Ιωάννης Χρυσόστομος

Γιατί ο Χριστός είπε ότι δεν γνωρίζει πότε θα γίνει η Δευτέρα Παρουσία, αλλά ότι γνωρίζει μόνο ο Θεός;

Γιατί ο Χριστός είπε ότι δεν γνωρίζει πότε θα γίνει η Δευτέρα Παρουσία, αλλά ότι γνωρίζει μόνο ο Θεός; Ο Χριστός δεν είναι Θεός;

Δευτέρα Παρουσία


Για να απαντήσουμε στο ερώτημα αυτό αναφορικά με τη Δευτέρα Παρουσία θα πρέπει να εξετάσουμε το χωρίο: «Περί δε της ημέρας εκείνης και της ώρας ουδείς γινώσκει, ουδέ οι άγγελοι οι εν ουρανώ, ουδέ ο Υιός, ειμή ο Πατήρ» (Μάρκος, ιγ 32), όχι γράφοντας δικές μας σκέψεις, αλλά παραθέτοντας από τα λόγια τεσσάρων μεγάλων αγίων πατέρων της Εκκλησίας.

Το συγκεκριμένο χωρίο, ήταν ένα από τα χωρία που χρησιμοποιούσαν κατά κόρον οι αιρετικοί για να δείξουν ότι ο Υιός δεν έχει ίδια ουσία με τον Πατέρα, αφού ο Υιός δεν ξέρει την ημέρα και την ώρα της Δευτέρας Παρουσίας ενώ την ξέρει ο Πατέρας. Είναι όμως αυτό σωστό?


Πριν εκθέσουμε τα θαυμάσια επιχειρήματα των αγίων Πατέρων, οφείλουμε να παραθέσουμε το εξής απόσπασμα του μακαριστού π Α. Αλεβιζόπουλου, το οποίο συνοψίζει την διδασκαλία της Εκκλησίας στο συγκεκριμένο θέμα· «Αν διαιρέσουμε θεωρητικά αυτά που αληθινά είναι αχώριστα, την ανθρώπινη φύση από την θεία, τότε η ανθρώπινη φύση θα έμενε μέσα στην άγνοια. ‘’Αλλά χάρις εις την υποστατικήν ένωσιν με τον Θεόν Λόγον’’ η ανθρώπινη φύση ‘’ούτε δούλη ήταν, ούτε αγνοούσε’’ (Η Ορθοδοξία μας, σελ. 176).  Παρακάτω θα δούμε το γιατί ο Χριστός είπε ότι δεν γνωρίζει ενώ γνώριζε, και τι θέλει να μας διδάξει με αυτό.

Μ. Βασίλειος
«Το ‘’ουδείς’’ καθολικόν μεν είναι δοκεί ρήμα, ως μηδέ εν πρόσωπον δια της φωνής ταύτης υπεξηρήσθαι. Εστί δε ουχ ούτω παρά τη Γραφή αναφερόμενον» (Επιστολή προς τον Επίσκοπο Αμφιλόχιο, επιστολή 236).    Ο Μέγας Βασίλειος, ξεκινά σχολιάζοντας στην λέξη ‘’ουδείς’’. Η λέξη ‘’ουδείς’’ στο συγκεκριμένο χωρίο δεν έχει την απόλυτη έννοια του καθολικού. Κατά συνέπεια, στο ‘’ουδείς’’ δεν συμπεριλαμβάνεται ο Υιός. Ας δούμε όμως και παρακάτω. «Ούτω και το ‘’ουδείς οίδε’’ την πρώτην είδησιν των τε όντων και των εσομένων επί τον Πατέρα ανάγοντος και δια πάντων την πρώτην αιτίαν τοις ανθρώποις υποδεικνύοντος ειρήσθαι νομίζομεν». (Από την ίδια επιστολή). Δηλαδή ο Χριστός λέγοντας ότι ‘’κανείς δεν ξέρει’’, θέλει να δείξει ότι ο Πατέρας είναι που έχει πρώτος την γνώση αυτών που θα συμβούν. Σαν να μας δείχνει ότι η αρχή είναι ο Πατέρας.
«από ανθρωπίνου μέρους ο Κύριος διαλέγεται» (Από την ίδια επιστολή).
Δηλαδή, ο Χριστός μιλάει από την ανθρώπινη πλευρά και όχι ως θεός. Πολύ σημαντική η παρατήρηση, καθώς εδώ καταπολεμά τους μονοφυσίτες που ήθελαν τον Χριστό ως μόνο Θεό στην γη, χωρίς την ανθρώπινη φύση.
« Ότι ο μεν Ματθαίος ουδέν είπε περί της του Υιού αγνωσίας, δοκεί δε τω Μάρκω συμφέρεσθαι κατά την έννοιαν εκ του φάναι ‘’Ει μη ο Πατήρ μόνος’’. Ημείς δε ηγούμεθα το μόνος προς την των αγγέλων αντιδιαστολήν είρησθαι, τον δε Υιόν μη συμπαραλαμβάνεσθαι τοις εαυτού δούλοις κατά την άγνοια.» (Από την ίδια επιστολή).
Δηλαδή, ο ευαγγελιστής Ματθαίος δεν αναφέρει ότι ο Υιός δεν ξέρει. Από την άλλη και υπό την ίδια έννοια, ο ευαγγελιστής Μάρκος αναφέροντας ‘’Παρά μόνο ο Πατέρας’’, το ‘’Μόνο’’  το γράφει σε αντιδιαστολή  με τους αγγέλους, χωρίς να συμπεριλαμβάνει τον Υιό στους δούλους που αγνοούν, αν εξετάσουμε παράλληλα τα δύο χωρία.
«Παρασιωπήσας τοίνυ ως ομολογούμενον το εαυτού πρόσωπον εν τη λέξει του Ματθαίου ο Κύριος τους αγγέλους είπεν αγνοείν, ειδέναι δε τον Πατέρα μόνον, την του Πατρός γνώσιν κατά το σιωπώμενον και εαυτού είναι λέγων, δια το και εν άλλοις ειρηκέναι· ‘’Καθώς γινώσκει με ο Πατήρ, καγώ γινώσκω τον Πατέρα» (Από την ίδια επιστολή).
Δηλαδή, επειδή ο Ματθαίος δεν γράφει ότι ο Υιός δεν ξέρει την ημέρα εκείνη αλλά το αποσιωπά, αυτή η αποσιώπηση σημαίνει ότι ο Υιός ξέρει και ότι άγνοια έχουν μόνο οι άγγελοι. Άλλωστε ο Χριστός είπε ότι όπως τον γνωρίζει ο Πατέρας, άλλο τόσο γνωρίζει και ο Χριστός τον Πατέρα. Επομένως, αφού ο Πατέρας γνωρίζει την ημέρα, την γνωρίζει και ο Χριστός.

Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας
«Ούτε γαρ προσέθηκεν ακριβώς ‘’Ουδέ ο Υιός του Θεού’’, αλλ’ απολελυμένως  ‘’Ουδέ ο υιός φησίν’’·  ίνα τοιούτον τι νοής. Εσπούδαζον κατά ακρίβειαν πάντα μανθάνειν οι μαθηταί, και επεχείρουν ίνα ούτως είπω και αυτά περιεργάζεσθαι τα βάθη του Κυρίου. Αλλ΄ ην το πράγμα λίαν υπέρ αυτούς. Ίνα τοίνυν μη απαγορεύσας την εξήγησιν ως ηβουλεύοντο μαθείν, δόξη πως λυπείν τους γνησιεύοντας, επεσκιασμένως φησίν ‘’περί δε της ημέρας εκείνης η της ώρας, ουδείς οίδε, ουδέ άγγελοι, ουδέ ο υιός, ειμή ο Πατήρ’’, ίνα νοής ούτως· ει και κέκληται προς υιοθεσίαν ο άνθρωπος και υιός ανεδείχθει νέος, αλλά μη ζητείτω τα υπέρ φύσιν, μηδέ αξιούτω μαθείν άπερ μηδέ τοις αγγέλοις απεκάλυψεν ο Πατήρ· ει δε άγγελος ουκ οίδεν, ουδέ άνθρωπος εισέται καν ει κέκληται προς υιοθεσίαν». (Ομιλία εις το ‘’Ευθέως δε μετά την θλίψιν των ημερών εκείνων’’).
Ο Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας, παρατηρεί ότι στο χωρίο δεν λέει ότι δεν γνωρίζει ο Υιός του Θεού, αλλά ο υιός ως άνθρωπος. Όμως, και πάλι (όπως θα μας πει παρακάτω σε άλλο του λόγο) ακόμα και ο υιός ως άνθρωπος ξέρει. Υπάρχει σοβαρός λόγος και αιτία που εκφράζεται με αυτόν τον τρόπο ο υιός. Κατά τον άγιο Κύριλλο Αλεξανδρείας, ο Κύριος λέγοντας ότι ούτε ο Υιός ως άνθρωπος ξέρει, δεν το λέει κυριολεκτικά, αλλά θέλει να δείξει ότι η γνώση της Δευτέρας Παρουσίας είναι ‘’υπέρ φύση’’, παραπάνω δηλαδή από την ανθρώπινη φύση. Αυτή η γνώση ανήκει στα βάθη του Κυρίου, και επομένως ο άνθρωπος που ο Θεός κάλεσε σε υιοθεσία, δεν πρέπει να εισχωρεί σε αυτά.  Αν στους αγγέλους δεν αποκάλυψε ο Θεός την μέρα , συνεχίζει ο ιερός πατέρας, ούτε στον άνθρωπο.
«Σαφώς εστίν εντεύθεν ιδείν, οτιπερ οίδεν και την ημέραν και την ώρα ως Θεός, καν αποδεικνύων εν εαυτώ το ανθρώπινον, μη ειδέναι λέγη. Ει γαρ τα εσόμενα πάντα προ της ημέρας και της ώρας εκείνης διηγείται σαφώς, και φησίν· ‘’Έσται μεν τόδε, συμβήσεται δε εκείνο, είτα το τέλος· δήλον ότι τα προ αυτής ειδώς, και αυτήν επίσταται. Μετά γαρ τα ειρημένα παρ΄ αυτού, τίθησι, ότι ‘’Το τέλος εστί’’. Τέλος δε τι αν έτερον ειη πάντως η εσχάτη ημέρα, ην αγνοείν έφησε οικονομικώς, αποσώζων πάλιν τη ανθρωπότητι την αυτή πρέπουσαν τάξιν? Ανθρωπότητος γαρ ίδιον το μη ειδέναι τα μέλλοντα» (Λόγος 22ος Εις το ‘’Περί της ημέρας εκείνης και ώρας, ουδείς οίδεν, ουδέ οι άγγελοι των ουρανών, ουδέ ο Υιός, ει μη ο Πατήρ μόνος).
Δηλαδή, ο Χριστός με αυτά τα λόγια τονίζει το ανθρώπινο της φύσης του, μόνο και μόνο για να δείξει ότι αν ως άνθρωπος δεν ήξερε, και ότι δεν ανήκει στην ανθρωπότητα να γνωρίζει τα μέλλοντα. Ως θεός όμως, ξέρει πολύ καλά την μέρα, γιατί διηγείται τα γεγονότα που θα συμβούν και κάνει αναφορά στο τέλος.

Μ. Αθανάσιος
«…ουδενός εστί περιεργάζεσθαι, α σεσιώπηκε αυτός…ότι ουδέ ο Υιός οίδε, ουδένα των πιστών αγνοείν οίμαι , ότι και τούτο ουδέν ήττον δια την σάρκα ως άνθρωπος έλεγεν. Ουδέ γαρ ουδέ τούτο ελάττωμα του Λόγου εστίν, αλλά της ανθρωπίνης φύσεως ης εστίν ίδιον και το αγνοείν» (3ος Λόγος κατά Αρειανών).
Ο Μ. Αθανάσιος αναφέρει ρητά και ξεκάθαρα βάζοντας την ταφόπλακα σε κάθε εσχατολογική δήθεν μελέτη για τον ακριβή υπολογισμό της Β Παρουσίας, λέγοντας ότι δεν ανήκει σε κανέναν να περιεργάζεται για όσα ο Κύριος σιώπησε. Και το αιτιολογεί με την ρήση του Χριστού ότι ούτε ο ίδιος ως άνθρωπος γνώριζε, δείχνοντας γενικά ότι η ανθρωπινή φύση αγνοεί. Ο ίδιος όμως ο Χριστός δεν αγνοούσε.
«…ειδώς ως Θεός, αγνοεί σαρκικώς. Ουκ είρηκε γουν, ‘’Ουδέ ο Υιός του Θεού οίδεν’’, ίνα μη η θεότης αγνοούσα φαίνηται, αλλ΄ απλώς, ‘’Ουδέ ο Υιός’’. ἰνα του εξ ανθρώπων γενομένου Υιού η άγνοια η». (ίδιος λόγος).
Δηλαδή, γνωρίζει ο υιός, διότι δεν λέει ότι δεν γνωρίζει ο Υιός του Θεού, αλλά λέγοντας ‘’ουδέ ο Υιός’’, θέλει να δείξει γενικότερα ότι ο άνθρωπος αγνοεί. Αυτό που μας είπε και παραπάνω δηλαδή. «…ανθρωπίνως ειρηκώς, ‘’Ουδέ ο Υιός οίδε’’, δείκνυσιν όμως θεικώς εαυτόν τα πάντα ειδότα. Ον γαρ λέγει Υιόν την ημέραν μη ειδέναι, τούτον ειδέναι λέγει τον Πατέρα· ‘’Ουδείς γαρ’’, φησί, ‘’γινώσκει τον Πατέρα ει μη ο Υιός’’». (ίδιος λόγος). Παρομοίως και εδώ. Ο Χριστός ξέρει την ημέρα της Β Παρουσίας, καθώς όπως λέει ο ίδιος, ‘’κανένας δεν γνωρίζει τον Πατέρα παρά ο Υιός’’. Από την στιγμή που ο Πατέρας ξέρει, επόμενο ότι ξέρει και ο Υιός. «…των ανθρώπων ίδιον εστί το αγνοείν, και ότι σάρκα αγνοούσαν ενεδύσατο, εν η ων, σαρκικώς έλεγεν· ‘’Ουκ οίδα’’. Τότε γουν ειρηκώς, ότι ‘’Ουδέ ο Υιός οίδε’’, και των κατά Νώε ανθρώπων την άγνοιαν παραθείς, ευθύς επήγαγε· ‘’Γρηγορείτε ουν, ότι ουκ οίδατε ουδέ υμείς, ποία ώρα ο Κύριος υμών έρχεται· και πάλιν, η ου δοκείτε ώρα, ο Υιός του ανθρώπου έρχεται· δι  υμάς γαρ καγώ γενόμενος ως υμείς, είπον· ‘’Ουδέ ο Υιός’’. Έδει δε, είπερ ην αγνοών θεικώς, είπεν· ‘’Γρηγορείτε ουν, ότι ουκ οίδα’’, και, ‘’η ου δοκώ ώρα’’· νύν δε, τούτο μεν ουκ είπεν· ειρηκως δε, ότι ουκ οίδατε υμείς, και η ου δοκείτε, έδειξεν, ότι των ανθρώπων εστί το αγνοείν».  Δηλαδή, με τα λόγια του ο Χριστός, δείχνει την άγνοια της ανθρώπινης φύσης ως προς τα βάθη του Θεού.

