Η καταστροφή στόν Ανάλατο γέμισε μέ απόγνωση καί θλίψη όλους τούς Έλληνες. Τελικά οι ξένοι αξιωματικοί πού
είχαν έρθει νά προσφέρουν τίς στρατιωτικές τους υπηρεσίες, προκάλεσαν περισσότερο κακό στήν επανάσταση παρά
καλό.
Οι ευρωπαϊκές τους τακτικές καί η αλαζονία τους οδήγησαν τούς Έλληνες στίς χειρότερες ήττες τής
επανάστασης ξεκινώντας από τή μάχη τού Πέτα (4 Ιουλίου 1822)
καί καταλήγοντας στήν καταστροφική μάχη τών Αθηνών (24 Απριλίου 1827).
Στή συνέχεια, ο Φαβιέρος ήταν εκείνος πού πίεσε τούς Έλληνες τής Ακρόπολης νά τήν παραδώσουν, ενώ
υπήρχαν αρκετές προμήθειες καί τρόφιμα γιά νά διατηρηθεί τό κάστρο υπό ελληνικό έλεγχο γιά μερικούς
μήνες ακόμα. Όσο αφορά τούς αρχηγούς τής ξηράς καί τής θάλασσας Τσώρτς καί Κόχραν,
αφού χάρισαν τή Στερεά Ελλάδα στόν Κιουταχή, δέν αξιώθηκαν νά σημειώσουν
καμμία σημαντική νίκη εναντίον τών Οθωμανών. Οι ναυτικές εκστρατείες τού Κόχραν στήν
Πελοπόννησο καί τή Στερεά Ελλάδα ήταν ήσσονος σημασίας.
Ομοίως οδυνηρές ήταν καί οι συνέπειες τών ληστρικών δανείων
πού έδωσαν οι Βρετανοεβραίοι τραπεζίτες στό ελληνικό κράτος, αφού αυτά
σπαταλήθηκαν αφενός γιά νά κερδίσουν οι Κουντουριώτης καί Κωλέττης τόν εμφύλιο πόλεμο τού 1824 καί αφετέρου
γιά νά πλουτίσουν οι Έλληνες μεσάζοντες καί οι ’γγλοι λόρδοι πού διαπραγματεύθηκαν αυτά τά δάνεια.
Ελάχιστες αγγλικές λίρες χρησιμοποιήθηκαν γιά τίς ανάγκες τής επανάστασης.
Αντίθετα, τά φιλελληνικά κομιτάτα τών ευρωπαϊκών κρατών ήταν εκείνα πού βοήθησαν ουσιαστικά τούς
αγωνιζόμενους Έλληνες. Η υλική βοήθεια πού ήρθε όχι σέ χρήματα αλλά απευθείας σέ τρόφιμα καί φάρμακα
έσωσε τή ζωή χιλιάδων ορφανών καί αρρώστων.
Γιατροί όπως ο Αμερικάνος Χάου καί χρηματοδότες όπως ο Ελβετός Εϋνάρδος ήταν οι
πραγματικοί σωτήρες τού εξαθλιωμένου ελληνικού λαού πού ζούσε
σέ πρωτόγονη κατάσταση στίς σπηλιές καί τά φαράγγια γιά νά γλυτώσουν από τίς ορδές
τού Κιουταχή καί τού Ιμπραήμ.
«Η μεσολάβηση τών ξένων στά ζητήματα τής Ελλάδος ήταν κατά κανόνα ατυχής, συχνά ασύνετη καί κάποτε άτιμη. Οι ελάχιστοι από τούς αξιωματικούς πού μπήκαν στήν ελληνική υπηρεσία δέν έκαναν τίποτα άξιο ή ανάλογο μέ τήν προηγούμενη φήμη τους. Η σταδιοδρομία τών Norman, Fabvier, Church καί Cochrane σημαδεύτηκε από μεγάλες καταστροφές. Ο Frank Hastings ήταν ίσως ο μόνος ξένος πού ο χαρακτήρας του καί τά κατορθώματά του καλύφθηκαν από πραγματική δόξα.
Αλλά η Ελλάς ζημιώθηκε περισσότερο από εκείνους πού ονόμαζαν τούς εαυτούς τους φιλέλληνες στήν Αγγλία καί στήν Αμερική. Αρκετά από τά ατμόπλοια γιά τά οποία η ελληνική κυβέρνηση πλήρωσε μεγάλα ποσά στό Λονδίνο ποτέ δέν εστάλησαν στήν Ελλάδα. Μερικά από τά πεδινά πυροβόλα πού αγόρασαν οι Έλληνες αντιπρόσωποι ήταν τόσο κακά κατασκευασμένα, πού οι κιλιβάντες έσπαζαν μέ τήν πρώτη βολή. Στή Νέα Υόρκη είχαν διαπραγματευθεί δύο φρεγάτες καί οι συμβληθέντες τά κατάφεραν μέ τέτοιο τρόπο, ώστε η Ελλάς νά παραλάβει μόνο μία φρεγάτα αφού πλήρωσε τήν αξία γιά δύο.
Η μεγαλοπρεπέστερη κομπίνα τών ’γγλων φιλελλήνων ήταν η αγορά τού λόρδου Κόχραν γιά νά διοικήσει τόν στόλο, αντί 57000 λιρών, καί ο σχηματισμός αποθεματικού 150000 γιά νά κατασκευαστεί ο στόλος πού θά διοικούσε ο μισθωμένος λόρδος. Ο Κόχραν ανέλαβε τήν υποχρέωση νά υπηρετήσει σάν Έλληνας ναύαρχος τό φθινόπωρο τού 1825. Πήγε καί κάθησε στίς Βρυξέλλες, ενώ ο στόλος του κατασκευαζόταν καί έφθασε στήν Ελλάδα τόν Μάρτιο τού 1827, όπως αναφέραμε ήδη, προτού φθάσει κανένα από τά ατμόπλοια γιά τήν εκστρατεία του. Πραγματικά, τό πρώτο σκάφος πού είχε αρχίσει μέ διαταγή του στό Λονδίνο, έφθασε στήν Ελλάδα μετά τή ναυμαχία τού Ναυαρίνου.
When the Greeks were reduced to despair by the successes of Ibrahim Pasha, the government ordered the deputies in London to purchase two frigates of moderate size. With the folly which characterised all their proceedings, they sent a French cavalry officer to build frigates in America. The cavalry officer fell into the bands of speculators. The Greek deputies neglected to perform their duty. The president of the Greek Committee in New York, and a mercantile house also boasting of philhellenic views, undertook the construction of two leviathan frigates. The sum of 150,000 pounds was expended before any inquiry was made. It was found that the frigates were only half finished. The American philhellenes who had contracted to build them became immediately bankrupts, and the Greek government, having expended the loans, would have never received anything for the money spent in America, had some real philhellenes not stepped forward and induced the government of the United States to purchase one of the ships. The other was completed with the money obtained by this sale, and a magnificent frigate, named the "Hellas", mounting sixty four 32 - pounders arrived in Greece at the end of the year 1826, having cost about 200,000 pounds.»
Finlay - History of the Greek Revolution
Στόν διπλωματικό τομέα, η βρετανική πολιτική είχε αλλάξει υπέρ τών Ελλήνων μέ τήν άνοδο στήν εξουσία τού
Γεωργίου Κάνιγγος. Ο Γεώργιος Κάνιγκ (George Canning) ήταν από εκείνους πού είχαν αρχικά υποστηρίξει
μέ θέρμη τή δημιουργία ανεξάρτητων κρατών στή Λατινική Αμερική γιά
νά πλήξει τήν επιρροή τής Ισπανίας στήν περιοχή αυτή καί παράλληλα
γιά νά επεκτείνει τό εμπόριο τής δικής του χώρας στόν
Νότιο Ατλαντικό. Τό 1826 η Κολομβία, τό Μεξικό καί η Αργεντινή εγκαινίασαν τήν έναρξη
εμπορικών σχέσεων μέ τή Μεγάλη
Βρετανία καί ύστερα από τρία χρόνια η Βραζιλία θά γινόταν επίσης μία ανεξάρτητη χώρα.
Ο Canning, όταν θά υποδεχόταν τούς πρώτους επισήμους από τήν
Κολομβία στό Λονδίνο, θά δήλωνε μέ υπερηφάνεια: "Spanish America is free,
and if we do not mismanage our affairs she is
English ... the New World established and if we do not throw it away, ours."
Γιατί νά μήν επαναληφθεί τό ίδιο σκηνικό καί στήν Εγγύς Ανατολή (Near East), όπου θά μπορούσε νά
αναπτυχθεί τό βρετανικό εμπόριο σέ συνεργασία μέ ένα νεοσύστατο κράτος,
τό οποίο βρισκόταν στήν καρδιά τής Ανατολικής Μεσογείου;
Ήδη η Γαλλία είχε αναπτύξει άριστες οικονομικές σχέσεις μέ τήν Αίγυπτο
καί κατασκεύαζε στή Μασσαλία γιά λογαριασμό τού Αιγύπτιου
σατράπη τίς πιό σύγχρονες γιά τήν εποχή φρεγάτες. Αλλά καί η Ρωσία τού φιλόδοξου τσάρου
Νικολάου Α' σχεδίαζε νά επεκτείνει τήν επιρροή της στή Μεσόγειο, επιθυμώντας πλέον φανερά, όχι
απλά τή δημιουργία ενός ανεξάρτητου ομόδοξου
ελληνικού κράτους, αλλά καί τή διάλυση τής οθωμανικής αυτοκρατορίας, ώστε νά θέσει υπό τήν
προστασία της όλα τά ορθόδοξα κράτη τών Βαλκανίων.
Τί θά αποκόμιζε η Αγγλία εάν η Ελλάδα καί άλλες βαλκανικές χώρες γίνονταν ανεξάρτητες
μέ τή βοήθεια τής τσαρικής Ρωσίας;
Τί θά κέρδιζε η Αγγλία εάν τό ρωσικό εμπόριο αναπτυσσόταν ραγδαία
καί τά ρωσικά πλοία αρμένιζαν ελεύθερα στό Αρχιπέλαγος καί τήν Ανατολική Μεσόγειο;
Οι ’γγλοι πολιτικοί δέν θά τό επέτρεπαν ποτέ αυτό. Πίστευαν ότι:
"Η Ρωσία κυριεύει τόπους καί χώρας απεράντους. Η Ρωσία εις τάς αγκάλας τών ευρυχωροτάτων αυτής
επαρχιών, αι οποίαι καρποφορούν όλα τά πρός τό ζήν αναγκαία καί χρήσιμα ημπορεί νά θρέψη δαψιλώς τόν λαόν της.
Η Ρωσία δέν χρειάζεται οικήσεις, χρειάζεται οικήτορες."
Η Γαλλία μέ τίς βλέψεις της στήν Αίγυπτο τού Μωχάμετ ’λυ καί η Ρωσία μέ τίς κινήσεις της
στά Βαλκάνια ήταν δύο παράγοντες γιά τούς οποίους η Αγγλία
παρενέβη ενεργά στήν Ανατολική Μεσόγειο. ’λλωστε ακόμα καί σήμερα η πάλαι ποτέ βρετανική
αυτοκρατορία κυριαρχεί στή Μεσόγειο μέ τίς βάσεις πού διαθέτει στό Γιβραλτάρ, τή Μάλτα, τήν Κρήτη καί τήν
Κύπρο.
Στούς παραπάνω παράγοντες μπορούν νά προστεθούν καί οι
τουρκικές θηριωδίες στήν Πελοπόννησο, όπου ο Ιμπραήμ έκαιγε τό ένα χωριό μετά τό άλλο
καί έκοβε κατά χιλιάδες τά δένδρα μέ σκοπό τήν ερημοποίηση τής χώρας.
Οι αναφορές τών ’γγλων αξιωματικών γιά καρατομήσεις καί γιά
αποστολές εκατοντάδων κεφαλιών στήν Κωνσταντινούπολη,
οι μεταφορές σκλάβων στήν Αφρική καί στήν Ασία καί τά αμέτρητα μαρτύρια, τά οποία υπέφεραν οι
πληθυσμοί τής Πελοποννήσου, είχαν εξοργίσει τήν κοινή γνώμη στήν Αγγλία, η οποία δέν έπαυε νά πιέζει τήν
κυβέρνησή της γιά άμεση λύση.
Η αλλαγή ρότας στήν βρετανική εξωτερική πολιτική είχε σάν αποτέλεσμα τήν υπογραφή τού
πρωτοκόλλου τής Αγίας Πετρούπολης (23 Μαρτίου 1826) από κοινού μέ τόν Ρώσο αυτοκράτορα.
Τό πρωτόκολλο ζητούσε τήν άμεση διακοπή τών
εχθροπραξιών στήν εμπόλεμη ζώνη, έθετε τίς βάσεις γιά μία αυτόνομη Ελλάδα, κάτω
από τήν ψιλή επικυριαρχία τού σουλτάνου, προέβλεπε τήν αυτοδιοίκηση τής Ελλάδος,
τή δημιουργία εμπορικών σχέσεων μέ τίς
υπόλοιπες χώρες τής Ευρώπης καί ζητούσε από τούς μουσουλμάνους κατοίκους
νά εγκαταλείψουν τά ελεύθερα εδάφη.
Τά μυστικά άρθρα τού πρωτοκόλλου προέβλεπαν επίσης τήν παρέμβαση
τών δύο Μεγάλων Δυνάμεων σέ περίπτωση πού οι δύο εμπόλεμοι δέν έκαναν σεβαστή τήν εκεχειρία.
Ήταν η πρώτη φορά όπου οι Μεγάλες Δυνάμεις έδιναν στήν Ελλάδα
κρατική υπόσταση, έστω καί εάν τήν ήθελαν κάτω από τήν κυριαρχία τού σουλτάνου, στόν οποίο θά έπρεπε
νά δίνει ετήσιο φόρο υποτέλειας.
Όταν η εφημερίδα "The Times" δημοσίευσε τά μυστικά άρθρα τής συμφωνίας
τής Αγίας Πετρούπολης, ο λαός τής Κέρκυρας βγήκε
στούς δρόμους καί πανηγύρισε, ενώ οι καμπάνες στίς εκκλησίες ηχούσαν απ' άκρη σ' άκρη.
Ήταν η αρχή τού ονείρου.
Ο Μέττερνιχ εξοργίστηκε αφάνταστα μέ τή συμφωνία τής
Αγγλίας καί τής Ρωσίας καί φυσικά διαφώνησε μέ πείσμα, παρασύροντας μαζί του καί τήν Πρωσία.
Ο Κάνιγκ από τήν πλευρά του προσπάθησε νά πείσει τήν Μωχάμετ ’λυ νά λύσει τήν συμμαχία μέ τόν σουλτάνο,
εν συνεχεία νά
αποχωρήσει από τήν Πελοπόννησο καί τέλος νά καρπωθεί
εδάφη από τή Συρία καί τήν Αραβία εις βάρος τής οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Ο απεσταλμένος πού έστειλε στήν Αλεξάνδρεια μέ σκοπό
νά πείσει τόν ηγεμόνα τής Αιγύπτου νά διακόψει τίς εχθροπραξίες, δέν πρόλαβε νά
σταματήσει τήν αναχώρηση τού τεράστιου αιγυπτιακού στόλου, ο οποίος είχε αποπλεύσει τρείς ημέρες
νωρίτερα μέ σκοπό νά επιτεθεί στήν Ύδρα.
Ο Κάνιγκ μέ τόν τσάρο Νικόλαο Α' συμφώνησαν νά εντείνουν ακόμα περισσότερο τίς πιέσεις
πρός τήν Υψηλή Πύλη, προχωρώντας σέ μία νέα συμφωνία. Αυτή τή φορά έπεισαν καί τούς Γάλλους νά
συνυπογράψουν μία νέα συνθήκη στό Λονδίνο (6 Ιουλίου 1827),
μέ τήν οποία έθεσαν αυστηρό χρονοδιάγραμμα γιά παύση τών εχθροπραξιών σέ μία χώρα,
η οποία βρισκόταν σέ εμπόλεμη κατάσταση γιά επτά ολόκληρα χρόνια
καί δέν άντεχε πλέον άλλες σφαγές καί καταστροφές. Τά μυστικά άρθρα τής συνθήκης τού Λονδίνου
πρότειναν τή χρήση οποιουδήποτε μέσου γιά τήν επιβολή τής θέλησης τών τριών Δυνάμεων ακόμα καί τή
χρήση τών τηλεβόλων τών πλοίων.
Τόν Αύγουστο πέθανε ξαφνικά ο Κάνιγκ, ο εμπνευστής τού πρωτοκόλλου τού Λονδίνου καί πρός στιγμή δημιουργήθηκε
σύγχυση. Ο Μέττερνιχ βιάστηκε νά διατυπώσει τήν άποψη γιά άμεση κατάργηση τής συνθήκης τού
Λονδίνου, προσεγγίζοντας
τόν πάντα επιφυλακτικό Ουέλλιγκτον, αλλά δέν κατάφερε νά κάνει τίποτα σημαντικό αφού η βούληση τών τριών
συμμάχων νά προχωρήσουν ήταν ακλόνητη. Ο κύβος πλέον είχε ριφθεί.
Οι τρείς ναύαρχοι θά ελάμβαναν οδηγίες γιά νά
υλοποιήσουν στήν πράξη τίς αποφάσεις τών κυβερνήσεών τους.
Θά έπρεπε νά παρεμποδίσουν τίς εχθροπραξίες αλλά ταυτόχρονα νά κάνουν ό,τι μπορούν
γιά νά αποφύγουν μία ανοικτή σύγκρουση.
Σέ τέτοιες περιπτώσεις βέβαια η ειρήνη κρέμεται από μία κλωστή. Πώς θά μπορούσες
νά επιβάλλεις τή θέλησή σου χωρίς νά χρησιμοποιήσεις βία, ειδικά όταν είχες απέναντί σου μία ανελέητη οθωμανική
αυτοκρατορία πού δέν δεχόταν καμμία αλλαγή πλεύσης τής πολιτικής της;
Στίς οδηγίες πάντως πού εστάλησαν στόν ’γγλο αρχιναύαρχο τής Μεσογείου
Κόδριγκτον (Edward Codrigton) αναφερόταν
ότι τά τουρκικά καί τά αιγυπτιακά πλοία πού ήταν στά λιμάνια τού Ναβαρίνου καί τής Μεθώνης θά έπρεπε
νά αντιμετωπίσουν τό ενδεχόμενο επίθεσης σέ μία ακραία εκ μέρους τους αντίδρασης.
