Αρχαία Αθήνα

Ο Αθηναϊκός στόλος στο απόγειό του κατά το 325-322 π.Χ. (φωτό)

Η  Αθήνα  δεν  αποτελούσε  μια  από  τις  παραδοσιακές  ναυτικές  δυνάμεις  της  Ελλάδας.
Ο  στόλος της  γύρω  στο  500  πΧ  ήταν  μάλλον  ασήμαντος  μπροστά  στους  ισχυρούς  στόλους  τριήρων  και  διήρων  της  Κορίνθου, της  Μιλήτου, της  Σάμου, της Αίγινας  και  άλλων  πόλεων, αποτελούμενος  από  50  απηρχαιωμένες  πεντηκοντόρους. 
Το  ναυτικό  της  είναι  σχετικά  νεότευκτο  αφού  ναυπηγήθηκε  χάρη  στη  επιμονή  του  Θεμιστοκλή,  στην  ουσία  λίγα  χρόνια  πριν  τη  μεγαλειώδη  νίκη  του  στη  Σαλαμίνα (480  πΧ) επί  του  στόλου  των  Αχαιμενιδών.

Τριήρεις_01


Στο  μεγαλύτερο  μέρος  του  «χρυσού» 5ου  αιώνα πΧ,  ο  αθηναϊκός  στόλος  αποτελείτο  από  300  τριήρεις  από  τις  οποίες  επανδρώνονταν  συνήθως  οι  200,  ή  το  πολύ  250.  Ένα  μέρος  των  πληρωμάτων  δεν  ήταν  Αθηναίοι  ή  μέτοικοι  της  Αττικής,  αλλά  μισθοφόροι  και  σύμμαχοι  από  τις  διάφορες  ναυτικές  πόλεις  του  Αιγαίου.

ΠΙΝΑΚΑΣ
Η ΑΡΙΘΜΗΤΙΚΗ ΔΥΝΑΜΗ ΤΟΥ ΑΘΗΝΑΪΚΟΥ ΣΤΟΛΟΥ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ 5ο-4ο αι. π.Χ.

Χρονολογία
Αριθμός  πλοίων
 
 
Περί  το  500 πΧ
50  πεντηκόντοροι
 
 
Ναυμαχία  Σαλαμίνας  480  πΧ  (μαζί  με  τους Αθηναίους  κληρούχους  στη  Χαλκίδα)
200 τριήρεις
468 πΧ
200 τριήρεις
Μετά  την  αποτυχημένη εκστρατεία στην Αίγυπτο
200 τριήρεις
Αρχή Πελοποννησιακού  πολέμου (431 πΧ)
300 τριήρεις
Νικίειος  Ειρήνη (421 πΧ)
300 τριήρεις
Σικελική  καταστροφή (413 πΧ)
108 τριήρεις
Ναυμαχία  Αργινουσών (406 πΧ)
180 τριήρεις
Στους  Αιγός  Ποταμούς (405 πΧ)
180 τριήρεις
Μετά  την  τελική  ήττα  της  Αθήνας (404  πΧ)
12   τριήρεις
370  πΧ
100 τριήρεις
Περί  το  350 πΧ
300 τριήρεις
325-3  πΧ
417  πολεμικά,
τα  οποία  είναι: τριήρεις (360),
τετρήρεις (50) και πεντήρεις (7).
 

Εκτός από  αυτόν  τον  στόλο,  η  Αθήνα  είχε  υπό  τον  έλεγχο  της  και  τις 180  τριήρεις  των  ναυτικών  συμμάχων  της, ήτοι  της  Χίου,  Λέσβου  και  Σάμου.  Έτσι   το  σύνολο  των  τριήρων  που  διέθετε  έφθανε  τις  480.  Όταν  η  πόλη  της  Παλλάδας  νικήθηκε  τελικά  στον  Πελοποννησιακό  πόλεμο,  οι  Σπαρτιάτες  της  επέτρεψαν  να  διατηρήσει  μόνο  12  τριήρεις  ως  ακτοφυλακή  της  Αττικής,  έναντι  πειρατών  ή  άλλων  απειλών (404  πΧ).  Ίσως  πίστεψαν  ότι  έτσι  εξουδετέρωσαν  το  αθηναϊκό  ναυτικό,  όμως  έσφαλαν.  Η  θαλάσσια  δύναμη  της  Αθήνας  δεν  βρισκόταν  στα  σκάφη  του  στόλου  της.  Όπως  αποδείχθηκε, ακόμη  και  αν  τα  έχανε  κατά  εκατοντάδες,  τα  ναυπηγεία  του  Πειραιά  μπορούσαν  να  τα  αντικαταστήσουν.  Η  ναυτική  ισχύς  της  Αθήνας  βρισκόταν  στη  ναυτική  και  ναυπηγική  δεινότητα  των  ανδρών  της,  αλλά  και  στην  επιμονή  του  λαού  της.

Τριήρεις_02
Διάγραμματα  τριήρους  κατά  τον  J.F. Coates.