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος
«Τω μεν ειπείν, ‘’ουδέ οι άγγελοι’’, επεστόμισεν αυτούς, ώστε μη ζητήσαι μαθείν…το δε ειπείν ‘’Ουδέ ο Υιός’’, κωλύει ου μόνον μαθείν, αλλά και ζητήσαι. Ότι γαρ δια τούτο είρηκεν, όρα μετά την ανάστασιν, επειδή περιεργοτέρους είδε γενομένους, πως επεστόμισε μειζόνως. Νυν μεν γαρ και τεκμήρια είρηκε πολλά και άπειρα, τότε δε απλώς, ‘’Ουχ υμών εστί γνώναι χρόνους ή καιρούς…Και γαρ σφόδρα έμελε αυτώ του τιμάν αυτούς και μηδέν αποκρύπτεσθαι. Δια τούτο αυτό τω Πατρί αυτού ανατίθησι, και φοβερόν το πράγμα ποιών, και εκείνων αποτειχίζων τη πεύσει το ειρημένον…Πως δε, ει πάντα δι αυτού εγένετο, και χωρίς αυτού εγένετο ουδέ εν, την ημέραν ηγνόησεν? Ο γαρ τους αιώνας ποιήσας, εύδηλον ότι και τους χρόνους· ει δε τους χρόνους, και την ημέραν· πως ουν ην εποίησεν αγνοεί?» (77η ομιλία ,εις τον Ματθαίον, α κεφάλαιο).
Ο ιερός Χρυσόστομος, αναφέρει ότι ο Υιός γνωρίζει την ημέρα, αφού Εκείνος έφτιαξε τα πάντα. Πως είναι δυνατόν να αγνοεί την ημέρα εκείνη, αναρωτιέται ο ιερός Πατέρας.
Από την στιγμή που έφτιαξε τους αιώνες, έφτιαξε και τους χρόνους, και επομένως και την ημέρα εκείνη. Επομένως δεν την αγνοεί. Αυτό που λέει ο Κύριος, το αναφέρει για να κόψει την φόρα σε όλους όσους θέλουν να μάθουν ή να ζητήσουν να βρουν.
Ο Κύριος ήθελε πολύ να τιμήσει τους μαθητές και να μην τους αποκρύψει τίποτα. Αλλά η ημέρα αυτή ανήκει στα βάθη του Θεού, για αυτό και μεταθέτει το ζήτημα αυτό στον Πατέρα.
«Πως ουν το μείζον εαυτοίς διδόντες, ουδέ το έλαττον συγχωρείτε τω Υιώ, εν ω εισίν πάντες οι θησαυροι της σοφίας και της γνώσεως απόκρυφοι? …ούτε ο Υιός αγνοεί την ημέραν, αλλά και σφόδρα επίσταται. Δια τοι τούτο πάντα ειπών, και τους χρόνους, και τους καιρούς, και επ’ αυτάς θύρας αγαγών (Εγγύς γαρ εστίν επί θύραις, φησίν·), απεσίγησε την ημέραν. Ει μεν γαρ ημέραν ζητοίης  ώραν, ουκ ακούση παρ’ εμού, φησίν· ει δε καιρούς και προοίμια, ουδέν αποκρυψάμενος ερώ πάντα σοι μετά ακριβείας. Ότι μεν γαρ ουκ αγνοώ, δια πολλών έδειξα, διαστήματα ειπών, και τα συμβησόμενα άπαντα, και όσον από τούδε του χρόνου μέχρι της ημέρας αυτής· ( τούτο γαρ της συκής εδήλωσεν η παραβολή), και επί πρόθυρα σε ήγαγον αυτά· ει δε μη ανοίγω σοι τας θύρας, και τούτο συμφερόντως ποιώ. Ίνα δε και ετέρωθεν μαθής, ότι ου της αγνοίας αυτού το σιγήσαι, όρα μετά των ειρημένων πως και άλλο προστήθισι σημείον· Ώσπερ δε ήσαν εν ταις ημέραις του Νώε τρώγοντες και πίνοντες, γαμούντες και γαμίζοντες, άχρι ης ημέρας ήλθεν ο κατακλυσμός, και ήρε άπαντας· ούτως έσται και η παρουσία του Υιού του ανθρώπου. Ταύτα δε είπε, δηλών ως αθρόον ήξει, και απροσδοκήτως, και των πλειόνων τρυφώντων» (Ίδια ομιλία, κεφάλαιο β).
Δηλαδή, ο Υιός μας περιέγραψε καταστάσεις, τα προοίμια, τους χρόνους και τους καιρούς, αλλά δεν είπε την ακριβή ημέρα. Περιέγραψε το τι θα συμβεί, πράγμα που σημαίνει ότι γνωρίζει και την ημέρα. Δεν αποκαλύπτει την ημέρα γιατί έτσι θα χαθεί το αιφνιδιαστικό της Δευτέρας Παρουσίας.  Ο ιερός Χρυσόστομος, ερμηνεύοντας τα λόγια του Χριστού, αναφέρει ότι η Δευτέρα Παρουσία θα έρθει αιφνιδίως και απροσδόκητα.

Τέλος, θα αναφέρουμε πατερική ερμηνεία στο χωρίο του προφήτη Ζαχαρία, που αναφέρεται στην ημέρα της Β. Παρουσίας.
«και ηξει Κυριος ο Θεος μου και παντες οι αγιοι μετ αυτου. Και έσται εν εκεινη τη ημερα ουκ εσται φως και ψυχος και παγος· εσται μιαν ημεραν ,και η ημερα εκεινη γνωστη τω Κυριω, και ουχ ημερα και ου νυξ, και προς εσπεραν εσται φως» (Ζαχαρίας, ιδ 5-7).
«Την δε γε ημέραν εκείνην γνωστή είναι φησί τω Κυρίω. Μόνος γαρ οίδεν ο Θεός και Πατήρ την της συντελείας ημέραν. Εμπεδοί δε προς τούτο ημάς και αυτός ο Υιός ούτω λέγων· Περί δε της ημέρας εκείνης ή της ώρας ‘’ουδείς οίδεν, ούτε οι άγγελοι εν ουρανώ, ούτε ο Υιός, ει μη ο Πατήρ μόνος’’. Η μεν γαρ νοείται καθ’ υμάς άνθρωπος, ουκ αν ειδέη τα εν τω Πατρί· η δε εστί φύσει Θεός, και εξ αυτού πεφηνώς, οίδε που πάντως και την εσχάτην ημέραν, καν ει λέγοι μη ειδέναι δια το ανθρώπινον» (Τόμος 6ος, υπόμνημα στον προφήτη Ζαχαρία, αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας

Comments

Η μόρφωση κατά τον άγιο Ιωάννη το Χρυσόστομο

Boy

Όπως δεν θα μπορέσουμε να δικαιολογηθούμε για τα προσωπικά μας αμαρτήματα, το ίδιο και γι’ αυτά των παιδιών μας. Και είναι λογικό. Γιατί αν η κακία ήταν έμφυτη, θα υπήρχε δικαιολογία.

