμου τού Δούναβη.
Επειτα από φρικτά βασανιστήρια 45 ημερών, στίς 24 Ιουνίου 1798 ο Ρήγας Βελεστινλής καί οι 7 συνεργάτες του στραγγαλίστηκαν.
Τα πτώματά τους οι Τούρκοι τά πέταξαν στόν ποταμό. Λέγεται ότι ο Ρήγας, όντας ρωμαλέος, αντιστάθηκε καί ο δήμιος αναγκάστηκε νά τόν πυροβολήσει.
«Οι Έλληνες δέν ανακατεύονται εις τήν διοίκηση τών άλλων εθνών, αλλά ούτε είναι εις αυτούς αποδεκτό νά ανακατωθούν άλλα έθνη εις τήν δική τους.
Οι Έλληνες δέν κάνουν ποτέ ειρήνη μέ έναν εχθρόν, όπου κατακρατεί ελληνικόν τόπον. Οι Έλληνες απαρνούνται καί δέν δίδουν υποδοχήν καί περιποίησην εις τους
τυράννους.»
Ρήγας Φεραίος Βελεστινλής
«Ως πότε παλικάρια, νά ζούμε στά στενά,
μονάχοι σα λεοντάρια, σταις ράχαις στά βουνά;
Σπηλιαίς νά κατοικούμε, νά βλέπωμεν κλαδιά,
να φεύγωμ' απ' τόν κόσμον, γιά τήν πικρή σκλαβιά;
Νά χάνωμεν αδέλφια, πατρίδα καί γονείς,
τους φίλους, τά παιδιά μας, κι όλους τους συγγενείς;
Κάλλιο 'ναι μίας ώρας ελεύθερη ζωή,
παρά σαράντα χρόνοι, σκλαβιά καί φυλακή.
Τι σ' ωφελεί αν ζήσεις, καί είσαι στή σκλαβιά;
στοχάσου πώς σέ ψαίνουν, καθ' ώραν στήν φωτιά.
Ελάτε μ' έναν ζήλον, σέ τούτον τόν καιρόν,
να κάμωμεν τόν όρκον, επάνω στόν σταυρόν.
Συμβούλους προκομμένους, μέ πατριωτισμόν
να βάλωμεν εις όλα, νά δίδουν ορισμόν.
Οι νόμοι ναν' ο πρώτος, καί μόνος οδηγός,
και τής πατρίδος ένας, νά γένη αρχηγός.
Γιατί κ' η αναρχία, ομοιάζει τήν σκλαβιά,
να ζούμε σαν θηρία, είν' πλιο σκληρή φωτιά.
Καί τότε μέ τά χέρια, ψηλά στόν ουρανόν
ας πούμ' απ' τήν καρδιά μας, ετούτα στόν Θεόν.
Ν' ανάψωμεν μια φλόγα, σέ όλην τήν Τουρκιά,
νά τρέξ' από τήν Μπόσνα, καί ως τήν Αραπιά.
Ψηλά στά μπαϊράκια, σηκώστε τόν σταυρόν,
και σαν αστροπελέκια, κτυπάτε τόν εχθρόν.
Ποτέ μη στοχασθήτε, πώς είναι δυνατός,
καρδιοκτυπά καί τρέμει, σαν τόν λαγόν κι' αυτός.»
Θούριος Ρήγα
«Οποιος ελεύθερα συλλογάται συλλογάται καλά. Τό ηθικόν σύνορον τής Ελευθερίας είναι τούτο τό ρητόν:
Μή κάμης εις τόν άλλον εκείνο οπού δέν θέλεις νά σέ κάμουν.»
Ρήγας Φεραίος Βελεστινλής
«Υπό τήν τυραννίαν τού Οθωμανικού δεσποτισμού κανένας, οποιασδήποτε τάξεως καί θρησκείας,
δεν είναι σίγουρος μήτε διά τήν ζωήν του, μήτε διά τήν τιμήν του, μήτε διά τά υποστατικά του.»
Ρήγας Φεραίος Βελεστινλής
Ο ραγιάς από τά πρώτα χρόνια τής τουρκοκρατίας, ζούσε μέ τό όνειρο τής ελευθερίας καί τής
ανασύστασης τού κράτους πού τού άρπαξε ο Αγαρηνός.
Οι Οθωμανοί ήταν όμως πανίσχυροι καί οι Ρωμιοί τούς έβλεπαν μέ δέος καί τρόμο. Πάντοτε προσέβλεπαν σέ βοήθεια από τούς χριστιανούς αδελφούς, γιά νά μπορέσουν
νά αποτινάξουν τόν τουρκικό ζυγό. Στά πρώτα χρόνια έστελναν επιστολές στόν πάπα ή στήν Γαληνοτάτη Δημοκρατία τής Βενετίας, στή συνέχεια στόν Ισπανό ή στό Γάλλο
βασιλιά ή σέ όποια δύναμη θεωρούσαν ικανή ότι θά παρέσχε βοήθεια.
Πάντοτε στίς μάχες χριστιανών καί μουσουλμάνων τάσσονταν στό πλευρό τών ομοθρήσκων τους,
οι οποίοι στό τέλος τούς εγκατέλειπαν στό έλεος καί τήν εκδικητική μανία τού Οθωμανού.
Μέσα στήν απόγνωσή τους έτρεφαν μύθους γιά τήν σωτηρία τους, όπως εκείνη τού ξανθού γένους, δηλαδή τών Ρώσων Ορθοδόξων, οι οποίοι θά κατέβαιναν στό νότο νά
διώξουν τούς βαρβάρους από τά εδάφη καί νά δημιουργήσουν πάλι τό Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος. Τό 1770 όμως, τούς πρόδωσαν οι αδελφοί Ορλώφ, αφού
τούς παρέσυραν σέ επανάσταση καί μετά τούς εγκατέλειψαν στή μοίρα τους. Στίς αρχές τού 19ου αιώνα, οι Ρωμιοί ματαίως, περίμεναν τόν επαναστάτη καί
πολέμιο τών μοναρχικών καθεστώτων, Ναπολέοντα νά αποβιβάσει τόν πανίσχυρο γαλλικό στρατό καί νά πολεμήσει τόν σουλτάνο. Ολες οι ελπίδες
γιά βοήθεια από τήν πολιτισμένη Ευρώπη αποδείχθηκαν μάταιες. Τό πέρασμα τών αιώνων καί οι αδιάκοπες αιματοχυσίες είχαν πείσει τό έθνος μας ότι η
ελευθερία θά ερχόταν μόνο μέ τόν αγώνα τών ιδίων τών Ελλήνων καί χωρίς τήν βοήθεια τών ξένων. Αυτό τό πίστεψαν καί τρείς έμποροι, τέκτονες οι οποίοι ίδρυσαν
τό 1814 στήν Οδησσό τήν "Εταιρεία τών Φιλικών", μέ μόνο σκοπό τήν αποτίναξη τού τουρκικού ζυγού από τόν τράχηλο τών Ελλήνων. Ηταν
ο Εμμανουήλ Ξάνθος από τήν Πάτμο, ο Αθανάσιος Τσακάλωφ από τά Ιωάννινα καί ο Νικόλαος Σκουφάς από τήν Άρτα.
