ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΧΟΛΙΚΟ ΔΙΚΤΥΟ
"Ξ Ε Ν Ι Ο Σ  Κ Ρ Η Σ"
Η ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ ΤΟΥ ΔΑΣΚΑΛΟΥ ΜΑΝΩΛΗ ΧΕΤΖΟΓΙΑΝΝΑΚΗ
Αρχική σελίδα
Εισαγωγή
Ο ΤΟΠΟΣ ΜΟΥ
Κρήτη
Ηράκλειο. Ο τόπος που ζω
Το Ηράκλειο του χθες
Ο Άγιος Καπετάνιος
Παιδαγωγική Ακαδημία
Κνωσός
Ανδριάντες και αγάλματα στο σύγχρονο Ηράκλειο
Ξενιάκος.Ο τόπος που γεννήθηκα
Εκκλησίες του χωριού μου
Έργανος
Το φαράγγι
Τοπωνύμια
Δίχταμος
ΤΟΠΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Μινωική Κρήτη
Η Μινωίτισσα
Ρωμαϊκή εποχή
Γόρτυνα
Α΄ Βυζαντινή περίοδος
Αραβοκρατία
Β΄ Βυζαντινή περίοδος
Ενετοκρατία
Τουρκοκρατία
1821-1898
Σύμβαση της Χαλέπας - Κρητική Πολιτεία (1877-1913)
Μικρασιατικός πόλεμος
ΝΕΕΣ ΚΛΑΖΟΜΕΝΕΣ- ΑΤΣΑΛΕΝΙΟ
Β΄ παγκόσμιος πόλεμος
Η Μάχη της Κρήτης
Κατοχή
Εθνική Αντίσταση
ΓΛΩΣΣΑ
Κρητική διάλεκτος
Λεξικό ντοπιολαλιάς
Ο Ερωτόκριτος
Ερωτόκριτος (συνέχεια)
Ερωτόκριτος(συνέχεια β)
Ερωτόκριτος (συνέχεια γ΄)
Αλφαβητάρια
ΠΑΡΑΔΟΣΗ
Χριστούγεννα
Πρωτοχρονιά
Απόκριες
Έθιμα του Πάσχα
Χοροί
Μουσικά όργανα και οργανοπαίχτες
Λύρα
Βιολί
Λαούτο
Μαντολίνο
Χαμπιόλι
Σφυροχάμπιολο
ασκομαντούρα
Νανουρίσματα
Παλιά ποιήματα και τραγούδια
Κλήδονας
Μέτρα και σταθμά
Χαιρετισμοί-βλαστήμιες -ύβρεις
Φταρμός
Βεγγέρες
Η κρητική φορεσιά
Το κρητικό μαχαίρι
Παιχνίδια
Επαγγέλματα που χάθηκαν
ΕΡΓΑΣΙΕΣ
Διηγήματα
Ποιητικά φτερουγίσματα
Έμμετροι αποχαιρετισμοί
Θρησκευτικά ποιήματα
Παραμύθια
Θεατρικά-Λόγιος
Δημήτρης Λόγιος Α΄
Δημήτρης Λόγιος Β΄
Δημήτρης Λόγιος Γ΄
Δημήτρης Λόγιος Δ΄
Ο ΤΖΑΦΕΡ ΑΓΑΣ
Φυσικά
ΕΚΔΡΟΜΕΣ
Τοπία ιδιαίτερου φυσικού κάλλους
Κι άλλοι όμορφοι τόποι
Σπήλαια
Μοναστήρια αντρικά
Γυναικείες Μονές
Εγκαλειμμένα μοναστήρια και μετόχια Ιερών Μονών
Νέες Ιερές Μονές και Ησυχαστήρια
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ
Διάφορες
Λουλούδια
ΑΡΩΜΑΤΙΚΑ ΦΥΤΑ ΚΑΙ ΒΟΤΑΝΑ
Η ΠΑΝΙΔΑ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ
Θηλαστικά
Άγρια πουλιά
Απειλούμενα είδη
ΥΜΝΟΣ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ
ΓΡΙΦΟΣ ΑΙΝΣΤΑΪΝ
ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΞΕΝΙΑΚΟΥ
ΟΜΙΛΙΕΣ
 

ΤΑ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΤΕΡΑ ΑΓΡΙΑ ΠΟΥΛΙΑ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ

Ο γύπας ή όρνιο

Περνάει το μεγαλύτερο μέρος της μέρας γυρωπετώντας, χάρις τα θερμά ανοδικά ρεύματα και παρακολουθώντας άλλους γύπες ή άλλα πουλιά, όπως τα κοράκια ψάχνοντας για ψοφίμια. Φωλιάζει σε αποικίες σε κάθετους γκρεμούς και βράχους. Εξαρτάται σχεδόν απόλυτα από την ορεινή κτηνοτροφία και καθαρίζει τα βουνά από εστίες μόλυνσης (ψοφίμια κ.λπ.).