Είναι γνωστό, όμως, ότι με τη θέληση μας ακολουθούμε είτε το δρό­μο της αμαρτίας είτε το δρόμο της αρετής.

Πώς θα δι­καιολογηθεί επομένως ο γονιός, που άφησε το πιο αγαπημένο του πλάσμα, το παιδί του, να παραστρατίσει;

Αν τα παιδιά ανατραφούν με καλές συνήθειες, δύ­σκολα αλλάζουν συμπεριφορά όταν μεγαλώσουν. Για­τί η παιδική ψυχή είναι σαν το κάτασπρο, το ολοκά­θαρο πανί, που, αν το βάψουμε με κάποιο χρώμα, βά­φεται τόσο καλά, ώστε, όσες φορές κι αν θελήσουμε να το ξαναβάψουμε, πάντα φαίνεται η αρχική βαφή. Έτσι, λοιπόν, είναι και τα μικρά παιδιά. Όταν συ­νηθίσουν στο καλό, δύσκολα αλλάζουν.


Ο απόστολος Παύλος αναφέρει μια παροιμία, που την έχει δανειστεί από τον ποιητή Μένανδρο: «Φθείρουσιν ήθη χρηστά ομιλίαι κακαί». Δηλαδή: Οι κακές συναναστροφές χαλάνε τον καλό χαρακτήρα (Α’ Κορ. 15:33). Ας μην απορούμε, πώς μερικοί γίνονται κλέ­φτες ή ακόλαστοι ή βλάσφημοι. Τα παιδιά από μικρά στερούνται τη χριστιανική αγωγή, συνηθίζουν στο κακό και με την πρώτη αφορμή ξεστρατίζουν. Γι’ αυτό ο απόστολος συμβουλεύει: «Παιδιά, να υπακούτε στους γονείς σας, σύμφωνα με το θέλημα του Κυρίου· αυτό άλλωστε είναι το σωστό. Τίμα τον πατέρα σου και τη μητέρα σου (αυτή είναι η μόνη εντολή που πε­ριέχει υπόσχεση), για να ευτυχήσεις και να ζήσεις πολλά χρόνια πάνω στη γη. Κι εσείς, πατέρες, μη φέρ­νεστε στα παιδιά σας έτσι που να τα εξοργίζετε, αλλά να τα ανατρέφετε δίνοντάς τους αγωγή και συμβουλές που εμπνέονται από την πίστη στον Κύριο» (Εφ. 6:1-4). Και ο σοφός Σολομών λέει: «Το παιδί, που έχει παιδαγωγηθεί, θα είναι σοφό» (Παροιμ. 10:4α). Και «ο γονιός που δεν χρησιμοποιεί το ξύλο για να παιδαγωγήσει το γιο του, είναι σαν να τον μισεί· οποίος όμως τον αγαπάει, τον ανατρέφει με επιμέλεια (:μέ στοργή αλλά και αυστηρότητα)» (Παροιμ. 13:24).

Με αρετή, λοιπόν, να πλουτίζετε τα παιδιά σας και όχι με αγαθά πρόσκαιρα.

Μην τους αφήνετε, λοιπόν, πλούτη, αλλά παίδευση και αρετή. Έτσι δεν θα στηρίζονται στην κληρονομιά υλικών αγαθών, και θα επιδοθούν στη μόρφωση του νου και στην καλλιέργεια της ψυχής. Αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος για την υπέρβαση της φτώχειας και όλων των προβλημάτων της ζωής. Και αν ο καθένας μας φροντίσει να καλλιεργήσει έτσι τα παιδιά του, τε­λικά όλοι, από γενιά σε γενιά, θα βρεθούμε έτοιμοι κατά την παρουσία του Χριστού και θα αμειφθούμε από τον δίκαιο Κύριό μας. Έτσι είναι. Αν αναθρέ­ψεις καλά το παιδί σου και το κάνεις να έχει ευσέβεια και αγάπη, αν κι εκείνο κάνει το ίδιο στα δικά του παιδιά κ.ο.κ, θα σχηματιστεί μια αλυσίδα ευλογημένη χάρη σ’ εσένα, που έγινες η ρίζα όλου του καλού.

Οι γονείς που παραμελούν την καλή ανατροφή των παιδιών τους, είναι χειρότεροι κι από τους παιδοκτό­νους· γιατί οι πρώτοι θανατώνουν την αθάνατη ψυχή, ενώ οι δεύτεροι μόνο το θνητό σώμα.

Γονιός δεν είναι εκείνος που απλά γέννησε ένα παι­δί, μα εκείνος που και μετά τη γέννησή του το αγα­πάει. Κι αν η αγάπη είναι αναγκαία εκεί όπου υπάρ­χει από τη φύση, πολύ περισσότερο χρειάζεται εκεί όπου υπάρχει χάρη Θεού. Αν δηλαδή πρέπει ν’ αγα­πάει κανείς τα φυσικά του παιδιά για να λέγεται σω­στός γονιός, πόσο μάλλον τα χαρισματικά παιδιά, τα πνευματικά, τα βαπτισμένα, φροντίζοντας να μην κο­λαστούν.

Αλλά κι εσύ, παιδί μου, να υπακούς τους γονείς που σε γέννησαν. Για όσα σου πρόσφεραν, τίποτα δεν μπορείς να τους ανταποδώσεις, ούτε να τους γεννή­σεις ούτε να μοχθήσεις γι’ αυτούς, όσο εκείνοι για σέ­να. Και όταν ο πατέρας σου μαλώνει κάποιο από τ’ αδέλφια σου, πρέπει να συμμερίζεσαι το γονιό σου. Γιατί αν παίρνεις το μέρος του αδελφού σου, μολονό­τι έσφαλε, θα γίνει χειρότερος. Έτσι βάζεις σε κίνδυ­νο και την ψυχική σου σωτηρία, αφού όποιος δεν αφήνει να γιατρευτεί μια πληγή, έχει μεγαλύτερη ευθύνη από κείνον που την προκάλεσε, γι’ αυτό και τι­μωρείται. Ένας τραυματισμός, βλέπεις, ίσως να μην είναι άμεσα θανατηφόρος, ενώ η παρεμπόδιση της θε­ραπείας μπορεί να προκαλέσει το θάνατο. Ο προφήτης Δαβίδ λέει: «Αποκτήστε την παιδεία (του Θεού), για να μην οργιστεί εναντίον σας ο Κύρι­ος» (Ψαλμ. 2:12). Δώστε στα παιδιά σας χριστιανική μόρφωση. Αυτή είναι η υποχρέωσή σας. Αν αδιαφορήσετε, θα κολαστείτε, έστω κι αν έχετε άλλες αρετές. Να τους μάθετε τα μυστήρια της Εκκλησίας, τη δι­καιοσύνη, τη σωφροσύνη, την ανδρεία της ψυχής. Να τα βοηθήσετε να γνωρίσουν τον εαυτό τους, γιατί μέσ’ από την αυτογνωσία θα οδηγηθούν και στη θεογνω­σία. Αν δεν γνωρίσουν το Θεό, τί θα τους ωφελήσουν όλα τ’ άλλα; Δεν ακούτε τον Κύριο, που λέει στο ιερό Ευαγγέλιο, πως, αν ο άνθρωπος κερδίσει ολόκληρο τον κόσμο, χάσει όμως την ψυχή του, δεν ωφελείται σε τίποτα;