Στό μεταξύ στήν Τουρκία, ο ρεΐς εφέντης (υπουργός εξωτερικών), απέρριπτε τή μία μετά τήν άλλη τίς προτάσεις τών
πρεσβευτών στήν Κωνσταντινούπολη, σέ σημείο πού νά μήν ανοίγει κάν
τίς επιστολές πού τού έδιναν καί νά αποχωρεί επιδεικτικά από μπροστά τους.
"Είπατε πρός τούς αποστείλαντάς σας ότι η θετική, η οριστική, η αμετάτρεπτος, η
αιώνιος απάντησις τής Υψηλής Πύλης είναι, ότι ουδεμίαν δέχεται πρότασιν περί Ελλήνων,
ότι επιμένει εις ήν εξέφρασεν άλλοτε γνώμην καί θά επιμένει μέχρι συντελείας τού αιώνος."
Οι νίκες τού Κιουταχή είχαν πείσει τόν Μαχμούτ ότι ήταν πλέον θέμα μηνών
η καταστολή τής εξέγερσης τών απίστων. Ο ενωμένος τουρκοαιγυπτιακός στόλος θά έσβηνε τήν Ύδρα από τόν
χάρτη καί δέν θά μπορούσαν πλέον οι ξένοι διπλωμάτες νά ομιλούν καθόλου γιά Ελλάδα.
«In the Name of the Most Holy and Undivided Trinity
His Majesty the King of the United Kingdom of Great Britain and Ireland, His Majesty the King of France and Navarre, and His Majesty the Emperor of All the Russias, penetrated with the necessity of putting an end to the sanguinary struggle which, while it abandons the Greek Provinces and the Islands of the Archipelago to all the disorders of anarchy, daily causes fresh impediments to the commerce of the States of Europe, and gives opportunity for acts of piracy which not only expose the subjects of the High Contracting Parties to grievous losses, but also render necessary measures which are burthensome for their observation and suppression.
Η Μεγαλειότης του ο Βασιλεύς τού ηνωμένου κράτους τής Μεγάλης Βρετανίας καί τής Ιρλανδίας καί η Μεγαλειότης του ο Βασιλεύς τής Γαλλίας καί τής Ναβάρρας, λαβόντες εκ μέρους τών Ελλήνων μίαν σπουδαίαν ζήτησιν, διά νά μεταχειρισθούν τήν μεσιτείαν των πρός τήν οθωμανικήν αυλήν, καί όντες εξίσου μέ τήν Μεγαλειότητά του τόν Αυτοκράτορα όλων τών Ρωσσιών εμψυχωμένοι από τήν επιθυμίαν του νά εμποδίσουν τήν χύσιν τού αίματος καί νά αναχαιτίσουν τά παντοειδή κακά, τά οποία ημπορούν νά πηγάζουν από τήν εξακολούθησιν τοιαύτης καταστάσεως τών πραγμάτων, απεφάσισαν νά ενώσουν τά δυνατά των καί νά κανονίσουν τάς εργασίας αυτών.
’ρθρον Α'
Αι συ΅φωνούσαι Δυνάμεις θέλουν προσφέρει εις τήν οθω΅ανικήν αυλήν τήν ΅εσιτείαν των επί σκοπώ νά πραγ΅ατοποιήσουν ΅ίαν ΅εταξύ αυτής καί τών Ελλήνων συνδιαλλαγήν. Η προσφορά αυτή τής μεσιτείας θέλει γίνει πρός τήν ρηθείσα δύναμιν αμέσως μετά τήν επικύρωσιν τής συνθήκης διά μέσου μίας κοινής διακηρύξεως υπογεγραμμένης από τούς εις Κωνσταντινούπολιν πληρεξούσιους συμμαχικών αυλών καί θέλει γίνει εις τόν ίδιον καιρόν καί εις τά δύο δια΅αχό΅ενα ΅έρη ζήτησις ΅ίας α΅έσου εις τό ΅εταξύ των ανακωχής όπλων, ως αναποφεύκτου προηγουμένου εις τήν έναρξιν οποιασδήποτε διαπραγματεύσεως.
’ρθρον Β'
Ο προβληθησόμενος εις τήν οθωμανικήν αυλήν συμβιβασμός θέλει θεμελιωθεί εις τάς εφεξής βάσεις. Οι Έλληνες θέλουν θεωρεί τόν σουλτάνον ως ανώτερον κύριον καί κατά συνέπειαν αυτής τής υπεροχής θέλουν πληρώσει εις τό οθω΅ανικόν κράτος ετήσιον φόρον, τό ποσόν τού οποίου θέλει ορισθεί μίαν φοράν διά πάντα ως κοινή συμφωνία. Θέλουν διοικείσθαι από εξουσίας, τάς οποίας αυτοί οι ίδιοι θέλουν εκλέγει καί ονο΅ατίζει, αλλ' εις τόν ονο΅ατισ΅όν τών οποίων η Πόρτα θέλει έχει ΅ίαν προσδιωρισ΅ένην ψήφον. Διά νά επέλθη πλήρης ο διαχωρισμός μεταξύ τών ατόμων τών δύο εθνών, καί διά νά εμποδισθούν αι συγκρούσεις, αι οποίαι είναι άφευκτον αποτέλεσμα τοιαύτης πολυχρονίου πάλης, οι Έλληνες θέλουν εξουσιάζει τά εις τήν Στερεάν ή τάς νήσους τής Ελλάδος κείμενα τουρκικά κτήματα, επί συμφωνία τού νά αποζημιώσουν τούς προλαβόντας κυρίους των ή μέ τήν πληρωμήν ετήσιου τινος χρηματικής ποσότητος προσθεσομένης εις τόν φόρον, όστις μέλλει νά πληρώνεται εις τήν Πόρταν, ή κατ' άλλον τινα τρόπον τής αυτής φύσεως.
’ρθρον Γ'
Αι λεπτο΅έρειαι αυτού τού συ΅βιβασ΅ού, καθώς ακό΅η καί τά όρια τού τόπου επί τής Στερεάς καί η φανέρωσις τών νήσων τού Αιγαίου εις τάς οποίας θέλει προσαρ΅οσθή συ΅βιβασ΅ός, ταύτα θέλουν προσδιορισθή εις ΅ίαν ΅εταξύ τών υψηλών Δυνάμεων καί α΅φοτέρων τών δια΅αχο΅ένων ΅ερών προσεχώς επακόλουθον διαπραγ΅άτευσιν.
’ρθρον Δ'
Αι συ΅φωνούσαι Δυνάμεις υπόσχονται νά εξακολουθήσουν τήν σωτήριον πράξιν τής ειρηνεύσεως τής Ελλάδος επί τών εις τά προηγού΅ενα άρθρα στερεωθεισών βάσεων, καί νά εφοδιάσουν χωρίς τής παραμικράς αναβολής τους εις Κωνσταντινούπολιν αντιπροσώπους των μέ όλας τάς οδηγίας, αι οποίαι είναι αναγκαίαι διά τήν εκτέλεσιν τής ήδη υπογραφόμενης συνθήκης.
Εάν η Οθω΅ανική Πόρτα, εν διαστή΅ατι ενός ΅ηνός, δέν δεχθή τήν προβληθησο΅ένην ΅εσιτείαν, αι Υψηλαί συ΅φωνούσαι Δυνάμεις παραδέχονται τά ακόλουθα ΅έτρα (μυστικά άρθρα):
Α) Θέλει δηλοποιηθεί εις τήν Πόρταν από τούς εν Κωνσταντινουπόλει αντιπροσώπους των ότι τά δυσάρεστα επακόλουθα καί δεινά, τά οποία αναφέρονται εις τήν φανεράν συνθήκην, ως αχώριστα από τήν κατάστασιν τών πραγμάτων, ήτις πρό έξ ήδη ετών διαρκή εις τήν Ανατολήν, καί τής οποίας τό τέλος κατά τά φαινόμενα τής Υψηλής Πόρτας, δέν φαίνεται ότι προσεγγίζει, υποχρεώνουν τάς υψηλάς συμφωνούσας Δυνάμεις νά λάβουν άμεσα μέτρα διά νά σχετισθούν μέ τούς Έλληνας.
Β) Εάν, εις τό ρηθέν διάστη΅α τού ενός ΅ηνός, η Πόρτα δέν δεχθή τήν προβαλλο΅ένην εις τό άρθρον Α' τής φανεράς συνθήκης ανακωχήν, ή εάν οι Έλληνες δέν στέρξουν νά τό εκτελέσουν, αι Υψηλαί Δυνάμεις θέλουν δηλοποιήσει εις εκείνο τών δια΅αχο΅ένων ΅ερών, τό οποίον θέλει εξακολουθήσει τάς εχθροπραξίας, ή καί εις τά δύο, χρείας καλούσης, ότι αι ρηθείσαι Δυνάμεις έχουν σκοπόν νά ΅εταχειρισθούν όσα ΅έτρα οι περιστάσεις υπαγορεύσουν εις τήν φρόνησίν των, διά νά επιτύχουν τήν επιθυ΅ητήν ανακωχήν, προλα΅βάνουσαι, όσον δύνανται, κάθε σύγκρουσιν ΅εταξύ τών διαφερο΅ένων ΅ερών. Καί τωόντι αμέσως μετά τήν ρηθείσαν δηλοποίησιν, αι Υψηλαί Δυνά΅εις θέλουν μεταχειρισθεί εξ συμφώνου όλα τά μέσα διά νά εκτελέσουν τόν σκοπόν των, χωρίς καί νά λάβουν μέρος εις τάς μεταξύ τών δύο δια΅αχο΅ένων μερών εχθροπραξίας. Κατά συνέπειαν αι Υψηλαί Δυνά΅εις, α΅έσως ΅ετά τήν υπογραφήν τού παρόντος συ΅πληρω΅ατικού καί ΅υστικού άρθρου, θέλουν πέ΅ψει εις τούς κατά θάλασσας τής Ανατολής αρχηγούς τών στόλων των οδηγίας συ΅φώνους μέ τά ανωτέρω παραδεδεγ΅ένα.
Γ) Καί τό τελευταίον, άν παρά πάσαν ελπίδα τά μέτρα ταύτα δέν είναι ικανά διά νά κάμουν τήν Οθωμανικήν Πόρταν νά δεχθεί τάς προτάσεις τών Δυνάμεων, ή άν οι Έλληνες απορρίψουν τάς υπέρ αυτών συμφωνίας τής σημερινής συνθήκης, αι Υψηλαί Δυνά΅εις ούχ ήττον θέλουν εξακολουθήσει τό τής ειρηνοποιήσεως έργον εις τάς μεταξύ αυτών συμφωνηθείσας βάσεις καί κατά συνέπειαν δίδουν από τού νύν εις τούς εν Λονδίνω αντιπροσώπους των τήν άδειαν νά συζητήσουν καί νά προσδιορίσουν τά μετά ταύτα μέτρα, εις τά οποία ημπορεί νά γίνει χρεία νά καταφύγουν.»
The Treaty of London between Great Britain, France, and Russia for the Pacification of Greece, July 6, 1827
Ο σατράπης τής Αιγύπτου, από κοινού μέ τόν σουλτάνο ετοίμασαν έναν τεράστιο στόλο από 90 πλοία, ο οποίος
ενισχύθηκε καί μέ πλοία από τήν Τυνησία καί τήν Αλγερία.
Ο Μωχάμετ ’λυ είχε καταφύγει σέ σκληρή φορολογία γιά νά καταφέρει νά συγκεντρώσει τά ποσά
πού χρειαζόταν καί νά ναυπηγήσει τίς μεγάλες γαλλικές φρεγάτες.
Τά ναυπηγεία τής Μασσαλίας προμήθευσαν μέσα σέ σύντομο χρονικό διάστημα
τόν πιό σύγχρονο στόλο τής εποχής, ο οποίος δέν είχε νά ζηλέψει τίποτα από τούς
αντίστοιχους στόλους τής Ευρώπης.
Καθώς έβλεπε μέ καμάρι από τά παράθυρα τού παλατιού του τά πλοία νά αναχωρούν
γιά τήν Ελλάδα έγραφε στόν Ιμπραήμ: "Υιέ μου, ιδού πού μέ τή βοήθεια τού Αλλάχ έχουμε αποκτήσει
τόν ωραιότερο στόλο πού είχε ποτέ μουσουλμανικό έθνος. Μέ αυτόν τόν στόλο θά θέσετε τέρμα στό ολέθριο
ελληνικό ζήτημα καί θά ξαναγυρίσεις δοξασμένος στήν Αίγυπτο."
Αποκλειστικός στόχος τού ενωμένου μουσουλμανικού
στόλου ήταν οι Σπέτσες καί η Ύδρα.
Μέ τήν εκμηδένιση τών ναυτικών ορμητηρίων τών Ελλήνων, οι επαναστάτες θά αποκλείονταν τελείως
από τή θάλασσα καί θά αναγκάζονταν νά παραδοθούν.
Ο μουσουλμανικός στόλος κατέφθασε στίς 26 Αυγούστου 1827
στόν κόλπο τού Ναβαρίνου. Τόν αποτελούσαν δύο δίκροτα,
μία φρεγάτα τών 64 κανονιών, τέσσερεις φρεγάτες τών 60 κανονιών, πέντε φρεγάτες τών 50 κανονιών,
είκοσι κορβέτες τών 20 κανονιών, δεκάδες
μπρίκια, γολέτες, μεταγωγικά γεμάτα στρατεύματα καί επτά πυρπολικά. Ο αιγυπτιακός στόλος είχε ναύαρχο
τόν Μωχάρεμ μπέη καί υποναύαρχο τόν Γάλλο Λέ Τελιέ, τόν οποίον ακολουθούσαν εκατοντάδες Ευρωπαίοι
μισθοφόροι, ενώ ο τουρκικός στόλος
είχε επικεφαλής τόν Ταχήρ πασά. Τά εχθρικά πλοία τά παρακολουθούσε από κοντά η "Ασπασία" τού
Αδριανού Σωτηρίου πού έστελνε αναφορές γιά τίς κινήσεις τους στήν Ύδρα.
Ο τολμηρός Σπετσιώτης πλοίαρχος κατάφερε νά αποσπάσει δύο εχθρικά φορτηγά, τό ένα μέ τουρκική σημαία
καί τό άλλο μέ γαλλική. "Ο εχθρικός στόλος συνιστάται από πλοία ενενήκοντα εννέα, διοικούμενα από δύο
αρχηγούς Μουχαράμπεην καί αξιωματικόν Τουρκογάλλον. Εις τά πλοία ενυπάρχουν ναύται Ευρωπαίοι, οπαδοί
τού Τουρκογάλλου, χίλιοι ορκωμένοι νά υπερασπισθούν τόν Μωχαμετανισμόν καί νά κατατρέξουν τόν
Χριστιανισμόν ως τό εκήρυττον εις τούς καφενέδες τής Αλεξανδρείας αναφανδόν, οι δέ λοιποί ναύτες είναι
’ραβες τακτικοί θαλάσσιοι."
Τήν ίδια εποχή κατέφθαναν στά ελληνικά νερά καί οι στόλοι τών Τριών Συμμάχων, οι οποίοι θά έπρεπε
νά επιβάλλουν τούς όρους τής συνθήκης τού Λονδίνου στούς δύο αντιμαχομένους. Ο
Edward Codrington ζητούσε
σαφείς οδηγίες από τόν Βρετανό πρέσβη στήν Κωνσταντινούπολη Stratford Canning, γιά τόν τρόπο
δράσης του, δεδομένης τής ασάφειας τής συνθήκης τού Λονδίνου. Πώς θά μπορούσε ο στόλος τής
γηραιάς Αλβιώνας νά επιβάλλει τή θέληση τής βρετανικής κυβέρνησης χωρίς νά προβεί σέ εχθροπραξίες;
Ο Κόδριγκτον ήταν προβληματισμένος.
Τόν Αύγουστο συνάντησε στή Σμύρνη τόν Γάλλο ναύαρχο de Rigny καί κατέστρωσαν σχέδια, σύμφωνα
μέ τίς οδηγίες πού τούς είχαν δοθεί από τούς πρέσβεις τους καί οι οποίες τούς υποχρέωναν νά
εμποδίζουν οποιαδήποτε μεταφορά στρατευμάτων καί εφοδίων στά λιμάνια τής
Ελλάδος.
Ο Codrington βρισκόταν στήν Σμύρνη όταν έμαθε ότι ο μουσουλμανικός στόλος είχε εισέλθει στόν κόλπο
τού Ναβαρίνου καί έπλευσε ταχύτατα γιά νά τόν συναντήσει. Στό Νεόκαστρο συνάντησε
τόν Ιμπραήμ καί τού
γνωστοποίησε τίς διαταγές τής κυβερνήσεώς του, οι οποίες απαιτούσαν
τήν άμεση κατάπαυση τού πυρός καί τήν διακοπή
τών μετακινήσεων στρατευμάτων καί εφοδίων.
Ο συμμαχικός στόλος θά προσπαθούσε μέ ειρηνικά μέσα νά επιβάλλει τή συνθήκη τού Λονδίνου, αλλά στήν
περίπτωση πού έστω καί μία σφαίρα απειλούσε τήν αγγλική σημαία τότε θά απαντούσε μέ κανονιοβολισμούς
καί θά κατέστρεφε τόν μουσουλμανικό στόλο.
Ο Ιμπραήμ τού απάντησε ότι θά περίμενε μέ τή σειρά του τίς
διαταγές από τούς δικούς του ανωτέρους.
Παρά τίς καθησυχαστικές διαβεβαιώσεις τού Ιμπραήμ, τουρκική μοίρα ξεκίνησε
τελείως παραπλανητικά μέ προορισμό τήν Ύδρα. Ο Codrington αντιλήφθηκε τήν κίνησή της, αλλά δέν
διέθετε ακόμα ικανή δύναμη γιά νά τήν σταματήσει. Όταν στίς 21 Σεπτεμβρίου εμφανίστηκε ξαφνικά ο
Δεριγνύ, ορισμένες προειδοποιητικές βολές τών Αγγλογάλλων ανάγκασαν τά οθωμανικά πλοία
νά επιστρέψουν στή βάση τους.
