O Kλήδονας και τα έθιμά του Της Ειρήνης Ταχατάκη
Ενα από τα πιο όμορφα κρητικά έθιμα είναι ο Κλήδονας που γιορτάζεται στις 24 του πρωτόλη δηλαδή του Ιουνίου. Το όνομα Κλήδονας προέρχεται από την αρχαία λέξη Κληδών-κληδόνος που σημαίνει τον οιωνό, το σημάδι, το μάντεμα. Δεν έχει σχέση με τη λέξη κλειδί ούτε με τη λέξη κλυδωνίζομαι (κουνιέμαι δεξιά-αριστερά).
Προετοιμασία του Κλήδονα. Η πρώτη ενέργεια είναι να βρουν τον τόπο που θα γίνει ο Κλήδονας. Ενα μεγάλο σπίτι, μια ευρύχωρη αυλή, μια απλωσιά στη γειτονιά ή ακόμη και σΆ ένα δροσερό κήπο ή περιβόλι.
Από βραδύς παίρνουν τη στάμνα οι κοπελιές και πάνε να φέρουνε “Το αμίλητο νερό” από τρεις ανατολικές βρύσεις ή από 3 ανατολικά πηγάδια. Πρέπει να πάνε και να επιστρέψουν δίχως καθόλου να μιλήσουν γιατί τότε χάνει τη δύναμή του τη μαντική το αμίλητο νερό. Το έθιμο ορίζει να πειράζουν τις κοπελιές οι νεαροί για να τις κάμουν να μιλήσουν και τότε πρέπει να ξαναπάνε για νερό.
Αφού το φέρουν, όλη μαζί η συντροφιά ετοιμάζει τα λεγόμενα “ριζικάρια” για να τα βάλουν στον Κλήδονα.
Αυτά είναι φρούτα της εποχής: μήλα, βερύκοκα, αχλάδια ή ακόμη και αντικείμενα μικρά μελετημένα: ένα κουμπί, μια χάντρα, κλπ. ή ακόμη και λουλούδια ή κλαδάκια που αντέχουν στο νερό. Τα φρούτα τα σημαδεύουν με το μονόγραμμα εκείνου που μελετήθηκαν Α, Κ, Ν κλπ. Αφού λοιπόν βάλουν στη στάμνα όλα τα ριζικάρια, σκεπάζουν το άνοιγμα μΆ ένα κόκκινο πανί. Παίρνουν μετά ένα μεγάλο κλειδί εξώπορτας, σταυρώνουν 3 φορές τη στάμνα και τοποθετούν το κλειδί πάνω στο σκεπασμένο στόμιο. Παίρνουν μετά τη στάμνα, νύχτα πια, και τη βάζουν έξω ή σε μια ταράτσα για να τη βλέπουν τΆ άστρα “νΆ αστροκομιστεί”. Την επόμενη μέρα το απόγευμα θα “βγάλουν” ή θα “ανοίξουν” τον Κλήδονα στον τόπο που έχουν επιλέξει μα την παρουσία φίλων, γειτόνων και συγγενών. Πρώτα με το κλειδί “ξεκλειδώνουν” τον Κλήδονα κι εύχονται στην υγειά του νοικοκύρη του σπιτιού. Και του χρόνου να έχουν υγεία όλοι. Μετά αρχίζουν τις μαντινάδες στη χάρη τΆ Αϊ-Γιάννη που τον θεωρούν Αγιο με μαντικές ιδιότητες. “Ανοίξετε τον Κλήδονα τΆ Αϊ-Γιαννιού τη χάρη κι από ΅χει μήλο κόκκινο ας έρθει να το πάρει”.
- Ανοίξετε τον Κλήδονα
να βγάλομε τα μήλα,
να δούμε ποιά απΆ όλες μας
είναι η καλομοίρα.
- Βγαίνει το μήλο τΆ άρχοντα
του πρώτου μας λεβέντη
του πρώτου μας ντεληκανή
στα λούσα και στο γλέντι.