Η  Αθήνα  ανένηψε  σταδιακά  από  τη  συμφορά  του  404,  και  περίπου  το  370  π.Χ.  είχε  πάλι  έναν  στόλο  100  τριήρων.  Εως  τα  μέσα  του  4ου  αι.,  αύξησε  αυτόν  τον  αριθμό  σε  300, φτάνοντας  έτσι  το  μέγεθος  που  είχε  ο  «εθνικός» στόλος  της  κατά  τον  5ο  αι.  Oι  Αθηναίοι  του  4ου  αιώνα  είναι  αποφασισμένοι  να  πρωταγωνιστήσουν  πάλι  στα  ελληνικά  πράγματα  και  γνωρίζουν  καλά  ότι  η  μόνη  οδός  για  αυτό,  είναι  εκείνη  της  θάλασσας.  Έτσι  παρά  την  συντριβή  τους  από  τον  Φίλιππο  της  Μακεδονίας  στη  Χαιρώνεια (338  πΧ) και  τη  νέα  υποταγή  τους  στον  Μέγα  Αλέξανδρο (335), οι  Αθηναίοι  διατήρησαν  τον  υψηλό  ρυθμό  ναυπηγήσεων  καταρρίπτοντας  κάθε  προηγούμενο  «ρεκόρ»  τους.  Σε  αυτό  τους  έσπρωξε  η  απίστευτη  επιτυχία  του  Αλεξάνδρου  να  καταλύσει  την  Περσική  αυτοκρατορία  το  330  π.Χ. 
Οι  Αθηναίοι  κατανόησαν  ότι  ένας  στόλος  300  πολεμικών  σκαφών  δεν  αρκούσε  πλέον  για  να  μπορέσουν  να συναγωνισθούν  το  νέα  Μακεδονία,  της  οποίας  τα  σύνορα  άγγιζαν  πλέον  τα  Ιμαλάια  (Ιμαον  Ορος).  Κύριος  υπεύθυνος  για  αυτό  το  νέο  αθηναϊκό  επίτευγμα,  ήταν  ο  Λυκούργος, ο «νέος  Θεμιστοκλής».
Ο  συγκεκριμένος  μεγάλος  και  εν  πολλοίς  λησμονημένος  Αθηναίος  ο  οποίος  είχε  ουσιαστικά  τον  έλεγχο  των  οικονομικών  της  πόλης  του  επί  τουλάχιστον  10  χρόνια,  μέχρι  τον  θάνατο  του  το  324  πΧ,  εφάρμοσε  ένα  μεγαλόπνοο  ανορθωτικό  πρόγραμμα  με  κύριο  σκοπό  την  ενίσχυση  της  οικονομίας  και  του  στόλου.  Ανήκοντας  στην  αντιμακεδονική  παράταξη  και  γνωρίζοντας  ότι η  ρήξη  με τον  Αλέξανδρο  ήταν  αναπόφευκτη,  ο  Λυκούργος  είχε  φροντίσει  ιδιαίτερα  για  την  ενίσχυση  των στρατιωτικών  δυνάμεων  της  Αθήνας.  Ανάμεσα  στα  άλλα  που  επιτεύχθηκαν  εκείνα  τα  χρόνια,  ήταν  και  η  περαιτέρω  ενίσχυση  του  στόλου  όχι  μόνο  αριθμητικά  αλλά  και  ποιοτικά.  Έτσι  στις  υπάρχουσες  τριήρεις  προστέθηκαν  δύο  νέοι  τύποι  πολεμικών  σκαφών,  οι  οποίοι  έμελε  σύντομα  να  κυριαρχήσουν  στα  πελάγη  της  Μεσογείου: η  τετρήρης  και  κυρίως  η  πεντήρης. 
Οι  κατάλογοι  του  αθηναϊκού  στόλου  για  το  έτος  325/4  πΧ  περιλάμβαναν  σύμφωνα  με  επιγραφικές  μαρτυρίες  417  σκάφη: 360  τριηρεις,  50 τετρηρεις και  7 πεντηρεις. 
Ο  αριθμός  αυτός  επιβεβαιώνεται  από  τους  372  νεωσοίκους  που  υπήρχαν  στα  λιμάνια  του  Πειραιά  αυτή  την  περίοδο.  Αν  προστεθούν  οι  νεώσοικοι  που  υπήρχαν  σε  άλλα  λιμάνια  της  Αττικής,  τότε  αυτοί  υπερβαίνουν  συνολικά τους  400.  Και  αν  προστεθούν  τα  πλοία  ακτοφυλακής  και  αποστολών  που  βρίσκονταν  εν  πλω, καταλήγουμε σε  έναν  αριθμό  περισσοτέρων  από  417  σκάφη.

Τριήρεις_03
Αρχαίοι  Ελληνες  «επιβάτες» (πεζοναύτες)  έχουν  αποβιβασθεί  σε  ακτή.  Πρόκειται  για  οπλίτες  και   πελταστές.  Οι  Αθηναίοι  ήταν  ικανοί  πεζοναύτες,  λόγω  της  ναυτικής  παράδοσης  της  πόλης  τους (αναπαράσταση  από  τον  Βρετανικό  Ιστορικό  Σύλλογο  Comitatus)


