ΟΙ ΜΟΔΙΣΤΡΕΣ ΤΩΝ ΣΑΠΩΝ
Ένα θέμα από την κοινωνική ζωή του τόπου μας στις αρχές του 19ου αιώνα που έχει αρκετό ενδιαφέρον είναι το επάγγελμα ή η ασχολία με την τέχνη του ραψίματος και κεντήματος. Αυτές τις δουλειές τις έκαναν οι μοδίστρες και οι κεντήτριες. Δεν ήταν λίγα τα σπίτια που είχαν έναν αργαλειό και ύφαιναν τα υφάσματα για τον ντύσιμό τους, για τα στρωσίδια, τις κουρτίνες, τις κουβέρτες. Ήταν όλα υφαντά. Δεν χρειάζεται να πούμε φυσικά ότι έτοιμα ρούχα, είτε ανδρικά, είτε γυνακεία δεν υπήρχαν. Όλα ράβονταν στο χέρι από τους ραφτάδες και τις μοδίστρες.
Ένα από τα καλά επαγγέλματα στις αρχές του 1900, ήταν και οι υφασματοπώλες. Πωλούσαν το ύφασμα και από αυτό έραβαν τα φορέματα και τα κοστούμια. Το κάθε ρούχο φτιαχνόταν πάνω στο σώμα της ή του πελάτη. Πρώτα διάλεγαν το σχέδιο, που ακολουθούσε και τη μόδα της εποχής. Οι καλές μοδίστρες φρόντιζαν να προμηθεύονται σχετικά περιοδικά ανδρικής και γυναικείας μόδας. Οι πληροφορίες μου λένε πως κάποιες καλές μοδίστρες διέθεταν περιοδικά από την Αμερική και την Ευρώπη (Γαλλία-Γερμανία-Ιταλία). Αφού κετέληγαν στο μοντέλο, έπαιρναν τα μέτρα, το χάρασαν με σαπουνάκια πάνω στο ύφασμα, το έκοβαν και σιγά-σιγά άρχιζε η συναρμολόγηση. Σε λίγες ημέρες ακολουθούσαν αρκετές πρόβες μέχρι το τελικό αποτέλεσμα. Χρειαζόταν ερκετές ημέρες μέχρι να ετοιμαστεί ένα ρούχο!
Θυμάμαι ότι κι εγώ έραψα ένα μαύρο κοστούμι, το 1972, με ράφτη το Σταύρο Μακρή. Ήταν υποχρετικό να το φορώ στις επίσημες εκδηλώσεις της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Αλεξανδρούπολης. Μετά την αποφοίτηση δεν το ξανάβαλα!
Σχεδόν όλος ο γυναικείος πληθυσμός στον τόπο μας παρακολουθούσε μαθήματα ραπτικής κοντά στις παλιές μοδίστρες. Δεν ήταν απαραίτητο βέβαια όλες αυτές οι μαθητευόμενες μοδίστρες να σχοληθούν επαγγελματικά με τη μοδιστρική. Οι περισσότερες μπορώ να πω ότι το έκαναν για να ράβουν τα ρούχα τα δικά τους και της οικογένειας. Κάποιες γυναίκες προσπάθησαν να ασχοληθούν ημιεπαγγελματικά, δηλαδή εκτός από τις δικές τους ανάγκες έραβαν και για γνωστά τους πρόσωπα.
Πολύτιμος βοηθός, εκτός από τους αργαλειούς, ήταν και οι ραπτομηχανές, που από ότι έχω παρατηρήσει, κυριαρχούσε η ραπτομηχανή της SINGER. Πολλές οικογένειες αγόραζαν τις περίφημες αυτές ραπτομηχανές και μάλιστα η ίδια η εταιρία οργάνωνε συχνά μαθήματα κοπτικής-ραπτικής στις μεγαλύτερες επαρχιακές πόλεις των νομών για την εκπαίδευση των γυναικών.
Από τα πιο παλιά πρόσωπα που έμαθα ήταν μια αρμένισα μοδίστρα Κοχάρ και στη συνέχεια η κόρη της Βιλέν. Κοντά της μαθήτευσαν η Σοφία Λοΐζου-Μιχεμπά, η Άννα Μπακιρτζή-Ιωακειμίδου, η Ευτυχία Μιχεμπά, η Χαρίκλεια Παπαστεργίου, ηπειρώτικης καταγωγής, η Δέσποινα Τζάκη κλπ.