Κάθε φορά ένα μικρό παιδί ή μια Μαρία μαναδοκυρουδάτη (με τους δυο γονείς της) τραβά κι από ένα μελετημένο ριζικάρι και η συγκίνηση είναι διάχυτη στις καρδιές των τρυφερών υπάρξεων. Υπάρχει και η αδημονία: “Ανοίξετε τον Κλήδονα να βγει και το δικό μου και δεν μπορώ να στέκω μπλιό απΆ τον ξεθεωμό μου”.
- Ανοίξετε τον Κλήδονα
να βγει η μηλιά με τΆ άνθη
να βγει σγουρός βασιλικός
που μΆ έβαλε στα πάθη.
- Ανοίξετε τον Κλήδονα
να βγει και τΆ αχλαδάκι
να δω αν είνΆ τσΆ αγάπης μου
γιατί το ΅χω μεράκι.
Τις μαντινάδες λένε οι κοπελιές και οι ντεληκανίδες αλλά και παντρεμένοι, γέροι ή νέοι ή ακόμη και περαστικοί. “Κόπιασε και του λόγου σου να πεις μια μαντινάδα στου Κλήδονα την εορτή με την πολλή γλυκάδα”.
- Ανοίξετε τον Κλήδονα
στΆ Αϊ-Γιαννιού τη χάρη
να πάρω ΅γω το μήλο μου
κι η νιά το παλικάρι.
- Πού ΅σουν οψές
πού ΅σουν προχθές
πού ΅σουν τΆ Αγιού Κληδόνου
δε σΆ έδανε τα μάθια μου
και πως δα ζω του χρόνου.
- Πού σουν οψές κι αντιπροθές
πού ΅σουν τΆ Αγιού Πνεμάτου
δε σΆ έδανε τα μάθια μου
αθέ του μαλαμά του.
Οι ντεληκανήδες του χωριού πάνε κι έρχονται από Κλήδονα σε Κλήδονα στις γειτονιές μέχρι να βρούνε που εινΆ η καλή τους να καθίσουν εκεί για να πουν μια μαντινάδα να της ξεφανερώσουνε το σεβντά τους, αν δεν το ξέρει ακόμη.
- Σεβντά βαστώ, σεβντά πουλώ,
σεβντάδες καμπανίζω
τον εδικό σου το σεβντά
δεν τονε νταγιαντίζω.
- Σεβντά ΅χεις κακορίζικο
μα ήντα μπορώ να κάνω
απού τονε βαστώ κι εγώ
στην κεφαλή μου απάνω.
Επικαλούνται και τη χάρη τΆ Αϊ-Γιάννη.
- Σήμερο πουνΆ τΆ Αϊ-Γιαννιού
μια χάρη θα μου κάνει
του χρόνου σαν και σήμερο
να βάλομε στεφάνι.
- Σήμερα που νΆ Αϊ-Γιαννιού
βάλε αρχή κερά μου
του χρόνου σαν και σήμερο
να ΅σαι στην αγκαλιά μου.
Η όλη γιορτή καταλήγει σε γλέντι με λύρα και χορό μέχρι πολύ αργά με κέφι κι ελπίδες. Σιγά-σιγά η χαρούμενη μάζωξη αρχίζει να αποχωρεί κι όλοι, ειδικά οι νέοι και οι νέες έχουν κλείσει στην ψυχή τους τις λαχτάρες και τις προσδοκίες τους που πήραν με τις μαντινάδες και τους οιωνούς με τα καλά σημάδια του Κλήδονα.
- Στον ουρανό κι αν ανεβείς
στα νέφη κι αν κοιμάσαι
φτερά να κάμεις να πετάς
πάλι δικιά μου θα ΅σαι.
- Στον ουρανό κι αν ανεβείς
στα σύννεφα κι αν τρέξεις
στου ήλιου την κορφή να βγεις
στα χέρια μου θα πέσεις.
- Οντε σε γέννα η μάνα σου
ακούμπησε στη βρύση
κι ήκαμε ΅να λεβέντη γυιό
ωσάν το κυπαρίσι.