Πρόκειται  για  το  απόγειο  του  αθηναϊκού  ναυτικού  και  όχι  μόνο  από  την  αριθμητική  άποψη.  Όπως  αναφέρθηκε  ο  νέος  στόλος  περιλάμβανε  τετρήρεις  και  πεντήρεις  που  δεν  είχαν  ξαναχρησιμοποιηθεί  από  την  Αθήνα. Επιπλέον  οι  πολίτες  της  δεν  υστερούσαν  σε  ναυτικές  και  ναυπηγικές  ικανότητες,  συγκρινόμενοι  με  τους  προγόνους  τους  του  5ου  αιώνα  πΧ.  Βέβαια  και  πάλι  ο  αριθμός  των  σκαφών  που  μπορούσαν  πραγματικά  να  επανδρωθούν  ήταν  μικρότερος: υπήρχαν  αρκετά  πληρώματα  μόνο  για  200  από  τα  417  σκάφη.  Με  την  προσθήκη  μισθοφορικών  πληρωμάτων,  θα  μπορούσαν  να  επανδρωθούν  240-250  πλοία,  όπως  έγινε  κατά  την  έκρηξη  του  Λαμιακού  πολέμου  όταν  χρησιμοποιήθηκαν  τα  υπεξαιρεθέντα  χρήματα  του  Μακεδόνα  θησαυροφύλακα  Αττάλου,  για  την  πρόσληψη  πληρωμάτων.  Συμπερασματικά,  το  απόγειο  του  αθηναϊκού  ναυτικού  δεν  σημειώθηκε  τον  5ο  αιώνα  πΧ, όπως  θεωρείται  ευρέως,  αλλά  μάλλον  κατά  τα  έτη  325-322 π.Χ. 

Η  αναβάθμιση  του  ναυτικού  όπλου  δεν  αφορούσε  μόνο  τα  σκάφη. Ένα  μέρος  των  372  προαναφερόμενων  νεωσοίκων  του  Πειραιά  κατασκευάσθηκαν  τη  συγκεκριμένη  περίοδο,  για  να  αντεπεξέλθουν  στην  αριθμητική  αύξηση.  Επιπρόσθετα  αυτή  την  περίοδο  οικοδομήθηκε  η  περίφημη  Σκευοθήκη του  Φίλωνος  στο  λιμάνι  της  Ζέας,  για  τη  φύλαξη  των  εξαρτήσεων  των  πλοίων.
O  Λυκούργος  ήταν  σε  μεγάλο  βαθμό  εκείνος  ο  οποίος  επέτυχε  όλα  αυτά.  Με  την  ισχυροποίηση  του  στόλου, ο  μεγάλος  Αθηναίος  αναζωογόνησε  και  τον  Πειραιά.  Λόγω  αυτών  των  υπηρεσιών  του  μπορεί  να  συγκριθεί  με  τον  Θεμιστοκλή,  στον  οποίο  οφείλεται  η  δημιουργία  του  αθηναϊκού  ναυτικού  και  του  λιμένα  του  Πειραιά.

Τριήρεις_04

Ενας  ακόμη  θαυμασιος  πίνακας  από  τον  Igor  Dzis,  με  θέμα  μία  τριήρη  και  τους  «επιβάτες» (πεζοναύτες)  της  (copyright: Igor  Dzis).
Ωστόσο, κατά  τον  Λαμιακό  πόλεμο  ο  οποίος  ακολούθησε (323/322  π.Χ.)  οι  Αθηναίοι  και  οι  περιορισμένοι  ναυτικοί  σύμμαχοι  τους  αντιμετώπισαν  τον  στόλο  των  Μακεδόνων (του  νεκρού  πλέον  Μεγάλου  Αλεξάνδρου), αποτελούμενο  από  πολεμικά  πλοία  Ελλαδιτών,  Φοινίκων,  Κυπρίων,  Κιλίκων  και  Φιλισταίων  συμμάχων  και  υποτελών  της  Μακεδονίας.  Ο  μακεδονικός  στόλος  περιελάμβανε  υψηλό  ποσοστό  τετρήρων  και  πεντήρων  (προερχόμενες  κυρίως  από  την  Ανατολική  Μεσόγειο),  οι  οποίες  ήταν  ισχυρότερες  από  τις  τριήρεις.  Αυτό  το  στοιχείο  φαίνεται  πως  έκρινε  το  τελικό  αποτέλεσμα  του  πολέμου.

Οι  Αθηναίοι  και  οι  σύμμαχοι  τους  αντιμετώπισαν  τον  στόλο  των  Μακεδόνων  υπό  τον  Λευκό  Κλείτο,  σε  μία  σειρά  από  ναυτικές  αναμετρήσεις, με  σημαντικότερη  τη  ναυμαχία  της  Αμοργού  κατά  την  οποία  ο  αθηναϊκός  στόλος  συνετρίβη (322  π.Χ.).  Μετά  το τέλος  του  πολέμου, περίπου  200-250  πολεμικά  σκάφη  της  Αθήνας (πιθανώς  μόνο  τριήρεις)  είχαν  μείνει στους  νεωσοίκους  της  Αττικής.  Αλλά  επρόκειτο  για  έναν «στόλο-φάντασμα»  αφού  δεν  υπήρχαν  πια  κωπηλάτες  για να  τον  κινήσουν,  μετά  την  εξορία  πάνω  από  12.000  Αθηναίων  (κυρίως  ναυτικών)  από  τον  νικητή  Μακεδόνα  στρατηγό  Αντίπατρο, και  φυσικά  λόγω  των  μεγάλων  απωλειών  κατά  τον  πολεμο.  Τα  πλοία  αυτά  αφέθηκαν  να  σαπίσουν  και  δε  ναυπηγήθηκε  ποτέ  πάλι  αξιόλογος  στόλος.