Καλλιεργήστε, λοιπόν, πνευματικά τα παιδιά σας. Καλλιεργήστε και τον εαυτό σας. Έτσι θα σωθείτε και θα μπείτε στη βασιλεία των ουρανών, με τη χάρη του Χριστού μας.


από το βιβλίο: Θέματα Ζωής τόμος Α’
Κεφάλαιο: Η ανατροφή των παιδιών
Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου
εκδ. Ι.Μ.Παρακλήτου

Comments

Λόγος του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου στην Υπαπαντή του Ιησού Χριστού

Δεν φορεί μόνο σάρκα ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός, αλλά και περιτέμνεται σύμφωνα με τον Μωσαϊκό νόμο, για να μην έχη πρόφασι η απιστία των Ιουδαίων.

 
Υπαπαντή, Ιωάννης Χρυσόστομος

Γιατί έρχεται προς τον νόμο για χάρι του ίδιου του νόμου, για να ελευθερώση τους μαθητές του μέσω της πίστεως που βασιζόταν στον νόμο. Και παίρνει σάρκα και περιτέμνεται κι αυτός μαζί με τους Ιουδαίους. Πήρε το ίδιο με αυτούς σώμα, πήρε και την ίδια περιτομή. Έκανε α­ναντίρρητη την συγγένειά Του με αυτούς, ώστε να μη τον αρνη­θούν, Αυτόν, ο οποίος ήταν ο Χριστός που έρχεται από την γενιά του Δαυίδ, και που αυτοί προσδοκούσαν. Έδειξε το γνώρισμα της συγγενείας Του με αυτούς. Γιατί, αν ακόμη και μετά την περιτομή Του έλεγαν «δεν ξέρουμε από πού είναι»[1], εάν δεν είχε περιτμηθή κατά σάρκα, η άρνησίς τους θα είχε κάποια εύλογη πρόφασι.
 
«Όταν συμπληρώθηκαν οι οκτώ ημέρες»: Γιατί ο νόμος ορίζει την ογδόη ημέρα να γίνεται η περιτομή, και όταν φθάση η ογδόη, έρχεται μέσα ο γιατρός και πιάνει το μαχαιράκι και κάνει τα της τέχνης του. Δεν ισχύει δε τότε η αργία του Σαββάτου λόγω της περιτομής.
 
Ας ρωτήσουμε λοιπόν τους Ιουδαίους: Ανάπαυσις το Σάββατο· τέλεια αργία αυτή την ημέρα... Για ποια λοιπόν αιτία η ογδόη εκτοπίζει την εβδόμη; Γιατί η ο­γδόη γίνεται ανώτερη από την εβδόμη; Όμως οι Ιουδαίοι δεν γνωρίζουν τα των Ιουδαίων. Ενώ η Εκκλησία του Χριστού και τον Χριστό γνωρίζει και τις Ιου­δαϊκές διδασκαλίες. Περιτέμνεται λοιπόν το παιδί την ογδόη ημέρα, επειδή κατά την ογδόη η Ανάστασις, δηλαδή η Κυριακή, έμελλε να αποβή η περιτομή[2] όλου του κόσμου. Γιατί άλλωστε δεν διέταξε ο Μωυσής να γίνεται η περιτομή την έκτη ημέρα; Γιατί όχι την εννάτη ή την δεκάτη; Είναι λοιπόν προφανής η σημασία της ο­γδόης ημέρας, κατά την οποία γίνεται η Ανάστασις του Κυρίου.
 
Όποιος λοιπόν δεν πιστεύει στην Ανάστασι είναι απερίτμητος στην καρδιά, αφού με την απιστία του αποξενώνεται από τον Θεό. Ενώ η περιτομή της πίστεως είναι αληθινή γνώσις και αίσθησις. Γι' αυτό, αγαπητέ μου, η περιτομή δίδεται θεωρητικά στους πι­στούς υπό την έννοια του αγίου βαπτίσματος. Το δε άγιο βάπτισμα είναι τύπος της Αναστάσεως του Χριστού. Να περάσης λοιπόν από την σάρκα στο πνεύμα και από τα σωματικά στο μεγαλείο του πνεύματος και θα βρης εκεί μεν περιτομή σαρκική, εδώ δε περιτομή πνευματική και κάθαρσι από τις αμαρτίες. Ογδόη ημέρα είναι η περιτομή· η δε ογδόη ημέρα είναι και η ανάστασις· της δε αναστάσεως τύπος είναι το βάπτισμα. Δέστε πώς από τα μικρά προοδεύουμε στα μεγαλύτερα, από τα σω­ματικά στα πνευματικώτερα. Να έλθουν λοιπόν οι Ιουδαίοι κι αυτοί και να προοδεύσουν. Γιατί πρέπει να προοδεύσουν από τα σαρκικά και να μην αρκεστούν σ' αυτά.
 
Λοιπόν ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, ο οποίος δεν ήλθε να καταλύση τον νόμο, αλλά να τον εκπληρώση, περιετμήθη κι αυτός μαζί με τους Ιουδαίους. Λέγει λοιπόν ο Ευαγγελιστής: «Συμπληρώθηκαν οκτώ ημέρες για την περιτομή του και του δόθηκε το όνομα Ιησούς, όπως ωνομάστηκε από τον άγγελο προτού να συλληφθή στην κοιλιά της μητέρας του». Εμείς δηλαδή παίρνουμε το όνομα μετά την γέννησί μας, ενώ ο Ιησούς παίρνει το όνομά του προτού να γεννηθή. Γιατί υπήρχε και προτού να συλληφθή. Ωνομάστηκε δε Ιησούς, επειδή το έργο του ήταν έργο Σωτήρος.
 
«Και όταν συμπληρώθηκαν, λέει, οι ημέρες του καθαρισμού τους σύμφωνα με τον νόμο του Μωυσέως». Τίνος καθαρισμού; Της Μαρίας και του Ιωσήφ. Διέταζε δηλαδή ο νόμος, η γυναίκα που μόλις είχε γεννήσει να καθαρίζεται και να φυλάγη τις ημέρες και να μην βγαίνη εξω.
 