Άλλη παλιά επίσης μοδίστρα ήταν η Μομότση Κυριακούλα που καταγόταν από τη Μαρώνεια και η κόρη της Ελένη. Κοντά της μαθήτευσαν πολλά κορίτσια, αλλά επειδή ήταν αυστηρή, λίγα παρέμεναν μέχρι το τέλος της εκπαίδευσης. Το σπίτι και το μοδιστράδικό της ήταν στη σημερινή οδό Τσιτσώνη (σήμερα κατοικία των παιδιών του παπα-Νικόλα). Μετά το γάμο της Ελένης της κόρης της, έφυγε μαζί της για την Αλεξ/πολη.
Μια από τις νέες που μαθήτευσαν μέχρι την ολοκλήρωση της εκπαίδευσης ήταν και η κ. Γαλήνη Μπομποτά-Κιρκινέζη. Θυμάται η ίδια ότι από το 1942 άρχισε να ράβει όλων των ειδών τα γυναικεία ρούχα και ασχολήθηκε με την τέχνη αυτή για 40 χρόνια! Κοντά της μαθήτευσαν πολλές γυναίκες, όπως η Μιλτσιάδου Χρυσούλα, η Ευτέρπη Παπαδοπούλου, η Τασούλα Παπαλοΐζου, η Σουλτάνα Νταρίδου-Βογδανίδου, Νούλα Κεχαγιά, Χρυσούλα Παπαϊωάννου, Μαίρη Πήνιου-Χαριτοπούλου κλπ . Το εργαστήριο ήταν στο σπίτι της στην οδό Αντωνίου Παπαδήμα, λίγο μετά την κεντρική πλατεία, προς την εκκλησία. Ο γιος της Γιάννης και φίλος καλός θυμάται: "Σίγουρα η Μάνα μου η κυρά Γαλήνη μια ζωή μοδιστρα από κοριτσάκι θα έχει υλικό. Ακόμα κροταλίζει στα αυτιά μου το γρρρρρ... γρρρ της ποδοκίνητης ραπτομηχανής Singer, τα πατρον, τα Burda, τις δαχτυλήθρες, τις κλωστές και βελόνες στο εργαστήριο/δωμάτιό της. Πολλές φωτογραφίες με τις μαθήτριές της, πελάτισσες κλπ." Η Γαλήνη το 2021, έφυγε από τη ζωή!
Από την κ. Γαλήνη μου έγιναν γνωστά δυο ακόμη ονόματα που ήταν μοδίστρες την περίοδο του '45 -'50. Η Κική Παπάζογλου και η Μαρίκα Τσαβδάρη.
Μαθήτρια της Μομότση ήταν και η Στέλλα Πήνιου-Νικολαΐδου, κυρίως μεταξύ 1945 και '50 στις Σάπες και μετά στη Θεσσαλονίκη για ένα διάστημα επαγγελματικά. Η κ. Μαίρη Πήνιου-Χαριτοπούλου θυμήθηκε μάλιστα ότι μετά τον ξαφνικό θάνατο του πατέρα τους [+1948], η μεγάλη αδελφή της Στέλλα, ανέλαβε την ευθύνη της ανατροφής της οικογένειας με τις γνώσεις της μοδιστρικής τέχνης.
Η Μιλτσιάδου Χρυσούλα ήταν από τις ικανές μοδίστρες και εργάστηκε επαγγελματικά στις Σάπες. Κοντά της μαθήτευσαν πολλές νέες γυναίκες (υπάρχει σχεική φωτογραφία). Αργότερα μετακόμισε οικογενειακώς στη Θεσσαλονίκη. Λέγεται ότι ήταν από τις περιζήτητες μοδίστρες η οποία έραβε τα ρούχα ευπόρων γυναικών, που την καλούσαν στα σπίτια τους κι εκεί ετοίμαζε τα ρούχα. Μια από τις μαθήτριές της που λίγο αργότερα ασχολήθηκε επαγγελματικά με την τέχνη ήταν και η Ευκαρπίδου Ευθυμία, μετέπειτα Μαυρίδου. Θυμάμαι το εργαστήριό της ήταν στην οδό Παπαδήμα, κοντά στης Γαλήνης Κιρκινέζη....