Οι  λόγοι  για  αυτό  το  γεγονός  ήταν  διάφοροι: 

1) η  ολιγανθρωπία  που  άρχισε  να  μαστίζει  την  Αθήνα  λόγω  και  της  μετανάστευσης  των  Αθηναίων  στην  Ανατολή
2) η  συνειδητοποίηση  της  αδυναμίας  συναγωνισμού  των  κολοσσιαίων  ελληνιστικών  βασιλείων  από  τις  παλαιές  πόλεις-κράτη και 
3) η  επικράτηση  των  τετρήρων  και  πεντήρων.  Αν  οι  Αθηναίοι  ήθελαν  να  πρωταγωνιστούν  στα  πολιτικά  πράγματα του  ελληνικού  κόσμου,  θα  έπρεπε  να  χτίσουν  νέο  στόλο  αποτελούμενο  από  αυτά  τα  πλοία,  και  όχι  από  τις  μάλλον  απηρχαιωμένες  τριήρεις.  Αλλά  το  οικονομικό  βάρος  ενός  τέτοιου  εγχειρήματος  θα  ήταν  αβάστακτο  για  την  Αθηνα.

Σκύθες
Oι  Αθηναίοι  χρησιμοποιούσαν  Σκύθες  τοξότες   στις  τριήρεις  τους  (αναπαράσταση  Σκυθών  από  τον  Βρετανικό  Ιστορικό  Σύλλογο  Comitatus).
Έτσι  τα  χρόνια  325-322 πΧ  σημειώθηκε  το  μέγιστο  του αθηναϊκού  στόλου,  αλλά  και  το  ουσιαστικό  τέλος  του  αφού  στο  εξής  η  Αθήνα  διατήρησε  μόνο  έναν  μικρό  αριθμό  τριήρων  και  δεν  ενεπλάκη  πάλι  σε  αξιόλογες  ναυτικές  επιχειρήσεις.  Εντούτοις  η  ναυτοσύνη  των  πολιτών  της  επιβιώνει  για  αιώνες  στο  μέλλον.  Η  Αθήνα  συμμετέχει  σε  θαλάσσιους  πολέμους  της  Ρώμης  μαζί  με  άλλους  ναυτικούς  συμμάχους της (socii  navales),  ενώ  παρέχει  πληρώματα  για  τον  Ρωμαϊκό  και  αργότερα  για  τον  Βυζαντινό  αυτοκρατορικό  στόλο  έως  τον  Μεσαίωνα.

https://theancientwebgreece.wordpress.com

Comments

Η αγωγή των νέων στην αρχαία Αθήνα (φωτό


Αρχαία Ελλάδα_01



Η αγωγή των νέων στην αρχαία Αθήνα είναι παρόμοια με την αγωγή των νέων σε άλλες ελληνικές πόλεις, με εξαίρεση την Σπάρτη. Απλώς γίνεται ιδιαίτερη μνεία στην αγωγή των Αθηναίων νέων, γιατί η αρχαία Αθήνα του 5ου π.Χ. αιώνα αποτελεί γενικότερο πρότυπο σε αυτό το βιβλίο.


Στην αθηναϊκή οικογένεια, την αγωγή αναλάμβανε ο πατέρας ο οποίος ήταν και ο αρχηγός της οικογενείας. Μπορούσε, όμως, η αγωγή να ανατεθεί σε άλλους. Μέχρι τα 7 τους έτη τα αγόρια και τα κορίτσια μεγάλωναν μαζί στον γυναικωνίτη και έπαιζαν μαζί διάφορα ευχάριστα παιχνίδια. Από τα 7 τους έτη τα αγόρια, με τη συνοδεία του παιδαγωγού, πήγαιναν στο σχολείο. Ο παιδαγωγός ήταν ένας ηλικιωμένος και έμπιστος δούλος της οικογενείας. Σε ό,τι αφορά τα κορίτσια, αυτά έμεναν στο σπίτι και η μητέρα τους τα δίδασκε ανάγνωση, γραφή, μουσική, χορό και την οικοκυρική τέχνη.

Αρχαία Ελλάδα_02

Φυσικά, ο αναγνώστης θα αναρωτηθεί γιατί τα κορίτσια δεν πήγαιναν σχολείο μαζί με τα αγόρια. Η απάντηση είναι ότι οι γυναίκες την εποχή εκείνη ασχολούνταν με το νοικοκυριό και την οικογένειά τους και όχι με κάποιο επάγγελμα. Δεν είχαν πολιτικά δικαιώματα, γιατί όπως και οι δούλοι στερούντο μορφώσεως, κάτι που είναι απαραίτητο στην άμεση δημοκρατία. Αν λάβουμε υπόψιν ότι η σημερινή εκπαίδευση είναι απαράδεκτη παγκοσμίως, με το παραπάνω σκεπτικό, κανείς δεν θα είχε δικαίωμα ψήφου στις εκλογές!!!