Ο Ιμπραήμ όμως δέν είχε πειστεί γιά τήν αποφασιστικότητα τών τριών Συμμάχων.
Όταν έμαθε ότι ελληνικά πλοία παρενοχλούσαν τίς παραθαλάσσιες φρουρές τού Κορινθιακού, έστειλε
στίς 3 Οκτωβρίου 1827, 49 πολεμικά πλοία γιά νά ενισχύσουν τή φρουρά τής Πάτρας καί στή
συνέχεια νά καταδιώξουν τά ελληνικά.
Ο Κόχραν μέ τόν ’στιγξ καί τόν Τόμας δρούσαν σέ εκείνη τήν περιοχή μέ τά πλοία "Ελλάς", "Καρτερία" καί "Σωτήρ",
μέ τήν ελπίδα νά απελευθερώσουν πόλεις τής Ρούμελης, ώστε αυτές νά συμπεριληφθούν στίς περιοχές πού θά
αποτελούσαν τό νεοσύστατο ελληνικό κράτος. Όσο πιό πολλά ήταν τά ελεύθερα εδάφη τόσο μεγαλύτερη θά
ήταν καί η έκταση τής αναγεννημένης Ελλάδος.
Ο Κόδριγκτον, εξοργίστηκε, διότι ο Ιμπραήμ τού είχε δώσει τό
λόγο τής τιμής του ότι δέν θά μετακινούσε κανένα πλοίο του από τό λιμάνι τού Νεοκάστρου, μέχρι νά λάβει νεώτερες
οδηγίες. Ο Βρετανός ναύαρχος έδρασε μέ αποφασιστικότητα καί προσπάθησε
νά σταματήσει τόν τουρκοαιγυπτιακό στόλο πάσει θυσία.
Τά αγγλικά πλοία συνάντησαν τά εχθρικά έξω από τό ακρωτήριο τού Πάπα (’ραξο) καί ήταν μόλις
τέσσερα στόν αριθμό μέ 170 πυροβόλα ενώ τά εχθρικά ήταν δεκαπλάσια καί διέθεταν 1200 πυροβόλα.
Η τόλμη τού Κόδριγκτον ήταν αξιοθαύμαστη αλλά καί η όλη κατάσταση κωμικοτραγική,
καθώς τά δεκάδες τουρκοαιγυπτιακά πλοία ήταν ακινητοποιημένα από τά τέσσερα πλοία πού διέθετε ο Κόρδιγκτον.
Όταν η αγγλική ναυαρχίδα "Ασία" ξεκίνησε σφοδρό κανονιοβολισμό στά ανοιχτά τών Πατρών, όλα τά
μουσουλμανικά πλοία ανέκρουσαν πρύμνα καί κατευθύνθηκαν πρός νότο.
Στό μεταξύ κατέφθασε στά νερά τής Μεσσηνίας καί η ρωσική μοίρα μέ τόν ναύαρχο ολλανδικής καταγωγής
Χέϋδεν (Login Petrovich van der Heyden).
Όταν έφθασαν οι τρείς συμμαχικοί στόλοι στήν Πύλο, επιχείρησαν νά ξανασυναντήσουν τόν Ιμπραήμ γιά νά
διαμαρτυρηθούν γιά τή στάση του καί νά τού υπενθυμίσουν τίς αποφάσεις τού Λονδίνου.
Στίς 5 Οκτωβρίου 1827 η αγγλική φρεγάτα "Dartmouth", υψώνοντας λευκή
σημαία, εισήλθε στόν κόλπο τής Πύλου καί επέδωσε επιστολή πού τήν είχαν συντάξει οι τρείς
ναύαρχοι Κόδριγκτον, Δεριγνύ καί Χέϋδεν στούς εκπροσώπους τού Ιμπραήμ.
Ο Ιμπραήμ όμως είχε ξεκινήσει νέα εκστρατεία γενοκτονίας
τών Χριστιανών τής Πελοποννήσου,
καί όπως όλα έδειχναν δέν είχε σκοπό νά ξανασυναντήσει τούς τρείς ναυάρχους. Γνώριζε πολύ καλά ότι
οι Σύμμαχοι δέν είχαν τρόπο νά εμποδίσουν τά πολεμικά του σχέδια στήν ξηρά.
Οι Έλληνες παρακαλουθούσαν μέ αυξημένο ενδιαφέρον τίς εξελίξεις.
Ο Διονύσιος Μούρτζινος σέ μία επιστολή του πρός τόν Θεόδωρο
Κολοκοτρώνη τόν ειδοποιούσε
γιά τήν επικείμενη εκστρατεία τού Ιμπραήμ στήν ενδοχώρα:
"Η φρεγάτα οπού ήλθεν εις ταίς Κυτριαίς είναι ο κ. ’μιλτον, όστις έστειλε εδώ τόν δραγουμάνον (διερμηνέα)
του καί μάς είπεν ότι αύριον τελειώνει η διορία οπού είχαν μέ τόν Ιμπραΐμη, ότι ή νά αναχωρήση μέ όλα
του τά πλοία νά υπάγη εις τήν Αίγυπτον ή εις τήν Κωνσταντινούπολιν. Ήλθον καί εννέα καράβια ρωσσικά
εις τό Νεόκαστρο συνεννοούμενα μέ τά αγγλικά καί τά γαλλικά, διά τούτο μάς είπε νά φυλάττωμεν τήν πατρίδα μας
καλά, επειδή άν κάμη έφοδον κατ' αυτής δέν έχουν όρδινον νά τούς βαρέσουν εις τήν ξηράν, τήν θάλασσαν όμως
τού τήν κόπτουν. Επληροφορήθημεν προσέτι ότι ο Ιμπραΐμης έχει απόφασιν νά ορμήση κατά τής πατρίδος μας, καί τούτο
θέλει τό κάμει αύριον ή μεθαύριον, όθεν όταν ιδήτε ένα τοιούτον κίνημα νά προφθάσετε εδώ γιά νά
συμπολεμήσωμεν μαζί."
Τό γράμμα τού Μούρτζινου βγήκε αληθινό. Ο Αιγύπτιος βάρβαρος εξαπέλυσε εκ νέου τίς ισλαμικές ορδές του καί
αυτές επιδόθηκαν σέ ένα νέο όργιο σφαγών καί λεηλασιών. Τά δέντρα πού συναντούσαν τά έκοβαν από τή ρίζα
μέ αποτέλεσμα κανένα καρποφόρο δέντρο νά μήν μείνει όρθιο από
τήν Καλαμάτα μέχρι τό
Λεοντάρι. Τά αμπέλια τά ξερίζωναν καί τούς αγρούς μέ τά κηπευτικά τούς έκαιγαν.
Ο κυβερνήτης τού "Cambrian" Hamilton αηδίασε από τήν συμπεριφορά τών μουσουλμάνων στρατιωτών καί
δέν σταμάτησε νά στέλνει αναφορές πρός τόν αρχηγό του γιά τήν προσπάθεια τού Ιμπραήμ
νά ερημώσει τελείως τή χώρα. Σύμφωνα μέ τίς αναφορές τού φιλέλληνα ’γγλου
αξιωματικού, γυναίκες καί παιδιά σκλαβώνονταν, χωριά πυρπολούνταν, άνδρες σφαγιάζονταν
καί άν ο Ιμπραήμ παρέμενε καί άλλο
στήν Ελλάδα, περισσότεροι από τό 1/3 τών κατοίκων θά πέθαιναν από πείνα.
"I have the honour to inform you that I arrived here yesterday in company with the Russian frigate Constantine.
On entering the gulf we observed, by clouds of smoke, that the work of devastation was still going on. The ships
were anchored off the pass of Almyro, and a joint letter from myself and the Russian captain was despatched to the
Turkish commander. The bearers of it were not allowed to proceed to head-quarters, nor have we as yet received any
answer. In the afternoon we went on shore to the Greek quarters, and were received with the greatest enthusiasm.
The distress of the inhabitants, driven from the plain, is shocking; women and children dying every moment of
absolute starvation, and hardly any having better food than boiled grass. I have promised to send a small
quantity of bread to the caves in the mountains where these unfortunate wretches have taken refuge.
It is supposed that if Ibrahim remain in Greece more than a third of its inhabitants will die of starvation."
Οι τρείς ναύαρχοι Κόδριγκτον, Δεριγνύ καί Χέϋδεν εκνευρισμένοι από τόν εμπαιγμό τού ’ραβα
έκαναν σύσκεψη πάνω στήν αγγλική ναυαρχίδα καί αποφάσισαν ομόφωνα νά εισέλθουν στόν
κόλπο τού Ναβαρίνου, όπως καί έγινε.
"Ο μόνος τρόπος νά σταματήσουν οι βαρβαρότητες τού Ιμπραήμ καί νά ευοδωθή ο σκοπός τής συνθήκης είναι
νά αγκυροβολήσουμε μέσα στό λιμάνι τού Νεοκάστρου μαζί μέ τόν οθωμανικό στόλο." (Κόρδιγκτον πρός Δεριγνύ).
Οι εντολές πού έδωσαν στούς άνδρες τους οι τρείς ναύαρχοι ήταν νά λάβουν θέσεις μάχης καί νά είναι έτοιμοι
γιά πάν ενδεχόμενο.
«Έπλεαν ήδη κατά τό Αιγαίον δύο μοίραι· η μέν αγγλική υπό τόν Κοδριγκτώνα, η δέ γαλλική υπό τόν Δεριγνήν, καί ανεμένετο καί ρωσσική. Τήν 5η Αυγούστου 1827 αφίχθησαν εις Ναύπλιον ο Κόδριγκτων καί ο Δεριγνής καί ανήγγειλαν ανεπισήμως τά τής συνθήκης συμβουλεύοντες τήν κυβέρνησιν νά καλέση τους λαούς εις ομόνοιαν καί ευταξίαν, νά τούς προετοιμάση εις παραδοχήν ανακωχής, καί νά μεταβή καί αύτη εις Αίγιναν εξ αιτίας τών εν Ναυπλίω εμφυλίων τότε ταραχών, ίνα σκέπτεται καί ενεργή εν ησυχία καί ανεπηρεάστως. Συνήνεσεν η κυβέρνησις, εξέδωκε τήν 9η Αυγούστου προκήρυξιν κατά τήν έννοιαν τών συμβουλών τών ναυάρχων, καί, απάρασα τήν 15η Αυγούστου από τού θαλασσοπύργου (Μπούρτζι Ναυπλίου), όπου έδρευε· εξ αιτίας τών εν τή πόλει ταραχών, κατήρε τήν 17η εις Αίγιναν. Μετέβη δ' εκεί συγχρόνως καί η Βουλή, ής ο πρόεδρος, πέντε μέλη καί ο επί τών εξωτερικών γραμματεύς απετέλουν κατά τό ις' ψήφισμα τής εν Τροιζήνι Συνελεύσεως τό συμβούλιον, εις ό ανετέθησαν τά τού συμβιβασμού. Τήν δέ 20η Αυγούστου 1827 ο ’γγλος Χάμιλτων, ο Γάλλος πλοίαρχος Χουγών καί ο σύμβουλος τής εν Κωνσταντινουπόλει ρωσσικής πρεσβείας Τιμώνης απήτησαν επισήμως παρά τών Ελλήνων ανακωχήν. Ό,τι απήτησαν αι Δυνάμεις παρά τών Ελλήνων ήτον ό,τι εζήτησαν οι Έλληνες παρά τών Δυνάμεων επί τής εν Επιδαύρω Συνελεύσεως· δι' ό προθύμως συνήνεσαν.
Ο Κόδριγκτων, αφιχθείς πρώτος έμπροσθεν τού Νεοκάστρου, έστειλε τήν 7ην Σεπτεμβρίου 1827 επιστολήν πρός τόν καπητανάμπεην κοινοποιούσαν τά τής συνθήκης καί λέγουσαν, ότι κατ' αυτήν απηγορεύετο πάσα κίνησις πλοίων καί στρατευμάτων καί πάσα μεταφορά πολεμεφοδίων εις βλάβην οποιουδήποτε μέρους τής στερεάς Ελλάδος καί των νήσων, καί ότι, άν μία κανονία ερρίπτετο επί τήν βρεττανικήν σημαίαν, θά κατεστρέφετο όλος ο στόλος του. Τήν 10ην Σεπτεμβρίου αφίχθη καί ο Δεριγνής, καί έγραψαν αμφότεροι αυθημερόν τώ Ιβραήμη τά αυτά. Τήν δ' επαύριον επεσκέφθη ο Δεριγνής τόν Ιβραήμην συναινέσει καί τού Κοδριγκτώνος καί τόν ηύρεν εις άκραν αμηχανίαν περί τού πρακτέου, διότι ούτε τάς δυνάμεις του ήθελε νά ριψοκινδυνεύση, ούτε τάς διαταγάς τού σουλτάνου νά παρακούση· ηγνόει δέ καί τήν γνώμην τού πατρός του. Τήν δέ 11ην εξήλθαν εις επίσκεψίν του οι δύο ναύαρχοι, καί παρόντων τών αρχηγών τών στόλων επανέλαβαν όσα έγραψαν. Ο Ιβραήμης απεκρίθη εις επήκοον όλων, ότι δέν ήτον αυτεξούσιος, αλλ' υπηρέτης τής Υψηλής Πύλης, καί ότι, διαταχθείς νά καταστρέψη τήν ελληνικήν επανάστασιν διά τής καταστροφής τής Ύδρας, χρέος του ενόμισε νά εκτελέση τήν θέλησιν τού κυρίου του· επειδή όμως ενδεχόμενον νά μή προείδεν ο κύριός του τήν νέαν φάσιν τών πραγμάτων, εθεώρει αναγκαίον νά ζητήση νέας διαταγάς, έτοιμος πάντοτε νά υπακούση, oποίαι καί αν ήσαν· αλλ' υπέσχετο επί λόγω τιμής μηδένα έκπλουν νά επιτρέψη εν τώ μεταξύ τούτω. Οι ναύαρχοι τής συμμαχίας ευχαριστήθησαν καί ανεχώρησαν, ο μέν Κοδριγκτών εις Ζάκυνθον, ο δέ Δεριγνής εις Ελαφοννήσια, αφήσαντες ανά μίαν φρεγάταν έφορμον.
Τήν δέ 19ην Σεπτεμβρίου 1827, περί τό δειλινόν, ειδοποιήθη ο Κόδριγκτων, ότι 30 πλοία, τών εν Νεοκάστρω, πολεμικά καί φορτηγά, έπλεαν υπό επιτήδειον άνεμον πρός τάς Πάτρας εις τιμωρίαν, ως εγνώσθη μετά ταύτα, τών περί τόν Χάστιγγα καί εις επισιτισμόν τού στρατού. Ανήχθη επί τή αγγελία ταύτη η αγγλική ναυαρχίς, καί πρωίας γενομένης ευρέθη μεταξύ τού στόματος τού κόλπου καί τής τουρκικής ταύτης μοίρας παρακολουθουμένη υπό των φρεγατών Δαρτμούθης (Dartmouth) καί Ταλβότης (Talbot) καί τινος βρικίου. Ο Κόδριγκτων έσπευσε νά ειδοποιήση τόν αρχηγόν τής τουρκικής μοίρας, ότι παράβασιν τού λόγου τής τιμής τού γενικού αρχηγού εθεώρει τόν έκπλουν τής μοίρας ταύτης καί δεν επέτρεπε νά προχωρήση. Επί τή κοινοποιήσει ταύτη επόδισεν η μοίρα πρός τό Νεόκαστρον, καί τήν επαύριον απήντησεν άλλην παρακολουθούσαν εκ τού Νεοκάστρου, εν ή καί ο Ιβραήμης. Επόδισε καί αύτη πρός τό Νεόκαστρον μαθούσα τά τού Κοδριγκτώνος. Επανέπλευσαν τότε εις Ζάκυνθον τά αγγλικά πλοία. Σκότους δέ γενομένου, εστράφησαν αι δύο αιγύπτιαι μοίραι πρός τάς Πάτρας· αλλ', επικρατούσης καθ' όλην τήν νύκτα σφοδράς αντιπνοίας, ολίγον επροχώρησαν. Οι δέ περί τόν Κοδριγκτώνα, ιδόντες τήν επαύριον τά πλοία ταύτα, ανήχθησαν, καί θαλασσομαχούντες εξ αιτίας τής δεινής κακοκαιρίας, τά επρόφθασαν τό εσπέρας έμπροσθεν τού Πάπα (’ραξος), τά εκανονοβόλησαν καί τά ηνάγκασαν νά επαναπλεύσωσιν εις Νεόκαστρον. Εν τούτοις έφθασε καί η ρωσσική μοίρα υπό τόν υποναύαρχον Χεϋδένον (Heyden).
Αφ' ού παρέβη ο Ιβραήμης τόν λόγον του, οι ναύαρχοι εσκέφθησαν, ότι δέν ησφαλίζοντο ειμή παραφυλάττοντές τον. Επί τώ σκοπώ τούτω συνήνωσαν τά πλοία των τήν 6 Οκτωβρίου 1827 έμπροσθεν τού Νεοκάστρου· αλλ' επειδή εθεώρησαν καί βαρύ καί επικίνδυνον νά θαλασσομαχώσι παρά τήν δυσπαράπλευστον εκείνην ακτήν, απεφάσισαν νά εισπλεύσωσιν εν ειρηνικώ πνεύματι. Ηρεθισμένοι δέ διά τήν παράβασιν τού λόγου τού Ιβραήμη, ηρεθίσθησαν έτι μάλλον κατ' αυτού ως δίς συμβουλεύσαντές τον πρό ολίγου νά μή καταστρέφη ως αγενής εχθρός τήν Μεσσηνίαν διά πυρός καί σιδήρου καί μή εισακουσθέντες. Ουδέν ήττον ηρεθισμένοι κατά τών ναυάρχων ήσαν καί οι Τούρκοι, βλέποντες τά μεγάλα σχέδιά των διασκεδαζόμενα καθ' ήν ώραν εφαίνετο βεβαία η ευόδοσίς των, τούς τόσον αιματηρούς καί πολυδαπάνους αγώνας των ματαιουμένους, καί εαυτούς ενώπιον τών αποστατών εξευτελιζομένους. Υποπτεύοντες δέ μάχην προητοιμάσθησαν θέσαντες τά πλοία των εις σχήμα πετάλου επί δύο γραμμών αρχομένων από τής μίας άκρας τής εισόδου τού λιμένος, παρατεινομένων εις τό εν μέσω αυτού κείμενον νησίδιον τού Χελωνακίου καί εις τήν άλλην άκραν περατουμένων· τό σχήμα δέ τούτο έθετε τά εισπλέοντα πλοία υπό τήν πυροβολήν όλου τού στόλου.»
