Τη θέρμανση των κτιρίων είχαν ανακαλύψει Κρήτες και Κύπριοι από το 7000 π.Χ
Από το 7000 π.Χ. έκτιζαν κυλινδρικά σπίτια με επίπεδες ή θολωτές στέγες, στις κορφές των οποίων υπήρχε άνοιγμα. Στο δάπεδο, ακριβώς κάτω από το άνοιγμα, υπήρχε η εστία. Τα σπίτια αυτά δεν είχαν εσωτερικούς τοίχους και έτσι η όποια θερμότητα από την κεντρική εστία, μεταδιδόταν σε ολόκληρο το κτίσμα.
Οσο κι αν φαίνεται περίεργο, η ενδοδαπέδια κεντρική θέρμανση εφευρέθηκε πριν από το καλοριφέρ. Η πρώτη είναι ανακάλυψη των Μινωιτών, το δεύτερο των Ρωμαίων….Στα βασιλικά δωμάτια της Κνωσού, κάτω από το δάπεδο, υπήρχαν σωλήνες, μέσα από τις οποίες περνούσε ζεστό νερό και ζέσταινε τους χώρους.
Την πανάρχαια πόλη ξέθαψε στα 1900 ο Εβανς κι αυτό σημαίνει ότι δεν ήξερε τις εκεί επιδόσεις ο Σουηδός Μ. Τρίβαλντ, που το 1716 λάνσαρε την ενδοδαπέδια θέρμανση, σε μορφή περίπου όπως είναι σήμερα.
Ούτε οι πλούσιοι Ρωμαίοι γνώριζαν την ενδοδαπέδια θέρμανση. Αυτοί χρησιμοποιούσαν το «υπόκαυστον»: Αναβαν στα υπόγειά τους φωτιά και με ανοιχτούς αγωγούς που περνούσαν μέσα από τους τοίχους, έστελναν ζεστό αέρα και θέρμαιναν τους χώρους.
Οι Βυζαντινοί χρησιμοποιούσαν τα «πυριατήρια», για να θερμαίνουν τα λουτρά των παλατιών τους. Η σύγχρονη κεντρική θέρμανση έπρεπε να περιμένει ως τα τέλη του 19ου αιώνα, όταν πια το πετρέλαιο και ο ηλεκτρισμός βρίσκονταν σε κοινή χρήση.
Το πρώτο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας για πετρελαιοκαυστήρα δόθηκε μόλις το 1885 αλλά η βασισμένη στο πετρέλαιο κεντρική θέρμανση ξεκίνησε να υιοθετείται από το 1930 κι έπειτα. Είχε προηγηθεί η εφεύρεση του θερμοστάτη. Νωρίτερα, τα σπίτια θερμαίνονταν με την ηλεκτρική θερμάστρα, εφεύρεση του Αμερικανού Γουίλ Χανταγουέι.
Πηγή: http://www.daynight.com.gr
Η Θεσσαλονίκη στη ρωμαϊκή εποχή (φωτο)
- Μια ζηλευτή πόλη με Ιππόδρομο, με υπέροχα κτίσματα, με λουτρά
- Η Καμάρα και η Ροτόντα όπως δεν τις έχετε ξαναδεί σε μια ψηφιακή απεικόνιση που μας γυρίζει πίσω στον χρόνο
Πως ήταν η Θεσσαλονίκη στην αρχαιότητα; Μια πραγματικά υπέροχη πόλη. Με τη βοήθεια της τεχνολογίας, και μετά από μακρόχρονη επιστημονική μελέτη, η ΙΣΤ’ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων πραγματοποίησε μια ψηφιακή απεικόνιση του μνημείου, η οποία παρουσιάζεται την Τρίτη 1η Νοεμβρίου, στην αίθουσα πολυμέσων της Εφορείας Αρχαιοτήτων. Και θα δείτε την Θεσσαλονίκη όπως δεν την έχετε ξαναδεί.
Η Καμάρα (Αψίδα του Γαλερίου) είχε οκτώ συνολικά πεσσούς, η Ροτόντα ήταν ναός αφιερωμένος στην αρχαία θρησκεία, και τον 4ο-6ο αιώνα μ.Χ. λειτουργούσε Ιππόδρομος που ξεκινούσε από το ύψος της Εγνατίας και έφθανε έως τη θάλασσα.
