Ο ιδιοφυής πολιτικός πίσω από την Ενσωμάτωση της Θράκης
Δύο προσωπικότητες έπαιξαν αποφασιστικό ρόλο στην ένωση της Θράκης με την Ελλάδα, το 1920. Αδιαμφισβήτητα ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος και ο Χαρίσιος Βαμβακάς, γόνος πλούσιας και αρχοντικής οικογένειας, που γεννήθηκε στην Κοζάνη το 1872. Πήγε σχολείο στην πατρίδα του και σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας και στη συνέχεια στην Ελβετία, όπου αναγορεύθηκε διδάκτωρ του δικαίου και των πολιτικών επιστημών. Στην Ελβετία ήταν ένας από τα ιδρυτικά στελέχη του πρώτου Ελληνικού Φοιτητικού Συλλόγου «Μινέρβα». Έζησε μερικά χρόνια στην Κωνσταντινούπολη, όπου εργάστηκε ως δικηγόρος. Υπήρξε στενός συνεργάτης του Πατριάρχη Ιωακείµ Γ΄. Εξελέγη βουλευτής Σερβίων και Κοζάνης στο Οθωμανικό Κοινοβούλιο (Δεκ.1909 - Αυγ.1912). Σε αυτό υπήρξε ο «ιθύνων νούς» της ομάδας των Ελλήνων βουλευτών. Έπαιξε σημαντικότατο ρόλο στις διαπραγματεύσεις για τη σύμπραξη των Ελλήνων βουλευτών με τους ορθόδοξους Άραβες και τους εκπροσώπους των υπολοίπων Βαλκανικών Εθνοτήτων και ιδίως στη προσέγγιση Ελλήνων και Βουλγάρων. Μαζί με Έλληνες βουλευτές εξέδωσε την «Πολιτική Επιθεώρηση», που μετονομάστηκε «Ισοπολιτεία» από το Σεπτέμβριο του 1911, επιχειρηματολογώντας θαρραλέα για τα δικαιώματα της ελληνικής μειονότητας και την προστασία του Πατριαρχείου. Ήταν επίσης ο κυριότερος συνεργάτης αρθρογράφος και διευθυντής της γαλλόφωνη εφημερίδας «Βήμα των Εθνικοτήτων» (Tribune des Nationalité).
Μετά την απελευθέρωση της Μακεδονίας, εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη. Μεταξύ Φεβρουαρίου 1913-Ιουνίου 1914 ο Βενιζέλος του ανέθεσε διπλωματικές αποστολές σε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες (Λονδίνο, Παρίσι, Πετρούπολη κλπ.) για τη διεκδίκηση των εθνικών δίκαιων, γεγονός που προκάλεσε την οργή των Νεότουρκων, οι οποίοι τον καταδίκασαν το 1914 ερήμην σε θάνατο. Τα έτη 1914 και 1915 διετέλεσε νομικός σύμβουλος του νεοιδρυθέντος Συνδέσμου Βιομηχάνων Μακεδονίας. Ήταν επίσης εκδότης και διευθυντής της γαλλόφωνης εφημερίδας Tribune της Θεσσαλονίκης, 1912-1919 με την οποία διαφώτιζε κυρίως τους ξένους για τα ελληνικά πράγματα.
Κατέβηκε υποψήφιος στην Κοζάνη στις εκλογές της 31ης Μαΐου 1915 με το κόμμα των Φιλελευθέρων, που αν και νίκησε δεν κατόρθωσε να εκλέξει βουλευτή στην Κοζάνη.
Ορίστηκε από τον Βενιζέλο, μέλος της Ελληνικής Αντιπροσωπείας στις Διαπραγματεύσεις Ειρήνης, στο Παρίσι (18 Οκτ. 1918.– Σεπτ. 1919.). Τον Ιούλιο του 1919 περιόδευσε στην ανατολική Μακεδονία, απ’όπου ενημέρωνε τον Βενιζέλο για τα προβλήματα που προκαλούσε η συμπεριφορά των ανωτέρων υπαλλήλων των Υπουργείων Δικαιοσύνης, Γεωργίας και Οικονομικών έναντι των μουσουλμάνων, όπως και η στάση των οργάνων της χωροφυλακής προς τους μουσουλμάνους η οποία ορισμένες φορές δημιουργούσε δυσμενείς εντυπώσεις.
Στις 29 Σεπτεμβρίου του 1919 τοποθετήθηκε από τον Βενιζέλο ως άριστος γνώστης της τουρκικής και γαλλικής γλώσσας και άνθρωπος με ευαισθησίες απέναντι στα μειονοτικά ζητήματα από τον Έλληνα Πρωθυπουργό αντιπρόσωπος της Ελληνικής Κυβέρνησης στη Συμμαχική (Γαλλική) Στρατιωτική Διοίκηση Δυτικής Θράκης, κοντά στον Γάλλο στρατηγό Charpy, διοικητή της Διασυμμαχικής Κυβέρνησης Θράκης.