«Η γενναία σύλληψις καί η γενναιοτέρα έναρξις τής εφαρμογής τής ελληνικής ενότητος απέκειτο τή μέση τάξει, τή εμπορική ιδίως. Νικόλαος Σκουφάς, Αθανάσιος Τσακάλωφ, Αθανάσιος Σέκερης, Εμμανουήλ Ξάνθος, Παναγιώτης Αναγνωστόπουλος, Παναγιώτης Σέκερης, Αντώνιος Κομιζόπουλος καί οι τοιούτοι έμποροι ήσαν καί γραμματείς εμπόρων...
Δοκίμιον ιστορικόν περί τής Eλληνικής Eπαναστάσεως παρά Ιωάννου Φιλήμονος - 1859
Κύριον είχεν αύτη σκοπόν τήν επανάστασιν, τό όλον μέν περιλαμβάνουσαν τών διαφόρων υπό τό σύμβολον τής Ορθοδοξίας ενουμένων εθνικοτήτων τής πεπτωκυίας ελληνικής αυτοκρατορίας, σημείον δέ κυριώτατον έχουσαν τήν καθέδραν ταύτης, τήν Κωνσταντινούπολιν. Υπό τό αυτό ορθόδοξον καί περιληπτικώτατον πνεύμα καί ο Ρήγας Φεραίος συνέταξε τούς Θουρίους αυτού, καί ο Κωνσταντίνος Υψηλάντης εκανόνισε τήν διαγωγήν αυτού...
Απολύτως δέ η Φιλική Εταιρία συνεκροτήθη ουχί πρός κατήχησιν, διότι κατηχήσεως ανάγκην διά τήν ελευθερίαν καί ανεξαρτησίαν αυτού, ούτε ο Έλλην, ούτε ο Βούλγαρος ή ο Σέρβος είχον, αλλά πρός τήν μόρφωσιν ενός τού γενικού πνεύματος κέντρου, εις ό απέκειτο η προπαρασκευή πρός τόν πόλεμον καί επειδή η τοιαύτη εργασία αδύνατος ην εν τω φανερώ, διά τούτον επήλθεν η υποχρεωτική προσφυγή εις μέτρα εν τω κρυπτώ...»
Οι τρείς ιδρυτές φρόντισαν βεβαίως εξ' αρχής, νά δημιουργήσουν κρυπτογραφικό κώδικα
γιά τήν αλληλογραφία τών μελών τής οργάνωσης, ενώ χρησιμοποιούσαν πολύπλοκες ιεροτελεστίες μυήσεως πού θύμιζαν τόν τεκτονισμό.
Αλλά τά πρώτα χρόνια η μυστική οργάνωση δέν είχε επιτυχία ούτε είχε μυήσει πολλά μέλη. Ο Σκουφάς σέ ταξίδι του
στήν Μόσχα απευθύνθηκε σέ εύπορους Έλληνες καί συνάντησε τήν ειρωνεία καί τόν σαρκασμό. Τότε συνειδητοποίησε ότι τά βασικά εμπόδια ήταν οικονομικής καί
οργανωτικής φύσεως. Σέ τρία χρόνια, τά μέλη τής Εταιρείας ήταν μόλις 42 ενώ τό σύνολο τών συνεισφορών ανερχόταν σέ 302 φλορίνια.
Τό 1817 οι τρείς φίλοι όντας απογοητευμένοι, είχαν αποφασίσει ακόμα καί νά διαλύσουν τήν Εταιρεία. Ο Σκουφάς όμως επέμεινε νά συνεχίσουν τό έργο πού ανέλαβαν
καί έπεισε τόν Τσακάλωφ νά μεταφέρουν τήν έδρα τής οργάνωσης στήν Κωνσταντινούπολι. Ετυχε τότε νά συναντήσει ο Σκουφάς τρείς
Μανιάτες οπλαρχηγούς
τόν Ηλία Χρυσοσπάθη, τόν Παναγιώτη Δημητρόπουλο καί τόν Παναγιώτη Παπαγεωργίου ή Αναγνωσταρά καί έναν Μακεδόνα τόν Ιωάννη Φαρμάκη, οι οποίοι
προθύμως μυήθησαν στήν Εταιρεία. Οι τύχες τής Εταιρείας άλλαξαν ριζικά καί μέ τήν μύηση τών αδελφών Σέκερη καί ιδιαιτέρως τού Παναγιώτη ο οποίος προσέφερε στήν οργάνωση
10.000 γρόσια, σημαντικό γιά τήν εποχή ποσό. Δυστυχώς ο Σκουφάς πέθανε τό 1819. Τίς δραστηριότητες τίς συνέχισαν οι τρείς Μανιάτες οπλαρχηγοί οι
οποίοι πίστευαν ότι ο Ιωάννης Καποδίστριας ήταν ο μυστικός αρχηγός τής Εταιρείας καί ότι καί ο ίδιος ο Τσάρος στήριζε τούς σκοπούς τής οργάνωσης.
Η αλήθεια είναι ότι ούτε ο Καποδίστριας ούτε ο Ανθιμος Γαζής ήταν σύμφωνοι μέ τούς σκοπούς τής οργάνωσης, - οι σφαγές τού 1770 δέν είχαν λησμονηθεί -
καί πρότειναν αναμονή. Αλλοι όμως Ελληνες πιό ενθουσιώδεις, ενήργησαν ως απόστολοι τής Εταιρείας καί ταξίδεψαν σέ όποιο μέρος τού κόσμου ανάσαινε η Ρωμιοσύνη.
Ο Ολύμπιος ταξίδεψε στήν Σερβία, ο Βατικιώτης στήν Βουλγαρία, ο Πεντεδέκας στήν Μολδοβλαχία, ο Λουριώτης στήν Ιταλία, ο Αναγνωσταράς στά νησιά, ο Χρυσοσπάθης
στή Μάνη, ο Φαρμάκης στή Μακεδονία καί τή Θράκη. Ο Ασημάκης Κροκίδας, επίτροπος τού Αλή εις τήν Πύλην, μυήθηκε από τόν Αναγνωστόπουλο καί θά αναλάμβανε
μέ τή σειρά του νά μυήσει πρόσωπα πού περιστοίχιζαν τόν Αλή πασά τών Ιωαννίνων, όπως τόν Αλέξιο Νούτσο, τόν Τουρτούρη, τόν αρματολό Οδυσσέα Ανδρούτσο,
τήν φίλη τού Αλή, Βασιλική Κίτσου Κονταξή καί άλλους.