Όλα αυτά τα ιστορικά κτίσματα, και πλήθος άλλων όπως το Ανάκτορο, το Οκτάγωνο, η Βασιλική και η Αψιδωτή Αίθουσα αποτελούσαν μέρος του μεγαλειώδους Γαλεριανού Συγκροτήματος, του «παλατιού» του τετράρχη Γαλερίου (260-311 μΧ), ο οποίος είχε ως «έδρα» του τη Θεσσαλονίκη, μεταμορφώνοντάς την σε μια από τις σημαντικότερες αυτοκρατορικές πόλεις της ύστερης ρωμαϊκής εποχής.
Κυκλοφορεί και ένας οδηγός τσέπης, ο οποίος παρουσιάζει τη συνοικία του ανακτόρου, και δίνει τη δυνατότητα στον αναγνώστη να κατανοήσει τη μορφή των κτηρίων στην εποχή της λειτουργίας τους (4ο-7ο αιώνα μΧ), καθώς και να αποκτήσει μια πληρέστερη εικόνα της Νοτιοανατολικής περιοχής της αρχαίας Θεσσαλονίκης.
Εικονική περιήγηση στο Γαλεριανό Συγκρότημα
Το Γαλεριανό Συγκρότημα είναι αποτέλεσμα του φιλόδοξου οικοδομικού προγράμματος του Γαλερίου, και συνδέεται με την τελευταία περίοδο ακμής της αρχαίας πόλης της Θεσσαλονίκης, όταν ο τετράρχης την όρισε ως έδρα του, αναγνωρίζοντας τη δυναμική της και ενισχύοντας τον ρόλο της ως σταυροδρόμι πολιτισμών και κέντρο ανάπτυξης όλης της περιοχής.
Η ανέγερση των ανακτόρων στη Θεσσαλονίκη ξεκίνησε στο τέλος του 3ου μΧ αιώνα, μετά τη νίκη του Γαλερίου επί του βασιλιά των Περσών Ναρσή στην Αρμενία το 298 μΧ. Το Γαλεριανό Συγκρότημα κτίσθηκε στις παρυφές της πόλης, δίπλα στο ανατολικό τείχος. Προς το Νότο εκτεινόταν σχεδόν μέχρι τη θάλασσα (οδός Μητροπόλεως), ενώ το δυτικό του όριο θεωρείται πως ήταν στην οδό Απελλού. Το ανάκτορο αποτελούνταν από δύο οικοδομικά σύνολα, συνδετικός κρίκος των οποίων είναι η Αψίδα του Γαλερίου. Στο βόρειο τμήμα του βρίσκεται η Ροτόντα, ενώ νότιά της βρίσκεται η Αψιδωτή Αίθουσα (οικοδομικά κατάλοιπα επί του πεζόδρομου Δ.Γούναρη, τμήμα μεταξύ των οδών Αλ.Σβώλου και Ι.Μιχαήλ) και τα οικοδομήματα του αρχαιολογικού χώρου της πλατείας Ναυαρίνου (Βασιλική, κεντρική κτηριακή ενότητα, διώροφο κτήριο, λουτρά, Οκτάγωνο).
Λουτρά του Ανακτόρου
Η Ροτόντα
Η Ροτόντα ήταν κατά την τετραρχική περίοδο ναός αφιερωμένος στην αρχαία θρησκεία, ενώ κατά την παλαιοχριστιανική εποχή (4ος έως αρχές του 6ου αι. μΧ) μετατράπηκε σε χριστιανικό ναό, ο οποίος ήταν αφιερωμένος στους Ασώματους ή Αρχάγγελους.
Η Αψίδα του Γαλερίου
Νότια της Ροτόντας υπήρχε θριαμβική Αψίδα (η γνωστή σήμερα Καμάρα), η οποία κτίσθηκε μεταξύ του 298 και του 305 μΧ, σε ανάμνηση της εκστρατείας και της νίκης του Γαλερίου κατά των Περσών.