 

το γεράκι

Αρπακτικό πουλί μεσαίου μεγέθους. Οι χρωματισμοί του ποικίλουν από άτομο σε άτομο. Περνάει τις περισσότερες ώρες της μέρας καθισμένο σε κλαδιά ή σε στύλους ψάχνοντας για την λεία μου. Φωλιάζει σε δέντρα, σε δάση με ξέφωτα. Το χειμώνα βέβαια συχνάζει σε πιο ανοιχτά μέρη.


 ο μπούφος

Το μεγαλύτερο νυχτόβιο ευρωπαϊκό πουλί. Ζει στα πυκνά δάση και στα φαράγγια. Μπορεί να πιάσει θηλαστικά μέχρι το μέγεθος του άρκαλου και πουλιά μέχρι το μέγεθος της κότας. Φωλιάζει σε τρύπες βράχων και κουφάλες δέντρων. Κυνηγά το σούρουπο και την αυγή.

η ζάρα

Έχει ανοικτό καφέ χρώμα. Είναι νυχτόβιο αρπακτικό πουλί. Κυνηγά και τρώει μικρά τρωκτικά κυρίως ποντικούς. Η φωνή του είναι μια μακρόσυρτη πνιχτή στριγκλιά. Πετάει ανάλαφρα κι επιδέξια. Φωλιάζει σε αποθήκες και σε παλιά ερειπωμένα κτίρια.

 

Μια ζάρα κλαίει κάθ’ αργά απάνω στο κελί μου,

φαίνεται εκοντοσίμωσε το τέλος τση ζωής μου

 η κουκουβάγια ή σκλόπα

Από την αρχαιότητα έως σήμερα είναι το σύμβολο της σοφίας και της φρόνησης. Βλέπε Θεά Αθηνά... Είναι νυχτόβιο αρπακτικό πουλί, πολύ χρήσιμο για τον άνθρωπο γιατί κυνηγάει τα ποντίκια. Μοιάζει με την ζάρα και τον Μπούφο. Είναι όμως μικρότερη και εξυπνότερη από αυτούς.

η κουρούνα

Corvus cornix -Bray Head, County Wicklow, Ireland-8.jpg

Η κουρούνα είναι από τα πιο πονηρά κορακοειδή που υπάρχουν στην χώρα μας. Κλέφτης αυγών και νεοσσών αλλά και καθαριστής των δρόμων από σκοτωμένα ζώα.
Μπορεί να θεωρηθεί φυσικός ρυθμιστής του πληθυσμού των πουλιών ως ένα βαθμό, ωστόσο όταν ο πληθυσμός της αυξηθεί ανεξέλεγκτα οι ζημιές που μπορεί να προκαλέσει είναι μεγάλες. Η κουρούνα εντοπίζει τις φωλιές των άλλων πουλιών τις οποίες καταγράφει στη μνήμη της και τις επισκέπτεται σε τακτικά διαστήματα για να αρπάξει αυγά ή νεοσσούς.
Επίσης τρέφεται και με καρπούς (καρύδια κλπ.) τους οποίους ρίχνει σε σκληρό έδαφος από μεγάλο ύψος. Έχει παρατηρηθεί ότι ορισμένες φορές δρουν ομαδικά στο χώρο που τρέφονται, βάζοντας σκοπούς οι οποίοι ειδοποιούν την ομάδα σε περίπτωση κίνδυνου ή διώχνοντας τους γονείς από τις φωλιές τους επιτρέποντας στην υπόλοιπη ομάδα να τις λεηλατήσει. Στην Κρήτη λέγεται και απλά κοράκι. Παλιότερα τα δασαρχεία επικήρυσσαν τις κουρούνες και άμειβαν τους κυνηγούς που τις χτυπούσαν.

ο κόρακας ή μαυροκόρακας



Είναι πιο σπάνιο από την κουρούνα. Συνήθως βρίσκεται στα βουνά όπου δεν υπάρχει ανθρώπινη ενόχληση. Είναι το μεγαλύτερο στρουθιόμορφο. Πετάει δυναμικά και σε ευθεία γραμμή. Συχνά όμως κάνει και ακροβατικά στον αέρα, ιδίως την άνοιξη. Φωλιάζει σε προεξοχές κάθετων γκρεμών και σε δέντρα, Τρώει τα πάντα ακόμα και ψοφίμια. Η φωνή του είναι ένα δυνατό και βαθύ "κροκ".