«Όταν λοιπόν συμπληρώθηκαν οι ημέρες του καθαρισμού σύμφωνα με τον νό­μο του Μωυσέως» — καίτοι δεν υφίστατο τέτοια ανάγκη για την Παρθένο, αλλ' όμως εκπληρωνόταν ετσι ο νόμος — «τον ανέβασαν στα Ιεροσόλυμα, για να τον προσφέρουν στον Κύριο, όπως έχει γραφή στον νόμο του Κυρίου». Όπου ο λόγος είναι για σωματικό καθαρισμό, λέει «σύμφωνα με τον νόμο του Μωυσέως»· όπου για προσφορά του Αγίου, «όπως έχει γραφτή, λέει, στον νόμο του Κυρίου». Όχι ότι ο νόμος του Μωυσέως δεν ήταν νόμος του Κυρίου· διότι, όσα λέει ένας προφή­της κινούμενος από το Άγιο Πνεύμα, δεν τα λέει μόνος, αλλά ο Κύριος του τα υπαγορεύει. Επειδή όμως και ο καθαρισμός είχε χαρακτήρα σωματικό, γι’ αυτό λέει «νόμο του Μωυσέως». Όταν όμως προσφερόταν το πρωτότοκο, λέει «κατά τον νόμο του Κυρίου» τιμώντας έτσι το νεογέννητο.
 
«Όπως είναι γραμμένο στον νόμο του Κυρίου: κάθε αρσενικό που διανοίγει μήτρα να ονομασθή άγιο και αφιερωμένο στον Κύριο». Αυτή λοιπόν η φράσις και η διάταξις ολόκληρη και η αφορμή της διατάξεως βάλθηκε γι' αυτόν που επρόκειτο να διανοίξη μήτρα. Γιατί όλα τα πρωτότοκα των ζώων και των ανθρώπων ουδέ­ποτε διήνοιξαν μήτρα, αλλά ήταν απλώς και μόνο πρωτότοκα. Εκείνος όμως που γεννήθηκε από μητέρα παρθένο, αυτός μόνο διήνοιξε μήτρα. Κάνε μου λοιπόν την χάρι και πρόσεξε ότι η διατύπωσις όλου αυτού του νόμου έγινε για εκείνον μόνο που επρόκειτο να γεννηθή από μητέρα παρθένο. Πώς όμως να την κατανοούσαν οι Ιουδαίοι; Γιατί σαν σαρκικοί που είναι απέχουν πολύ από του να καταλάβουν τα νοήματα της πνευματικής διδασκαλίας.
 
Έπειτα ανεβαίνουν «για να προσφέρουν θυσία, σύμφωνα με αυτό που λέει ο νόμος του Κυρίου, ένα ζευγάρι από τρυγόνια ή δύο νεοσσούς από περιστέρια»[3]. Έγιναν δε και αυτά τυπικά, κατά τον νόμο, ώστε να μην υπάρχη καμμιά έλλειψις στην πιστή εκτέλεσι του νόμου. Αυτά είναι συγκεκαλυμμένα νοήματα του Μωσαϊ­κού νόμου. Ας έλθουμε όμως στην εξήγησι του Ευαγγελίου.
«Και να, υπήρχε ένας άνθρωπος στην Ιερουσαλήμ που ωνομαζόταν Συμεών. Και ο άνθρωπος αυτός ήταν δίκαιος και ευλαβής και το Πνεύμα του Θεού ήταν ­επάνω του. Αυτός είχε λάβει αποκάλυψι από το Άγιο Πνεύμα ότι δεν θα τελείωνε την ζωή του προτού δη τον Χριστό τον Κυρίου». Γέροντας ήταν ο Συμεών και πε­ρίμενε την εκπλήρωσι της υποσχέσεως. Έμενε στον ναό μέσα και μονολογούσε: Όπου και να γεννηθή, οπωσδήποτε εδώ θα παρουσιασθή.
 
«Αυτός ήλθε κατ' έμπνευσιν του Πνεύματος στον ναό» εκείνη την ώρα που οι γονείς έφερναν εκεί το παιδί. Διότι βέβαια πολλές φορές ερχόταν, αλλά με δική του πρόθεσι. Τότε όμως οδηγημένος από το Άγιο Πνεύμα στην κατάλληλη στιγμή, έρχεται, για να λάβη την εκπλήρωσι της υποσχέσεως.
 
«Αυτός δέχτηκε στην αγκαλιά του τον Ιησού και ευλόγησε τον Θεό και είπε: Σήμερα αφήνεις ελεύθερο τον δούλο σου, Δέσποτα, να πεθάνη κατά τον λόγο σου με ειρήνη». Από πού τον αφήνεις ελεύθερο; Από τον στίβο της ζωής. Γιατί είναι γεμάτα λύπη τα βιοτικά πράγματα. Η ζωή είναι φυλακή. Εκείνος λοιπόν ήθελε να ελευθερωθή. Εάν όμως κάποιος την αναχώρησι από την εδώ ζωή την θεωρή ζημία αυτός δεν είναι ακόμη τέλειος στην πίστι.
 
Εκείνος όμως έλεγε: «Σήμερα αφήνεις ελεύθερο τον δούλο σου, Δέσποτα, να πεθάνη κατά τον λόγο σου με ειρήνη». Διότι αυτός που πρόκειται να κάμη ειρήνη με τον κόσμο έφθασε· ο ειρηνοποιός έχει έλθει- εκείνος που συνδέει τον ουρανό με την γη και μετατρέπει την γη σε ουρανό με την ευαγγελική διδασκαλία έχει κατα­φθάσει.


 Ο Συμεών φωνάζει: «Σήμερα αφήνεις ελεύθερο τον δούλο σου, Δέσποτα, να πεθάνη κατά τον λόγο σου με ειρήνη, γιατί είδαν τα μάτια μου την σωτηρία σου», λέει. Τι είναι αυτό που λέει; Προηγουμένως δηλαδή πίστευα με την διάνοιά μου και γνώριζα με τον λογισμό μου. Τώρα όμως είδαν και τα μάτια μου. Και εκείνο που προσδοκούσα με την καρδιά μου, να που το είδαν τα μάτια μου εκπληρωμένο. Και ποιο είναι αυτό; «Είδα, λέει, την σωτηρία σου». Ποια σωτηρία; «Αυτήν που ετοίμασες ενώπιον όλων των λαών». Όχι του λαού του ενός ούτε του λαού του Ισ­ραήλ μόνο, αλλά «ενώπιον όλων των λαών». Γιατί αυτός που γεννήθηκε είναι δι­δάσκαλος όλων των ανθρώπων.
 
«Φως που θα είναι αποκάλυψις για τους εθνικούς και δόξα για τον λαό σου τον Ισραήλ». Γιατί φως; Επειδή ακριβώς οι εθνικοί βρίσκονταν στο σκοτάδι. Ε­πειδή τα σκοτισμένα ειδωλολατρικά έθνη φωτίζονταν.
 
«Φως που θα είναι αποκάλυψις για τους εθνικούς και δόξα για τον λαό σου τον Ισραήλ». Εδώ η δόξα και εκεί η αποκάλυψις. Εκεί η αρχή της διδασκαλίας, εδώ η πρόοδος της μαθήσεως.
 