Από τις μοδίστρες που εργάστηκαν βιοποριστικά πριν από την Κατοχή ήταν και η Ευδοκία Αντωνιάδου το γένος Καλογιαννίδη. Κοντά της μαθήτευσε και η Ευδοκία Πήνιου-Τσιρίδου, όμως η ίδια ασχολήθηκε με τη μοδιστρική σε ερασιτεχνικό επίπεδο.
Από τις γνωστές και ικανές επίσης μοδίστρες που ασχολήθηκαν επαγγελαμτικά ήταν και η Χρυσούλα Χαρισιάδου με την αδερφή της Ειρήνη που κυρίως ασχολήθηκε με την πλεκτική. Σήμερα η Χρυσούλα δεν βρίσκεται στη ζωή.
Από τις γνωστές μοδίστρες του 1950 περίπου ήταν και η Τασούλα Κυριαζίδου, κοντά στην εκκλησία και η Τασούλα Σωτηριάδου, στη συνοικία των Ρομά και η Μερόπη Καραμουσαλίδου.
Επαγγελματικά ασχολήθηκε και η Κούλα Γκαϊντατζίδου ως μοδίστρα στο πατρικό της σπίτι. (οδός Χρ. Τσιτσώνη, σχεδόν απέναντι από το σπίτι της πιο παλιάς μοδίστρας Κυριακούλας Μομότση. Το πιθανότερο να υπήρξε και μαθήτριά της. Από τη Φώφη Τσερέκα-Σαββίδου, η οποία την έχει νονά, έλαβα την πληροφορία ότι όταν η Κούλα, έφυγε και εγκαταστάθηκε μόνιμα στη Θεσσαλονίκη συνέχισε το ράψιμο και είχε πελάτισσες σημαντικά ονόματα της πόλης.
Μια χρήσιμη πληροφορία μου έστειλε ηΈφη Αδαμίδου, η οποία ζει στην Κομοτηνή, αλλά έχει μια σχέση με τον τόπο μας. Ο πατέρας της Γιώργος Αδαμίδης γεννήθηκε στις Σάπες. Πατέρας του ο Μάρκος Αδαμίδης, πρόσφυγας από την Κωνσταντινούπολη και μητέρα του η Χρυσή Μολά από τη Μαρώνεια. Ο Γιώργος Αδαμίδης λοιπόν παντρεύτηκε την Ελπίδα Τιλκερίδου, η οποία αμέσως μετά το γάμο της εγκαταστάθηκε στις Σάπες στις 6/1/1937 μέχρι το 1940 και τη Βουλγαρική Κατοχή. Σημειώνει λοιπόν η κ. Έφη: " Η μητέρα μου όταν παντρεύτηκε το '37 μέχρι το '40 που έφυγε από τις Σάππες έραβε ελάχιστα αλλά διδασκε κοπτική και ραπτική σε μεμονωμένα άτομα ή πήγαινε στον Αετόλοφο όπου έραβε και δίδασκε σε μια μικρή όμάδα κοριτσιών. Δυστυχώς δεν υπάρχουν φωτογραφίες. Τις έσκισαν; τις έκαψαν; οι Βούλγαροι που λεηλάτησαν το σπίτι στις Σάπες. Περιμένω με ενδιαφέρον φωτό και πληροφορίες εκείνης της εποχής. Δεν γνωρίζω κανέναν, αλλά χαίρομαι κάθε φορά που ανεβάζετε καινούριες"._
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
Σάπες 1935: (Από το αρχείο της Λίλιας Ιωακειμίδου). Είναι η παλαιότερη φωτογραφία που διαθέτω σχετικά με το θέμα. Μοναδικής αξίας φωτογραφία στο σπίτι της Σοφίας Μιχεμπά. Στο μέσον η αρμένισσα μοδίστρα Κοχάρ και δίπλα η κόρη της Βιλέν. Στη ραπτομηχανή η Άννα Μπακιρτζή-Ιωακειμίδου (μητέρα της οδοντιάτρου Λίλιας Ιωακειμίδου), κόρη του Δ. Μπακιρτζή. Πίσω στη σκάλα η Δέσποινα Τζάκη με την 6χρονη κόρη της Μαρίνα, (ζει στην Κομοτηνή-2018). Η πρώτη από αριστερά η Ευτυχία Μιχεμπά και η 4η όρθια Ανδρονίκη Μιχεμπά. Στην άκρη δεξιά η Χαρίκλεια Παπαστεργίου.