 η πέρδικα

 

  Πέρδικα... Η λεβεντοπερπατούσα Ρήγισσα των Ελληνικών βουνών ξεπηδά περήφανα μέσα από θρύλους και παραδόσεις, για να δηλώσει με το δικό της τρόπο τη διαχρονική παρουσία της σε μια χώρα που τη γέννησε, την αγάπησε και την τραγούδησε, ίσως όσο κανένα άλλο πουλί στον κόσμο. Ακουμπώντας τις φτερούγες της πάνω στην ποίηση, που της αφιέρωσε έμμετρους διθυράμβους, ατενίζει αγέρωχα τον κυνηγό, δείχνοντας καρτερικότητα και προκλητική ψυχραιμία για εκείνες τις μεταξύ τους αναμετρήσεις, που πολύ περισσότερο την ηρωοποιούν, παρά την υποβιβάζουν. Συνεχίζοντας να γοργοπερπατά μ' εκείνο τον ξεχωριστό της τρόπο στις κοφτές πλαγιές και τα γκρέμια των βουνών, περιπλανιέται ξανά και ξανά σ' ατέλειωτες περιπέτειες, αφήνοντας όλους εμάς να τη σκεφτόμαστε με τρόπο μυστηριακό, αποδεχόμενοι συγκαταβατικά τη δικαιολογημένη υπεροψία της..Η Μυθολογία τη θέλει όμορφη νύμφη, της οποίας τα θέλγητρα ενόχλησαν τη μητέρα των Θεών, Ήρα, που τη γκρέμισε από την Ακρόπολη. Η Παλλάδα Αθηνά όμως τη λυπήθηκε και τη μεταμόρφωσε σε πουλί, για να σωθεί. Αυτό το πουλί γέμισε από τότε τα ελληνικά βουνά, που αντιλαλούσαν από το κελάηδημα της. Οι αρχαίοι μας πρόγονοι είχαν ξεχωρίσει τα δύο συγγενικά είδη πέρδικας, κυρίως από το κελάηδημα, γεγονός που επιβεβαιώνει και ο Θεόφραστος, λέγοντας πως οι πέρδικες "εντεύθεν του κορυδαλλού κακαβίζουν (δηλαδή κακαρίζουν), ενώ οι άλλες τιτιβίζουν". Ο Αριστοτέλης το "κακάρισμα" το έλεγε "κακά-βισμα", υποστηρίζοντας πως οι πέρδικες παράλλασσαν τη φωνή τους.  

το γαρδέλι ή καρδερίνα 

Ένα από τα ομορφότερα ωδικά πουλιά της πατρίδας μας είναι η καρδερίνα carduelis carduelis. Η αρχαιοελληνική της ονομασία είναι ακανθυλλίς, λόγω της συνήθειάς της να τρέφεται με τους σπόρους των αγκαθιών (άκανθα). Άλλες ονομασίες που της έχουν δοθεί είναι τουρκοπούλα, από το κόκκινο χρώμα που έχει στο κεφάλι της και μοιάζει με τούρκικο φέσι. Την ονομάζουν ακόμα Γαρδέλι, Ζιγαδρέλι, Κοκκινοτσεμπερού, Πεντάμορφο, Στραγαλίνι, ενώ στην Κύπρο την λένε Σγαρτίλι.
Η καρδερίνα θεωρείται πανέμορφη λόγω του υπέροχου συνδυασμού χρωμάτων του πτερώματός της, είναι εξαιρετική μελωδός λόγω του μελωδικού και μαγευτικού κελαηδήματος της, αλλά θεωρείται και ιδιαίτερα ωφέλιμη στην γεωργία μιας και η τροφή της είναι οι σπόροι από αγκάθια και ζιζάνια, καθώς και βλαβερά έντομα.