Σπυρίδων Τρικούπης, Ελληνική Επανάστασις 1821
Στίς 5 Οκτωβρίου, ο Δεριγνύ διέταξε τούς Γάλλους αξιωματικούς τού αιγυπτιακού στόλου νά αποσυρθούν,
διότι θά βρίσκονταν στήν ανάγκη νά πολεμήσουν εναντίον τής σημαίας τής Γαλλίας.
Αυτοί υπάκουσαν αμέσως καί εγκατέλειψαν τά αιγυπτιακά πλοία μέ εξαίρεση τόν Letellier,
ο οποίος παρέμεινε γιά νά διευθύνει τίς επιχειρήσεις τού αιγυπτιακού στόλου.
Ξημέρωσε η 8η Οκτωβρίου 1827, ίσως η ωραιότερη ημέρα γιά τήν ελληνική επανάσταση. Ο καιρός
ήταν λαμπρός καί χαιρετούσε τήν απελευθέρωση τής Ελλάδος.
Τά τουρκικά πλοία παρατάχθηκαν σέ σχηματισμό πετάλου.
Τά μεγαλύτερα κατέλαβαν τό κέντρο καί τά μικρότερα τίς δύο πλευρές, οι οποίες στηρίζονταν στά δύο πυροβολεία
πού βρίσκονταν στήν είσοδο τού όρμου, τό ένα στό νησάκι Σφακτηρία καί τό άλλο στό φρούριο τού Νεοκάστρου.
Η διάταξη τών δυνάμεων τους είχε σχεδιασθεί από τόν Γάλλο αξιωματικό Letellier, ο οποίος είχε πείσει τόν Ιμπραήμ
ότι τά γαλλικά πλοία δέν θά συμμετείχαν σέ ναυμαχία μέ τά αιγυπτιακά πλοία, επειδή αυτά ήταν
επανδρωμένα μέ Γάλλους στρατιώτες.
Ο συμμαχικός στόλος απέκλεισε από τό νότο τόν κόλπο τού Ναβαρίνου μέ επικεφαλής τόν αγγλικό καί τόν γαλλικό
στόλο, ενώ ακολούθησε καί ο ρωσικός στόλος. Μπροστά από όλα τά συμμαχικά πλοία βρισκόταν
η αγγλική ναυαρχίδα τού Κόδριγκτον "Asia", η οποία είχε 84 κανόνια καί ακολουθούσαν τά πλοία
"Genoa", "Albion", "Glascow", "Dartmouth", "Talbot" καί "Philomel".
Τά τρία πρώτα πλοία αγκυροβόλησαν πολύ κοντά στήν τουρκική ναυαρχίδα τού Ταχήρ πασά.
Τά αιγυπτιακά πλοία πού σχημάτιζαν τήν αριστερή πτέρυγα, βρέθηκαν απέναντι από τή γαλλική
ναυαρχίδα τού Δεριγνύ "Sirene" καί τά γαλλικά πλοία "Scipion", "Trident", "Breslau", "Alcyone" καί "Daphne".
Η ρωσική μοίρα πού αποτελείτο από τή ναυαρχίδα "Azoff" τού Χέϋδεν (Heyden), καί τά πλοία
"Ezekiel", "Constantine", "Elena", "Castor" καί "Alexander Nevsky"
θά καταλάμβανε τό κέντρο τής συμμαχικής διάταξης.
Ο Μωχάρεμ μπέης έστειλε απεσταλμένο, ο οποίος ανακοίνωσε στόν Κόδριγκτον ότι τά αιγυπτιακά πολεμικά
είχαν λάβει εντολές νά μήν ρίξουν κατά τών συμμαχικών πλοίων. Μέ τή σειρά του, ο Κόδριγκτον
είχε δώσει αυστηρές εντολές ώστε κανένα συμμαχικό πλοίο νά μήν ανοίξει πύρ, παρά μόνο
εάν λάμβανε τέτοια διαταγή ή εάν δεχόταν πυρά από εχθρικά πλοία.
"The Asia led in, followed by the Genoa and Albion, and anchored close
alongside a ship of the line bearing the flag of the Capitana Bey, another ship of
the line, and a large double - banked frigate; each thus having their proper opponent
in the front line of the Turkish fleet. I gave orders that no gun should be fired, unless guns were first fired
by the Turks; and these orders were strictly observed."
Τόν χριστιανικό στόλο αποτελούσαν 12 αγγλικά πολεμικά πλοία, 8 ρωσικά καί 7 γαλλικά μέ δύναμη πυρός 1300
πυροβόλων έναντι 65 πλοίων καί 2400 πυροβόλων πού διέθετε ο μουσουλμανικός στόλος. Οι μουσουλμάνοι
υπερτερούσαν σέ αριθμό ανδρών αφού διέθεταν 22000 ναύτες, αριθμό υπερδιπλάσιο
από τούς ναύτες πού επάνδρωναν
τά ευρωπαϊκά πλοία. Ο Τούρκος ναύαρχος Ταχήρ μόλις είδε τό αγγλικό πολεμικό νά πλέει
τόσο κοντά στό δικό του πλοίο έστειλε σήμα στόν Κόδριγκτον νά μήν προχωρήσει άλλο,
αλλά εκείνος τού απάντησε: "Ήρθα νά δώσω καί όχι νά πάρω διαταγές."
Ο Fellowes κυβερνήτης τού "Dartmouth", παρατηρούσε τό πλήρωμα ενός πυρπολικού νά ετοιμάζει τό πλοίο γιά
επιθετική ενέργεια. Ο ’γγλος κυβερνήτης κατέβασε μία βάρκα καί τήν έστειλε στό πυρπολικό γιά
νά αποτρέψει τούς Τούρκους από τυχόν επιθετικές κινήσεις. Αυτοί πυροβόλησαν τή βάρκα σκοτώνοντας μερικούς
ναύτες μεταξύ τών οποίων ήταν καί ο ’γγλος υποπλοίαρχος Fitzroy.
Οι ναύτες τού "Dartmouth" άνοιξαν μέ τή σειρά τους πύρ γιά νά προστατέψουν τή βάρκα τους, τήν οποία
κάλυπτε καί η φρεγάτα "Sirene" τού Henri de Rigny πού είχε αγκυροβολήσει δίπλα στό αγγλικό πλοίο.
Τότε μία τουρκική κορβέτα άνοιξε πύρ μέ τά πυροβόλα της σκοτώνοντας μερικούς ναύτες από τό
γαλλικό πλοίο καί σέ σύντομο χρονικό διάστημα η μάχη γενικεύτηκε.
Τό "Asia" ξεκίνησε τόν κανονιοβολισμό συγκεντρώνοντας
όλη τή δύναμη πυρός του στήν τουρκική ναυαρχίδα πού βρισκόταν στά δεξιά του, μέ αποτέλεσμα νά τή
βυθίσει μέσα σέ λίγα λεπτά τής ώρας. Στή συνέχεια ο Edward Codrington έστειλε βάρκα στήν αιγυπτιακή ναυαρχίδα
πού βρισκόταν στά αριστερά,
γιά νά επιβεβαιώσει τήν ουδετερότητά της, όπως είχε συμφωνηθεί,
αλλά ένας ’ραβας ναύτης πυροβόλησε καί σκότωσε τόν διερμηνέα Πέτρο Μικέλη.
"In the mean time, however, our excellent pilot, Mr Peter Mitchell who went to interpret to
Moharem my desire to avoid bloodshed, was killed by his people in our boat along side, whether
with or without his orders, I know not; but his ship soon afterwards fired into the Asia and was,
consequently, effectually destroyed by the Asia's fire, sharing the same fate as his brother admiral, on the starboard
(δεξιά) side, and falling to leeward a mere wreck." (Αναφορά τού Κόδριγκτον πρός τό βρετανικό ναυαρχείο)
Τό ευτύχημα ήταν ότι οι δύο μουσουλμανικές ναυαρχίδες δέν πολέμησαν τό αγγλικό πλοίο ταυτόχρονα.
Έτσι όταν καταστράφηκε ολοσχερώς η τουρκική ναυαρχίδα τού Ταχήρ πασά, τότε ξεκίνησε η αιγυπτιακή
ναυαρχίδα νά κανονιοβολεί τό "Asia", τό οποίο έστρεψε τώρα όλη τή δύναμη πυρός εναντίον της, μέ αποτέλεσμα
νά έχει καί αυτή τήν ίδια μοίρα μέ τήν προηγούμενη.
Η αιγυπτιακή ναυαρχίδα, πού τόσο
καμάρωνε όταν τήν έβλεπε στήν Αλεξάνδρεια ο σατράπης τής Αιγύπτου, βρισκόταν τώρα στόν βυθό τού Ναβαρίνου.
Τό "Asia" εξουδετέρωσε γρήγορα καί τίς υπόλοιπες εχθρικές φρεγάτες πού είχε απέναντί του
έχοντας στό πλευρό του τά πλοία "Genoa" καί "Albion". Τό πλοίο "Sirene" κινδύνεψε νά καταστραφεί
από τά τουρκικά παράκτια πυροβολεία ενώ τό "Scipion" βρέθηκε σέ πύρινο εναγκαλισμό μέ ένα
τουρκικό πυρπολικό. Ο πλοίαρχος Pierre Bernard Milius έπεισε τούς άνδρες του πού είχαν πρός στιγμή δειλιάσει,
νά συνεχίσουν τή μάχη καί τελικά κατάφερε νά απαλλαγεί από τό καιγόμενο εχθρικό πυρπολικό μέ
τή βοήθεια αγγλικών πλοίων καί νά οδηγήσει
τό δικό του σέ ασφαλέστερη θέση.
Τό γαλλικό "Breslau" 84 πυροβόλων μέ κυβερνήτη τόν Botherel de la Bretonniere κατάφερε νά βυθίσει τρείς εχθρικές
φρεγάτες καί νά προκαλέσει σημαντικές ζημιές σέ άλλες δύο, έχοντας όμως πολλές απώλειες σέ έμψυχο υλικό.
Ο ηρωϊκός πλοίαρχος τραυματίστηκε σοβαρά στά πόδια καί αποσύρθηκε από τή μάχη.
Τό "Azoff" οδηγώντας τά ρωσικά πολεμικά πλοία
πού ακολουθούσαν εξουδετέρωσε πρώτα τά πυροβολεία
τής Σφακτηρίας καί τού Νεοκάστρου. Στή συνέχεια προχώρησε πρός τό
εσωτερικό τού κόλπου καί βρέθηκε περικυκλωμένο από 5 τουρκικά πλοία,
τά οποία αντιμετώπισε επιτυχώς αλλά μέ βαρύτατες απώλειες. Στήν αρχή βύθισε δύο φρεγάτες καί
μία κορβέτα καί στή συνέχεια έσπασε τά κατάρτια ενός πλοίου 60 πυροβόλων,
αναγκάζοντάς το νά εξωκείλει καί νά ανατιναχθεί από έκρηξη στήν πυριτιδαποθήκη του.
Η συνεργασία τών τριών συμμάχων ήταν αρίστη, καθώς υπήρχε μεταξύ τους ευγενής άμιλλα καί αυτοθυσία τού
ενός γιά τόν άλλον, σέ αντίθεση
μέ τούς Τουρκοαιγυπτίους, στούς οποίους επικρατούσε αμοιβαία αντιπάθεια.
Εάν οι Ευρωπαίοι είχαν σχηματίσει από τότε μία υγιή συμμαχία πρός όφελος τής Ευρώπης καί τού πολιτισμού,
η μοίρα τών ελληνικών πληθυσμών πού βρίσκονταν κάτω από τήν τουρκική τυραννία θά ήταν τελείως διαφορετική.
Η ναυμαχία διήρκησε τέσσερεις ώρες καί μόλις διαλύθηκαν οι καπνοί από τίς βολές φάνηκαν τά αποτελέσματά της,
τά οποία ήταν οδυνηρά γιά τόν μουσουλμανικό στόλο. 6000 Τουρκοαιγύπτιοι κείτονταν νεκροί
από τά πυροβόλα όπλα καί άλλοι τόσοι ήταν οι τραυματίες πού αγωνίζονταν νά σωθούν πάνω στίς σχεδίες. Δεκάδες
πλοία είχαν βυθιστεί καί τά υπόλοιπα πυρπολούνταν από τά πληρώματά τους,
γιά νά μήν πέσουν στά χέρια τού εχθρού.
Πολλοί Έλληνες σκλάβοι πού υπηρετούσαν διά τής βίας στόν μουσουλμανικό στόλο βρέθηκαν
νεκροί, δεμένοι χειροπόδαρα.
Οι απώλειες τών Ευρωπαίων ήταν 200 νεκροί καί 500 τραυματίες, ανάμεσα στούς οποίους ήταν
καί ο νεαρός γιός τού Κόδριγκτον.
Ως εκ θαύματος κανένα συμμαχικό πλοίο δέν είχε βουλιάξει.
Οι εκρήξεις από τά πυρπολημένα πλοία συνεχίστηκαν γιά πολλές ώρες ακόμα καί
απείλησαν τά συμμαχικά πλοία, τά οποία αναγκάστηκαν νά βγούν έξω από τόν κόλπο τού Ναβαρίνου.
"Ο όρμος τού Ναβαρίνου, βράζοντας από τά βλήματα πού κάθε στιγμή τρυπούσαν τήν επιφάνειά του,
σκεπασμένος από συντρίμμια πού επέπλεαν, επάνω στά οποία γαντζώνονταν δυστυχισμένοι Τούρκοι, δέν ήταν
πιά η μεγάλη ήρεμη υδάτινη έκταση, επάνω στήν οποία ταλαντεύοταν μέ ράθυμη μεγαλοπρέπεια τό πρωϊνό
τής 8/20ης Οκτωβρίου ο επιβλητικός στόλος τού Ιμπραΐμ". (Jurien de la Graviere).
«Letter to the Duke of Clarence (Γράμμα τού ’γγλου ναυάρχου σχετικά μέ τή ναυμαχία τού Ναβαρίνου)
For, from the time the "Asia's" broadside returned the fire of the Capitan Bey's ship - an 84 - she received little injury from her, though galled all the while by the ships within her. All these were as speedily silenced in turn as the "Asia's" guns could be brought to bear on them. I should observe, Sir, that we did not begin with any one of them. I had told Moharem Bey that I would not fire unless he did, in reply to his message that he would not; but that if any one gun were fired from any of the Turkish ships at either of the Allied flags, I would destroy the whole Turkish fleet. His ship did not keep his promise, for which she received condign punishment. The "Asia'' and the other ships which I have the honour to command effectually kept mine; and my purpose of preventing the transmission of supplies by sea has been thereby fully answered. As I wish "nothing to extenuate or set down aught in malice," I will do Moharem the justice to say that I believe his crew fired without his orders; for they killed our pilot in our boat whilst his captain was speaking to my flag-lieutenant on the gangway. However, the period during which his neutrality was preserved, was sufficient for the "Asia" to get rid of her two starboard opponents; and as his fire opened upon us just as we had sprung the "Asia" to return the fire of the double tier frigate next beyond him, we were enabled to pay them both off at the same time.
It is quite impossible for me to say too much in favour of the conduct of both officers and men under such circumstances. I do not, however, doubt that all the other ships which had the opportunity of taking up the stations allotted to them, had quite as much to do and did it quite as well. And if all, not only of the English but of the Allied ships also, had been able to place themselves as we did, there would still have been a full allowance of opponent guns for each since, according to Mons. Bompard, one of the French officers who had retired at Admiral De Rigny's summons, there were in all 81 vessels in the Turkish fleet carrying guns and pendants or flags, whereas our number was only 23, besides the "Hind" tender and two similar-sized French tenders, which would have been more useful if they had remained outside. The fact is, Sir, that after the battle was fairly begun, the wind fell so light and the smoke became so dense, that neither of the French ships of the line could close with the ships between the "Syrene" and the "Asia", the "Scipion" having been set on fire by one of the Turkish fire-vessels in the attempt; and that all the Russian ships, except the "Azoff", carrying Count Heiden's flag, were thrown into the same difficulty.
The "Cambrian" and the "Glasgow" were delayed by the latter being sent to meet Captain Hamilton with the orders, on his way from the pass of Amyro (Αλμυρό), near Kalamata, where I had sent him to check the brutalities of Ibrahim's army; and it is much to their credit that they could get in in time to silence the batteries and relieve their friends already requiring their assistance. I may mention to Your Royal Highness that Captain Hamilton's appearance at Amyro checked the advance of the 5,000 of Ibrahim's army destined to ravage Maina, thus breaking in a second instance his agreement with us; and that upon hearing the cannonade the whole returned towards Navarin. If I did not know the interest which Your Royal Highness takes in all naval operations, I should fear tiring you with this detail. However, I will now proceed to submit my opinion on the consequences of this late battle.
Sir, I think the first great effect will be, that the Sultan, finding that by the loss of his fleet he has no longer the means of continuing the war, will now accede to the proposed armistice; and that the second will be the Russians relinquishing an intention, which I dare say is now in the progress of execution, of marching their army towards Constantinople. For the only grounds on which Russia could take such a step must be the persevering resistance of the Porte. Another effect will be Ibrahim's army being put to great difficulty in transporting supplies, and 1 trust consequently ceasing that cruel system which may lead to their own destruction;
As to Mehemet or Mohammed Ali, who has been trying to commit England to support him against the Porte, as I fully believe only with the view of inducing the Sultan to reward his sham fidelity by giving him Damascus and Syria, I shall not be surprised if he lose his head as a just reward for his base hypocrisy. I hope, at all events, that the conduct of Ibrahim at sea and on shore will not be forgotten whenever the question of tribute and compensation for Turkish property within the limits of regenerated Greece be taken into consideration. The Turks having not only refused the mediation, but having set at defiance the power of the Allies to enforce it, may well be made to pay the penalty of their resistance a resistance, moreover, solely prolonged for the purpose of vengeful brutality.