«Δόξα για τον λαό σου τον Ισραήλ». Αλλά εδώ σίγουρα θα ρωτήση κάποιος: Και πού είναι οι Ισραηλίτες; Έχεις τον Πέτρο, έχεις τον Παύλο, έχεις τον Ιωάν­νη, έχεις τις τρεις χιλιάδες, έχεις τις πέντε χιλιάδες, έχεις την Εκκλησία της Ιε­ρουσαλήμ, έχεις αυτούς που πίστεψαν από τις τάξεις των Ιουδαίων. Γιατί μέσα στους πιστούς βρισκόταν το έθνος. «Εάν ο Κύριος των Δυνάμεων δεν άφηνε για σπόρο μια μικρή μερίδα πιστού λαού ανάμεσά μας, θα είχαμε γίνει σαν τα Σόδομα και θα είχαμε όμοια τύχη με τα Γόμορρα»[4]. Διότι λέει επίσης ο Θεός: «Κράτησα για τον εαυτό μου επτά χιλιάδες άνδρες, οι οποίοι δεν γονάτισαν να προσκυνήσουν τον Βάαλ»[5]. Έτσι μέσα στον λαό φυλαγόταν το σπέρμα της πίστεως και δεν χάθη­κε ο λαός — μη γένοιτο — ούτε εξαχρειώθηκαν όλοι οι Ιουδαίοι. Αφού και τώρα, σ' αυτή την μακάρια κατάστασι και κλήσι των Χριστιανών πολλοί είναι οι καλεσμέ­νοι, λίγοι όμως οι εκλεκτοί.
 
Ο Χριστός δηλαδή κάλεσε όλη την οικουμένη και ετοί­μασε το άγιο τραπέζι του Ευαγγελίου. Αλλά όταν έλθη στη Δευτέρα Παρουσία, μπαίνει μέσα και κάνει ξεδιάλεγμα και εξετάζει με προσοχή τους συνδαιτυμόνες. Κι αν βρη κανένα να μη έχη ένδυμα κατάλληλο για γάμο του λέει: «Φίλε, πώς μπήκες εδώ μέσα χωρίς γαμήλιο ένδυμα;»[6] Και θα τον βγάλη έξω καθώς ακού­σαμε στα Ευαγγέλια. Ώστε, όπως και εκεί έγινε εκλογή, έτσι και εδώ θα γίνη ε­κλογή. Μήπως δηλαδή, επειδή έχουμε κληθή, πρέπει στο εξής να αλαζονευώμαστε, σαν να έχουμε, αλήθεια, εξασφαλίσει την τελειότητα; Λοιπόν, η πτώσις εκείνων ας γίνη δική μας ασφάλεια. Έτσι, αγαπητέ, ούτε ο λαός χάθηκε ολόκληρος, ούτε όλος εξαχρειώθηκε, ούτε όλος απίστησε, ούτε όλος κατεδίωξε τους Αποστόλους, αλλά με το κήρυγμα των Αποστόλων πίστευσαν αμέσως τρεις χιλιάδες, χωρίς τις γυ­ναίκες και τα παιδιά. Και έγινε στην Ιερουσαλήμ Εκκλησία αναρίθμητη, ενώ α­κόμη δεν είχε καταστραφή ο Ναός, ενώ ακόμη δεν είχαν εκδιωχθή oι Ιουδαίοι, ενώ ακόμη δεν είχε γκρεμισθή η Ιερουσαλήμ. Οικοδομήθηκε Εκκλησία και τα λό­για του Ιωάννη έγιναν ξεκάθαρη αλήθεια: «Εκείνος πρέπει να μεγαλώνη, εγώ δε να μικραίνω»[7].
 
Ο Συμεών λοιπόν που είναι προφήτης λέγει: «Δόξα για τον λαό σου τον Ισ­ραήλ». Γιατί ήταν δόξα γι' αυτούς που προσδοκούσαν η συνάντησις εκείνου τον οποίο προσδοκούσαν.
 
Και αναλογίζονταν ο Ιωσήφ και η Μαρία αυτά που άκουγαν: Ο άγγελος έφερε την ευχάριστη είδησι, οι μάγοι τον εγνώρισαν, οι ποιμένες τον έμαθαν, οι στρατιές των αγγέλων χόρευαν, το αστέρι από πάνω τον ανήγγειλε, ο Συμεών προφητεύει, η Άννα η κόρη του Φανουήλ προφητεύει, η γη αγαλλόταν, ο ουρανός μίλησε με το αστέρι, οι μάγοι αρνήθηκαν τον τύραννο, οι ποιμένες προσκύνησαν τον αρχιποιμένα, όλα τον εγνώρισαν, η μητέρα ήξερε, ο Ιωσήφ πληροφορήθηκε, έτρεμαν για όσα έγιναν, όμως κατάλαβαν την έκβασι των γεγονότων.
 
«Και ο Συμεών τους ευλόγησε και είπε στην Μαριάμ την μητέρα του: Αυτός πρόκειται να γίνη πτώσις και έγερσις για πολλούς μέσα στον Ισραήλ και σημείο αντιλεγόμενο». Πτώσις για ποιους; Σαφώς γι' αυτούς που απιστούν, αυτούς που αντιλέγουν, αυτούς που τον σταυρώνουν. Και έγερσις για ποιους; Αυτούς που τον αναγνωρίζουν και τον ομολογούν με ευγνωμοσύνη.
 
«Και σημείο αντιλεγόμενο». Ποιο σημείο αντιλεγόμενο; Το σημείο του Σταυ­ρού, που η Εκκλησία το θεωρεί σωτηρία του κόσμου, που οι Ιουδαίοι το εχθρεύονται και που πολλές φορές και ο ουρανός το διεκήρυξε. Αμφισβητείται το σημείο, για να νικήση η αλήθεια. Γιατί χωρίς αντίλογο δεν μπορεί να γίνη ολοκληρωμένη νίκη. Έπρεπε λοιπόν να εμφανισθή η αντιλογία, για να εκδώση την απόφασί του ο δικαστής, αφού μακροθυμήση μέχρι το τέλος των αιώνων. Γι' αυτό λέει «και ση­μείο αντιλεγόμενο». Αντιλέγουν δε εκείνοι που απιστούν.
 
Και συ, λέει, θεωρείσαι μητέρα. Άραγε λοιπόν εσύ θα μείνης εκτός πειρασμού, επειδή συμφώνησες να γίνης μητέρα, επειδή τον εγέννησες, επειδή έκρινες καλό να του δανείσης την μήτρα σου; (Διότι η κοιλιά σου έγινε δοχείο της ενεργείας του Αγίου Πνεύματος). Άραγε λοιπόν θα μείνης εκτός πειρασμού, επειδή έγινες Θεο­τόκος, επειδή συνέλαβες χωρίς πείρα γάμου, επειδή καταστάθηκες Μητέρα του Δημιουργού σου; Άραγε εσύ θα μείνης εκτός πειρασμού; Ούτε κι εσύ θα μείνης εκτός πειρασμού, αλλά «κι εσένα την ίδια μια ρομφαία θα σου διαπεράση την ψυ­χή». Γιατί, Κύριε μου; Σε τι αμάρτησα; Σε τίποτε δεν αμάρτησες βέβαια. Όταν όμως Τον δης κρεμασμένο στον Σταυρό, όταν Τον δης να υποφέρη για όλο τον κό­σμο, όταν δης στον Σταυρό τα χέρια Του τρυπημένα και καρφωμένα στο ξύλο, τότε θα αρχίσης να αμφιβάλλης και να λες: Αυτός είναι εκείνος για τον οποίο μου μί­λησε ο άγγελος; Αυτός είναι εκείνος στον οποίο έγινε το θαύμα της συλλήψεως; Παρθένος ήμουν και γέννησα και έμεινα πάλι παρθένος. Γιατί λοιπόν αυτός σταυρώνεται;
 