Γίνεται εύκολα αναγνωρίσιμη από το κόκκινο πρόσωπο (μάσκα) και το μαυρόασπρο κεφάλι. Έχει ολόμαυρη φτερούγα με φαρδιά κίτρινη ρίγα, ακόμα και όταν κάθεται, λευκό ουροπύγιο, και μαύρη ουρά με λευκές κηλίδες. Το ράμφος είναι μακρύ και πολύ μυτερό σε λευκοκίτρινο χρώμα με μια μικρή μαύρη κηλίδα τον χειμώνα, ενώ με το έλευση της αναπαραγωγικής περιόδου ασπρίζει εντελώς όπως και τα πόδια που αποκτούν σάρκινο χρώμα. Τα δύο φύλα μοιάζουν αρκετά μεταξύ τους με μικρές αναγνωρίσιμες διαφορές. Το νεαρά πουλιά έχουν γκριζοκάστανο κεφάλι με αχνές ρίγες χωρίς το κόκκινο και το ασπρόμαυρο των ενηλίκων.
Συναντάται ευρύτατα σε θαμνώδεις εκτάσεις, δάση με χαμηλά δέντρα, πάρκα, οπωρώνες, ελαιώνες, κήπους και ιδιαίτερα όπου υπάρχουν γαιδουροάγκαθα. Το φθινόπωρο και το χειμώνα σχηματίζει σμήνη 40 περίπου πουλιών, ενώ την Άνοιξη, μόλις οι αμυγδαλιές βγάλουν φύλλα, αρχίζουν να προετοιμάζονται για το ζευγάρωμα.
Φυσικοί της εχθροί, εκτός από τον άνθρωπο που με διάφορους τρόπους προσπαθεί να την αιχμαλωτίσει για να απολαύσει το κελάηδημά της, είναι τα διάφορα αρπακτικά πουλιά, όπως η κουκουβάγια, τα ποντίκια αλλά και τα φίδια.
Για τον λόγο αυτό προτιμάει να χτίζει τη φωλιά της σε ψηλά, μοναχικά δέντρα για να έχει ευρύ οπτικό πεδίο και πάντα σε λεπτά εξωτερικά κλαδιά με πυκνή φυλλωσιά. Φτιάχνει την φωλιά της ανάμεσα σε διχάλες δέντρων με περισσή τέχνη χρησιμοποιώντας λεπτά κλαδάκια, φύλλα, ξερά λεπτά χόρτα και είναι η πιο γερή και περίτεχνη φωλιά από όλα τα πουλιά του είδους της. Γεννάει δυο φορές περίπου 4-6 λευκογάλαζα έως γαλαζοπράσινα αυγά την κάθε φορά, μια στο τέλος της άνοιξης και μια το καλοκαίρι, αφού πρώτα έχει μεγαλώσει τα μικρά της. Ποτέ δεν γεννάει στην ίδια φωλιά. Φτιάχνει πάντα καινούρια. Κλωσσάει για 14 μέρες τα αυγά και τους νεοσσούς τους φροντίζουν εξ ίσου και οι δυο γονείς. Όταν κινδυνεύσουν τα μικρά δεν τα εγκαταλείπει αν και είναι δειλό πουλί. Είναι πουλιά που έχουν αγάπη και αλληλεγγύη μεταξύ τους, σπάνια φιλονικούν και πάντα αλληλοβοηθιούνται.
Το προσδόκιμο ζωής τους στη φύση είναι 8 με 10 χρόνια. Είναι πουλιά πολύ ανθεκτικά στο κρύο αλλά πολύ ευαίσθητα σε ασθένειες όπως τα εντερικά. Έχει πέταγμα κυματοειδές και χορευτικό. Όταν κελαηδάει, χαρακτηριστικό είναι το ιδιαίτερο κούνημα του σώματος της.
Οι άνθρωποι συνηθίζουν και ζευγαρώνουν την καρδερίνα με καναρίνια και οι απόγονοί τους, τα καρδερινοκάναρα, αν είναι αρσενικά γίνονται θαυμάσιοι τραγουδιστές, ενώ τα θηλυκά γίνονται πολύ καλές παραμάνες.