Η Αψιδωτή Αίθουσα
Πρόκεται για πιθανόν το τελευταίο προς βορρά κτήριο του ανακτόρου. Ήταν κτισμένη σε έναν νοητό άξονα με κατεύθυνση βορρά-νότου, ενώ τα ερείπια του κτηρίου είναι ορατά στο ανατολικό τμήμα του αρχαιολογικού χώρου της πλατείας Ναυαρίνου. Σύμφωνα με νεώτερες απόψεις, η Αψιδωτή Αίθουσα ήταν τρικλίνιο, χρησιμοποιούνταν δηλαδή για τη διοργάνωση συμποσίων και άλλων τελετών που συνδέονταν με την παρουσία του αυτοκράτορα και της ακολουθίας του στον ιππόδρομο.
Η Βασιλική
Η Βασιλική ήταν ένα μεγαλοπρεπές κτήριο, το οποίο λειτουργούσε ως αίθουσα υποδοχής και ακροάσεων. Από το συνολικό οικοδόμημα είναι σήμερα ορατή μόνο η δυτική τοιχοποιία και το μεγαλύτερο τμήμα της αψίδας, ενώ το υπόλοιπο κτίσμα είναι θαμμένο κάτω από τον πεζόδρομο της πλατείας Ναυαρίνου και της οδού Γούναρη.
Το Οκτάγωνο
Το Οκτάγωνο αποτελεί, σύμφωνα με τους αρχαιολόγους, ένα από τα κυριότερα οικοδομήματα του συγκροτήματος. Σύμφωνα με την επικρατέστερη ιστορική έρευνα, προοριζόταν για αίθουσα ακροάσεων ή αίθουσα θρόνου των ανακτόρων, ενώ αργότερα λειτούργησε και ως χριστιανικός ναός.
Η καταστροφή του Οκταγώνου τοποθετείται τον 7ο αιώνα μΧ, εποχή που η Θεσσαλονίκη συγκλονίζεται από ισχυρούς σεισμούς, που κατέστρεψαν τα περισσότερα κτήριά της. Μετά την καταστροφή του κτίσματος, ο προθάλαμός του μετατράπηκε σε δεξαμενή, η οποία λειτούργησε μέχρι τον 14ο αιώνα.
Ο Ιππόδρομος
Κατά τους χρόνους της Τετραρχίας, ο Ιππόδρομος ήταν ένα από τα πιο σημαντικά δημόσια οικοδομήματα, καθώς, εκτός από τους αγώνες που διεξάγονταν σε αυτόν, αποτελούσε έναν κατ’ εξοχή πολιτικό χώρο, όπου ο λαός επικοινωνούσε με τον αυτοκράτορα και εξέφραζε τη βούλησή του.
Ο Ιππόδρομος κατασκευάστηκε στις αρχές του 4ου αι. μΧ, ενώ, σύμφωνα με τις γραπτές πηγές, συνέχισε να λειτουργεί τουλάχιστον μέχρι τον 6ο αιώνα. Τα ερείπια του Ιπποδρόμου σώζονται αποσπασματικά, ανατολικά της εκκλησίας της Νέας Παναγίας (πλατεία Φαναριωτών), καθώς και στον ακάλυπτο χώρο των οικοδομικών τετραγώνων της πλατείας Ιπποδρομίου και των οδών Γούναρη, Φιλικής Εταιρείας και Αγαπηνού.
Η μελέτη για την τρισδιάσταση ψηφιακή απεικόνιση του Γαλεριανού Συγκροτήματος εκπονήθηκε από την ομάδα των αρχιτεκτόνων της ΙΣΤ Εφορείας Αρχαιοτήτων Φ.Αθανασίου, Β.Μάλαμα, Μ.Μίζα και Μ.Σαραντίδου, στο πλαίσιο των εργασιών αποκατάστασης του μνημείου. Οι εικόνες της ψηφιακής αναπαράστασης και το αντίστοιχο βίντεο υλοποιήθηκαν από τον αρχιτέκτονα Φώτη Τσακμάκη, ενώ όλο το έργο πραγματοποιήθηκε με χρηματοδότηση από το ΕΣΠΑ.
Πηγή: http://www.voria.gr/article/etsi-itan-to-kentro-tis-thessalonikis-ti-romaiki-epochi-foto