Two Greeks swam on board the "Asia" with manacles on their legs (αλυσίδες στά πόδια τους); others have been found chained to floating pieces of wreck; and we hear of numbers being purposely left with the dead and the dying, previous to the whole being blown up together. I should observe, Sir, that these poor wretches were kept as galley slaves (σκλάβοι σέ γαλέρες), and not as prisoners of war. We have also received some Englishmen and some Americans, who say that they were seduced to go on board the Turkish ships to work in fitting them, and at last were put in irons and forced to come to sea in them. They say they were put in the tops during the action; that there are no surgeons in the Turkish ships, and that if a man be wounded they let him alone to bleed to death.»
Memoir of the life of Admiral Sir Edward Codrington
Η νύκτα βρήκε τόν κόλπο τής Πύλου νά λαμπαδιάζει από τίς φωτιές πού έκαιγαν τά πλοία καί από τίς
εκρήξεις τών πυρομαχικών. Φαντάζεται κανείς τήν χαρά τών Ελλήνων όταν έμαθαν γιά
τήν καταστροφή τού εχθρικού στόλου!
Η ώρα πού ποθούσαν τόσους αιώνες είχε φτάσει. Επιτέλους τά σύνορα πού ήθελαν καί τά οποία
θά τούς εξασφάλιζαν μία ελεύθερη καί αξιοπρεπή ζωή χωρίς μουσουλμάνους τυράννους καί τζαμιά ήταν
πραγματικότητα. "Αυτήν τήν ημέραν επεριμέναμεν όλοι οι γέροντες καί πατέρες μας", θά έγραφε ο Κασομούλης.
Σέ όλες τίς εκκλησίες έγιναν δοξολογίες γιά νά γιορτάσουν όλοι οι πιστοί τή μεγάλη νίκη τών Τριών Συμμάχων,
η οποία οδηγούσε μέ βεβαιότητα στό τέλος τής πολύχρονης σκλαβιάς. Γιά πρώτη φορά έπειτα από αιώνες,
ακούστηκαν στή λειτουργία επικλήσεις πρός κάποιον βασιλιά:
"Πολυχρονίους ποιήσαι κύριος ο Θεός τούς θεοσεβάστους καί
φιλοχρήστους βασιλείς καί προστάτας τής Ελλάδος Γεώργιον τής Μεγάλης Βρεταννίας, Νικόλαον πασών τών
Ρωσσιών καί Κάρολον τής Γαλλίας τόν χριστιανικώτατον. Κύριε φύλαττε αυτούς εις πολλά έτη."
Ο Ιμπραήμ μόλις έφθασε στήν Πύλο καί είδε τόν στόλο του συντρίμμια λύσσαξε από τό
κακό του καί ξέσπασε στούς δύστυχους αιχμαλώτους Έλληνες, τούς οποίους τούς σούβλισε καί τούς
έψησε σέ σιγανή φωτιά. Ήταν ένα από τά δείγματα τού ισλαμικού πολιτισμού καί τής οθωμανικής "ανεκτικότητας", τά
οποία ευτυχώς ήταν από τά τελευταία. Στήν Κωνσταντινούπολη η είδηση τής συντριβής στό Ναβαρίνο έπεσε σάν βόμβα.
Ο Μαχμούτ μαινόμενος πρός τούς υπουργούς του απειλούσε ότι θά κηρύξει τόν πόλεμο κατά τών τριών
συμμαχικών Δυνάμεων. Από μέσα του όμως έτρεμε καί έτσι δέν διέταξε ούτε πόλεμο ούτε
γενική σφαγή τών Χριστιανών,
όπως είχε κάνει τόν Απρίλιο τού 1821.Τό μόνο μέτρο στό οποίο κατέφυγε ήταν νά κατασχέσει τό φορτίο όλων
τών ξένων πλοίων πού ήταν αγκυροβολημένα στό λιμάνι τής Κωνσταντινούπολης καί νά κλείσει γιά μερικές
ημέρες τά Δαρδανέλλια. Οι τρείς πρέσβεις οργισμένοι από τίς
απειλές τού σουλτάνου αναχώρησαν από τήν Κωνσταντινούπολη καί κατευθύνθηκαν στά Ιόνια νησιά
γιά νά διευθετήσουν
τό ελληνικό ζήτημα. Ο σουλτάνος έκανε γενική επιστράτευση καί συγκέντρωσε
στρατεύματα στήν Αδριανούπολη γιά νά αντιμετωπίσει ενδεχόμενο πόλεμο μέ τή Ρωσία.
«After the battle, the Allied admirals sent to the Turkish commanders a joint note, stating that the squadrons of the Allied powers did not enter Navarino with a hostile intention, but only to renew to the commanders of the Turkish fleet propositions which were to the advantage of the Grand Seignor himself, and that, it was not their intention to destroy what ships of the Ottoman navy may yet remain, now that so signal a vengeance had been taken for the first cannon which had been ventured to be fired on the Allied flags.
"We send, therefore, one of the Turkish captains, fallen into our hands as a prisoner, to make known to Ibrahim Pacha, Mauharem Bey, Tahir Pacha, and Capitani Bey, as well as to all the other Turkish chiefs, that if a single musket, or cannon shot be again fired on a ship or boat of the allied powers, we shall immediately destroy all the remaining vessels as well as the forts of Navarino, and that we shall consider such a new act of hostility as a formal declaration of the Porte against the three Allied powers, and which the Grand Seignor and his Pachas must suffer the terrible consequences.
"But if the Turkish chiefs, acknowledging the aggression they have committed by commencing the firing, abstain from any act of hostility, we shall resume those terms of good understanding which they have themselves interrupted. In this case they will have the white flag hoisted on all the forts before the end of this day. We demand a categorical answer, without evasion before sunset."
Information was subsequently received through the French papers that Ibrahim hoisted the white flag on all his fortresses before sunset agreeably to the above injunction. It is said also, that Ibrahim was not present at the battle of Navarino, having been at that time engaged in the interior of the Morea, pursuing the Christians in the mountains of Messenia, attending to the execution of some priests, whom he had crucified on olive trees, and destroying the poor peasantry, devastating the country, etc. It appears that Ibrahim has constantly taken delight in murder, devastation and cruelty.
In a letter from Corfu it is stated that the threat made by the Porte on receipt of the treaty of the 6th of July, that every armed interference in the affairs of Greece would fail in its object, and lead to a greater effusion of blood, appears to be really carrying into effect. After the failure of his attempt to leave the port of Navarino, Ibrahim marched against Maina,and committed on the way the most frightful devastations. Fifteen thousand infantry, and eight hundred cavalry, scoured the peninsula, with cries of "down with the infidels."
On being informed of the destruction of his fleet, Ibrahim, as appears by a letter from Ancona, immediately fell back upon Coron, and put to the sword, or torture, all the Greek prisoners, men, women and children, which had fallen into his hands during the previous fifteen months. According to his previous custom, the Ministers of religion, were either crucified, or roasted, by slow fires (οι ιερείς σταυρώθηκαν ή ψήθηκαν σέ σιγανή φωτιά). The details of these enormities, no person could read without shuddering with horror. They are too shocking for description.»
Comstock John Lee (1789-1858), History of the Greek revolution
Η ανάθεση τής αρχιστρατηγίας στόν Τσώρτς
καί τόν Κόχραν δέν επέφερε τά λαμπρά αποτελέσματα πού περίμενε
η ελληνική κυβέρνηση. Οι δύο ’γγλοι δέν ενέπνεαν κύρος καί σεβασμό στούς Έλληνες πού αγωνίζονταν
στήν ξηρά καί στή θάλασσα. Πολλοί ναυτικοί, αρνούμενοι νά ακολουθήσουν τόν Κόχραν, επιδόθηκαν
στήν πειρατεία, λυμαίνοντας
τά νησιά καί προκαλώντας σοβαρά προβλήματα στήν ασφάλεια τών κατοίκων καί στή διακίνηση τών
αγαθών. Η κυβέρνηση
ήταν ανίκανη νά αντιδράσει τόσο στήν εξάλειψη τής πειρατείας όσο καί στήν παύση τού εμφυλίου σπαραγμού πού
ελάμβανε χώρα στό Ναύπλιο μεταξύ τού Θεόδωρου Γρίβα καί τού Χρίστου Φωτομάρα. Οι δύο οπλαρχηγοί
επιδίδονταν σέ λεηλασίες καί βασανισμούς τών κατοίκων τού Ναυπλίου καί δέν δίστασαν
νά κάψουν τόν ελαιώνα τού Ναυπλίου, πού τόν αποτελούσαν χιλιάδες ελαιόδενδρα
πού είχαν φυτέψει παλαιότερα οι Βενετοί έξω από τήν πόλη.
Οι Βρετανοί Κόχραν, ’στιγξ καί Τόμας ήταν αυτοί πού έφεραν τό βάρος τών
ναυτικών επιχειρήσεων, αντικαθιστώντας τούς Υδραίους καί τούς Σπετσιώτες πλοιάρχους.
Στίς 17 Σεπτεμβρίου 1827, οι Frank Abney Hastings καί George Thomas μέ τά πλοία τους
"Καρτερία" καί "Σωτήρ" αντίστοιχα
αγκυροβόλησαν μέσα στόν όρμο τής Αγκάλης, στή δυτική πλευρά τού κόλπου τής Ιτέας, όπου είχε καταφύγει
εχθρικός στολίσκος αποτελούμενος από τουρκικά, αλγερινά καί αυστριακά πλοία.
Η ατμοκίνητη "Καρτερία" μέ εύστοχες βολές βύθισε τίς εχθρικές γολέτες,
ενώ τό τουρκικό μπρίκι μέ τή σημαία τού Τούρκου
ναυάρχου τινάχθηκε στόν αέρα, όταν ένα βλήμα έσκασε μέσα στήν πυριτιδαποθήκη του. Ο Τόμας μέ τόν "Σωτήρα"¨
κατόρθωσε νά αχρηστεύσει τά παράκτια πυροβολεία καί μέ ένα ρεσάλτο τών ναυτών του
πέτυχε νά καταλάβει μία αλγερινή γολέτα. Όταν ο Ιμπραήμ έμαθε γιά τίς επιτυχίες τών ελληνικών πλοίων
αποφάσισε παρά τήν υπόσχεσή του στούς τρείς ναυάρχους νά στείλει τόν στόλο του στόν Κορινθιακό γιά νά
τά κυνηγήσει. Οπότε μπορούμε νά πούμε ότι η νίκη στόν κόλπο τής Ιτέας αποτέλεσε τήν αφορμή γιά τήν έναρξη τής
ναυμαχίας τού Ναβαρίνου.
Μετά τή συντριβή τού τουρκοαιγυπτιακού στόλου στήν Πύλο, η ελληνική κυβέρνηση προσπάθησε νά μεταφέρει
τίς εχθροπραξίες όσο πιό μακρυά μπορούσε ώστε νά συμπεριληφθούν στά σύνορα τού υπό διαμόρφωση νέου
κράτους καί περιοχές πού είχαν επαναστατήσει καί είχαν υποφέρει τά πάνδεινα από τίς θηριωδίες τών
Τούρκων. Η ελληνική κυβέρνηση ανέθεσε στόν Γάλλο
Charles Favier καί τόν Πορτογάλο Antonio Figueira d' Almeida
τήν αποστολή νά καταλάβουν καί νά ελευθερώσουν τήν πολύπαθη Χίο.
Τά έξοδα τής στρατιωτικής επιχείρησης
τά ανέλαβαν οι εξόριστοι Χιώτες καί τό γαλλικό φιλελληνικό κομιτάτο.
Οι πλούσιοι Χιώτες ανέπτυξαν έντονη δραστηριότητα καί δέν σταμάτησαν νά
στέλνουν επιστολές πρός πάσα κατεύθυνση καί ιδίως
στήν γαλλική καί τήν αγγλική κυβέρνηση ζητώντας νά συμπεριληφθεί τό νησί τους στά όρια τού νέου κράτους.
Ανάμεσα στούς Χιώτες τού Παρισιού πού δραστηριοποιήθηκαν γιά νά χρηματοδοτηθεί στρατιωτική επιχείρηση
γιά τήν απελευθέρωση τής Χίου ήταν καί ο Αδαμάντιος Κοραής.
Ο Κόχραν ήταν μεταξύ αυτών πού ήθελαν νά συμμετάσχουν στήν συνεισφορά υπέρ τής εκστρατείας
καί προμήθευσε μέ 1000 βόμβες τόν Φαβιέρο. Αυτή θά ήταν η τελευταία πολεμική πράξη
τού ακριβοπληρωμένου λόρδου. Όταν αργότερα θά ξαναγύριζε από τό εξωτερικό μέ τό νέο
ατμοκίνητο πλοίο "Ερμής", ο Καποδίστριας θά τού διαβίβαζε τήν επιθυμία νά μήν ξαναγυρίσει στήν Ελλάδα.
Ο Φαβιέρος αποβιβάστηκε μέ επιτυχία στίς ακτές τής Χίου καί ύστερα από σύντομη μάχη ανάγκασε τούς
Τουρκαλβανούς νά κλειστούν στό κάστρο. Ο Γάλλος συνταγματάρχης ξεκίνησε τήν πολιορκία τού κάστρου, παρά τίς
υποδείξεις τού ναυάρχου Δεριγνύ, νά παραιτηθεί από κάθε πολεμική ενέργεια στό νησί. Τό κάστρο ήταν
άριστα οχυρωμένο καί δέν υπήρχε περίπτωση νά καταληφθεί μέ έφοδο παρά μόνο μετά από πολύμηνη πολιορκία.
Ο Φαβιέρος μάταια θά επέμενε στήν προσπάθειά του αφού οι Μεγάλες Δυνάμεις είχαν αποφασίσει νά μήν
συμπεριληφθεί η Χίος στά όρια τής αναγεννημένης Ελλάδος.
«Η ελληνική κυβέρνησις νομίζουσα ότι, όσα ελληνικά μέρη ελάμβανον αύθις τά όπλα, ηδύναντο κατά τόν μεταξύ Ελλάδος καί Τουρκίας συμβιβασμόν νά συμπεριληφθώσιν εις τήν ελληνικήν επικράτειαν, καί νά λογισθώσιν ως μέλη τής ελευθέρας Ελλάδος, υπεδαύλισε τήν επανάληψιν τού αγώνος εις πολλά μέχρι τούδε υποδουλωμένα μέρη τής τε Ανατολικής καί Δυτικής Ελλάδος, εις τήν νήσον Κρήτην καί εις αυτήν προσέτι τήν Χίον.
Ανεχώρησεν εκ Μεθαίνων ο υπό τόν Φαβιέρον τακτικός στρατός, συγκείμενος εκ τριών ταγμάτων αριθμούντων περί τούς 800 άνδρας, ενός λόχου πυροβολιστών, 200 ιππέων, τριών ελαφρών καί επτά βαρέων πυροβόλων καί έφθασε εις Ψαρά. Αφιχθέντων δ' εκεί καί τών 1500 ευζώνων, ο ελληνικός στρατός απέβη επί τής Χίου κατά τόν Μαυρολιμένα απέναντι ενός τακτικού εχθρικού σώματος, τό οποίον μετά μιάς ώρας αντίστασιν έτρεψεν εις φυγήν καί κατεδίωξε μέχρι τού φρουρίου. Περί τούς 100 εκ τών εχθρών εφονεύθησαν καί επληγώθησαν καί 60 ηχμαλωτίσθησαν, εκ δέ τών Ελλήνων εις 35 συνεποσούντο οι φονευθέντες καί πληγωθέντες.
Μετά πολλάς δέ καί διαφόρους φάσεις καί περιπετείας, άς έλαβεν η υπέρ τής ωραίας μέν αλλ' ατυχούς Χίου εκστρατείας αύτη, ως εκ τών μεταξύ Φαβιέρου καί επιτροπής διχονοιών, τών στερήσεων τού στρατού, κατέληξεν εις τήν εγκατάλειψιν τής επιχειρήσεως, αφού μάλιστα οι μέν Οθωμανοί καί τροφάς καί επικουρίαν στρατευμάτων έλαβον παρά τού Ταχήρ πασσάν αναφανέντος εις τόν πορθμόν τής Χίου καί αμέσως αποχωρήσαντος τουρκικού στολίσκου, οι δέ Έλληνες εστερούντο καί τροφών καί πολεμεφοδίων καί αυτής τής αρμονίας. Εγκαταλειφθήσης δέ τής επιχειρήσεως, ο ελληνικός στρατός επιβιβασθείς επί δύο γαλλικών καί μίας ελληνικής φρεγατών ανεχώρησεν εκ Χίου εις Ελλάδα, παρακολουθούμενος καί υπό πολλών Χίων φοβηθέντων τήν άγριαν εκδίκησιν τών Τούρκων.»
Αναστασίου Ορλάνδου, Ναυτικά εν Αθήναις 1869
Η επόμενη στρατιωτική επιχείρηση είχε σάν σκοπό τήν αναγέννηση τού αγώνα στήν επίσης πολύπαθη Κρήτη.
Οι Κρητικοί πρόσφυγες οργάνωσαν ένα συμβούλιο, τό οποίο ανέλαβε νά στρατολογήσει όσους Κρητικούς είχαν
διασκορπιστεί σέ διάφορα μέρη τής Ελλάδος καί νά τούς μεταφέρει μέ πλοία στήν Κρήτη γιά νά αναζωπυρώσουν
τήν κρητική επανάσταση. Οι Ανδρέας Μιαούλης, Γεώργιος Σαχίνης καί Αντώνιος Κριεζής παρέλαβαν τούς
οπλοφόρους πού συγκεντρώθηκαν καί τούς αποβίβασαν στή Γραμβούσα στίς 25 Οκτωβρίου 1827.