Παρατηρήματα και οιωνοί-σημάδια από το νερό του Κλήδονα
1) Τη μέρα του Κλήδονα φυλάσσουν το αμίλητο νερό και στις 30 Ιουνίου γιορτή των 12 Αποστόλων πάνε οι κοπέλες στο πηγάδι, σκεπάζονται με μια κόκκινη πατανία, κρατούν ένα καθρέφτη κι από μια χαραμάδα με φως βλέπουν μέσα στο νερό σημάδια εκείνου που θα πάρουν.
2) Τη στάχτη από τα στεφάνια του Μάη που καίνε από βραδύς, πηγαίνουν και την κοσκινίζουν σε μια πετσέτα κοντά στη χαραμάδα μιας κλειστής πόρτας. Με το αεράκι που φυσά αλλοιώνεται η επιφάνεια και σχηματίζονται πάνω σΆ αυτή διάφορα σημάδια που δείχνουν τα εργαλεία της δουλειάς εκείνου που θα πάρουν, τσάπες, κλαδευτήρια ή μελανοδοχείο με κονδυλοφόρο, αν είναι εγγράμματος.
3) Παίρνουν δροσερά συκόφυλλα οι κοπελιές βουτηγμένα στο αμίλητο νερό, τα αλατίζουν καλά και τα αφήνουν να αστρονομιστούν. Τα έχουν όμως από πριν μελετήσει με το μονόγραμμα εκείνου που επιθυμούν. Το πρωί τα βλέπουν και το φύλλο που μαράθηκε λιγότερο τη νύχτα, δείχνει το όνομα εκείνου που θα πάρουν (καθεμιά σημειώνει πιθανά ονόματα).
4) Με νερό του Κλήδονα και μπόλικο αλάτι με αλεύρι ζυμώνουν ένα μικρό πιτοπούλι που το λένε “αλμυρόπιτα” το ψήνουν. Τρώει κάθε κοπελιά ένα κομμάτι κι όπως διψούν πολύ τη νύχτα βλέπουν στον ύπνο να τους δίδει νερό εκείνος που θα πάρουν. Πριν το φάνε κάνουν την ευχή:
“Με τΆ Αϊ-Γιαννιού τη Χάρη
τρώγω το αλμυρό ζυγάρι,
να ΅ρθει να με ξεδιψάσει
ο νιός που θα με πάρει.
Θα ΅ρθει και θα μου το πει
πως θα ζήσομε μαζί.
Σπέρνω την ταγή να γίνει
να καρπίσει
να ΅ρθει ο νιός που αγαπώ
μαζί μου να θερίσει.
Να ΄ρθει να με βρει
να θερίσομε μαζί”.
5ο
ΣΆ ένα κρασοπότηρο βάζουν νερό του Κλήδονα. Με μια μακριά τρίχα από τα μαλλιά της κοπέλας που μελετά, δένουν μια βέρα. Την κρατούν ακίνητη πάνω απότο νερό κρεμασμένη. Με τους χτύπους της καρδιάς η βέρα που αιωρείται αρχίζει να χτυπά στα πλάγια του ποτηριού. Αυτό γίνεται δυο φορές μέχρι να σταματήσει κάθε φορά. Μετρούν τους χτύπους και βρίσκουν το αντίστοιχο γράμμα της αλφαβήτου. Π.χ. 12 χτύποι, γράμμα “Μ”, 15 χτύποι γράμμα “Π” και γίνεται το μονόγραμμα “Μ.Π” (συνήθως κατά βούληση...)
6ο
Οι κοπέλες βάζουν στο στόμα λίγο αμίλητο νερό και βγαίνουν στη γειτονιά κι όποιο όνομα ανδρικό ακούσουν θα είναι εκείνου που θα παντρευτούν.
Ολα αυτά τα έθιμα ομολογώ ότι η δική μας η γενιά τα έκανε με πολύ χτυποκάρδι για να φανούν σΆ αυτά οι οιωνοί και τα σημάδια με τις προσδοκίες μας.
ΜΑΝΤΙΝΑΔΕΣ ΤΟΥ ΚΛΗΔΟΝΑ
Με τις φωτιές του Αϊ-Γιαννιού είδα την ομορφιά
σου,
κΆ είπα να πέσω
να καώ μέσα στην αγκαλιά σου.