ο φλώρος 

Ο φλώρος (Carduelis Chloris) είναι ένα μεγαλόσωμο με αγέρωχο παράστημα στρουθιόμορφο πουλί που ανήκει στην οικογένεια των σπιζών. Είναι ένα ιδιαίτερα αγαπητό πουλί λόγω του εύηχου και γεμάτου τρίλιες κελαηδήματός του.
Στην Ελλάδα είναι γνωστός με τις ονομασίες Ακροκανάρινο, Ατσάραντος, Κιρκιόνι, Λιναρίτης, Τσαράντος, ενώ στην Κύπρο τον λένε Λουλουδά.
Πρόκειται για ένα επιδημητικό πουλί με συνολικό μήκος 14-16 εκατοστά. Ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα είδη της οικογένειάς του από το βαρύ του παράστημα. Το στιβαρό, κωνικό, ανοιχτορόδινο φιλντισένιο ράμφος του είναι τόσο δυνατό, που του επιτρέπει να σπάζει και να ξεφλουδίζει σπόρους αλλά και να τρώει έντομα, σκουλήκια, αγκάθια, βλαστάρια αλλά και μικρά φρούτα τα οποία αποτελούν την διατροφή του.
Οι νεαροί φλώροι έχουν γκριζόλευκο με διάχυτες ρίγες φτέρωμα. Ο ενήλικος αρσενικός φλώρος έχει στην πλάτη του ομοιόχρωμο "πράσινο των βρύων" φτέρωμα, κιτρινοπράσινο στήθος, γκριζωπά πλαινά κεφαλιού, και ανοιχτή γκρίζα πλάκα φτερούγας. Σε καθιστή στάση αναγνωρίζεται απο τις κίτρινες ακμές των πρωτευόντων, ενώ σε πτήση φαίνεται και το κίτρινο στα πλαινά στη βάση της ουράς. Η ουρά είναι στενή και διχαλωτή στην άκρη. Το ενήλικο θηλυκό έχει πιό θαμπά και μουντά γκρίζα χρώματα, καστανή χροιά με αχνές ραβδώσεις στην πλάτη, και λιγότερο κίτρινο στις φτερούγες και την ουρά. Έχει κοκκινωπά σαρκόχρωμα πόδια.
Τον συναντάμε συνήθως σε παρυφές δασών, δασύλλια, θαμνώδεις εκτάσεις, ενώ μέσα στην πόλη τον βλέπουμε συχνά σε πάρκα και κήπους.
Χτίζει ανοιχτή καλαθόσχημη φωλιά συχνά σε κυπαρίσσια, αειθαλή δέντρα ή σε πυκνούς θάμνους. Είναι επιφυλακτικό και ντροπαλό πουλί, ιδιαίτερα την περίοδο της αναπαραγωγής, που για τον φλώρο ξεκινάει από τον Απρίλιο μέχρι τον Ιούλιο. Για το χτίσιμο της φωλιάς του το ζευγάρι, χρησιμοποιεί ξερά χόρτα, τρίχες ζώων και βρύα. Η θηλυκιά γεννάει 4-6 λευκογάλαζα αυγά με καφετιές ραβδώσεις. Επωάζει τα αυγά, ανάλογα με τις καιρικές περιβαλλοντικές συνθήκες του τόπου διαβίωσής του, από 11- 15 μέρες. Στο μεγάλωμα των νεοσσών συμμετέχουν και οι δυο γονείς για τουλάχιστον τρείς εβδομάδες και μέχρι τον Οκτώβρη τα μικρά έχουν αναπτυχθεί ικανοποιητικά προκειμένου να επιβιώσουν τον δύσκολο παγερό χειμώνα στην Ελλάδα αλλά και την Ευρώπη όπου συναντάται.
Ο φλώρος ενδημεί από την Ιρλανδία ως τα Ουράλια Όρη, την Αραβία, την Βορειοανατολική Αφρική, το Ισραήλ και την Βόρεια Περσία. Όσο πιο βόρεια ζουν τόσο πιο μεγαλόσωμα και πιο άτονα σε χρωματισμούς είναι, σε σχέση με τα πουλιά που εμφανίζονται νοτιότερα. Είναι γενικά αρκετά πιο ανθεκτικά στο κρύο και στις ασθένειες από άλλα πουλιά της ίδιας οικογένειας.
Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με το ευχάριστο, περίτεχνο, και μακρόσυρτο κελάδημά του, που είναι γεμάτο τρίλιες, γρήγορα σφυρίγματα και τιτιβίσματα που θυμίζει καναρίνι και Δεντροκελάδα, το έχει καταστήσει σαν ένα εύκολο πουλί για εκτροφή.
Για να επιβιώσει και να αναπαραχθεί σε συνθήκες αιχμαλωσίας ο φλώρος χρειάζεται ευρύχωρο κλουβί ή κατά προτίμηση και σε ιδανικές συνθήκες, κλούβα 2 μέτρων μήκος Χ 1 μέτρο πλάτος Χ 2 μέτρα ύψος για κάθε ζευγάρι. Προσφέρουμε στο ζευγάρι ανοιχτή εσωτερική φωλιά αντίστοιχη με αυτή του καναρινιού και για το χτίσιμό της χρειάζεται βρύα, λεπτά ξερά χόρτα και λεπτές ρίζες 5-6 εκατοστών ή ίνες κοκκοφοίνικα. Αποφεύγουμε το βαμβάκι διότι μπλέκεται στα πόδια του φλώρου και τον δυσκολέυει στο πλέξιμο της φωλιάς. Είναι προτιμότερο η φωλιά να ντυθεί νωρίτερα με φύλλα προκειμένου να μοιάζει όσο το δυνατόν πιο φυσική, για να νιώθουν τα πουλιά ασφάλεια και απομόνωση. Η παρουσία των ιδιοκτητών είναι καλύτερα αν είναι όσο το δυνατόν πιό διακριτική και ήρεμη, χωρίς να παρενοχλεί το ζευγάρι.
Οι εκτροφείς φλώρων πρέπει να προσφέρουν στα πουλιά εκτός από καθαριότητα, παροχή φρέσκου νερού καθημερινά, ποικιλία σπόρων, φρούτων και λαχανικών και μπανιέρα προκειμένου να κάνουν το μπάνιο τους. Την ευαίσθητη περίοδο της αναπαραγωγής που τα θυληκά έχουν αυξημένες ανάγκες σε ασβέστιο λόγω της ωοτοκίας και της σκελετικής ανάπτυξης των νεοσσών, κρίνεται απαραίτητη η χορήγηση
σουπιοκόκαλου, αλλά και η αυξημένη χορήγηση ζωικών πρωτεινών με την μορφή αποξηραμένων εντόμων και σκουλικιών.
Ο φλώρος διασταυρώνεται πολύ εύκολα και με καναρίνι δίνοντας πανέμορφα πρασινωπά υβρίδια με ιδιαίτερα φωνητικές ικανότητες.