Σάπες 1947. Από τη φωτογραφία αυτή μαθαίνουμε ονόματα και πρόσωπα που ήταν από τις "δασκάλες" της μοδιστρικής τέχνης. Αυτή ήταν ο Χρυσούλα Μιλτσιάδου. Κοντά της άλλες νεαρές γυναίκες μαθήτευσαν για να μάθουν τα μυστικά του επαγγέλματος. Ανάμεσα στο πρόσωπα αυτά, ήταν και η Ευθυμία Ευκαρπίδου, μετέπειτα Μαυρίδου, της οποία ο φίλος και συνάδελφος Σάββας μου έδωσε τη φωτογραφία! Θα προστεθούν και άλλες πληροφορίες μόλις αυτές μου κοινοποιηθούν...
Σάπες γύρω στα 1952: Η Γαλήνη Μπομποτά-Κιρκινέζη, μαθήτευσε κι έμαθε την τέχνη της μοδιστρικής κοντά την παλιά μοδίστρα με καταγωγή από τη Μαρώνια Κυριακούλα Μομότση, που είχε τη φήμη της "αυστηρής'' γυναίκας, που δεν μπορούσαν να αντέξουν οι μαθητευόμενες. Έμαθε να ράβει όλων των ειδών τα γυναικεία φορέματα. Πάντα έραβε η ίδια για τον εαυτό της τα ρούχα της. Οπότε μπορούμε να πάρουμε μια ιδέα για τις ικανότητές της. (Αρχείο: Γαλήνης Κιρκινέζη).
Σάπες, στα πρώτα χρόνια του 1952: Νέες των Σαπών, χριστιανές και μουσουλμάνες, παρακολουθούν μαθήματα αγροτικής και οικιακής οικονομίας στην "Αγροτολέσχη Νεανίδων Σαπών". Τα μαθήματα αυτά αφορούσαν την εκπαίδευση των νεανίδων στη ραπτική και στα κεντήματα. Αυτό το διαπιστώνουμε και από την επιγραφή που υπάρχει στον τοίχο, όπου διαβάζουμε: "ΚΕΝΤΡΟΝ ΡΑΠΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΕΝΤΗΜΑΤΩΝ ΣΙΓΓΕΡ". Προφανώς τα μαθήματα αυτά γινόταν με την επίβλεψη και χορηγία της SINGER. Όρθια βλέπουμε και την εκπαιδεύτρια, ενώ από τα υπόλοιπα πρόσωπα, αναγνωρίζω τη Νίτσα Σκοπιανού (όρθια αριστερά) και πίσω της η Βικτώρια Βασιλειάδου. Στις Σάπες την εποχή εκείνη αντιπρόσωπος της Singer ήταν ο Βασίλης Μαλλίδης.
Η φωτογραφία προέρχεται από επεξεργασμένο βίντεο που μου έστειλε η Φώφη από τη Θεσσαλονίκη. Απομόνωσα ένα τμήμα της φωτογραφίας στην οποία διακρίνουμε την Κούλα Γκαϊντατζίδου, τότε που στις Σάπες ήταν μία από τις μοδίστρες που εργάστηκε βιοποριστικά. Αργότερα έφυγε για τη Θεσσαλονίκη, όπου και εγκαταστάθηκε μόνιμα. Εκεί συνέχισε το ράψιμο και μάλιστα πέτυχε να έχει πελάτισσες γνωστά και επώνυμα πρόσωπα της πόλης.