Στην αρχαία Αθήνα οι άνδρες ήταν αυτοί που εργάζονταν και συντηρούσαν την οικογένεια και συμμετείχαν, όντας πνευματικά καλλιεργημένοι, στις πολιτικές αποφάσεις. Η θέση της γυναίκας ήταν – με εξαίρεση την Σπάρτη και την μινωική Κρήτη – μέτρια στην αρχαία Ελλάδα όπως και στις άλλες χώρες, τότε. Ουσιαστικά, στις περισσότερες – βασικά στις δυτικές – χώρες, μόλις στα μέσα του 20ου αιώνα άρχισαν οι γυναίκες να αποκτούν πολιτικά δικαιώματα και ισότητα με το ανδρικό φύλο, σε όλους τους τομείς.
Αρχαία Ελλάδα_03

Επιστρέφοντας στην αγωγή των νέων στην αρχαία Αθήνα, οι γονείς ήταν υποχρεωμένοι να πληρώσουν κάποιον δάσκαλο που θα αναλάμβανε την αγωγή των παιδιών τους.
Τα μαθήματα δεν γίνονταν σε κάποιο σχολείο, αλλά στην οικία του δασκάλου. Κάτι σαν ιδιαίτερο ολιγομελές φροντιστήριο! Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειωθεί ότι γίνεται αναφορά στα ανήλικα παιδιά και όχι στους ενηλίκους που μπορούσαν να σπουδάσουν δίπλα σε φιλοσόφους και σε φιλοσοφικές σχολές, μοναδικές και ανεπανάληπτες για την ανθρωπότητα.
Οι ανήλικοι, λοιπόν, διδάσκονταν την βασική εκπαίδευση από 4 δασκάλους: τον «γραμματιστή΄΄, τον δάσκαλο τηςμουσικής, τον γυμναστή και τον χοροδιδάσκαλο. Η γυμναστική αγωγή των νέων αναλύθηκε στην προηγούμενη ενότητα.
Τα παιδιά διδάσκονταν από τον γραμματιστή ανάγνωση και γραφή. Επίσης, τα παιδιά διδάσκονταν ποίηση όπως του Ομήρου και του Ησιόδου και μάθαιναν από την αρχή της εκπαίδευσής τους να αποστηθίζουν ποιήματα. Όταν μάθαιναν ανάγνωση και γραφή, τότε διάβαζαν και αποστήθιζαν ποιήματα μεγάλων ποιητών της εποχής. Πέρα από την ανάγνωση, την γραφή και την διείσδυση των νέων στα κείμενα των σοφών της εποχής, η μουσική θεωρείτο απαραίτητο στοιχείο στην αγωγή τους.
Αρχαία Ελλάδα_19

Στην αρχαία Ελλάδα ο «μουσικός ανήρ΄΄ήταν ο μορφωμένος άνθρωπος. Ως γνωστόν, η διδασκαλία της μουσικής στην αρχαία Ελλάδα προηγήθηκε από αυτή των γραμμάτων. Η μουσική εκπαίδευση περιλάμβανε την διδασκαλία μουσικού οργάνου, τραγουδιού και χορού. Τα παιδία διδάσκονταν από τον «κιθαριστή΄΄ λύρα ή αυλό.Το παίξιμο της λύρας συνοδευόταν από την απαγγελία στίχων λυρικών ποιημάτων ή από τραγούδια συχνά ηρωικά κατορθώματα. Από εκεί βγήκε και η λυρική ποίηση.
Στην αρχαία Ελλάδα δεν επικρατούσε η αδιαφορία, η φασαρία και η ανοησία των σύγχρονων μαθητών. Κατά την διάρκεια των μαθημάτων οι νέοι στέκονταν σοβαροί, δεν μιλούσαν μεταξύ τους και παρακολουθούσαν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον την διδασκαλία. Κανένα εκπαιδευτικό σύστημα και κανένας δάσκαλος δεν κατάφερε ποτέ στην ιστορία να κρατήσει πραγματικά το ενδιαφέρον των μαθητών.
Αρχαία Ελλάδα_20

Στην αρχαία Ελλάδα οι μαθητές αγαπούσαν το σχολείο το οποίο δεν τους πίεζε να βαθμοθηρούν για να φοιτήσουν σε κάποιοι πανεπιστήμιο, ούτε τους πίεζε και τους καθιστούσε ανταγωνιστές από την τρυφερή τους ηλικία με διάφορες εξετάσεις, «credits΄΄ και βαθμολογίες που τα σύγχρονα γελοία εκπαιδευτικά συστήματα όλου του κόσμου κάνουν.
Εξάλλου, όπως προαναφέρθηκε, σήμερα η εκπαίδευση αποσκοπεί στην μετάδοση στείρων γνώσεων και στην παραγωγή επαγγελματιών. Επίσης, ο εκπαιδευτικός με την υποκειμενική του αξιολόγηση κολλάει μια ταμπέλα στον νέο λέγοντας του ότι είναι «καλός΄΄ ή «κακός΄΄ μαθητής ή φοιτητής, τουτέστιν άχρηστος … Ποίος, όμως, είναι ο αλάνθαστος που θα κρίνει έναν άνθρωπο και μάλιστα έναν νέο και θα καθορίσει την μετέπειτα επαγγελματική και κοινωνική του ζωή;