ο σπίνος

Έχει το μέγεθος του γαρδελιού και του φλώρου. Τραγουδάει ωραία και μελωδικά. Έχει ωραία χρώματα. Τρώει σπόρους και έντομα. Είναι ακόμη πολύ ζωηρός και γρήγορος στο πέταγμα.

ο κοτσυφός

Από τα πιο γνωστά πουλιά της Κρήτης και της Ελλάδας γενικότερα. Φωλιάζει και στα πάρκα των πόλεων ή όπου υπάρχουν δέντρα ή μεγάλοι θάμνοι. Είναι κατάμαυρος με κίτρινο κεχριμπαρένιο ράμφος. Η σύντροφος του όμως έχει λίγο πιο ανοιχτό χρώμα. Κάποιοι πιστεύουν πως είναι το μελωδικότερο πουλί της Ελλάδας.

ο κορυδαλλός ή σκορδαλός

Ζει σε ημιερήμους, φρυγανότοπους και κοντά στις καλλιέργειες. Χτίζει την φωλιά του σε βαθουλώματα του εδάφους. Τρώει ζωύφια, έντομα και σπόρους. Του αρέσει να κελαηδάει το πρωί και λίγο πριν τη δύση του ήλιου.

Τσαλαπετεινός ή κουκλοπετεινός

 Δε ζει μόνιμα στην Κρήτη αλλά έρχεται για διακοπές τους ζεστούς μήνες, όπως και το χελιδόνι. Είναι αποδημητικό πουλί εντυπωσιακός, λίγο μεγαλύτερος από τον κορυδαλλό και την τσίχλα. Χαρακτηριστικό του το τσουλούφι στο κεφάλι και το πορτοκαλί χρώμα.

το αηδόνι

Τον Απρίλιο, το αηδόνι χτίζει τη φωλιά του σε σωρούς φύλλων. Μέσα σε αυτή, το θηλυκό γεννά το Μάιο 4-5 αβγά με καστανό λαδί κέλυφος, τα οποία και επωάζει για δύο εβδομάδες. Σε περιοχές με θερμότερο κλίμα μπορεί να κάνει και δεύτερη επώαση σε διάστημα λιγότερο των δύο μηνών μετά την πρώτη. Τα μικρά αναπτύσσονται τόσο γρήγορα, ώστε μπορούν να συμμετάσχουν στη φθινοπωρινή μετανάστευση.Λέγεται και ποταμίδα γιατί του αρέσει να ζει δίπλα στα ποτάμια.

ο σπουργίτης

Σπουργίτι φωτογραφίες

Βρίσκεται πολύ κοντά στους ανθρώπους γιατί τρέφεται από ψίχουλα και άλλα υπολείμματα τροφών. Φωλιάζει παντού, κάτω από κεραμίδια, υδρορροές, καμπαναριά, τρύπες κ.ά. Στην Κρήτη τον φωνάζουν και ατσέλεγα.