ΟΙ ΡΑΦΤΑΔΕΣ ΤΩΝ ΣΑΠΩΝ
Ερευνώντας σε κάποια αρχεία, σε φωτογραφίες, ρωτώντας πιο παλιούς από εμένα και από δικές μου αναμνήσεις κατέγραψα αρκετά ονόματα ραφτάδων προπολεμικά και μεταπολεμικά. Προς το παρόν θα αναφερθώ ονομαστικά στα πρόσωπα αυτά και εφ' όσον βρω περισσότερες πληροφορίες θα τις καταγράψω μελλοντικά.
Από κάποια σελίδα με ονόματα επαγγελματιών από την προπολεμική περίοδο κατάγραψα τους ράφτες Κεβρεκιάν Καπρέλ, Αρμένιο και Μπαρούχ Γεσσουά, Εβραίο στην καταγωγή. Αυτοί πρέπει να ήταν και οι παλιότεροι ράφτες των Σαπών, ίσως και πριν το 1920. Δεν έχω άλλα στοιχεία. Από τους μουσουλμάνους ράφτες υπήρξαν ο Τοκούτς Αμέτ, από το 1930 μέχρι το 1947, ο οποίος έραβε κυρίως τις παραδοσιακές βράκες των ανδρών. Ο Χατζή Ισμαήλ Αμέτ από το 1940 μέχρι το 1948.
Ο Καλαϊτζίδης Πέτρος, ήταν ράφτης, αλλά δεν είχε ραφείο. Έραβε στον τόπο κατοικίας του, (πίσω από το σημερινό Κέντρο Υγείας). Ήταν αδερφός του πατέρα και (θείος) του Μιχάλη Καλαϊτζίδη, του υδραυλικού του Δήμου Σαπών. Η καταγωγή τους από το Καρατάς-=(Μαύρη Πέτρα).
Την προπολεμική περίοδο, γύρω στα 1935, ήρθε στις Σάπες ο Γεώργιος Παπάς [1912-2010], από τα Πορόια του Ν. Σερρών, για να επισκεφθεί τον αδερφό του Στέργιο Πάππο, ο οποίος εκείνη την εποχή υπηρετούσε ως χωροφύλακας. Και από τότε δεν ξανάφυγε. Εγκαταστάθηκε μόνιμα και ασχολήθηκε με το επάγγελμα του ράφτη, μέχρι τη συνταξιοδότησή του! Δημιούργησε οικογένεια και έζησε όλα τα χρόνια της ζωής του εδώ. Το πρώτο του ραφείο ήταν στο οίκημα του Χριστόδουλου Χαδόλια, περίπου απέναντι από το ΠΑΛΛΑΔΙΟ. Αργότερα μεταφέρθηκε στην περιοχή του Τσαρσί Τζαμί, όπου εκεί υπήρχαν και άλλα ραφεία και σιδηρουργεία.
Εκεί υπήρχαν και τα ραφεία του Γιώργου Μουχταράκου, του Αλή Ισμαήλ Ογλού και του Μπαλτά Χουσεΐν. Επίσης και ο Χατζή Αμέτ Μουσταφά με τον Χαφούζ Μεχμέτ Ουζεΐρ.
Κατά τη δεκαετία του '50 αναφέρονται και άλλα δύο ονόματα ραφτάδων του Μαυρίδη Παναγιώτη και του Εμμανουλίδη Ευστάθιου, οι οποίοι άσκησαν το επάγγελμα για μερικά χρόνια. Και οι δυο εγκαταστάθηκαν στις Σάπες, ερχόμενοι από τις Κασσιτερές την περίοδο του Εμφυλίου Πολέμου. Κατά την περίοδο του '50 με '60 αναφέρεται και ο Σεμπαϊτίν Ιντζέ.
Στο κέντρο του Παλλαδίου ήταν το ραφείο του Σταύρου Μακρή. Στον κεντρικό δρόμο υπήρχαν τα ραφεία του Δημητρίου Μπαλαμπουγιούκη, του Πέτρου Δημητρακάκη και του Νίκου Μοσχάκη, του Θόδωρου Κωστάκη που ήταν και από τους τελευταίους ράφτες των Σαπών. Επίσης, ο Αλή Ογλού Ισμαήλ ήταν ένας από τους τελευταίους ράφτες και αυτόν επισκεφθήκαμε ως σχολείο, όταν ασχοληθήκαμε με τα παλιά επαγγέλματα τα οποία σιγά-σιγά χάνονται. Σχετικό υλικό σε μια από τις πιο κάτω φωτογραφίες.