«Τό δέ 1817 ο Αθανάσιος Τσακάλωφ κατέρχεται προηγηθείς εις Κωνσταντινούπολιν, παρακολουθούσιν ό,τε ο Παναγιώτης Αναγνωστόπουλος καί ο Σκουφάς, καί αυτόθι συμπεριλαμβάνουν τόν Παναγιώτην Σέκερην, τόν Εμμανουήλ Ξάνθον, τόν Αρχιμανδρίτην Γρηγόριον Δικαίον καί άλλους, καί επομένως πέμπουσιν εις τήν Βλαχομολδαυίαν, εις τάς νήσους τού Αιγαίου Πελάγους, εις τήν Πελοπόννησον, εις τήν Επτάνησον καί εις τήν Στερεάν Ελλάδα αποστόλους νά κοινοποιήσωσιν εις τούς Ελληνας τό μυστήριον, αφ' ού δ' επολλαπλασιάσθησαν εις όλα τά μέρη οι φιλικοί, καί συγκαταλέγοντο ήδη μεταξύ αυτών καί πατριάρχαι καί αρχιερείς καί προεστώτες πολιτικοί τών επαρχιών καί πολεμικοί αρχηγοί, καί όσοι δυνάμενοι νά προπαρασκευάσωσι καί νά διευθύνωσι τά τής επαναστάσεως, τέλη τού 1818 στέλλουσι τόν Ξάνθον εις Πετρούπολιν πρός τόν Καποδίστριαν νά τόν προσκαλέση ως αρχηγόν τής επαναστάσεως...»
Απομνημονεύματα Νικολάου Σπηλιάδη - 1851
Οι απόστολοι πλέον μυούν κατά δεκάδες τούς Ελληνες όλων τών ηλικιών καί τών επαγγελμάτων:
Γεώργιος Αινιάν, Κυριάκος Κουμπάρης,
Παντιάς Ράλλης, ο Ψαριανός πλοίαρχος Μαμούνης, ο Υδραίος Αντώνιος Κριεζής, οι Σπετσιώτες Γεώργιος Πάνου καί Αναστάσιος Ανδρούτσος, ο Σπύρος Μαύρος
από τήν Πάρο, Ιάκωβος Τομπάζης, Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, κατά τήν παραμονή του στή Ζάκυνθο μαζί μέ τούς Πετμεζαίους, τόν Πλαπούτα, τό Νικηταρά τόν
Χαράλαμπο Βιλαέτη.
Επίσης ακολούθησαν οι Διονύσιος Ρώμας καί ο Διονύσιος Σολωμός από τή Ζάκυνθο, ο Βιάρος Καποδίστριας, ο Ιωάννης Ζαμπέλιος, ο Παλαιών Πατρών Γερμανός πού μυήθηκε από τόν Αντώνιο Πελοπίδα, ο Ιωάννης
Παπαρρηγόπουλος. Στόν Μοριά σύμφωνα μέ τόν Φιλήμωνα μυήθηκαν οι πρόκριτοι Δημήτριος Ζαήμης, Χαράλαμπος Περρούκας, Ασημάκης Φωτήλας,
Κανέλλος Παπαγιαννόπουλος (Δεληγιάννης), Γεώργιος Σισίνης, Αγγελής Μελετόπουλος, Ιωάννης Καμαρηνός, Παναγιώτης Γιατράκος.
Η μεταφορά τής έδρας τής Εταιρείας στήν πρωτεύουσα τής Ρωμιοσύνης, τήν Κωνσταντινούπολη, απ' όπου περνούσε πλήθος Ελλήνων, είχε
σάν αποτέλεσμα τό μυστικό τής Εταιρείας νά διαδοθεί σέ χιλιάδες καρδιές πού ποθούσαν γιά ελευθερία καί εθνική ανεξαρτησία. Ολα τά έξοδα τής οργάνωσης τά
κάλυπτε ο Παναγιώτης Σέκερης. Οταν ο Πετρόμπεης, πού πίστευε ότι ο αρχηγός ήταν ο Καποδίστριας μέ τήν ηθική καί υλική στήριξη τού ίδιου τού τσάρου ζητούσε
υπέρογκα ποσά γιά μισθούς καί πολεμοφόδια, ο Σέκερης αναγκαζόταν νά καλύπτει μέ κάποια ποσά τίς ανάγκες τού Μανιάτη οπλαρχηγού.
Ο Τσακάλωφ αναγκάστηκε εν τω μεταξύ νά δολοφονήσει τόν Γαλάτη, ο οποίος δρούσε αλλοπρόσαλλα
καί εκβίαζε ότι θά αποκαλύψει τήν Εταιρία στούς Τούρκους.
Ένα άλλο μέλος τής Εταιρείας πού δρούσε αλλοπρόσαλλα καί μέ υπέρμετρο ζήλο ήταν ο Γρηγόριος Δικαίος - ο μπουρλοτιέρης τών ψυχών - ο οποίος είχε
αποφασίσει νά ξεκινήσει τήν επανάσταση σέ συνεννόηση μέ τόν Ολύμπιο καί τόν Φαρμάκη, χωρίς νά γνωρίζουν τίποτα τά ηγετικά στελέχη τής Εταιρείας.
Μάλιστα απείλησε καί τόν Αναγνωστόπουλο προκειμένου νά μάθη ποιά ήταν η Αόρατος Αρχή, καθότι καί αυτός πίστευε ότι πίσω από τήν οργάνωση βρίσκονταν ο
Καποδίστριας καί οι Ρώσσοι.
Τό μυστικό τής "Φιλικής Εταιρείας" ύστερα από επτά χρόνια τό γνώριζαν εκατοντάδες χιλιάδες Ελληνες, ακόμα καί ο Αλή πασάς πού σκεφτόταν τρόπους νά τό
εκμεταλλευτεί γιά νά δημιουργήσει ανεξάρτητο από τήν Υψηλή Πύλη κράτος. Η κουβέντα πού είχε αρχίσει στήν Οδησσό τό 1814, μεταξύ τριών φίλων κατέληξε νά
γίνει φλόγα στίς καρδιές όλων τών Ελλήνων καί τελείωσε ως πυρκαγιά πού κατέκαψε τήν οθωμανική τυραννία.
Καί όπως γράφει ο Διονύσιος Κόκκινος η Εταιρεία ξεχώρισε γιά δύο σημεία: Πρώτον ότι στήριξε τήν επανάσταση μόνο σέ ελληνικές δυνάμεις καί δεύτερον
ότι απευθύνθηκε σέ όλες τίς τάξεις τών Ελλήνων, διότι η ιδέα καί τό κίνημά της είχαν εθνικό χαρακτήρα.
Αφού ο Ιωάννης Καποδίστριας απέρριψε τήν αρχηγία αλλά καί τήν φιλοσοφία τής Εταιρείας, λέγοντας στόν Ξάνθο ότι η επανάσταση δέν ήταν τό κατάλληλο μέσο γιά τήν
απελευθέρωση τών Ελλήνων, ο Ξάνθος μέσα στήν μεγάλη του λύπη καί απογοήτευση στράφηκε αμέσως στόν Αλέξανδρο Υψηλάντη.
«ΟΡΚΙΖΟΜΑΙ ενώπιον τού αληθινού Θεού οικειοθελώς, ότι θέλω είμαι επί ζωής μου πιστός εις τήν Εταιρείαν κατά πάντα. Νά μη φανερώσω τό παραμικρόν από τά σημεία καί
λόγους της, μήτε νά σταθώ κατ'ουδένα λόγον η αφορμή του νά καταλάβωσιν άλλοι ποτέ, ότι γνωρίζω τι περί τούτων, μήτε εις συγγενείς μου, μήτε εις πνευματικόν ή φίλον
μου.