«Κι εσένα την ιδια μια ρομφαία θα σου διαπεράση την ψυχή». Ώστε, σύμφωνα με την προφητεία του δικαίου Συμεών, κανένας δεν έμεινε εκτός πειρασμού. Ο Πέτρος, ο κορυφαίος από τους μαθητές, τον αρνήθηκε τρεις φορές. Οι άλλοι μα­θητές τον εγκατέλειψαν και έφυγαν. Ούτε είχε άλλωστε ο τσομπάνος ανάγκη από τα πρόβατα για να τον προστατεύσουν, ενόσω αυτός έδιωχνε τους λύκους, ούτε ο αγωνιστής είχε ανάγκη από βοηθούς, αλλά όλοι τους έφυγαν. Και ο Χριστός έμει­νε μόνος κρεμασμένος στον Σταυρό σαν κριάρι έτοιμο για θυσία. Λοιπόν και αυ­τής την ψυχή την διεπέρασε η ρομφαία: ο πειρασμός δηλαδή και η αμφιβολία.
 
«Κι εσένα την ίδια μια ρομφαία θα σου διαπεράση την ψυχή, ώστε να αποκα­λυφθούν από πολλές καρδιές οι λογισμοί». Πάσχει λοιπόν ο Ιησούς, για να ελέγξη την απιστία και για να γεμίση από ευγνωμοσύνη τις καρδιές αυτών που Τον πιστεύουν. Αντιλέγεται το σημείο, για να ελεγχθούν αυτοί που αντιλέγουν από κακία. Γιατί, αν η αλήθεια ήταν από κάθε άποψι αναντίρρητη για τους ανθρώ­πους, τότε η ευσέβεια θα έμενε αδοκίμαστη. Όμως με το να γίνεται παραχώρησις στην αντιλογία, δοκιμάζεται η ελεύθερη εκλογή της αλήθειας. Αντιλέγεται το ση­μείο. Γιατί πώς αλλιώς θα δοκιμάζονταν οι μάρτυρες στους διωγμούς; Πώς θα α­γωνίζονταν και θα αναδεικνύονταν νικητές με την καρτερία τους; Δες πόσο ωφέ­λησε η αντιλογία, αφού έφτιαξε όχι πιστούς απλώς, όπως θάλεγε κανείς, αλλά και μάρτυρες που έφθασαν μέχρι τα βασανιστήρια και τον θάνατο και παρουσίασαν μια απόδειξι της χάριτος του Χριστού με την καρτερία τους.
 
Όταν λοιπόν ο Συμεών λέει «ούτος κείται εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών εν τω Ισραήλ και εις σημείον αντιλεγόμενον», εννοείται ότι ούτε την πτώσι την προξενεί αυτός, ούτε την ανάστασι την προσφέρει με την βία, αλλά «κείται εις πτώσιν» αυτών που σκοντάφτουν στον λίθο του προσκόμματος και «εις ανάστα­σιν» εκείνων που πιστεύουν με την αγαθή τους προαίρεσι. Διότι λέει «κείται». Σαν να έλεγε κανείς: Το φως ανατέλλει για να βλέπουν οι υγιείς, ενώ αυτοί που τους πονούν τα μάτια να απομακρυνθούν ακόμη περισσότερο από την λάμψι του φωτός. Γιατί πώς αλλιώς θα ήταν δυνατόν οι πρώτοι να πέσουν και να είναι αξιοκατάκριτοι, ενώ οι δεύτεροι να σηκωθούν με χρηστές ελπίδες που προέρχονται από την καλή τους προαίρεσι, αν δεν υπήρχε το «αντιλεγόμενο σημείο»; Γιατί λέει ο Συ­μεών «και εις σημείον αντιλεγόμενον»; Για να μη προξενήση η αντιλογία απορία στους πιστούς. Το να αμφισβητείται δε και η αλήθεια του Θεού, είναι φανερό ότι αυτό γίνεται, επειδή το επιτρέπει ο Θεός. Κανένας δηλαδή δεν μπορεί να προβάλη καμμιά αντίρρησι, αν δεν το επιτρέψη αυτό ο Θεός. Είναι όντως αναγκαία η παραχώρησι αυτή εκ μέρους του Θεού, για να φανερωθούν οι άξιοι.
 
Θα έλθη όμως εποχή που δεν θα υπάρχη πια καμμιά αντίρρησις. Όταν δηλαδή το σημείο του Σταύρου θα λάμψη σαν προάγγελος του Κυρίου από τον ουρανό, «τότε θα κλίνη κάθε γόνυ στα επουράνια και στα επίγεια και στα καταχθόνια και κάθε γλώσσα θα ομολογήση ότι ο Χριστός είναι Κύριος προς δόξαν του Θεού Πατρός»[8]. Όσο δηλαδή το σημείο αυτό φαίνεται μόνο του και είναι απλό σημείο και δεν φαίνεται πουθενά ο σημαινόμενος, το σημείο θα αντιλέγεται. Όταν όμως ο ίδιος ο σημαινόμενος αποκαλύψη τον εαυτό του κατά την Δευτέρα Παρουσία, τότε πια κανείς δεν θα τολμά να αντιλογήση στο σημείο, γιατί ο σημαινόμενος θα έχη καταφθάσει με ολοφάνερη την θεότητά του εναντίον εκείνων που Τον αρνούν­ται. Τότε εκείνοι που προηγουμένως είχαν δεχθή το σημείο θα δοξασθούν από αυ­τόν που εκείνο υποδήλωνε, ενώ εκείνοι που αμφισβήτησαν το σημείο θα καταδικα­σθούν από τον υποδηλωθέντα. Και αυτό θα είναι τότε το τέλος της αντιλογίας, το τέλος της πλάνης, το τέλος της αμφιβολίας, το τέλος της απιστίας, η αρχή δε των βραβείων και των στεφάνων. Αυτά μακάρι όλοι μας να τα επιτύχουμε με την χάρι του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει η δόξα και το κράτος στους ατελεύτητους αιώνες. Αμήν.
 
[1] πρβλ. Ιωάν. ζ' 41-43
[2] Η ανάστασις των νεκρών κατά την δευτέρα παρουσία θα αποτελέση την «περιτομή» δηλ. την ο­ριστική απομάκρυνσι του κακού και της αμαρτίας από ολόκληρη την κτίσι.
[3] Λευϊτ. ε’ 11, ιβ’ 8
[4] Ησ. α’ 9
[5] Ρωμ. ια’ 4· πρβλ. Γ’ Βασ. ιθ’ 18
[6] Ματθ. κβ’ 12
[7] Ιωάν. γ’ 30
[8] Φιλιπ. β’ 10-11
 

ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ
ΤΡΙΜΗΝΙΑΙΑ ΕΚΣΟΣΙΣ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗΣ ΞΗΡΟΠΟΤΑΜΟΥ

Comments