Οι πρώτες στρατιωτικές επιχειρήσεις στέφθηκαν μέ επιτυχία. Οι Έλληνες μέ αρχηγό τόν Ιωάννη Χάλη κατέλαβαν
στίς 20 Νοεμβρίου 1827 τά χωριά Κριτσά καί Μιράμπελλο συντρίβοντας μία τουρκική δύναμη 2000 ανδρών πού είχε
προσπαθήσει νά τούς σταματήσει. Στίς 9 Δεκεμβρίου στό χωριό Μοσχός οι αρχηγοί Καζανομανώλης καί Μιχάλης
Καθέκλας σημείωσαν άλλη νίκη μέ βαρύτατες όμως
απώλειες γιά τούς Κρητικούς, οι οποίοι αναζήτησαν πλέον ενισχύσεις
από τήν ηπειρωτική Ελλάδα, καθώς ο αριθμός τών Τούρκων στρατιωτών στήν Κρήτη ήταν κατά πολύ ανώτερος.
Στίς 5 Ιανουαρίου 1828 αποβιβάστηκε στή Γραμβούσα ο Χατζημιχάλης Νταλιάνης μέ 100 ιππείς καί ανέλαβε μαζί μέ τόν
Χάλη τή διοίκηση τών ελληνικών στρατευμάτων στήν Κρήτη. Πρώτη φροντίδα τού Χατζημιχάλη ήταν
νά οχυρώσει τά Σφακιά καί νά τά χρησιμοποιήσει σάν ορμητήριο γιά τίς επιθέσεις κατά τών τουρκικών
θέσεων. Όμως οι γειτονικές περιοχές από τόν φόβο τών αντιποίνων έμειναν αμέτοχες στά επαναστατικά κινήματα καί οι
Σφακιανοί ανέλαβαν μόνοι τους τό βάρος τού Αγώνα. Οι ελλείψεις σέ τρόφιμα καί πολεμοφόδια ήταν μεγάλες καθώς
δέν υπήρχε ανταπόκριση από τήν ελληνική κυβέρνηση στίς συνεχείς εκκλήσεις τών Σφακιανών γιά βοήθεια.
Οι κάτοικοι τών Σφακιών από μόνοι τους αδυνατούσαν νά θρέψουν τούς ενόπλους πού είχαν συγκεντρωθεί στήν
επαρχία τους.
Στίς 8 Μαΐου 1828, οι Σφακιανοί μέ τήν καθοδήγηση τών Χατζημιχάλη, Μανουσέλη, Μανουσογιαννάκη καί
Δεληγιαννάκη επιτέθηκαν σέ ένα τουρκικό σώμα πού μετέφερε 6000 αιγοπρόβατα καί κατάφεραν νά τό αποδεκατίσουν
καί νά αρπάξουν τά τόσο πολύτιμα γιά τήν διατροφή τους ζώα. Ο Χατζημιχάλης στή συνέχεια οχύρωσε τό
Φραγκοκάστελλο μέ 600 άνδρες καί περίμενε τόν Μουσταφά πασά πού είχε συγκεντρώσει 4300 άνδρες καί ετοιμαζόταν
νά δώσει τό τελειωτικό κτύπημα στούς Σφακιανούς πού είχαν τολμήσει νά ξανασηκώσουν κεφάλι.
Στίς 18 Μαΐου 1828, ο Μουσταφά πασάς όρμησε μέ απίστευτη ορμή εναντίον τού κάστρου,
τό οποίο κατέλαβε σκοτώνοντας
τούς περισσότερους υπερασπιστές του καί ανάμεσά τους τόν Κυριακούλη Αργυροκαστρίτη καί τόν ίδιο τόν
Χατζημιχάλη Νταλιάνη. Ο Νταλιάνης πολέμησε σάν λέων έξω από τό κάστρο
καί αφού έσπασε τό σπαθί του καί σκοτώθηκε τό άλογό του
περικυκλώθηκε από τούς Τουρκοκρητικούς, οι οποίοι τόν κατακρεούργησαν καί στό τέλος έκοψαν τό κεφάλι του
καί τό πήγαν στόν Μουσταφά πασά, σάν δείγμα τής μεγάλης νίκης κατά τών Σφακιανών.
Τελικά η Κρήτη όπως καί η Χίος δέν επρόκειτο νά ελευθερωθεί διότι έτσι είχαν αποφασίσει οι τρείς Μεγάλες Δυνάμεις
καί κυρίως η Μεγάλη Βρετανία. Οι ’γγλοι δέν επιθυμούσαν μέ κανένα τρόπο
τή διάλυση τής οθωμανικής αυτοκρατορίας, τήν οποία στήριζαν γιά νά υπάρχει ένα ανάχωμα στίς
βλέψεις τών Ρώσων πρός τή Μεσόγειο καί τήν Εγγύς Ανατολή.
Οι Έλληνες τότε αποφάσισαν νά στρέψουν τίς πολεμικές τους επιχειρήσεις στή
Στερεά Ελλάδα.
Ο αρχιστράτηγος Τσώρτς οργάνωσε εκστρατεία στή Δυτική Στερεά συγκεντρώνοντας Σουλιώτες,
Πελοποννήσιους καί Ρουμελιώτες
ενόπλους στό Διακοπτό Αχαΐας, τούς οποίους τούς μετέφερε μέ πλοία στό Δραγαμέστο (Αστακό).
Οι αρχηγοί Κώστας Μπότσαρης, Νικόλαος Πετμεζάς, Κώστας Βλαχόπουλος καί Διονύσιος Ευμορφόπουλος
αποβιβάστηκαν μέ 1400 άνδρες στόν Αστακό καί ένωσαν τίς δυνάμεις τους μέ τούς Δημήτριο Μακρή, Δήμο
Τσέλιο καί Γιαννάκη Ράγκο πού βρίσκονταν οχυρωμένοι στό Λεσίνι καί ήταν από εκείνους πού είχαν
αρνηθεί νά προσκυνήσουν τόν Κιουταχή μετά τήν πτώση τών Αθηνών. Ο στόχος φυσικά τών Ελλήνων ήταν
νά αποκλείσουν τόν ανεφοδιασμό τού Μεσολογγίου πού γινόταν μέσω τού Μακρυνόρους από τήν ’ρτα,
ώστε νά αναγκαστούν οι Τούρκοι νά παραδώσουν τήν πόλη.
Τήν τροφοδοσία τού στρατού επιμελήθηκε ο ίδιος ο Καποδίστριας πού βρισκόταν τότε στήν Αγκώνα, ξοδεύοντας
τά τελευταία 25000 φράγκα από τίς καταθέσεις του στό Παρίσι. "Έπειτα δέν θά έχω τίποτε άλλο νά δώσω, επειδή
δέν θά έχω πιά τίποτε."
Στό μεταξύ ο ’στιγξ μέ τήν "Καρτερία" έπλεε έξω από τή λιμνοθάλασσα τού Μεσολογγίου συνοδευόμενος από
τό πολεμικό πλοίο "Ελβετία" καί άλλα μικρότερα πολεμικά μίστικα. Στίς 15 Δεκεμβρίου 1827, ο γενναίος ’γγλος
πλοίαρχος βομβάρδισε τό νησάκι Βασιλάδι, μέ αποτέλεσμα μία οβίδα νά τινάξει στόν αέρα τήν
πυριτιδαποθήκη καί νά σκοτώσει τούς περισσότερους άνδρες τής τουρκικής φρουράς. Οι Έλληνες αποβιβάστηκαν
μέ βάρκες στήν παραλία καί κατέλαβαν ξανά τό Βασιλάδι, τό οποίο είχε υποφέρει αφάνταστα από τίς
απανωτές επιθέσεις τών Τούρκων ένα χρόνο πρίν, κατά τή διάρκεια τής πολιορκίας τού Μεσολογγίου.
Ταυτόχρονα οι Μακρής καί Τσέλιος μέ 200 άνδρες
κατέλαβαν τό χωριό Γουριά στίς όχθες τού Αχελώου ποταμού,
ενώ ο Κίτσος Τζαβέλας ξανάρχισε τόν κλεφτοπόλεμο στή γνώριμη γι' αυτόν
επαρχία τού Μεσολογγίου, κτυπώντας τίς εφοδιοπομπές πού είχαν κατεύθυνση τό Μεσολόγγι.
Ο αποκλεισμός τού Μεσολογγίου συνεχίστηκε καί τό επόμενο έτος μέ τήν κατάληψη εκ μέρους τών
Ελλήνων τών νησιών Ντολμά καί Πόρου. Οι Τσώρτς καί ’στιγξ ήταν επικεφαλής τών ελληνικών στρατευμάτων
πού πολιορκούσαν τώρα τό Ανατολικό (Αιτωλικό) καί τό κανονιοβολούσαν τόσο από τήν ξηρά όσο
καί από τήν θάλασσα. Στίς 11 Μαΐου 1828, ο ’στιγξ δέχτηκε ένα βόλι στόν
ώμο αλλά δέν έδωσε σημασία καί συνέχισε
τίς πολεμικές του δραστηριότητες. Γιατροί όμως δέν υπήρχαν καί τό τραύμα εξελίχθηκε σέ σοβαρή μόλυνση.
Όταν μεταφέρθηκε ο έντιμος ’γγλος στή Ζάκυνθο ήταν πλέον αργά καί στίς 20 Μαΐου 1828
η Ελλάδα θά έχανε έναν αγνό καί ειλικρινή φίλο όπως ήταν ο ’στιγξ, πού πέθανε σέ ηλικία μόλις 34 ετών.
Ανάλογες επιθετικές κινήσεις έγιναν στή Θεσσαλία καί τήν Ανατολική Στερεά. 4000 Μακεδόνες ένοπλοι,
μέ ορμητήριο τίς Βόρειες Σποράδες επιτέθηκαν στό Τρίκερι καί απέκλεισαν στό κάστρο του τήν τουρκική φρουρά.
Οι αρχηγοί τών Μακεδόνων ήταν οι Καρατάσος, Γάτσος, Δουμπιώτης, Βελέντζας, Λιακόπουλος, Αποστολάρας,
Βάσος Μαυροβουνιώτης καί Νικόλαος Κριεζιώτης. Η φήμη όμως αυτού τού σώματος ήταν πολύ φοβερή καί οι
Χριστιανοί κάτοικοι τής περιοχής, πού είχαν υποφέρει από τίς πειρατικές επιδρομές τών
ενόπλων τών Καρατάσου καί Γάτσου, ένωσαν τίς δυνάμεις τους μέ αυτές τών Τούρκων.
Ο Ομέρ Βρυώνης πού είχε αναλάβει τό πασαλίκι τής Λάρισας έστειλε τόν Αλβανό Νούρκα Σέρβανη μέ 1500 ατάκτους
στρατιώτες νά αντιμετωπίσει τίς ελληνικές δυνάμεις. Οι Ολύμπιοι κλεφταρματολοί μέ τή βοήθεια τών Ψαριανών,
αφού κατέλαβαν δύο εχθρικά οχυρά στόν κόλπο τού Βόλου αντιμετώπισαν στίς 14 Νοεμβρίου 1827 μέ επιτυχία
τίς επιθέσεις τών Τουρκαλβανών προξενώντας τους μεγάλες απώλειες. Ανάμεσα στούς 150 νεκρούς τού εχθρού
αναγνωρίστηκε καί ο έμπιστος τού Ομέρ Νούρκα Σέρβανης, ο οποίος συμμετείχε σέ μάχες κατά τών Ελλήνων
από τήν αρχή τής επανάστασης. Δυστυχώς η εκστρατεία στή Θεσσαλία δέν είχε τήν ανάλογη συνέχεια καθώς οι
Έλληνες, αφού λαφυραγώγησαν τίς σκηνές τών εχθρών, επέστρεψαν στίς βάσεις τους.
«Τά στρατεύματα τών Ελλήνων σωματωθέντα εκ Ρουμελιωτών καί Σουλιωτών, απεσύρθησαν εις τόν Ισθμόν τής Κορίνθου όπως διατηρήσουν τήν θέσιν ταύτην μή τι ο εχθρός θελήση νά εισβάλη εν Πελοποννήσω καί τόν αποκρούσωσι. Μετά δέν τήν πυρπόλησιν τού οθωμανικού στόλου εν Νεοκάστρω μετέβη ο αρχιστράτηγος Ρικάρδος Τζούρτς εις τόν Ισθμόν καί συνενοήθη μέ τά σώματα ταύτα προσθέσας εις αυτούς ότι ήδη η οθωμανική κυβέρνησις απέρριψε τάς προτάσεις τών Μεγάλων Δυνάμεων περί ανακωχής καί ειρηνοποιήσεως τής Ελλάδος καί οι Έλληνες απελύθησαν τής υποχρεώσεως τής ανακωχής, διό πρέπει νά γίνη φροντίς περί τής αναστήσεως τής Στερεάς Ελλάδος. Σκεφθέντες δέ απεφάσισαν ο μέν αρχιστράτηγος μετά τού Κώστα Μπότσαρη καί τών πλείστων σουλιωτικών σωμάτων καί τών δυτικοελλαδιτών οπλαρχηγών όσοι δέν είχον προσέλθει εις τούς Τούρκους νά εκστρατεύσουν διά τά παράλια τής Δυτικής Ελλάδος, ο Βάσος Μαυροβουνιώτης δέ μέ τινα άλλα σώματα οπλαρχηγών τής Ανατολικής Ελλάδος νά εξέλθη πρός τά Δερβενοχώρια (τού Ελικώνος) καί νά προχωρήση εις τήν Βοιωτίαν, οι δέ Θετταλομακεδόνες νά εξέλθουν εις τά παράλια τής Θεσσαλίας.
Ο αρχιστράτηγος λοιπόν μετά τού Μπότσαρη καί τών λοιπών σωμάτων μεταβάντες εις τήν Δυτικήν Ελλάδα εστρατοπέδευσαν εκεί καί διεκήρυξαν εις όλους τούς λαούς τής Δυτικής Ελλάδος νά λάβουν τά όπλα κατά τών εχθρών τής πατρίδος, ο δέ μοίραρχος ’στιγξ μέ τά λοιπά ελληνικά πλοία τής 6ην Νοεμβρίου 1827 αιτήσει τού αρχιστρατήγου μετέφερεν εκ τού Πάπα (’ραξος) εις Δραγαμέστο (Αστακό) τά εν Πελοποννήσω ελληνικά ταύτα σώματα, ο αυτός ’στιγξ μετέβη ακολούθως καί εκανονοβόλησε τό Βασιλάδι, επί τού οποίου πεσούσα μπόμπα ανέτρεψε τήν πυριτοθήκην, τούτο ιδόντες οι Έλληνες εισεπήδησαν ακολούθως καί τό εκυρίευσαν.
Η οθωμανική κυβέρνησις μετά τήν κατάκτησιν τής Ακροπόλεως τών Αθηνών καί τής Στερεάς Ελλάδος έκαμε μεταρρύθμισιν τινα εις τό διοικητικόν τών μετά τής Ελλάδος γειτονευουσών επαρχιών, καί τόν μέν Μεχμέτ Ρεσίτ πασσά Κιουταχή τόν άφησε εις τήν ηγεμονίαν τής Ρούμελης (Ρούμελη βαλεσί) καθώς καί επί τών τριών τής Ηπείρου, τών Ιωαννίνων, Δελβίνου καί Αυλώνος, τήν δέ τής Θεσσαλίας ηγεμονίαν έδωκε εις τόν Ομέρ πασσά Βρυώνην μεταθέσας τούτον εξ εκείνης τής Θεσσαλονίκης. Ο πασσάς ούτος πρίν ετοιμασθή διά τήν μετάβασιν εξαπέστειλε τόν καϊμακάμην του εις Λάρισαν μετά συνοδείας αλβανικών στρατευμάτων, είς εκ τών Αλβανών τούτων αρχηγών ήτον καί ο Νούρκα Σεβράνης, γνωστός καί εις τήν αρχήν τής επαναστάσεως.
Ο ανωτέρω καϊμακάμης τού Ομέρ πασσά Βρυώνη μετά τού αλβανικού στρατού έφθασεν εις Λάρισσαν περί τάς αρχάς 9βρίου τού 1827, καθ' ήν εποχήν οι Θετταλομακεδόνες οπλαρχηγοί Καρατάσος, Γάτσος ως καί ο Κριεζώτης εξ Ευβοίας, καί άλλοι πολλοί οπλαρχηγοί μετά 2500 περίπου στρατού τήν 5ην 9βρίου εκ τών Βορείων Σποράδων μετέβησαν εις Τρίκερι όπου αναιμωτί εκυρίευσαν τάς εν τή παραλία αποθήκαν, τούς δέ φρουρούντας αυτούς Τουρκαλβανούς, άλλους μέν εφόνευσαν, άλλους δέ ηχμαλώτισαν, ακολούθως επολιόρκησαν τήν πόλιν τήν οποίαν εφρουρούσεν ο Ταχήρ Κονίτζος μετά αναλόγου φρουράς Αλβανών καί υπό τών επιτοπίων Τρικεριτών, αλλά πληροφορηθέντες ότι εξεστράτευσεν εκ Λαρίσσης πρός βοήθειαν ο Νούρκα Σεβράνης μετά 1500 εκλεκτών Αλβανών παρήτησαν ολίγους πρός πολιόρκησιν τής πόλεως, οι δέ λοιποί έσπευσαν εξελθόντες εις αντίκρουσιν αυτού καί απαντήσαντες αυτόν εν τοίς αρχαίοις οχυρώμασι, συνεκρότησαν μάχην κρατεράν καί πεισματώδη, εις ήν εφονεύθη καί αυτός ο Νούρκας, οι δέ οπαδοί του νικηθήντες κατά κράτος εστράφησαν εις άτακτον φυγήν, ακολούθως οι Έλληνες δοκιμάσαντες νά κυριεύσωσιν τήν πόλην τών Τρικέρων καί μή δυνηθήντες διά τό οχυρόν αυτής επέστρεψαν εις Σκιάθον.»
Λάμπρος Κουτσονίκας - Γενική Ιστορία Ελληνικής Επαναστάσεως
Στήν Πελοπόννησο οι επιθετικές ενέργειες τού Ιμπραήμ έλαβαν τέλος μετά τή ναυμαχία τού Ναβαρίνου.
Ο Αιγύπτιος στρατηγός έφθασε στίς 9 Φεβρουαρίου 1828 μέ 15000 στρατό στήν
Τριπολιτσά μέ μοναδικό σκοπό νά καταστρέψει από τά θεμέλια ολόκληρη τήν πόλη. Τό σύνθημα τής
καταστροφής τό έδωσε ο ίδιος στήν πύλη τής Καρύταινας γιά νά συνεχίσουν οι στρατιώτες του τήν κατεδάφιση
τού τείχους τής Τριπολιτσάς.