«Ορκιζόμεθα ως τίμιοι άνθρωποι, ως άνθρωποι οι οποίοι δέν κινούμεθα από κανέν άλλο αίσθημα, ειμή από τό πρός τήν Ελευθερίαν τής ταλαιπώρου Πατρίδος μας, ίνα
συντρέξωμεν μέ τόν νούν, μέ τήν καρδίαν καί μέ τό σώμα μας εις τήν ελευθερίαν της, μή πτοούμενοι μήτε πύρ, μήτε σίδηρον, μήτ' οποιανδήποτε βάσανον ως από μέρους
ουτινοσδήποτε, όστις ήθελε τολμήσει νά μάς αποκόψη από τήν ιερότητα του σκοπού μας.
Οι κόποι καί αγώνες θέλουν λογίζεσθαι ως μηδέν ως πρός τήν απόφασίν μας.
«While the prudent but sincere friends of Greece were labouring to establish her future independence by the slow but certain means of enlightening the people; other impatient
and fierce, but perhaps not less generous spirits, were burning to hurry her into an immediate struggle with her tyrant; counting more upon their own ardour, and the justice of the cause,
that upon the means provided. Such were the men first known as members of the secret society called the Hetaria...
«Από εκείνους όπου ήλθαν κατά τάς αρχάς του έτους 1821 εις τήν Πελοπόννησον είναι καί ο Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος Φλέσας. Αυτός κατηχών επί πολλά έτη εις άλλα
μέρη εφάνη εις τήν Πελοπόννησον καί περνών από Ύδραν καί Σπέτσας επήγεν εις Αργος, εκείθεν εις Κόρινθον καί Βοστίτσαν, όπου έμεινεν εις τό σπίτι του Αναγνώστη
Αλεξανδροπούλου.
«Διά τοσούτων καί τηλικούτων προσπαθειών η Φιλική Εταιρία περιήλθεν εν καταστάσει,
υπισχνουμένη προόδους ανωτέρας. Οταν σκεφθή τίς, ότι απητείτο θεία τις
εγκαρτέρησις πρός τήν εφαρμογήν τής εθνικής ιδέας, ης τήν γλυκύτητα ησθάνοντο
μέν άπαντες γευομένοι του μυστηρίου, εγνώριζoν όμως καί τάς μεγάλας συνεπείς
πικρίας όταν ίδη τις, ότι η μάχαιρα τής τουρκικής θηριωδίας καί αυθαιρεσίας απαιωρείτο
κατά πάσαν στιγμήν επί τής κεφαλής εκάστου, καί αρχηγοί δέ καί μέλη πρό
των οφθαλμών αυτών είχον εν μέν τή Κωνσταντινουπόλει τήν φοβεράν ειρκτήν (ζιντάνιον) καί τήν
φοβερωτέραν φυλακήν (τόν φούρνον τού Μποσταντσήμπαση),
καθ' όλας δέ τάς επαρχίας τάς ποδοκάκκας (τομπρούκια) καί τά τοιαύτα,
βεβαίως θαυμάζει περί τού θείου ζήλου, οίος ενέπνεε τούς πάντας...»
ΟΡΚΙΖΟΜΑΙ, ότι θέλω τρέφει εις τήν καρδίαν μου αδιάλλακτον μίσος εναντίον τών τυράννων τής πατρίδος μου, οπαδών καί τών ομοφρόνων μέ τούτους.
Θέλω ενεργεί κατά πάντα τρόπον προς βλάβην καί αυτόν τόν παντελή όλεθρόν των, όταν η περίστασις τό συγχωρήση.
ΟΡΚΙΖΟΜΑΙ νά μην ωφελώμαι κατ'ουδένα τρόπον από τά χρήματα τής Εταιρείας, θεωρών αυτά ως ιερόν πράγμα καί ενέχυρον ανήκον εις όλον τό έθνος μου. Νά
προφυλάττωμαι παρομοίως καί εις τά λαμβανόμενα καί στελλόμενα εσφραγιαμένα γράμματα.
ΟΡΚΙΖΟΜΑΙ νά προσέχω πάντοτε εις τήν διαγωγήν μου, νά είμαι ενάρετος. Νά ευλαβώμαι τήν θρησκείαν μου, χωρίς νά καταφρονώ τάς ξένας. Νά δίδω πάντοτε τό καλόν
παράδειγμα. Νά συμβουλεύω καί νά συντρέχω τόν ασθενή, τόν δυστυχή καί τόν αδύνατον. Νά σέβωμαι τήν διοίκησιν, τά έθιμα, τά κριτήρια καί τους διοικητάς τού τόπου, εις
τον οποίον διατρίβω.
ΤΕΛΟΣ ΠΑΝΤΩΝ ΟΡΚΙΖΟΜΑΙ ΕΙΣ ΣΕ, Ω ΙΕΡΑ ΠΛΗΝ ΤΡΙΣΑΘΛΙΑ ΠΑΤΡΙΣ, ΟΡΚΙΖΟΜΑΙ εις τους πολυχρονίους βασάνους Σου, ορκίζομαι εις τά πικρά δάκρυα, τά οποία
τόσους αιώνας έχυσαν καί χύνουν τά ταλαίπωρα τέκνα Σου, εις τά ίδια μου δάκρυα, χυνόμενα κατά ταύτην τήν στιγμήν, καί εις τήν μέλλουσαν ελευθερίαν τών ομογενών μου,
ότι αφιερώνομαι όλως εις Σε. Εις τό εξής Συ θέλεις είσαι η αιτία καί ο σκοπός τών διαλογισμών μου. Το όνομά Σου ο οδηγός τών πράξεών μου καί η ευτυχία Σου η ανταμοιβή
των κόπων μου.»
Όρκος τών Φιλικών
Ορκιζόμεθα δέ πρό πάντων, ότι μεταξύ ημών καί τών τυράννων τής πατρίδος μας, τό πύρ καί ο σίδηρος είναι τά μόνα μέσα τής διαλλαγής καί τίποτ' άλλο.
Αν δέ τουναντίον ηθέλομεν αναιρέσει τήν ιερότητα τών χρεών μας, κινούμενοι από αισχροκέρδειαν τινά ή δειλίαν ή άλλην οποιανδήποτε αιτίαν, τό όνομά μας νά
παραδίδηται εις τό αιώνιον ανάθεμα καί εις τήν κατάραν τών ομογενών μας, τό αίμα μας νά χυθή ως χύνεται αυτήν ταύτην τήν στιγμήν ο οίνος τούτος, τό δέ σώμα μας,
μή αξιούμενον ταφής νά γίνη βορά τών θηρίων καί τών ορνέων αμήν.»