Ο Νίκος Μοσχάκης ήταν από τους νεότερους ράφτες των Σαπών. Γεννήθηκε στην Αετοκορυφή. Εγκαταστάθηκε στις Σάπες και ασχολήθηκε με το επάγγελμα του ράφτη γύρω στο 1968 μέχρι τη συνταξιοδότησή του. Την τέχνη την έμαθε την περίοδο πριν από το 1963 από το γνωστό τότε στις Σάπες ράφτη, το Γιώργο Μουχταράκο.
Την περίοδο 1963 πήγε στη Γερμανία για εργασία. Το 1968 επέστρεψε στην Ελλάδα και μετακόμισε στις Σάπες, όπου και έκανε δικό του σπίτι. Από εκεί και πέρα δημιούργησε και το δικό του ραφτάδικο. Οι δουλειές που αναλάμβανε ήταν παραγγελίες για αντρικά και παιδικά ρούχα. Αργότερα, καθώς άρχισε να εμφανίζεται κάποια κρίση στο επάγγελμα, λόγω της εμφάνισης του εμπορίου των έτοιμων ενδυμάτων και ο ίδιος πωλούσε, πέρα από το ράψιμο και έτοιμα ρούχα. (σχετική φωτογραφία πιο κάτω).
Σάππαι 10 Απριλίου 1949:
Από το αρχείο του Θεόδωρου Βαλασιάδη. Αρκετά παλιά φωτογραφία. προς το παρόν δεν έχω σιγουρέψει το όνομα του ράφτη Πιθανόν να πρόκειται για τον Χατζή Ισμαήλ Αμέτ, που υπήρξε ράφτης από το 1940 ως το 1950 περίπου. Από την παρέα αναγνωρίζω τον κουρέα (στη μέση) Εντίρνελι, το Θ. Βαλασιάδη (δεξιά), το Γιώργο Μουχταράκο, επίσης ράφτη και τον Ισμαήλ Αμέτ στη μηχανή του.
Γύρω στα 1953
Διακρίνεται ένα μέρος από το ραφείο του Γιώργου Παπά (στο βάθος) μαζί με το Νίκο Πάππο, γιο του Στέργιου Πάππου. Το κοριτσάκι ήταν εγγονή του Λεωνίδα Αγγελίδη. Το συγκεκριμένο ραφείο βρισκόταν τότε στο τέλος των εμπορικών καταστημάτων στον κεντρικό δρόμο προς το Γυμνάσιο. Δίπλα στο παντοπωλείο του Χαδόλια. Αργότερα μεταφέρθηκε σε άλλη τοποθεσία, κοντά στην περιοχή του "τσαρσί τζαμί". Ο Γιώργος Παπάς, γύρω στα 1935 ήρθε στο Σαψί να επισκεφτεί τον αδερφό του Στέργιο, που τότε υπηρετούσε ως χωροφύλακας και οι οποίοι μετά από κάποιο διάστημα απολύθυκαν. Από το 1935, λοιπόν ο Γιώργος δεν ξανάφυγε κι εδώ εργάστηκε ως ράφτης και δημιούργησε την οικογένειά του. (Αρχείο φωτό: Στ. Λεων. Αγγελίδη)
Σάπες γύρω στα 1960
Αυτή τη φορά στο ραφείο του Γιώργου Μουχταράκου (ο 3ος από αριστερά). Ο Γιώργος είχε το ραφείο του στην περιοχή του Τσαρσί Τζαμί, εκεί που βρισκόταν και άλλα ραφεία, κουρεία και σιδεράδικα. Ήταν θα λέγαμε το εμπορικό κέντρο των Σαπών. Ο Γ. Μουχταράκος του Θεοδώρου και της Άννας, γεννήθηκε το 1928 και πέθανε από ξαφνικό θάνατο μέσα στο σπίτι του, όπου ζούσε μοναχός του στις 18/08/1968, μόλις 40 ετών. Δεν έκανε οικογένεια αν και ήταν κοινωνικός άνθρωπος με πολλούς φίλους και παρέες. Στη φωτογραφία ξεχωρίζω από αριστερά το Δ. Στέργιογλου, Θ. Βαλασιάδη, Αλέκο Χαρισιάδη με το σίδερο με τα κάρβουνα. Τα άλλα δυο πρόσωπα δεν τα αναγνώρισα. Προφανώς ο μικρός με τη μεζούρα στο λαιμό να ήταν βοηθός του...