Αρχαία Ελλάδα_07

Η αγάπη των Αθηναίων νέων για το σχολείο φαίνεται από το μάθημα της μουσικής στο οποίο πήγαιναν παραταγμένοι σε ομάδες και σιωπηροί, χωρίς να οχλαγωγούν – όπως οι σημερινοί νέοι.
Στα μαθήματα αναφέρθηκε ότι οι νέοι παρέμεναν κόσμιοι και σοβαροί, δεν έκαναν αστεία και ποτέ δεν αντιμιλούσαν στον δάσκαλο, κάτι που γίνεται κατά κόρον σήμερα. Εντούτοις, αν κάποιος μαθητής έδειχνε ασέβεια στο μάθημα και γελούσε ή έκανε φασαρία, τότε ο δάσκαλος τον χτυπούσε. Σήμερα, οι δάσκαλοι φοβούνται να ρίξουν ένα χαστούκι ή με το ραβδί να χτυπήσουν τα χέρια ενός άτακτου μαθητή, για να μην μηνυθούν από τους γονείς του και χάσουν την δουλεία τους από την πειθαρχική επιτροπή του υπουργείου παιδείας. Και όμως, χωρίς να προτείνεται το (πάλαι ποτέ) δεσποτικό γερμανικό σύστημα, είναι εμφανές ότι η αντιμετώπιση των άτακτων μαθητών στην αρχαία Αθήνα σωφρόνιζε τους ιδίους και παραδειγμάτιζε τους άλλους.

Αρχαία Ελλάδα_05

Οι νέοι στην αρχαία Ελλάδα, εν αντιθέσει με τους σημερινούς νέους, έδειχναν σεβασμό στους μεγαλυτέρους και τους δασκάλους τους, και ας λέει ο κωμωδιογράφος Αριστοφάνης (445 -385 π.Χ.) ότι πείραζαν τους γέροντες. Ο Αριστοφάνης, επί τη ευκαιρία, είναι γνωστός για την υπερβολή του (…ποιητική αδεία) και δεν μπορεί να προσφέρει αξιόπιστες ιστορικές πληροφορίες.
Γνωστό παράδειγμα είναι το πώς παρουσιάζει τον Σωκράτη. Επιστρέφοντας στους νέους της Αθήνας, οι «σωφρονιστές΄΄ και οι παιδαγωγοί ήταν αυτοί που επέβλεπαν τη συμπεριφορά τους που έπρεπε να ήταν κοσμία. Οι νέοι στέκονταν μπροστά στους ηλικιωμένους σιωπηρά, χωρίς να μιλούν – εκτός αν τους ρωτούσαν κάτι. Αν ήθελαν να πουν κάτι το έλεγαν χαμηλοφώνως, μιας και η δυνατή φωνή (που έχουν οι νέοι σήμερα) έδειχνε κακή αγωγή. Η ζωή των νέων στην αρχαία Ελλάδα ήταν γενικά συγκρατημένη, ενώ οι σύγχρονοι νέοι έχουν χάσει το μέτρο.

Αρχαία Ελλάδα_10

Οι Έλληνες έφηβοι είχαν για διασκέδαση τις παλαίστρες, τα δημόσια γυμναστήρια και τις εορτές. Μάλιστα στα Παναθήναια της Αθήνας, εορτή προς τιμήν της πολιούχου θεάς Αθηνάς, συμμετείχαν στην πομπή του πέπλου της προς το Ερέχθειο, ως αναβάτες σε άλογα, γεμίζοντας με μεγάλη περηφάνια τους Αθηναίους πολίτες. Οι νέοι δεν είχαν δικαίωμα να μπουν στην αγορά (τόπος συνάθροισης των Αθηναίων), ούτε στην Ηλιαία (δικαστήριο της Αθήνας).
Όπως προαναφέρθηκε, οι νέοι σέβονταν τους δασκάλους τους. Αυτό το έκαναν, όχι από φόβο ή ιδιοτέλεια όπως οι σύγχρονοι νέοι που άλλωστε η πλειοψηφία τους δεν σέβεται τους δασκάλους, αλλά επειδή συνειδητοποιούσαν τον παιδαγωγικό ρόλο του δασκάλου και γοητεύονταν από την μαγεία της εκπαίδευσης που δέχονταν. Αναγνώριζαν ότι η σωματική και η ηθικοπνευματική τους αγωγή τους οδηγούσε στην ευδαιμονία, όπως άλλωστε συμφωνούσε και ο Πλάτωνας.
Οι νέοι της Αθήνας συμμετείχαν στις εορτές της πόλεως με χορούς και χορωδίες. Τις εορτές αυτές αναλάμβαναν να χρηματοδοτήσουν υποχρεωτικά οι χορηγοί που ήταν εύποροι Αθηναίοι!!! Η χρηματοδότηση αυτή ονομαζοταν «χορηγία΄΄ και δεν έχει καμία σχέση με τους συγχρόνους χορηγούς (μάλλον σπόνσορες να τους αποκαλούμε), δηλαδή τις πολυεθνικές και τις μεγάλες εταιρίες που αυτοπροβάλλονται και πλουτίζουν από την διαφήμιση.
Αρχαία Ελλάδα_08