Νικόλαος Σκουφάς - Eκδόσεις: Αγαπητός Αγαπητού 1877
The founders and first directors of the Εταιρεία, knew human nature well; and wrapped their institution in that solemn mystery, so imposing upon all men, but calculated to make
a deep impression upon the young and enthousiastic spirits, whom it was their object to select as their members. They constitued themselves into an imagery power, under the name
of Αρχή; their persons were unknown; but they made all the inferior grades look up to the Αρχή with reverence and submission...»
Historical sketch of the Greek revolution - Samuel Gridley Howe 1828
Εκεί εσυνάχθησαν κατά πρώτον ο Ανδρέας Λόντος, ο Σπυρίδων Χαραλάμπης, ο Αγγελής Μελετόπουλος, ο Σωτήρης Ιωάννου καί άλλοι εντόπιοι.
Εις αυτούς εφανέρωσε τόν ερχομόν του, τόν τίτλον του ως απεσταλμένου παρά τής Γενικής Αρχής κτλ. καί ότι
η 25η Μαρτίου είναι η πρώτη ημέρα τής επαναστάσεως.»
Φώτιος Χρυσανθόπουλος - Φωτάκος Υπασπιστής Κολοκοτρώνη
Ιωάννης Φιλήμων
Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης (1792 - 1828), γιός του ηγεμόνα τής Βλαχίας καί Μολδαβίας Κωνσταντίνου Υψηλάντη και τής Ελισάβετ τό γένος Βακαρέσκου,
κατατάχθηκε τό 1810 στό σώμα τών έφιππων
σωματοφυλάκων του τσάρου μέ τόν βαθμό του ανθυπολοχαγού. Πολέμησε κατά τών Γάλλων μέ αποτέλεσμα νά χάσει τό δεξί του χέρι στή μάχη τής Δρέσδης (1813).
Κληρονόμος τών μεγάλων παραδόσεων τής οικογένειας τών Υψηλαντών, η οποία καταγόταν από τά Υψαλα τής Τραπεζούντας στόν Πόντο, είχε βάλει ως σκοπό της
ζωής του
τήν απελευθέρωση του ελληνικού έθνους καί τήν εκδίκηση τής δολοφονίας του παππού του Αλέξανδρου, τόν οποίο σέ ηλικία 80 ετών, συνέλαβαν οι Τούρκοι καί
αφού τόν βασάνισαν τόν αποκεφάλισαν. Σύμφωνα μέ τόν Φιλήμονα, η οικογένεια Υψηλάντη είχε καταφύγει μαζί μέ τήν οικογένεια Μουρούζη
στην αυλή τών Κομνηνών τής Τραπεζούντας, αμέσως μετά τήν άλωση τής Κωνσταντινούπολης.
Ο πατέρας του Αλέξανδρου, Κωνσταντίνος Υψηλάντης, υπήρξε μέγας διερμηνέας, καί μεταφραστής στρατιωτικών εγχειριδίων. Ηγεμόνας τής Μολδαβίας, ήρθε σέ επαφή
με τους Ρώσους γιά νά εξυπηρετήσει τά ελληνικά συμφέροντα καί όταν τό 1806 πληροφορήθηκε ότι οι Οθωμανοί θά τόν αποκεφάλιζαν κατέφυγε στή Ρωσία.
Στόν Αλέξανδρο Υψηλάντη στράφηκε λοιπόν ο Ξάνθος, μετά τήν απόρριψη τής αρχηγίας από τόν Ιωάννη Καποδίστρια, ο οποίος μέ τήν υψηλή θέση πού κατείχε στήν τσαρική αυλή,
είχε αντίστοιχο κύρος μέ τόν Καποδίστρια. Ο νεότερος Υψηλάντης - 28 ετών - δέχτηκε μέ ενθουσιασμό τήν πρόταση του Ξάνθου (Αγία Πετρούπολη, 12 Απριλίου 1820),
τήν οποία εξέλαβε ως διαταγή τής Πατρίδος.
Φανταζόμαστε τήν ψυχή αυτού του υπέροχου νέου, ο οποίος αποφάσιζε νά αντιμετωπίσει
τήν πανίσχυρη καί ανελέητη Οθωμανική αυτοκρατορία πού απλωνόταν από τόν
Δούναβη μέχρι τήν Υεμένη. Αντί νά προτιμήσει τά πλούτη καί τίς οικονομικές ανέσεις υπηρετώντας κάποιον από τούς ισχυρούς τής γής, είτε τόν τσάρο είτε τόν σουλτάνο,
προτίμησε νά θυσιάσει τήν περιουσία του καί στό τέλος τήν ίδια του τή ζωή, γιά τά ιδανικά του.
Ακόμα πιό δύσκολη ήταν η απόφαση γιά Επανάσταση, όταν στήν Ευρώπη είχε εγκαθιδρυθεί η Ιερά Συμμαχία, η οποία ελέω Μέτερνιχ, είχε αρνητική διάθεση σέ κάθε
επαναστατική κίνηση. Επομένως, η Επανάσταση τών Ελλήνων είχε νά αντιμετωπίσει εκτός από τήν πανίσχυρη οθωμανική αυτοκρατορία καί τήν αντίδραση τών ευρωπαϊκών
κυβερνήσεων πού δέν επιθυμούσαν επ'ουδενί λόγω νά θέσουν σέ κίνδυνο τά μοναρχικά τους καθεστώτα.
Καί όμως ο Φαναριώτης πρίγκηπας αποφάσισε τόν Ιούνιο του 1820 ότι είχε έλθει τό πλήρωμα του χρόνου γιά τήν επανάσταση. Ο πόλεμος του Αλή πασά τών Ιωαννίνων μέ
τόν σουλτάνο Μαχμούτ Β', η επαναστατική φλόγα τών Σέρβων καί τών Μαυροβουνίων καί οι χιλιάδες Ρωμιοί πού αδημονούσαν νά χτυπήσουν τόν τύραννο, τόν είχαν πείσει ότι δέν υπήρχε χρόνος γιά αναβολή.
Ο υπασπιστής του τσάρου Αλέξανδρου Α', αφού πήρε άδεια από τήν ρωσική κυβέρνηση γιά λουτροθεραπεία, ταξίδεψε μέ συνοδούς τόν Ξάνθο, τόν Μάνο, τόν Περραιβό, τόν
Γεώργιο Καντακουζηνό καί τόν Πέτρο Ηπίτη σέ πόλεις τής Ρωσίας, γιά νά συγκεντρώσει χρηματικά ποσά καί νά οργανώσει σέ συνεργασία μέ άλλα μέλη της
Φιλικής Εταιρείας σχέδια στρατιωτικής φύσεως.