το τρυγόνι

uveyik-kus-guvercin-doga-kuslar1

Ανήκει στην τάξη Περιστερόμορφα. Είναι το μικρότερο θηρεύσιμο περιστερόμορφο με βάρος που κυμαίνεται από 180 έως 250 γρ. Eίδος καθαρά αποδημητικό με πολύ λίγες εξαιρέσεις. Διαχειμάζει στην Αφρική κυρίως κάτω απ' την Σαχάρα. Στην χώρα μας παραμένουν ,σύμφωνα με μετρήσεις τις τελευταίας δεκαετίας, περίπου 20-30.000 χιλ. ζευγάρια. Αναπαράγεται περισσότερο σε περιοχές της Βόρειας Ελλάδας και λιγότερο στην κεντρική. Επίσης μικροί πληθυσμοί, αναπαράγονται στα μεγάλα νησιά , Λέσβο, Χίο, Ρόδο και Κρήτη και ακόμη πιο λίγα στα νησιά του Ιονίου. Kατά την ανοιξιάτικη μετανάστευσή του από την Αφρική προς την Ευρώπη, η οποία γίνεται από τον Απρίλιο έως τα μέσα Μαΐου, σταθμεύει σε μεγάλους πληθυσμούς στην χώρα μας. Έχει παρατηρηθεί ,στην Ζάκυνθο σε μία μόνο ημέρα , περίπου 5.000 άτομα στάθμευσαν και άλλα τόσα πέρασαν χωρίς να σταματήσουν! Κατά την Φθινοπωρινή τους κάθοδο προς την Αφρική, αφήνουν τους τόπους αναπαραγωγής τους στην κεντρική και βόρεια Ευρώπη, από τα τέλη Ιουλίου έως και τον Σεπτέμβριο, και ορισμένα περάσματα κυρίως των τελευταίων φωλεοποιήσεων, ακόμη και τον Οκτώβριο.

Αναπαραγωγή και συνήθειες
Aναπαράγεται εκτός από την χώρα μας στην κεντρική και βόρεια Ευρώπη , σε υψόμετρα μέχρι τα 350 μ. και σπάνια έως τα 500 μ. Αν και ανέχεται την παρουσία των ανθρώπων στις καθημερινές του συνήθειες, προτιμά να αναπαράγεται σε απομακρυσμένες περιοχές. Είναι είδος μονογαμικό, όπως τα περισσότερα περιστεροειδή και φωλιάζει στα δέντρα και θάμνους ,σε ύψος από 3 έως 6 μ. Η φωλιά του είναι άτεχνη, στρωμένη με λίγα κλαδιά. Πολλές φορές τα κλαδιά είναι τόσο αραιά στρωμένα που φαίνονται τα αυγά από κάτω! Η επώαση διαρκεί 13-15 ημέρες και γίνεται κα από τα δύο φύλα. Τα μικρά εκκολάπτονται γυμνά, και είναι έτοιμα να πετάξουν ύστερα από 19-21 ημέρες. Τρέφεται στο έδαφος και η τροφή του είναι φυτικής κυρίως προέλευσης. Ανάλογα δε με την εποχή του έτους, αποτελείται από σπόρους δημητριακών, καρπούς δέντρων ή φύλλα μικρών ποωδών φυτών. Η ζωϊκής προέλευσης τροφή ,είναι μικρά σκουλήκια και σαλιγκάρια.

Το πέταγμά του είναι κομψό και γρήγορο. Συναντιέται σε μεγάλες πεδινές εκτάσεις με δέντρα και θάμνους ή σε δάση που βρίσκονται κοντά σε καλλιέργειες και ποτάμια. Όσον αφορά την διαχείριση των πληθυσμών του στην χώρα μας, αυτή δεν εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από εμάς, γιατί σαν αποδημητικό είδος, περνά από εδώ κυρίως παρά αναπαράγεται. Τα μέτρα όμως που μπορούμε να πάρουμε αφορούν την διατήρηση των παραδοσιακών καλλιεργειών, όπως ο ηλιόσπορος και το καλαμπόκι και των χώρων που φωλεοποιεί, κουρνιάζει και ξεκουράζεται, όπως θαμνώδεις ζώνες μεταξύ των καλλιεργημένων χωραφιών, μεμονωμένα δέντρα στα χωράφια κλπ τα οποία τείνουν να χαθούν τα τελευταία χρόνια με τους αναδασμούς και τις μονοκαλλιέργειες. Επίσης η ύπαρξη νερού με μορφή μικρών ρυακιών και λιμνών βοηθά τα τρυγόνια, αν και αυτά εξαφανίζονται λόγω της υπεράντλησης για το καλοκαιρινό πότισμα.

Δεκαοχτούρα

Πουλί της οικογένειας των περιστεριδών. Το αγριοπερίστερο αυτό ζει σ` όλη την Ελλάδα και ιδιαίτερα στη Μακεδονία και τη Θράκη. Έχει χρώμα σταχτί και το μήκος του σώματός του είναι 20 εκ. περίπου. Είναι ενδημικό πουλί και ζει κοντά σε αγροτικούς οικισμούς, αλλά και σε πόλεις. Τρέφεται με διάφορα φρούτα και σπόρους (ιδιαίτερα προτιμά σπόρους σιταριού). Πήρε το όνομά της από το ιδιόρρυθμο κελάηδημά της, που μοιάζει με το συλλαβισμό της λέξης δεκαοχτώ. Φτιάχνει τη φωλιά της πάνω σε κλαδιά διάφορων δέντρων από κομμάτια μικρών ριζών. Τις τελευταίες ημέρες του Μαΐου το θηλυκό γεννά 2 αβγά και τα κλωσά για 20 ημέρες περίπου. Τα νεογνά δεν έχουν φτέρωμα και τρέφονται με μια παχύρρευστη ουσία, που ονομάζεται "γάλα" και σχηματίζεται στον πρόλοβο των γονέων της.