Σάπες, γύρω στα 1960
Στο ραφείο του Σταύρου Μακρή, είναι αυτός που σιδερώνει. Το θυμάμαι να βρίσκεται στην κεντρική πλατεία στο δρόμο για τα Αρριανά (διώροφο κτίσμα τότε). Ο Σταύρος (1918-1974) εκτός από ράφτης ήταν και ψάλτης. Το γνώριζα καλά, αφού ήταν φίλος του πατέρα μου και πολλά βράδια πηγαίναμε στο σπίτι του οικογενειακά και κάναμε τα "νυχτέρια". Εκείνοι συζητούσαν, τραγουδούσαν την "ανθισμένη αμυγδαλιά" και φυσικά έπιναν και τα ουζάκια τους. Εμείς τα μικρά πάνω σ' ένα μεγάλο κρεβάτι παίζαμε μέχρι που μας έπαιρνε ο ύπνος! Τα άλλα δυο πρόσωπα της παρέας είναι ο Γιώργος Πέτρογλου και ο Ανέστης Χαρισιάδης.
Σάπες 1970 ή 71: Στο ραφείο του ο Νίκος Μοσχάκης σε μια αναμνηστική φωτογραφία με το μικρό του γιο Γιάννη. Πάντα ένας ράφτης είχε κρεμασμένο από το λαιμό του το πλέον αναγκαίο εργαλείο του που ήταν η μεζούρα! Με αυτήν μετρούσε με ακρίβεια τις διαστάσεις του πελάτη του. Ύψος, φάρδος, μήκος, περιφέρεια κλπ. Μετά έστρωνε το υφάσματα σε ένα μεγάλο τραπέζι και με ένα καλό επαγγελματικό ψαλίδι έκοβε τα τμήματα του ρούχου. Στη συνέχει αυτά θα ραβόταν μεταξύ τους ώσπου να πάρουν την τελική μορφή του. Προηγούνταν οι απαραίτητες πρόβες, όπου τα ρούχα συνδεόταν μεταξύ τους με καρφίτσες ή πρόχειρα ραψίματα. Στο τέλος ακολουθούσε η ραπτική μηχανή και τα πάντα ήταν έτοιμα! Με την υγειά σας! [Ευχαριστώ το γιο του Παναγιώτη Μοσχάκη για τη συνεργασία]...
Σάπες 2005
Από βιντεσκοπημένο αρχείο της εργασίας που έκανε το Δημ. Σχολ. Σαπών το 2005. Μια ημέρα επισκεφτήκαμε με μια ομάδα παιδιών το ραφείο του Αλή Ογλού Ισμαήλ, την ώρα της εργασίας του και τα παιδιά κατέγραψαν τη συζήτηση. Ο Αλή είναι από τους τελευταίους ράφτες των Σαπών. Τότε είπε στα παιδιά ότι εργάζεται ως ράφτης από το 1989. Την τέχνη την έμαθε από τον πατέρα του, που ήταν κι αυτός ράφτης από το 1959. Μας είπε ότι η δουλειά του ήταν αρκετά κουραστική, δέκα ώρες την ημέρα σκυμμένος πάνω στη μηχανή του. Η πελατεία του συνεχώς λιγοστεύει καθώς οι νέοι προτιμούν τα έτοιμα ρούχα και μόνο οι μεγαλύτερης ηλικίας άνθρωποι έφερναν κυρίως παλιά ρούχα για επιδιορθώσεις! [Πληροφορίες από το βιβλίο: "Ένας κόσμος που αλλάζει" -Επαγγέλματα και Τέχνες που χάθηκαν ή χάνονται στις Σάπες"].
Η ΣΕΛΙΔΑ ΘΑ ΕΜΠΛΟΥΤΙΖΕΤΑΙ ΟΤΑΝ ΠΡΟΚΥΠΤΕΙ ΝΕΟ ΥΛΙΚΟ...