«... ο Υψηλάντης συνέστησε τήν εφορείαν Κωνσταντινουπόλεως συγκειμένην από τόν Κουμπάρην, Μαύρον, Σπυρίδωνα Κωνσταντάν καί Ιωάννην Μπάρμπαν, καί έχουσαν επιθεωρητήν τόν Δημήτριον Σχινάν, οι οποίοι ενεπιστεύθησαν νά εκτελέσωσι τό σχέδιον τής επαναστάσεως εις αυτήν τήν εστίαν τής τυραννίας, ώφειλον δέ κατ' αυτό πρό πάντων νά βάλωσι πύρ εις τήν Χρυσούπολιν, δραμόντας δέ εις τήν πυρκαϊάν κατά τό σύνηθες τόν Σουλτάνον μέ τόν μέγαν Βεζύρην καί τούς υπουργούς του, ναυτικοί νησιώται Επτανήσιοι καί άλλοι Έλληνες, ενεδρεύοντες εις τήν θάλασσαν, ήθελον τούς φονεύσει, καί αμέσως ήθελον ορμήσει εις τόν ναύσταθμον, καί συμπραττόντων των εις τήν υπηρεσίαν του στόλου υπό τόν Υδραίον Μανώλην Γκιούστον Ελλήνων ναυτών, ήθελον τόν κυριεύσει ή τόν πυρπολήσει, άλλοι δέ ήθελον καταλάβει τό Βυζάντιον καί εξουσιάσει τόν δημόσιον θησαυρόν...»
Απομνημονεύματα Νικολάου Σπηλιάδου
Γιά τίς απαιτούμενες προετοιμασίες ο Υψηλάντης όρισε αποστόλους (Περραιβό, Ίπατρο, Θέμελη, Κανούση) γιά νά μεταβούν μέ επιστολές σέ περιοχές πού θά αποτελούσαν κέντρα εξεγέρσεως. Η σπουδαιότερη αποστολή ανατέθηκε στόν αρχιμανδρίτη Γρηγόριο Δικαίο, εκπρόσωπο του αρχηγού στόν Μοριά. Ο ίδιος ο Υψηλάντης ήρθε σέ συνεννόηση μέ τόν ηγεμόνα τής Μολδαβίας Μιχαήλ Σούτσο, τόν Ιάκωβο Ρίζο Νερουλό, πολιτικό τής Βλαχίας καί τόν αρχηγό τών Σέρβων Μιλόσχη γιά ταυτόχρονη εξέγερση. Εν τω μεταξύ μέ επιστολές τους, από Μόσχα ο Κομιζόπουλος, από Βουκουρέστι οι Ολύμπιος, Λασσάνης καί Φαρμάκης καί από Κωνσταντινούπολη ο Σέκερης εξέφραζαν τήν αδημονία τους καί τόνιζαν τήν αναγκαιότητα γιά τήν άμεση έναρξη τής επανάστασης, καθώς υπήρχαν φόβοι ότι η Υψηλή Πύλη γνώριζε αρκετά γιά τήν Φιλική Εταιρεία.
« .. εμελέτα ν' αρχίση τά ένοπλα κινήματά του τήν 25η Μαρτίου, ημέραν του Ευαγγελισμού ως ευαγγελιζομένην τήν πολιτικήν λύτρωσιν του ελληνικού έθνους, αλλ' εν ώ κατεγίνετο παρασκευάζων τήν εις Ελλάδα κατάβασίν του, τινές τών περί αυτόν υπερίσχυσαν συμβουλεύοντές τον νά μεταβή εις Μολδοβλαχίαν, καί εκείθεν ν' αρχίση τόν αγώνα. Εις υποστήριξιν δέ τής γνώμης των τώ έλεγαν, ότι αι δύο αύται ηγεμονείαι εθεωρούντο ως άλλη Ελλάς, διότι καί ηγεμόνες καί αυλικοί ήσαν Έλληνες, καί ο λαός ομόδοξος ήτο πρόθυμος νά συναγωνισθή τόν υπέρ πίστεως αγώνα, ότι ο ηγεμών τής Μολδαυΐας (Μιχαήλ Σούτσος Βόδας) τόν εδέχετο προθύμως...
Σπυρίδων Τρικούπης - Ελληνική Επανάστασις
Τόν εβεβαίουν δέ εξ ών είχαν πληροφοριών, ότι έτοιμοι ήσαν νά συναγωνισθώσιν όλοι οι Αρβανίται. Αρβανίται δέ ελέγοντο οι εν ταίς δύο ηγεμονείαις σύμμικτοι Έλληνες, Βούλγαροι καί Σέρβοι συνδεόμενοι διά του αυτού δόγματος καί ποριζόμενοι τά πρός τό ζήν δι' οπλοφορίας, τινές δέ διά μισθώσεως προσόδων. Οι Φαναριώται αυθένται, εξ ότοι η ηγεμονία μετέπεσεν εις χείρας των, τούς μετεχειρίζοντο εις ιδίαν φρουράν καί εις δημόσιαν υπηρεσίαν...
Διέτριβαν εν Βλαχία δύο σημαντικοί οπλαρχηγοί Έλληνες, ο Γεωργάκης Ολύμπιος καί ο Πάτμιος Σάββας Καμινάρης, έχοντες αμφότεροι ικανόν αριθμόν οπλοφόρων, αμφότεροι δέ ούτοι, μέλη όντες τής Εταιρίας τών Φιλικών ειδοποίησαν τόν Υψηλάντην, ότι ήσαν καί έτοιμοι καί ευέλπιδες νά κινήσωσιν εις επανάστασιν τούς τόπους εκείνους. Εκτός τούτου, απηγορεύετο κατά τάς συνθήκας Τουρκίας καί Ρωσσίας πάσα εισβολή τουρκικών στρατευμάτων εις τάς ηγεμονείας άνευ προηγουμένης συγκαταθέσεως τής Ρωσσίας, καί ευλόγως εσυλλογίζετο ο Υψηλάντης ότι αν ετάραττε τάς ηγεμονίας, η Πύλη μανθάνουσα τάς ταραχάς ή θά έστελλεν αμέσως διά τό κατεπείγον τής περιστάσεως κατά τών αποστατών δυνάμεις καί τότε παρέβαινε τάς συνθήκας καί έδιδε δικαίαν αφορμήν πολέμου μέ τήν Ρωσσίαν...»
Τόν Αύγουστο του 1820, ο αρχηγός τής Φιλικής Εταιρείας συναντήθηκε μέ τόν γραμματέα του ρωσικού προξενείου τών Πατρών, Ιωάννη Παπαρρηγόπουλο, ο οποίος
πληροφόρησε τόν πρίγκηπα ότι η Πελοπόννησος από στρατιωτικής απόψεως δέν ήταν έτοιμη νά ξεσηκωθεί. Ο Υψηλάντης όμως είχε ήδη επηρεασθή από τόν ορμητικό
καί φλογερό Δικαίο (Παπαφλέσσα), ο οποίος μέ τήν ασυγκράτητη ορμή του καί τό ανήσυχο πνεύμα του, είχε
πείσει τόν Αρχηγό τής Εταιρείας νά ξεκινήσει τό συντομότερο τήν Επανάσταση.
Εν τω μεταξύ η Υψηλή Πύλη είχε σίγουρες πληροφορίες γιά τήν Φιλική Εταιρεία καί τούς σκοπούς της. Ήδη, ο απόστολος τής Εταιρείας Αριστείδης Παπάς, δάσκαλος
είχε εντοπιστεί στή Σερβία έχοντας πάνω του πολύτιμα έγγραφα τά οποία αφού κατέστρεψε, στή συνέχεια αυτοκτόνησε.