η τσίχλα

Μοιάζει με τον κότσυφα στο μέγεθος και στις συνήθειες. Διαφέρει, όπως βλέπετε στο χρώμα. Ζει σε δασώδεις εκτάσεις. Τρέφεται με καρπούς δέντρων, έντομα και μικρά ζωύφια. Έχει νόστιμο κρέας.

το χελιδόνι

Ζει στην Κρήτη μόνο τους ζεστούς μήνες του χρόνου. Είναι αποδημητικό πουλί. Το χειμώνα φεύγει για θερμότερες χώρες, κατά Αφρική μεριά. Φτιάχνει τη φωλιά του από λάσπη κάτω από τα μπαλκόνια και τις βεράντες των σπιτιών.Συνήθως, τα χελιδόνια, σε κάθε μετανάστευση αναζητούν την παλιά φωλιά τους που είχαν αφήσει από την περασμένη χρονιά. Στη φωλιά τους δίνουν το σχήμα κυπέλλου ή σφαιρικό με μικρή οπή για την είσοδο. Τη φτιάχνουν στους εξωτερικούς τοίχους κατοικιών, κάτω από στέγες, σε ρωγμές βράχων κλπ., από πηλό ανακατεμένο με σίελο, ξερά χόρτα, και φτερά. Η φωλιά δέχεται τα 4 - 6 αυγά, από τα οποία θα βγουν οι απόγονοι.Η επώαση διαρκεί 12 μέρες, και, κατά τη διάρκειά της, το αρσενικό χελιδόνι φροντίζει για τη διατροφή της συντρόφου του. Μετά την εκκόλαψη οι γονείς δείχνουν εξαιρετική φροντίδα για τα μικρά τους. Τις πρώτες μέρες τα ταίζουν με μικρά έντομα. Αργότερα πρέπει να τα μάθουν πώς να πετούν και να βρίσκουν μόνα τους την τροφή.

Τα χελιδόνια, όταν πετούν, κρατούν ανοικτό το βαθύ ράμφος τους, το οποίο έτσι λειτουργεί σαν απόχη των εντόμων και των σκνιπών. Επίσης, όταν πετούν, αρπάζουν έντομα που κάθονται πάνω σε φύλλα δέντρων. Σπάνια χρησιμοποιούν το έδαφος για τη μετακίνησή τους. Έχει υπολογιστεί ότι κάθε ημέρα διατρέχουν πετώντας πάνω από 600 χιλιόμετρα. Επειδή τρώνε τα έντομα είναι ωφέλιμα πτηνά.Κατά το φθινόπωρο όμως τα έντομα αρχίζουν να σπανίζουν. Τότε τα χελιδόνια συγκεντρώνονται στις στέγες και στα τηλεφωνικά σύρματα και αναχωρούν για τις θερμότερες χώρες, κυρίως για την Αφρική.

Το χελιδόνι είναι πτηνό εύθυμο, αεικίνητο, με χάρη. Είναι στενά συνδεδεμένο με τον άνθρωπο όσο κανένα άλλο πτηνό. Την άφιξή του, οι κάτοικοι της πόλης ή του χωριού τη χαιρετίζουν ως χαρμόσυνο γεγονός, ενώ την αναχώρησή του τη βλέπουν με θλίψη γιατί τους αναγγέλλει τον ερχομό του μελαγχολικού φθινοπώρου. Ο λαός μας δεν πιστεύει ότι το μικρό αυτό πουλί μπορεί να ταξιδέψει τόσο μεγάλες αποστάσεις. Φαντάζεται λοιπόν πως ταξιδεύει στη ράχη άλλων πτηνών όπως είναι οι γερανοί. Άλλοτε πίστευαν ότι το σώμα του χελιδονιού θεραπεύει διάφορες αρρώστιες.

Κατά την αρχαιότητα, στις αρχές της άνοιξης το παιδιά τραγουδούσαν στα σπίτια τραγούδια για τα χελιδόνια, τα χελιδονίσματα. Έτσι μάζευαν φιλοδωρήματα. Αυτή η συνήθεια έχει διατηρηθεί σ' ορισμένες περιοχές μέχρι σήμερα.