Ένα αστέρι τ ΆΑϊ Γιαννιού μήνυμα θα σου φέρει,
το πόσο θέλω να γενώ παντοτινό σου ταίρι
ΤΆ ¶η Γιαννιού
στον Κλήδονα που τσι φωθιές πηδούνε,
οι κοπελιές
ελπίζουνε καλό γαμπρό να βρούνε
Ευγνωμονώ τον
Κλήδονα που μού Άβρηκε το ταίρι
Και είμαστε εδά
μαζί χειμώνα καλοκαίρι
Ανήμερα τΆ ¶η
Γιαννιού με καλομοίρας χέρι,
θε να γραφτεί αιώνια πως θα σε κάνω ταίρι
Μου τόπανε στο
Κλήδονα πως θα με κάνεις ταίρι,
μα την αυγή που ξύπνησα σε πήρε το αγέρι
Σας εύχομαι από
καρδιάς του Κλήδονα τ΄αστέρι,
στιγμές πολλές στιγμές χαράς στο σπίτι σας να φέρει
Κρητικοπούλα
κοπελιά με το σταμνί στον ώμο,
φέρε τΆ αμίλητο νερό και πρόσεχε στο δρόμο
Στον Κλήδονα
χαροκοπούν κι έλα στο πανηγύρι
και στα παλιά μας χωρατά η σκέψη να γιαγύρει
Του Κλήδονα τα
μυστικά κανείς δεν τα κατέχει,
μόνο τΆ αμίλητο νερό που στο κουρούπι έχει
Ας πιεί τΆ
αμίλητο νερό μα μένα μη μου δώσει,
για να της λέω σΆ αγαπώ μέχρι να ξημερώσει
Τα ριζικάρια
ρίχνουνε στον Κλήδονα με χάρη,
για να προβλέψουν ποια με ποιόν θα γίνουνε ζευγάρι
…………………………………………………………………………………
Ανοίξετε τον Κλήδονα να βγει χρυσή βελόνα
Του χρόνου σαν και σήμερα να βάλεις αρραβώνα
Μήλο ΅βαλα στον κλήδονα να δω το ριζικό μου
Αν ίσως και στεφανωθώ τον αγαπητικό μου
Ανοίξετε τον Κλήδονα το χρυσοκλειδωμένο
Να βγει κι εμέ το μήλο μου κι από ώρα ανειμένω
Και πάλι ξανανοίξετε να βγεί και το δικό τσης
Τση καλομοίρας τση ξανθιάς, να δει το ριζικό της
Ανοίξετε τον Κλήδονα το χέρι μου να βάλω
Το μήλο τση παρηγοριάς θέλω κι εγώ να βγάλω
ΤΆ Αη Γιαννιού του κλήδονα
πίνουνε και γλεντούνε
Νειρεύγονται κι οι κοπελιές όποιο θα παντρευτούνε
Μικρό αγαπημένο μου έλα να αγαπηθούμε
Να δεις μια πάρτη χωριανούς σε πόση ώρα σκούνε
Όλου του κόσμου τσΆ ομορφιές εδιάλεξες και
πήρες
Κι εσύ μικρή μου τσι κοψες των αλλωνών τσι μοίρες
Σα μάθει ο σκύλος γράμματα κι η κάτα να διαβάζει
Τότε κι εσύ θα παντρευτείς να κάνει ο κόσμος χάζι.
Σισαμωτό γαρέφαλο,
σισαμωτό κουλούρι
Ετσά χαμε ένα γάιδαρο και του μοιαζε στη μούρη
Τση τύχης μου ήταν γραφτό να πάρω το χωριάτη
Να βγάνει τα στιβάνια του απάνω στο κρεβάτι
Είσαι ωραία και μπορεί πολλοί να σΆ αγαπούνε
Μα όταν σε γνωρίσουνε οπίσω δα συρθούνε
Είχες τον δεν τον κράτηξες δεν ήξερες τον τρόπο
Και το λαχείο μια φορά τυχαίνει των ανθρώπω
|