Ο υπασπιστής τού Υψηλάντη Ύπατρος, πηγαίνοντας στόν Αλή Πασά, δολοφονήθηκε στήν Μακεδονία
Ο Ασημάκης Θεοδώρου από τή Ζάτουνα, γραμματικός του Πασόμπεη είχε προδώσει απευθείας τό μυστικό στό σουλτάνο.
Ο Υψηλάντης, τό φθινόπωρο του 1820 βρισκόταν στήν Οδησσό, φιλοξενούμενος από τόν Γεώργιο Καντακουζηνό, απόγονο τής περίφημης βυζαντινής οικογένειας.
Είχε επαφές μέ πολλά μέλη τής Φιλικής Εταιρείας (Δημήτριο Ιγγλέση, Γρηγόριο Μαρασλή, Αλέξανδρο Μαύρο, Ηλία Μάνεση κ.ά.).
Σύμφωνα όμως μέ τόν Βακαλόπουλο καί μέ άλλες πηγές τά εσωτερικά τής Εταιρείας δέν πήγαιναν καλά. Οι εγωϊσμοί, οι διαφωνίες, οι προστριβές μεταξύ τών μελών
καί του ηγεμόνα, οι εκνευρισμοί καί ο φθόνος, γνωρίσματα τών Ελλήνων, είχαν παραλύσει τήν ομαλή εξέλιξη τών εργασιών. Οι μέν κατηγορούσαν τούς δέ καί αντιστρόφως.
Ο Σούτσος παραπονιόταν ότι τά χρήματα ξοδεύονταν αλόγιστα, ενώ μέλη τής Εταιρείας του απέδιδαν έλλειψη ζήλου.
Πολλοί σύγχρονοι ιστορικοί κατηγορούν τόν Υψηλάντη γιά κωλυσιεργία καί ανικανότητα,
τά οποία αναπόφευκτα θά έφερναν τήν καταστροφή τής εξέγερσης.
Από τήν Οδησσό, ο Υψηλάντης κινήθηκε νοτιότερα πρός τό Ισμαήλιο της Βεσσαραβίας (ρωσικής επαρχίας). Νέες επαφές καί συζητήσεις καί συνέχεια του
ταξιδιού στό Κισνόβιο (Κισνάου), πόλη ευρισκόμενη ανατολικά από τόν ποταμό Προύθο. Εκεί στίς 16 Φεβρουαρίου 1821 ο κύβος ερίφθη. Η
Ελληνική Επανάσταση θά ξεκινούσε από τήν Μολδαβία.
Τήν 22α Φεβρουαρίου 1821, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, φορώντας στολή Ρώσσου στρατηγού, συνοδευόμενος από τούς αδελφούς του Γεώργιο, Νικόλαο, τόν
Γεώργιο Μάνο, τόν Γεώργιο Καντακουζηνό
καί τόν Πολωνό αξιωματικό Γαρνόβσκυ, περνούσε τόν Προύθο ποταμό κοντά στό Σκουλένι.
Εισερχόταν έτσι σέ οθωμανικό έδαφος, αλλά οι δύο ηγεμονίες Μολδαβία καί Βλαχία, διέπονταν από ειδικό καθεστώς. Στρατός τουρκικός δέν υπήρχε καί δέν μπορούσε
νά εισέλθη άνευ αδείας από τήν Ρωσία. Αυτή ήταν καί η ελπίδα του αρχηγού τής επανάστασης, δηλαδή ότι η Υψηλή Πύλη θά έστελνε στρατό χωρίς άδεια καί θά
προκαλούσε στρατιωτική παρέμβαση του τσάρου.
Στήν απέναντι όχθη τόν περίμενε η φρουρά του ηγεμόνα Μιχαήλ Σούτσου, διακόσιοι ιππείς μέ αρχηγούς τόν Γεράσιμο Ορφανό καί τόν Βασίλειο Θεοδώρου, η οποία
τόν συνόδευσε μέχρι τό Ιάσιο. Η τουρκική φρουρά σαράντα ανδρών παραδόθηκε. Στόν πρόξενο τής Ρωσίας δήλωσε ότι δέν είχε σκοπό τήν κατάλυση του καθεστώτος
αλλά τήν κάθοδο ελληνικού στρατού στήν Ελλάδα. Ο τσάρος όμως αντίθετα μέ τίς προσδοκίες του υπασπιστή του, εκνευρίστηκε μέ αυτή τήν κίνηση δεδομένου ότι
δέν ήθελε περιπέτειες μέ τήν Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, από τό σπίτι του πρωθυπουργού Ρίζου, προέβη σέ στρατολόγηση εθελοντών, κυρίως νέων
φοιτητών καί στήν σύνταξη τής προκήρυξης τής επανάστασης: "Μάχου υπερ Πίστεως καί Πατρίδος".
«Μάχου υπέρ πίστεως καί πατρίδος
Η ώρα ήλθεν, ω Ανδρες Έλληνες! Πρό πολλού οι λαοί τής Ευρώπης, πολεμούντες υπέρ τών ιδίων δικαιωμάτων καί ελευθερίας αυτών, μας επροσκάλουν εις μίμησιν.
Αυτοί, καίτοι οπωσούν ελεύθεροι, επροσπάθησαν όλαις δυνάμεσι νά αυξήσωσι τήν ελευθερίαν, καί δι' αυτής πάσαν αυτών τήν ευδαιμονίαν.
Οι αδελφοί μας καί φίλοι είναι πανταχού έτοιμοι. Οι Σέρβοι, οι Σουλιώται, καί όλη η Ηπειρος,
οπλοφορούντες μάς περιμένωσιν. Ας ενωθώμεν λοιπόν μέ ενθουσιασμόν!
Η Πατρίς μάς προσκαλεί.
Η Ευρώπη, προσηλώνουσα τους οφθαλμούς της εις ημάς, απορεί διά τήν ακινησίαν μας, ας αντηχήσωσι λοιπόν όλα τά όρη τής Ελλάδος από τόν ήχον τής πολεμικής μας
σάλπιγγος, καί αι κοιλάδες από τήν τρομεράν κλαγγήν τών αρμάτων μας. Η Ευρώπη θέλει θαυμάση τάς ανδραγαθίας μας, οι δε τύραννοι ημών, τρέμοντες καί ωχροί
θέλουσι φύγει απέμπροσθέν μας...
Ποία ελληνική ψυχή θέλει αδιαφορήση εις τήν πρόσκλησιν τής Πατρίδος; Εις τήν Ρώμην ένας του Καίσαρος φίλος σείων τήν αιματομένην χλαμύδα του τυράννου εγείρει
τον λαόν. Tί θέλετε κάμη Σεις ω Έλληνες, προς τους οποίους η Πατρίς γυμνή δεικνύει μεν τάς πληγάς της καί μέ διακεκομμένην φωνήν επικαλείται τήν βοήθειαν τών
τέκνων της; Η θεία πρόνοια, ω φίλοι Συμπατριώται, ευσπλαγχνισθείσα πλέον τάς δυστυχίας μας ηυδόκησεν ούτω τά πράγματα, ώστε μέ μικρόν κόπον θέλομεν απολαύση
με τήν ελευθερίαν πάσαν ευδαιμονίαν. Αν λοιπόν από αξιόμεμπον αβελτηρίαν αδιαφορήσωμεν, ο τύραννος γενόμενος αγριώτερος θέλει πολλαπλασιάση τά δεινά μας, καί
θέλομεν καταντήση διά παντός τό δυστυχέστερον πάντων τών εθνών.