Η καταστροφή συνεχίστηκε καί τήν επόμενη ημέρα κάτω από τούς ήχους τών ταμπούρλων καί τών δεήσεων πρός
τόν Αλλάχ. Όλα τά μεγάλα σπίτια πυρπολήθηκαν καί οι εκκλησίες ανατινάχθηκαν μέ υπονόμευση ή μέ κανονιοβολισμούς.
Τόση ήταν η λύσσα τού μουσουλμάνου σερασκέρη ώστε φεύγοντας από τήν πόλη σκόρπισε αλάτι ώστε νά μήν
ξαναφυτρώσει τίποτε σέ αυτή.
Στή συνέχεια επέστρεψε στή Μεσσηνία όπου συγκέντρωσε όλες του τίς δυνάμεις
ενισχύοντας ιδιαίτερα τά κάστρα τής Μεθώνης, τής Κορώνης καί τού Νεοκάστρου καί
αναμένοντας περαιτέρω οδηγίες από τόν πατέρα του, ο οποίος θρηνούσε ακόμα
γιά τήν καταστροφή τού στόλου του. Ο Ιμπραήμ πασάς γιά νά εξασφαλίσει τά πλούτη του καί τά χαρέμια του τά
είχε επιβιβάσει σέ πλοία καί τά είχε στείλει στήν Αλεξάνδρεια μαζί μέ 3000 Έλληνες σκλάβους. Η
αποστολή τόσων Χριστιανών
σκλάβων στήν Αφρική υπό τά όμματα τού συμμαχικού στόλου προκάλεσε γενική κατακραυγή εκ μέρους τών Ελλήνων,
οι οποίοι έστειλαν επιστολές διαμαρτυρίας στούς τρείς ναυάρχους.
Ο Ιμπραήμ αντιμετώπισε ένα ακόμα πρόβλημα μέ τούς Αλβανούς ατάκτους, όταν οι
τελευταίοι απαίτησαν τήν άμεση
καταβολή τών μισθών τους. Οι Αλβανοί διαβλέποντας τό τέλος τής αιγυπτιακής εκστρατείας, κατέλαβαν
τό φρούριο τής Κορώνης καί στή συνέχεια εγκατέλειψαν τή Μεσσηνία μέ κατεύθυνση
τήν Πάτρα, υπό τή συνοδεία Ελλήνων στρατιωτών τού Νικηταρά.
Ο διοικητής τών Πατρών Ντελή Αχμέτ τούς ζήτησε επιτακτικά νά
παραμείνουν στήν Πάτρα καί νά συνεχίσουν τόν πόλεμο κατά τών Ελλήνων.
Τότε ο αρχηγός τών στασιαστών Μουσάμπεης πάνω στή λογομαχία έβγαλε τήν κουμπούρα του, τήν έστρεψε
κατά τού Τούρκου διοικητή καί τόν σκότωσε. Στή συνέχεια οι Αλβανοί κινήθηκαν πρός τό Ρίο
καί από εκεί μέ πλοιάρια μεταφέρθηκαν στήν Αιτωλοακαρνανία καί συνέχισαν τήν πορεία τους
πρός τήν Αλβανία.
«Ο Ιμπραΐμ κατέγινε εις τό νά επιδιορθώνη τά διασωθέντα τών πλοίων καί τά οπωσούν διορθώσεως τινος επιδεκτικά λείψανα τού στόλου, ως ήτο δυνατόν εκεί καί τήν 6η Νοεμβρίου 1827 διά τών τοιούτων συναριθμουμένων εις 54 εν οίς έν δίκροτον, δύω φρεγάται καί τέσσαρες κορβέται, έπεμψεν εις Αλεξάνδρεια έως 15000 ψυχάς, τουτέστι τούς σωζομένους ναύτας, τούς πληγωμένους, τούς ασθενείς, τά χαρέμια εαυτού καί τών αγάδων, πάντας τούς μή μάχιμους καί έως 3000 αιχμαλώτους Έλληνας, γυναικόπαιδα καί διαφόρους άλλους, δι' όν κατεκρίνοντο οι ναύαρχοι ότι παρέβλεψαν τήν εις αιχμαλωσίαν απαγωγήν εκ Πελοποννήσου εις Αίγυπτον τοσούτων Ελλήνων Χριστιανών.
Κατά τά τέλη Δεκεμβρίου 1827 έπεμψεν εις Πάτρας διά ξηράς τροφάς μέ τόν Δελή Αχμέτ πασάν, ου διαβαίνοντος δι' Αγουλινίτσης καί Πύργου, πολλοί τών κατοίκων ως εκ τού προσκυνήματος γνωσθέντες καί συνηθίσαντες, ου μόνον δέν έφυγον ως άλλοτε, αλλά καί συνηλλάσοντο μετά τών Τούρκων. Τό οποίον ο Κολοκοτρώνης μαθών καί τήν συνήθειαν οπωσδήποτε καί τήν οικειότητα αποκόπτων ετιμώρησεν. Ο Ιμπραΐμ πασάς υπέκυψεν έπειτα καί εις ένδειαν τροφών. Όθεν μή δυνάμενος πλέον νά διατηρή στρατόπεδον άλλο μεμακρυσμένον από τό ιδικόν του, αναβάς εις Τριπολιτσάν καί κατεδαφίσας τά τείχη καί τάς οικίας απάσας τής Τριπολιτσάς εις μαρτύριον τής διαβάσεώς του, καί συγκεντρώσας άπαντα τόν στρατόν του εις τά μεσσηνιακά φρούρια, έμεινεν εις αυτά μέχρι Μαΐου 1828 ότε ο γαλλικός στρατός ηνάγκασεν αυτόν νά εγκαταλείπη εκών άκων τήν Πελοπόννησον.
Εν δέ Ναυπλίω μετά τόν τού τουρκικού στόλου εμπρησμόν, ήτοι κατά τά μέσα Οκτωβρίου, οι Ναύαρχοι διεκοίνωσαν εις τήν Βουλήν, ότι άν η ελληνική κυβέρνησις δέν καταπαύση τήν κατά θάλασσαν πειρατείαν, ήν καί τό θαλάσσιον δικαστήριον ως νόμιμον λείαν κατά τύπον σοφιστικώς δικαιολογεί, θέλουν λάβει εκείνοι μέτρα νά τήν καταπαύσωσι, μή συγχωρούντες τού λοιπού ουδέ ποσώς τήν καταγωγήν ή πλοίων κίνησιν, καί ουδένα αποκλεισμόν άλλον αναγνωρίζοντες, ειμή τόν από Βώλου έως Ναυπάκτου καί τών νήσων Σαλαμίνος, Αιγίνης, Ύδρας καί Σπετσών, ουδέ θέλουσιν ανεχθή νά φέρωσι επανάστασιν εις τήν Αλβανίαν ή τήν Χίον.»
Ιστορικά τής ελληνικής παλιγγενεσίας υπό Μιχαήλ Οικονόμου
Στίς αρχές Σεπτεμβρίου 1828, συγκεντρώθηκαν στόν Μύτικα ελληνικά πολεμικά γιά νά ξεκινήσουν τήν επιχείρηση
κατάληψης τού Αμβρακικού κόλπου καί τήν αποκοπή τής επικοινωνίας τών Τούρκων τής Πρέβεζας μέ τόν
Κραβασαρά (Αμφιλοχία). Ο αρχηγός τού στόλου Πασάνο κανονιοβόλησε από τήν "Καρτερία" τά παράκτια
πυροβολεία γιά νά καλύψει τήν είσοδο στόν κόλπο μικρότερων πλοιαρίων, τά οποία κατάφεραν τελικά νά μπούν
στόν Αμβρακικό καί νά κυριεύσουν όσα εχθρικά πλοία βρήκαν αγκυροβολημένα.
Οι επιτιθέμενοι είχαν αρκετές απώλειες στήν παράτολμη αυτή επιχείρηση καί ανάμεσα στούς νεκρούς ήταν
ο πλοίαρχος Ανδρέας Κωφός, ενώ τραυματίστηκε σοβαρά ο Ανδρέας Τενεκές. Οι Έλληνες μέ
τήν νίκη τους αυτή ισχυροποίησαν τήν διαπραγματευτική τους θέση σέ σχέση μέ τά βόρεια σύνορά τους καί
έμενε τελικά νά διώξουν τούς Τούρκους από τίς τρείς μεγάλες πόλεις τού Μεσολογγίου,
τής Ναυπάκτου καί τών Πατρών γιά νά θεωρηθεί η επανάσταση ότι έβαινε στό τέλος της.
Τήν ίδια περίοδο ο Κίτσος Τζαβέλας μέ τόν αδελφό του Νικόλαο επιβιβάστηκαν στό Λουτράκι σέ πλοιάρια καί
κατευθύνθηκαν στή Σεργούλα Φωκίδος απέναντι από τό νησάκι Τριζόνια.
Στόχος τής αποστολής ήταν νά απομονώσουν τό
φρούριο τής Ναυπάκτου καί νά τού αποκόψουν τήν τροφοδοσία.
Ο Σουλιώτης στρατηγός κατέλαβε τό Βελούχοβο (Κάλλιο) καί τή Γρανίτσα (Διακόπιο) καί έστειλε προκηρύξεις
στούς προσκυνημένους κατοίκους νά ξεσηκωθούν γιά νά διώξουν τούς Τούρκους. Αμέσως παρουσιάστηκε
ο Βασίλειος Μαστραπάς μέ 100 άνδρες καί ο Κομνάς Τράκας μέ άλλους τόσους καί όλοι μαζί κινήθηκαν καί κατέλαβαν
τήν Αρτοτίνα. Οι Τούρκοι τής Ναυπάκτου ανησύχησαν καί μέ επικεφαλής τόν Αχμέτ Πρεβίστα οχύρωσαν
τό ορεινό χωριό Λομποτινά (’νω Χώρα Ναυπακτίας), αφού φυλάκισαν όλους τούς
δημογέροντες τής περιοχής.
Ο Κίτσος Τζαβέλας μέ τούς Χρίστο Φωτομάρα,
Πανομάρα καί τόν Κραβαριώτη Γιάννη Φαρμάκη κατέλαβαν τό
μοναστήρι τού Αγίου Δημητρίου καί ξεκίνησαν τήν πολιορκία τών Τουρκαλβανών πού είχαν οχυρωθεί στή Λομποτινά.
Η πολιορκία συνεχίστηκε καθόλη τή διάρκεια τού Σεπτεμβρίου καί οι Έλληνες σημείωσαν καί άλλες νίκες στά χωριά
Μυρμηγκάρι, Καστέλι καί Γραμμένη Οξυά. Οι Τούρκοι όμως συνέχιζαν νά στέλνουν ενισχύσεις
από τά Σάλωνα καί τήν Υπάτη γιά νά βοηθήσουν τούς αποκλεισμένους ομοθρήσκους τους στή Λομποτινά.
Ο Τζαβέλας ζήτησε καί έλαβε από τόν Καποδίστρια νέες ενισχύσεις γιά νά σταθεροποιήσει τή θέση του στήν ορεινή
Ναυπακτία ή Κράβαρα όπως λεγόταν τότε η περιοχή. Η πολιορκία έγινε πιό ασφυκτική καί οι Τούρκοι αποφάσισαν
νά αντεπιτεθούν στήν Τέρνοβα (Δενδροχώρι), όπου είχε οχυρωθεί ο Ιωάννης Στράτος μέ τόν Ιωάννη Μπαϊρακτάρη
καί τούς άνδρες τους. Η μάχη εξελίχθηκε σέ σύγκρουση σώμα μέ σώμα μέ τή χρήση σπαθιών
καί από τίς δύο πλευρές. Όταν οι Τούρκοι άκουσαν
τουφεκιές στίς πλαγιές τών βουνών, κατάλαβαν ότι έρχονται τά σώματα τού Γιαννάκη Τζαβέλα καί τού
Γιαννούση Πανομάρα καί τράπηκαν σέ άτακτη φυγή χαρίζοντας στούς Έλληνες μία
ακόμα μεγάλη νίκη. Οι Τούρκοι είχαν απώλειες 120 νεκρούς καί οι Έλληνες μόνο 8 τραυματίες.
Η μάχη τής Τέρνοβας έκρινε καί τήν τύχη τής Λομποτινάς. Οι κλεισμένοι Τούρκοι, απογοητευμένοι από τήν
αδυναμία τού Κιουταχή νά τούς στείλει ενισχύσεις, αποφάσισαν έξοδο. Στίς 22 Οκτωβρίου 1828 μέσα σέ πυκνή ομίχλη
καί δυνατή βροχή
εγκατέλειψαν τό χωριό καί κατευθύνθηκαν στό μοναστήρι τής Βαρνάκοβας. Η κίνησή τους όμως έγινε αντιληπτή από
τά ελληνικά στρατόπεδα καί οι Έλληνες χρησιμοποιώντας μόνο τά σπαθιά τους, αφού τά τουφέκια από τήν υγρασία ήταν
άχρηστα, τούς κατέσφαξαν αφήνοντας στόν τόπο 800 νεκρούς καί συλλαμβάνοντας 150 αιχμαλώτους. Οι απώλειες
τών Ελλήνων ήταν μόλις ένας νεκρός. Έπειτα από τή μεγάλη νίκη στή Λομποτινά οι
επαρχίες Λιδωρικίου, Μαλανδρίνου, Κραβάρων καί Σαλώνων ξεκαθάρισαν τελείως από τήν τουρκική παρουσία.
Η ελευθερία χαμογελούσε στήν πολυβανισμένη Ρούμελη καί ήταν ο γιός τού
Φώτου Τζαβέλα καί εγγονός τού Λάμπρου Τζαβέλα αυτός πού θά τήν καθάριζε από τίς
τελευταίες ισλαμικές ορδές πού είχαν
εγκατασταθεί στά χώματά της από τόν 15ο αιώνα.
«Ο Κίτσος Τζαβέλας, πιάνοντας τά χωριά Βελούχοβο, Γρανίτσα καί Αρτοτίνα, μπόρεσε καί απόκλεισε 800 Αλβανούς στό χωριό Λαμποτίνα. Αρματολοί πού είχαν προσκυνήσει, όπως ο Βασίλης Μαστραπάς, ο Κομνάς Τράκας καί ο Γιάννης Φαρμάκης, πήραν τά όπλα καί μπήκαν ξανά στόν Αγώνα, στό πλευρό τού Κίτσου Τζαβέλα, πού η δύναμή του είχε φθάσει στούς 1800 άνδρες. Κάλεσε τότε τούς Αλβανούς νά παραδοθούν. Η γραφή πού τούς έστειλε ήταν στήν ελληνική καί γι' αυτό ο αρχηγός τών Αλβανών, ο ντερβέναγας τών Κραβάρων Αχμέτ Νεπρεβίστανης τού έστειλε τήν ακόλουθη αποκριτική επιστολή:
"Αγαπητέ μου Κϊτσο Τζαβέλα. Τό γράμμα σου έλαβα, τά γραφόμενά σου καλώς εκατάλαβα. Τζαβέλα ήξευρε ότι από τόν καιρόν όπου έβαλα τό ντουφέκι εις τόν ώμον στοχάζομαι τόν εαυτό μου τώ όντι διά βασιλέα καί τά ιδικά σου τά ελληνοκορφομπλίσματα νά τά ειπής εκεί οπού περνάνε, ειδέ εις εμένα μένουν άκαιρα, ορφανέ! Ότι άν θέλης νά δείξης τό ελληνικό σου έρχεσαι εδώ καί τότε θέλεις καταλάβει, δυστυχισμένε, εκείνους όπου τρώγουν τά ψημένα κάστανα. Ορέ Κίτσο Τζαβέλα, τό νά μού λέγης ότι η Υψηλή σου Πόρτα τής Ρωσίας πολεμά τά κάστρα τής Πόλεως καί τόν βασιλέα μας τόν έχουν κλεισμένο εις Ουτζκαλεσή, τό γνωρίζεις, καϊμένε, ότι μ' αυτά σάς γελούν οι Φράγκοι, καί σάς στέλνουν εδώ, διά νά σάς σκοτώνωμεν σάν τά σκυλιά, καί έχομεν ελπίδα εις τόν Θεόν, όπου ο πολυχρονεμένος βασιλέας μας τήν Υψηλήν Πόρταν τής Ρωσίας θέλει τή χαμηλώσει.
Λέγεις ότι ο τόπος είναι ελληνικός. Ήξευρε ότι εγώ όπου έχυσα τόσον αίμα ως καθώς λέγεις, άλλον τόσον θέλεις χύσει καί εσύ, καί τότε θά φάς Κράβαρα καί Λοιδορίκι. Πλήν μή στέλνεις καί μαζώνεις καρβουναραίους, ότι αυτοί διά κάρβουνα ηξεύρουν καί όχι διά ντουφέκι, πολλά λόγια δέν σού λέω. Σύρε εκεί όπου ήλθες, ορφανέ! Ότι σάς λυπούμαι όπου εμείνατε τρείς Σουλιώτες καί θά χαθήτε όλοι. Καί διά τόπον ελληνικόν όπου τόν λέγεις εδώ, τόπος είμαι εγώ καί νησαλά (άν θέλει ο Αλλάχ), θέλεις μέ γνωρίσεις ογλίγωρα. Μωρέ, Κίτζο, εγώ σέ ηξεύρω Αρβανίτην ωσάν εμένα, εσύ πού στό διάβολον τά έμαθες αυτά τά ελληνικά καί εγώ δέν τά ηξεύρω;"
Δέν πέρασε όμως ένας μήνας καί ο Κίτσος Τζαβέλας έδειξε τό "ελληνικό" του στόν επηρμένο Αλβανό, πού κατάλαβε ποιός τελικά τρώει τά "ψημένα κάστανα"! Στίς 22 Οκτωβρίου 1827, οι πολιορκημένοι Αλβανοί έκαναν προσπάθεια νά σπάσουν τόν ελληνικό κλοιό. Απέτυχαν παταγωδώς. Από τούς 800, μόνο 150 σώθηκαν στό φρούριο τής Ναυπάκτου. Οι άλλοι σκοτώθηκαν καί μόνο 80 αιχμαλωτίστηκαν. Ανάμεσά τους καί ο Αχμέτ Νεπρεβίστανης. Ο Κίτσος διέταξε νά τούς σφραγίσουν μέ πυρωμένο σίδερο πού είχε τήν παράσταση τού αναγεννώμενου Φοίνικα.»