Στην αρχαία Αθήνα οι χορηγοί, οι πλούσιοι της πόλης, με δικά τους έξοδα πλήρωναν χοροδιδασκάλους που μάθαιναν στους νέους χορό και τραγούδι λυρικών ποιημάτων τα οποία και παρουσίαζαν στα θέατρα και στις διάφορες εορτές, μπροστά στο περήφανο για τα νιάτα του αθηναϊκό κοινό. Σήμερα ποίο κράτος δίδει σημασία στην αγωγή των νέων και αισθάνεται για αυτούς περήφανο;
Δεν είναι αλήθεια ότι η σημερινή κοινωνία προτιμάει μια νεολαία με μονοδιάστατη υπερεξειδικευμένη παιδεία και αδιάφορη για τα πάντα εκτός από την καλοπέραση, την καριέρα και το χρήμα; Στις θεοκρατικές χώρες τους προτιμάνε αμόρφωτους και θρησκευτικά φανατισμένους, έρμαια του κάθε δικτάτορα … Δεν είναι, λοιπόν, τυχαίο ότι η ενότητα αυτή είναι σημαντική.
Στην αρχαία Αθήνα ο πολίτης είχε σχέση παιδιού προς μητέρας με την πολιτεία και απολάμβανε τα αγαθά της όπως την εκπαίδευση και της φιλοσοφικές της σχολές, το θέατρο, τους αγώνες, τις εορτές, τον αθλητισμό και γενικά τον πολιτισμό της. Γι’ αυτό, όπως προαναφέρθηκε, οι Αθηναίοι αυτοθυσιαζόταν στον πόλεμο, όχι μόνον για να μην χάσουν οι ίδιοι τα αγαθά της πόλης τους, αλλά να μην τα χάσουν οι επερχόμενες γενιές. Αυτό ήταν το αποτέλεσμα της αρχαιοελληνικής παιδείας: η αρμονική, διαλεκτική σχέση πολίτη πολιτείας και η ανάδειξη της νέας γενιάς.

Αρχαία Ελλάδα_12

Οι νέοι στην Αθήνα, έπειτα από την βασική τους εκπαίδευση, έπαιρναν ανώτερη μόρφωση. Διδάσκονταν γεωμετρία, μαθηματικά, φυσική, αστρονομία, ιατρική, ρητορική, φιλοσοφία και διάφορες τέχνες. Στην αρχαία Αθήνα οι νέοι μπορούσαν να μαθητεύσουν δίπλα σε κάποιον φιλόσοφο ή σοφιστή. Αυτοί δίδασκαν επί πληρωμή, με κάποιες εξαιρέσεις όπως του Σωκράτη και του σκυλοσόφου Διογένη.
Οι σοφιστές και οι φιλόσοφοι δίδασκαν συνήθως στις στοές. Στην αρχαία Αθήνα υπήρχε η Ακαδημία του Πλάτωνα, η Περιπατητική σχολή του Αριστοτέλη, η ρητορική σχολή του Ισοκράτη, η σχολή του Επίκουρου, η Στοά του Ζήνωνα, η Κυνική σχολή του Αντισθένη, η Κυρηναϊκή σχολή του Αρίστιππου από την Κυρήνη (ελληνική αποικία στη Λιβύη) και η Μεγαρική σχολή του Ευκλείδη από τα Μέγαρα. Ιατρικές σχολές υπήρχαν στο νησί Κω – υπό την διεύθυνση του Ιπποκράτη, στην Πέργαμο (ελληνική πόλη στην Μ.Ασία), στην Κυρήνη, στον Κρότωνα (ελληνική αποικία στην Κάτω Ιταλία) υπό την διεύθυνση του Αλκμαίονα, και αλλού.

Αρχαία Ελλάδα_14

Στην αρχαία Ελλάδα δινόταν τεραστία σημασία στην αγωγή, την εκπαίδευση και την παιδεία των νέων. Σήμερα δίδεται έμφαση μόνον στην στείρα και μονοδιάστατη εκπαίδευση που αποτελεί υποσύνολο της παιδείας … Τελικά, η αρχαιοελληνική παιδεία προβάλλεται ως ανεπανάληπτο επίτευγμα, μιας και αναδεικνύεται ως η μοναδική που ανέδειξε την προσωπικότητα των νέων και δεν τους αντιμετώπισε ως νούμερα ενός σχολείου.
Σκοπός της αρχαιοελληνικής παιδείας ήταν η απόκτηση του αγαθού και του κάλλους, δηλαδή η ανάπτυξη του πνεύματος, της ψυχής και του σώματος. Έτσι, η πολιτεία αποσκοπούσε στην συγκρότησή της από ώριμους πολίτες με ηθικοπνευματική καλλιέργεια και σωματική ευεξία. Άλλωστε, οι Αθηναίοι πολίτες του 5ου π.Χ αιώνα, μεσώ της εκκλησίας του δήμου και της Βουλής των πεντακόσιων, αποφάσιζαν για την τύχη της πόλης. Δεν αποφάσιζε κάποιος τύραννος ή βασιλιάς ή αρχηγός ή με τα σημερινά δεδομένα κάποια κυβέρνηση που «αντιπροσωπεύει΄΄ το λαό…