Στρέψατε τους οφθαλμούς σας, ω Συμπατριώται, καί ίδετε τήν ελεεινήν μας κατάστασιν! ίδετε εδώ τους Ναούς καταπατημένους! εκεί τά τέκνα μας αρπαζόμενα διά χρήσιν
αναιδεστάτην τής αναιδούς φιληδονίας τών βαρβάρων τυράννων μας! τους οίκους μας γεγυμνωμένους, τούς αγρούς μας
λεηλατισμένους καί ημάς αυτούς ελεεινά ανδράποδα!
Είναι καιρός νά αποτινάξωμεν τόν αφόρητον τούτον ζυγόν, νά ελευθερώσωμεν τήν Πατρίδα, νά κρημνίσωμεν από τά νέφη τήν ημισέληνον νά υψώσωμεν τό σημείον,
δι' ου πάντοτε νικώμεν! λέγω τόν Σταυρόν, καί ούτω νά εκδικήσωμεν τήν Πατρίδα, καί τήν Ορθόδοξον ημών Πίστιν από τήν ασεβή τών ασεβών καταφρόνησιν...
Ας κινηθώμεν λοιπόν μέ εν κοινόν φρόνιμα, oι πλούσιοι ας καταβάλωσιν μέρος τής ιδίας περιουσίας, oι ιερoί ποιμένες ας εμψυχώσωσι τόν λαόν μέ τό ίδιόν τών παράδειγμα,
και oι πεπαιδευμένοι ας συμβουλεύσωσιν τά ωφέλιμα...
Ας καλέσωμεν λοιπόν εκ νέου, ω ανδρείοι καί μεγαλόψυχοι Έλληνες, τήν ελευθερίαν εις τήν κλασικήν γην τής Ελλάδος! Ας συγκροτήσωμεν μάχην μεταξύ του
Μαραθώνος καί τών Θερμοπυλών! Ας πολεμήσωμεν εις τους τάφους τών Πατέρων μας, οι οποίοι, διά νά μάς αφήσωσιν ελευθέρους, επολέμησαν καί απέθανον εκεί!
Το αίμα τών τυράννων είναι δεκτόν εις τήν σκιάν τού Επαμεινώνδου Θηβαίου, καί του Αθηναίου Θρασυβούλου, οίτινες κατετρόπωσαν τους τριάκοντα τυράννους, εις
εκείνας του Αρμοδίου καί Αριστογείτωνος, οι οποίοι συνέτριψαν τόν Πεισιστρατικόν ζυγόν, εις εκείνην του Τιμολέοντος,
όστις απεκατέστησε τήν ελευθερίαν εις τήν
Κόρινθον καί τάς Συρακούσας, μάλιστα εις εκείνας τού Μιλτιάδου καί Θεμιστοκλέους, του Λεωνίδου καί
των τριακοσίων, οίτινες κατέκοψαν τοσάκις τους αναριθμήτους
στρατούς τών βαρβάρων Περσών, τών οποίων τους βαρβαροτέρους καί ανανδροτέρους απογόνους
πρόκειται εις ημάς σήμερον, μέ πολλά μικρόν κόπον, νά εξαφανίσωμεν
εξ ολοκλήρου.
Εις τά όπλα λοιπόν φίλοι η Πατρίς μάς προσκαλεί!»
Προκήρυξις Αλεξάνδρου Υψηλάντου - 24 Φεβρουαρίου 1821, Ιάσιον
«Μεγαλειότατε! Αι γενναίαι επιβολαί τών εθνών έρχονται από Θεού καί εξ εμπνεύσεως πάντως Θείας οι Έλληνες εξεγείρονται αθρόοι σήμερον, ίνα αποτινάξωσι
τόν στυγερόν ζυγόν τόν απ' αιώνων πιέζοντα αυτούς. Τά καθήκοντά μου πρός τήν πατρίδα καί πρός τά τελευταία θελήματα τού πατρός μου μοί επιβάλλουσιν
επιτακτικώς ν΄αφιερωθώ μετά τών αδελφών μου εις αγώνα ούτω δίκαιον, εις τήν ελευθέρωσιν τής πατρίδος μου...
Σώσατε, Μεγαλειότατε, σώσατε τήν πίστιν ταύτην εναντίον τών διωκτών αυτής καί απόδοτε ημίν τούς ναούς ημών καί τούς βωμούς, οπόθεν τό θείον τού Ευαγγελίου
φώς εκπεμφθέν εφώτισε τό μέγα έθνος ού άρχετε. Ελευθερώσατε ημάς, Μεγαλειότατε, καθάρατε τήν Ευρώπην από τών αιματηρών τούτων τεράτων καί αξιώσατε
νά προσθέσητε εις πάντα τά μεγάλα ονόματα άπερ η ευρωπαϊκή ευγνωμοσύνη παρέχει Υμίν καί τό όνομα τού Ελευθερωτού τής Ελλάδος.»
Επιστολή τού Υψηλάντη στόν Τσάρο πασών τών Ρωσιών Αλέξανδρο Α' Παύλοβιτς Ρωμανώφ
«Ως Χριστιανός Ορθόδοξος καί υιός τής ημετέρας Εκκλησίας, ορκίζομαι εις τό όνομα τού παντοδύναμου μας Θεού, εις τό όνομα τού Κυρίου μας Ιησού Χριστού
καί τής Αγίας Τριάδος νά μείνω πιστός εις τήν Θρησκεία μου καί εις τήν Πατρίδα μου. Ορκίζομαι νά ενωθώ μέ όλους τούς αδελφούς μου Χριστιανούς διά τήν
ελευθερίαν τής Πατρίδος μας. Ορκίζομαι νά χύσω καί αυτήν τήν υστέραν ρανίδα τού αίματός μου υπέρ τής Θρησκείας καί τής Πατρίδος μου.»
Όρκος Ιερολοχιτών
«Τι στοχάζεσαι, αυτό τό Ρωμαίγικο θά κάμη άργητα νά γένη; Θα κοιμηθούμε μέ τους Τούρκους καί θά ξυπνήσουμε μέ τους Ρωμαίγους...»
Απομνημονεύματα Μακρυγιάννη, Πατρινός έμπορος πρός Μακρυγιάννη, παραμονές επαναστάσεως.
«Οταν δέ ο αυτοκράτωρ παρώτρυνεν αυτόν, μετά τήν απώλειαν τής χειρός του, νά νυμφευθή καί ησυχάση, ο Υψηλάντης απεκρίθη, "η επιθυμία μου, Μεγαλειότατε είναι
νά νυμφευθώ τήν πατρίδα μου καί νά αποθάνω μαχόμενος υπέρ αυτής."»
Αγαπητός, Πάτραι 1877