Σαράντος Καργάκος Αλβανοί, Αρβανίτες, Έλληνες
Οι τρείς Μεγάλες Δυνάμεις Ρωσία, Γαλλία, Αγγλία αποφάσισαν νά στείλουν εκστρατευτικό σώμα 15000 ανδρών γιά νά
αναγκάσει τά αιγυπτιακά στρατεύματα νά εγκαταλείψουν τήν Πελοπόννησο. Τό σώμα τό αποτελούσαν
αποκλειστικά Γάλλοι στρατιώτες, οι οποίοι υπό τήν αρχηγία τού Μαιζώνος (Nicolas Joseph Maison)
αποβιβάστηκαν στά μεσσηνιακά κάστρα στό τέλος Αυγούστου 1828.
Η άφιξη τών γαλλικών στρατευμάτων δέν άφησε άλλη επιλογή στόν Ιμπραήμ από τήν οριστική αποχώρηση από τό
έδαφος τής Πελοποννήσου.
Ο αιμοβόρος μουσουλμάνος εγκατέλειψε τόν Μοριά στίς 4 Οκτωβρίου 1828 αφού
είχε εξολοθρεύσει μέ σφαγές, μέ πείνα ή μέ αιχμαλωσία
εκατοντάδες χιλιάδες Χριστιανούς, ενώ καί ο ίδιος έχασε πάνω από 50000 στρατιώτες
στά τρία χρόνια παρουσίας του στήν Ελλάδα.
Οι τουρκικές φρουρές τής Μεθώνης, τού Νεοκάστρου καί τής Κορώνης παρέδωσαν
αμαχητί τά κάστρα καί αποχώρησαν, δίνοντας τέλος στήν ξένη κατοχή τής Μεσσηνίας, η οποία κράτησε περίπου 800
χρόνια, από τήν εποχή δηλαδή τής φραγκοκρατίας.
Ακολούθησε τό κάστρο τής Πάτρας, τό οποίο παραδόθηκε επίσης αμαχητί στίς 9 Οκτωβρίου 1828
καί μόνο στό κάστρο τού Ρίου
οι Τούρκοι προέβαλαν αντίσταση γιά ένδεκα ημέρες, γιά νά παραδοθούν επίσης στή συνέχεια άνευ όρων.
Ομοίως τερματίστηκε μία ξένη κατοχή στήν Αχαΐα, η οποία κράτησε επίσης 800 χρόνια. Όταν η μνήμη δέν
σβήνει δέν χάνονται οι πατρίδες ακόμα καί άν περάσουν οκτώ αιώνες.
Χαμένες πατρίδες ονομάζονται όσες πατρίδες περνούν στή λήθη μέ τό πέρασμα τού χρόνου. Οι Έλληνες πού
ξεκίνησαν τήν επανάσταση άν καί ήταν αγράμματοι γνώριζαν ότι όλα αυτά τά εδάφη ανήκαν στούς προγόνους τους
καί όφειλαν νά τά επανακτήσουν. Η σύγχρονη νοοτροπία τής τηλεόρασης, τών κομμάτων
καί τών σχολικών βιβλίων επιβάλλει
απώλεια εθνικής μνήμης καί απώλεια πατρίδων. Στούς προσκυνημένους τού σήμερα, πού χαρίζουν
τά κλεμμένα εδάφη μας στόν Τούρκο κατακτητή νά πώς απαντά ο
Γέρος τού Μοριά:
«Εκεί ήλθε η ομιλία καί ο Ρώσσος πρέσβυς μάς λέει ότι τού σουλτάνου πόσον θά τού παραξενοφαίνεται νά βλέπη τήν σημαίαν τήν ελληνικήν νά περνάη από εμπρός από τά μάτια του! Εγώ τού λέγω: "Εξοχώτατε λέγετε πώς θά υποφέρει ο σουλτάνος νά βλέπη τήν σημαίαν μας νά περνάη από έμπροσθά του, καί ότι τού κακοφαίνεται. Καί δέν μάς κακοφαίνεται καί εμάς οπού τούς υποφέραμεν τόσον καιρόν εις τήν γήν τών προγόνων μας καί κάθονταν εις τά πατρικά μας σπήτια;" Τήν άλλην ημέραν ο κυβερνήτης (Καποδίστριας) μού λέει: Θεοδωράκη καλά αποκρίθηκες.
Από τήν τυραννίαν τών Τούρκων καί από τήν δοξομανίαν αρχήνησαν οι Έλληνες καί εγένεντο Τούρκοι καί ως ετούρκιζαν εκείνοι, ελέγετο καί ο τόπος τους τούρκικος. Καί οι Έλληνες από τά βαρύτατα δοσίματα τών Τούρκων τούς υποχρέωναν καί έπαιρναν τόν τόπον τους καί τούς άφηκαν σκλάβους. Τούς πήραν όλον τόν τόπον μέ δυναστείαν. Ευρίσκετο ένας τρίτος τόπος ελληνικός, τά βουνά. Ο κάμπος έγεινε τούρκικος. Οι Έλληνες όταν ετούρκιζαν είχαν τήν ησυχίαν τους καί όσοι έμεναν Χριστιανοί πάντα τούς αδικούσαν, καί άν ήτον κανένα έθνος άλλο, ήθελε τουρκίσουν όλοι.
Οι Έλληνες δέν ορκώθηκαν ποτέ νά γνωρίσουν βασιλέα τόν σουλτάνο, ούτε επροσκύνησαν όλοι, διότι είχαν τήν Σπάρτη απάνω εις τήν Πελοπόννησο, καί δέν τά έδωκε ποτέ τά άρματά της, καί τότενες είχαν καταφύγιον καί οι Έλληνες, λεγόμενοι κλέφταις, καί ετρώγονταν μέ τούς Τούρκους.»
Διήγησις Συμβάντων τής Ελληνικής Φυλής, Θεόδωρος Κολοκοτρώνης
Ο Καποδίστριας αποφάσισε νά επεκτείνει τίς στρατιωτικές επιχειρήσεις γιά νά επιταχύνει τό τέλος τού πολέμου,
μέ όσο τό δυνατόν μεγαλύτερα εδαφικά κέρδη. Έδωσε εντολή στόν Σαχτούρη νά αποκλείσει τόν
Ελλήσποντο, νά συλλαμβάνει όσα τουρκικά πλοία μετέφεραν τρόφιμα καί νά τά μεταφέρει στήν
Αίγινα γιά νά ανακουφιστούν οι πληθυσμοί πού μαστίζονταν από τήν πείνα καί τίς ασθένειες. Στόν Δημήτριο
Υψηλάντη ανέθεσε τήν αποστολή τής εκδίωξης τών Τούρκων από τή Στερεά Ελλάδα, μία αποστολή πού είχε
ξεκινήσει μέ μεγάλη επιτυχία ο Κίτσος Τζαβέλας.
Στίς 24 Οκτωβρίου 1828, ο πρίγκηπας αναχώρησε από τό στρατόπεδο τών Μεγάρων μέ τούς Γεώργιο Δυοβουνιώτη,
Βάσο Μαυροβουνιώτη, Διονύσιο Ευμορφόπουλο καί Νικόλαο Στράτο καί μετά απο μία γρήγορη πορεία μέσα
από τά στενά τής Κάζας καί τής Κανδύλας έφθασε στό Καπαρέλλι όπου διανυκτέρευσε.
Τήν επομένη συνέχισε τήν πορεία του μέσα σέ πυκνή βροχή γιά νά φθάσει στά χωριά Δόμβραινα καί Χώσια (Πρόδρομος),
τά οποία κατέλαβε χωρίς μάχη, αφού οι τουρκικές φρουρές τράπηκαν σέ φυγή καί έτρεξαν νά κλειστούν στή μονή Δομπού.
Ο Υψηλάντης ανέθεσε στόν Ευμορφόπουλο τήν κατάληψη τής μονής καί συνέχισε τήν πορεία του στό
Στεβενίκο (Αγία Τριάδα). Η αλβανική φρουρά αντιστάθηκε μέ τή βοήθεια λίγων προσκυνημένων Ελλήνων, αλλά
η ορμή τού ιππικού τού Δυοβουνιώτη ήταν τέτοια πού τήν εξολόθρευσε μέχρι ενός, ενώ οι προσκυνημένοι έθεσαν
τούς εαυτούς τους υπό τάς διαταγάς τού Υψηλάντη.
Στίς 31 Οκτωβρίου 1828 απελευθερώθηκε η Αράχωβα χωρίς μάχη αφού ο Κομνάς Τράκας έπεισε τούς Αλβανούς
πού αποτελούσαν τήν φρουρά της νά εγκαταλείψουν τό χωριό καί νά επιστρέψουν στήν πατρίδα τους.
Ακολούθησε τό Δίστομο, τό Ζεμενό, τό μοναστήρι τού Οσίου Λουκά καί τέλος η πολύπαθη Λιβαδειά, η πόλη πού πρώτη
είχε ελευθερώσει ο αοίδιμος Διάκος. Όταν μπήκε στή Λιβαδειά ο Υψηλάντης, έγινε δεκτός από τόν μητροπολίτη καί
τούς αρχιερείς καί στή συνέχεια μέ τή συνοδεία λαού καί κλήρου κατευθύνθηκε στή μητρόπολη
όπου έγινε μεγάλη δοξολογία. Τό έτος πού άφηνε τήν τελευταία πνοή ο αδελφός του Αλέξανδρος ο
πρωτεργάτης τής επανάστασης, ο Δημήτριος χάριζε τήν ελευθερία στή Ρούμελη, ολοκληρώνοντάς την.
Η συμπεριφορά τού Υψηλάντη απέναντι στούς αιχμαλώτους ήταν άψογη καί έτσι οι αλβανικές φρουρές
συνθηκολογούσαν χωρίς δεύτερη σκέψη, αφού ήξεραν ότι θά αποχωρήσουν ασφαλείς από τίς πόλεις πού παρέδιδαν
στόν Φαναριώτη πρίγκηπα: "Βάνομεν αμανέτι εις τά χέρια τού πρίγκηπα τήν μπέσαν μας καί τόν όρκον εις τήν
θρησκείαν μας, ούτε άρματα νά πιάσωμεν πλέον εναντίον τών Ελλήνων εις όποιον μέρος καί άν τύχουν, ούτε
κανένα ραγιάν νά πειράξωμεν."
«Ο Κιουταχής είχεν εντολάς εκ τής Κωνσταντινουπόλεως νά εξολοθρεύση τούς ισχυροτέρους εκ τών απειθών Αλβανών πρός παραδειγματισμόν όλων, ώστε νά παύση η Αλβανία νά προκαλεί ανωμαλίας εσωτερικάς καί μάλιστα εις καιρούς κατά τούς οποίους απητείτο η ενότης τής αυτοκρατορίας. Προσεκλήθησαν τότε εις τά Ιωάννινα ο Σιλιχτάρ Πόνας, ο Εσήμ μπεής, ο Αβδουλάχ μπέης καί Ισμαήλ μπέης. Οι κληθέντες υπωπτεύθησαν καί συνεκεντρώθησαν εις τό Βεράτιον, καί εκείθεν απέστειλαν πρός τόν Κιουταχήν τόν Ισμαήλ μπέην διά νά αντιληφθούν τάς προθέσεις του. Αλλά ο Ισμαήλ ανέμενεν εις τά Ιωάννινα δραματική τύχη. Ενώ ανήρχετο τήν κλίμακα τού σεραγιού τού πασσά εφονεύθη.
Εκ τούτου επηρεάσθησαν πολλοί Αλβανοί εις τάς φρουράς τής Ρούμελης, οι οποίοι πρό τής γενναιοφροσύνης τού Δημητρίου Υψηλάντη απέναντι εκείνων πού παρεδίδοντο καί τής πιστής τηρήσεως τών συνθηκών, έρρεπον πλέον σχεδόν όλοι πρός τήν παράδοσιν εις τούς Έλληνας, διά νά αποχωρήσουν ασφαλείς εις τήν πατρίδα των.
Πρώτοι έφυγαν οι κατέχοντες τό Δίστομον καί τό Ζεμενόν καί τήν μονήν τού Οσίου Λουκά, όπου άφησαν εις τούς Έλληνας δύο κανόνια καί πολεμοφόδια. Ακολούθως απεχώρησαν αι φρουραί καί τά τουρκικά σώματα τής Λειβαδιάς, τών παραλίων τών Σαλώνων, τής Σκριπούς (Ορχομενός Βοιωτίας), τής επαρχίας Ταλαντίου, τής Βουδουνίτσης καί τού Τουρκοχωρίου. Εδέησε δέ νά αποδιωχθούν διά τών όπλων οι κατέχοντες τήν Τοπόλιαν. Μετά τούτο ελληνικόν σώμα επήλθεν εναντίον τών Τουρκαλβανών τών κατεχόντων τάς πρός τήν Κακήν Σκάλαν αποκρήμνους καί διά τούτο ισχυροτάτας θέσεις, όπως καί τήν ’μπλιανην. Οι εις τήν Κακήν Σκάλαν Τούρκοι εκλείσθησαν εις τήν οχυρωτέραν εκ τών θέσεων τήν Κορακόβρυσην, καί κατά τούτων επετέθησαν οι Έλληνες διά παρατόλμου εφόδου, κατά τήν 9ην Νοεμβρίου 1828, καί κατόρθωσαν νά τούς αποδιώξουν, αφού εφόνευσαν περί τούς 40 καί συνέλαβαν αρκετούς, μεταξύ τών οποίων καί τόν αρχηγόν των Ορχάν Κιαφαξίσην.
Οι εις τήν ’μπλιανην Τούρκοι ηναγκάσθησαν νά εγκαταλείψουν τήν θέσιν των διά συνθήκης καί νά καταφύγουν εις τά Σάλωνα. Αλλά καί ο φρούραρχος τών Σαλώνων Μεχμέτ Δεβόλης, πολιορκηθείς καί απελπισμένος εξ όσων έβλεπε καί μή αναμένων βοήθειαν από πουθενά, απήλθε κατά τήν 17ην Νοεμβρίου 1828 πρός τήν Αλβανίαν μετά τής φρουράς του κατόπιν συνθήκης αναλόγου πρός τάς γενομένας ήδη εις άλλα μέρη. Μετά τούτο έφυγαν οι Τούρκοι καί εκ τών υπολοίπων θέσεων μέχρι τού Ζητουνίου καί τέλος κατά τήν 23ην τού ιδίου μηνός καί οι κατέχοντες τό Καρπενήσι. Δέν είχαν απομείνει εις τάς χείρας τών Τούρκων παρά μόνον αι Θήβαι καί η Αττική.»
Διονύσιος Κόκκινος, Ελληνική Επανάστασις
Ο Δημήτριος Υψηλάντης συνέχισε τήν εκστρατεία
του πολιορκώντας μέ επιτυχία τά Σάλωνα (’μφισσα) καί εξαναγκάζοντας τόν Αλβανό
φρούραρχο Μεχμέτ Δεβόλη νά παραδοθεί καί νά αναχωρήσει γιά τήν Αλβανία. Ταυτόχρονα ο Γεώργιος Δυοβουνιώτης
κατέλαβε τό χωριό Τοπόλια (Κάστρο Βοιωτίας) καί στή συνέχεια επιτέθηκε στήν ’μπλιανη πού δέσποζε στόν
δρόμο Λαμίας - ’μφισσας. Στό μεταξύ οι Κίτσος Τζαβέλας, Μαστραπάς, Δημήτριος Μακρής, Δεντζέλ (Louis Dentzel) καί Ιωάννης
Στράτος κινήθηκαν βορειότερα από τά Κράβαρα καί
έφθασαν μέχρι τό Καρπενήσι καί τό Πατρατζίκι (Υπάτη), όπου ξεκίνησαν τήν πολιορκία τους.
Οι ενισχύσεις πού έστειλε ο Κιουταχής μέ αρχηγό τόν Καρυοφίλμπεη, μέ σκοπό νά διώξουν τά στρατεύματα τού
Τζαβέλα, είχαν σοβαρές απώλειες από τόν Γιαννάκη Ράγκο αλλά κατάφεραν νά
μπούν στό Καρπενήσι. Μετά από μία σκληρή μάχη
πού έγινε στό Μαυρίλο, στήν οποία οι αρχηγοί Πανομάρας, Γιολδάσης, Στράτος καί Φαρμάκης
προσπάθησαν νά σταματήσουν τίς νέες ενισχύσεις πού κατέφθαναν από τό Ζητούνι, οι Τούρκοι τού Καρπενησίου
έφυγαν καί τράπηκαν πρός τή Ρεντίνα τών Αγράφων. Στίς 23 Νοεμβρίου 1828 τό Καρπενήσι ήταν πάλι ελεύθερο.
"Οι εν Καρπενησίω εχθροί αυθημερόν εις μίαν ώραν πρίν φέξει, έως 500 υπήγαν εις τήν Αγίαν Τριάδα,
τήν οποίαν καί έκαυσαν. Αι εμπροσθοφυλακαί τών στρατοπεδευμένων εις τό χωρίον Μεζίλον,
εννοήσασαι τούς εχθρούς επυροβόλησαν αυτούς καί αντεπυροβολήθησαν οι δ' εν Μεζίλω
ακούοντες τόν πόλεμον έτρεξαν καί συνεπλάκησαν εις μάχην. Ο Α' εκατόνταρχος μέ τούς περί αυτόν έτρεξαν
εις βοήθειαν καί μετά τριών ωρών μάχην ετράπησαν οι εχθροί εις φυγήν καί οι Έλληνες τούς εδίωξαν
αρκετόν διάστημα καί εφόνευσαν οκτώ, συνέλαβαν δέ καί δύο ζώντας.
Οι εν Καρπενησίω εχθροί περί τούς 4500 τήν 23, δύο ώρας πρίν εξημερώσει έφυγαν καί διηυθύνθησαν εις ’γραφα
από τό μέρος τών Καγκελίων. Αι προσθοφυλακαί τών ημετέρων τούς εδίωξαν. Τήν επαύριον τό
στρατόπεδον διηυθύνθη εις Νεόπατραν (Υπάτη)."
------------------ Youtube channel -------------- Books and movies -------------- www.agiasofia.com -----------------