Αρχαία Ελλάδα_15

Η αγωγή των Αθηναίων έφηβων περιλάμβανε και την τέχνη του πόλεμου, γιατί ήταν οι μελλοντικοί στρατιώτες που θα προστάτευαν την πόλη από τους πολέμιούς της.
Έτσι, ο λαός όριζε τους «παιδοκρίτες΄΄ και ειδικούς δασκάλους που μάθαιναν στους εφήβους να μάχονται σαν οπλίτες και τους ασκούσαν στα όπλα (ξίφος, ακόντιο, δόρυ, τόξο, σφενδόνα).
Η αγωγή των νέων στην Αθήνα κρατούσε ως τα 18 τους χρόνια, δηλαδή ως την ενηλικίωσή τους. Στα 18 τους οι νέοι γίνονταν πλέον Αθηναίοι πολίτες (αν οι γονείς τους ήταν Αθηναίοι), αποκτούσαν πολιτικά δικαιώματα και εντάσσονταν στην στρατιωτική δύναμη της πόλης.
Όταν έφτανε τα 18 του ο Αθηναίος έφηβος έδινε τον«όρκο των εφήβων΄΄ στο ιερό της Αλιαύρου που βρισκόταν βόρεια της Ακροπόλεως.
Αρχαία Ελλάδα_16

Ο όρκος των εφήβων έλεγε:
«Δεν θα ντροπιάσω τα ιερά μου όπλα, δεν θα εγκαταλείψω στη μάχη τον συμπολεμιστή μου, θα αγωνισθώ για τα ιερά και την πόλη μου και θα την παραδώσω, όχι μικρότερη απ ότι την παρέλαβα, αλλά μεγαλύτερη και ισχυρότερη, όσο οι δυνάμεις μου και οι συμπολίτες μου με βοηθήσουν. Θα υπάκουω στους άρχοντες και στους νόμους, τόσο τους ισχύοντες, όσο και σε αυτούς που θα θεσπιστούν στο μέλλον. Αν οποιοσδήποτε προσπαθήσει να ανατρέψει τους νόμους, θα τον εμποδίσω με σθένος και με την βοήθεια των συμπολιτών μου. Θα τιμώ πάντοτε τους πατέρες (προγόνους) μου και παίρνω για μάρτυρές μου: τους θεούς, τα όρια της πατρίδος μου, τα σιτηρά, τα αμπέλια, τις ελιές, τις συκιές, τα κριθάρια και όλα τα αγαθά που αυτή προσφέρει΄΄.
Η αρχαία Αθήνα φρόντιζε οικονομικά τις χήρες και τα ορφανά των πεσόντων στον πόλεμο. Σημειώνεται ότι η Αθήνα ήταν η μοναδική πόλη όπου γινόταν η μεγαλειώδης τιμητική πομπή του «Επιταφίου΄΄ για τους πεσόντες στη μάχη οι οποίοι θάβονταν σε περίλαμπρο τάφο και η αυτοθυσία τους για την πόλη ήταν η μέγιστη τιμή που μπορούσε να νιώσει η οικογένειά τους και οι απόγονοί τους.
Αρχαία Ελλάδα_17

Σε ό,τι αφορά την ανατροφή των ορφανών των νεκρών ανδρών, αυτή άρχιζε από τη στιγμή του θανάτου του πατέρα τους και κρατούσε μέχρι τα 18 τους χρόνια, όποτε και ενηλικιώνονταν. Η πολιτεία, λοιπόν, γινόταν κηδεμόνας των ορφανών. Το τέλος της κηδεμονίας αυτής γινόταν με μια δημόσια εκδήλωση στο θέατρο του Διονύσου, κατά την διάρκεια της εορτής των Μεγάλων Διονυσίων.
Κατά τον Αθηναίο ρήτορα Αισχύνη (389 – 314 π.Χ.), πριν αρχίσουν στο θέατρο οι δραματικοί αγώνες των ποιητών (το δράμα που δημιουργήθηκε στην αρχαία Ελλάδα περιλαμβάνει την τραγωδία, την κωμωδία και το σατυρικό δράμα) κάποιος κήρυκας παρουσίαζε στο κοινό τους ορφανούς εφήβους που πλέον είχαν ενηλικιωθεί. Οι νέοι αυτοί κρατούσαν στα χέρια τους την πανοπλία του οπλίτη που η πολιτεία τους είχε δωρίσει τιμητικά.Τότε ο κήρυκας σήμαινε τη λήξη της κηδεμονίας από την πολιτεία και έλεγε ότι οι νέοι αυτοί μπορούσαν να συνεχίσουν μόνοι τη ζωη τους, με την αγάπη όλων των Αθηναίων συμπολιτών τους.

Αρχαία Ελλάδα_18

Προαναφέρθηκε ότι η καθημερινή ζωή των νέων στην αρχαία Ελλάδα περιλάμβανε την σχολική εκπαίδευσή τους σε δασκάλους και αργότερα σε φιλοσόφους ή σοφιστές, την μουσική αγωγή τους, την ενασχόλησή τους με τον χορό, την απαγγελία και το τραγούδι ποιημάτων και επών και την αθλητική αγωγή τους στα γυμναστήρια (για αθλητισμό βλ.Κεφ. «Ο αθλητισμός στην αρχαία Ελλάδα΄΄).
Επιπρόσθετα, οι νέοι συμμετείχαν σε ομαδικά παιχνίδια, βοηθούσαν τον πατέρα τους στο επάγγελμα που ασκούσε και πήγαιναν για κυνήγι ή αλιεία, ανάλογα με το αν η περιοχή που διέμεναν ήταν κοντά στο βουνό ή στην θάλασσα. Μέρος της ζωής των νέων ήταν και η συμμετοχή τους σε αθλητικά γεγονότα, καθώς και εορτές.

Comments