Ο ίδιος εξομολογείτο για την ανάληψη της θέσης αυτής:
«Από της στιγμής που μοι ανεκοινώθη το τηλεγράφημα του κ Βενιζέλου…μια κεντρική ιδέα εστροβίλιζεν εις τον νουν μου: πως το συντομώτερον, θα επιτευχθή η απόδοσις της Θράκης εις την Ελλάδα και προς τούτο, πως θα είναι δυνατό ν’αποφευχθώσι λάθη, τα οποία και εις την διοίκησιν και ιδία εις την πολιτικήν καταστρέφουν και τα πατριωτικοτέρας διαθέσεις και αντιλήψεις. Δεν είχον κανένα σύμβουλον μήτε οδηγίας τής Κυβερνήσεως περί του έργου το όποιον με άνέμενεν. Ουδόλως απίθανον, ή διπλή αύτη έλλειψις να υπήρξεν ωφέλιμος δι' έμέ και δια τήν Θράκην».
«ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ 13-12-1930.»
Με την ιδιότητά του αυτή ο Χαρίσιος Βαμβακάς συγκέντρωσε τεκμήρια, τουρκικής αποκλειστικά προελεύσεως, που αποδείκνυαν την υπεροχή των Ελλήνων στη Θράκη, επί αιώνες. Το υλικό αυτό απεστάλη στον Βενιζέλο, προκειμένου να πείσει τους Συμμάχους για την ελληνικότητα της περιοχής. Την ίδια περίοδο ο Βαμβακάς παρέσυρε υπέρ της Ελλάδος την γαλλική συμμαχική στρατιωτική διοίκηση, που άρχισε να δελεάζεται από τις προτάσεις Τούρκων και Βουλγάρων ιθυνόντων, οι οποίοι σε συνεργασία μεταξύ τους επεδίωκαν να πείσουν τους ανώτερους και ανώτατους Γάλλους αξιωματικούς να εργασθούν υπέρ της δημιουργίας αυτόνομου Θρακικού κράτους υπό Γαλλική Εντολή και Προστασία. Από την Κομοτηνή (Γκιουμουλτζίνα τότε) όπου έδρευε ο Χαρίσιος Βαμβακάς, τηλεγραφούσε προς τον Βενιζέλο ή ελάμβανε απ’ αυτόν τηλεγραφικώς, οδηγίες. Χαρακτηριστικό των δυσκολιών που αντιμετώπισε από την πρώτη στιγμή η ακόλουθη έκθεση που έστειλε στον Βενιζέλο στις 10.1.1920:
«Από πρώτης ώρας αφίξεώς μου εσκέφθην, ότι μόνη οδός φθάσω εις επιτυχίαν σκοπού ημών ήτο αποκτήσω εμπιστοσύνην κ. D’ Esperey (σ.σ. Ανώτατος Στρατιωτικός Διοικητής Γαλλικών Δυνάμεων Ανατολής), κ. Charpy (σ.σ. Στρατιωτικός Διοικητής Γαλλικών Δυνάμεων Δυτικής Θράκης) και ανωτέρων Γάλλων αξιωματικών. Πλησίον κ. Charpy, Γάλλος συνταγματάρχης Allié, σκανδαλωδώς εναντίον μας. Επέτυχα απομάκρυνσίν του και του βοηθού του, ανθέλληνος επίσης. Διάδοχός των, αντισυνταγματάρχης Doré πρόσκειται τελείως ημίν και με βοηθεί ολοψύχως. Σχέσεις μου μετά πάντων (άλλων) Γάλλων αξιωματικών βαίνουσι άριστα. Αποκτήσας εμπιστοσύνην των, ευρίσκω μεγάλην ευκολίαν όπως γίνομαι απαιτητικότερος. Αξιώ λύσιν διαφόρων ζητημάτων συμφώνως συμφέροντα ημών. Ευρίσκω προθυμίαν εις εκτέλεσιν σχετικών αποφάσεων. Βεβαίως συνήντησα προσκόμματα, ιδία καθ’ όν χρόνον Τούρκοι, επιμόνως, δι’ υπομνημάτων των εγαργάλιζον κ. Charpy και αξιωματικούς του με ιδέαν Γαλλικού Προτεκτοράτου εφ’ όλης Θράκης. Δυσκολίαι επηύξησαν όταν οι Βούλγαροι ήλθον εις επικουρίαν των Τούρκων, επιζητούντες επίσης αυτονομίαν και Γαλλικήν Προστασίαν… Διά ενταύθα Κεντρικού Γραφείου Πληροφοριών (σ.σ. Γαλλικό), οίτινος προσεταιρίσθην όλους τους μυστικούς πράκτορας και την φιλίαν του διευθύνοντος αυτό CapitainPommier, επέτυχα δυσφημισθώσι παρά Γαλλικών Στρατηγείων, οι πρωτοστατούντες εις πολιτικήν Γαλλικής Προστασίας, Τούρκοι αυτονομισταί και χαρακτηρισθώσι απατεώνες και εργαζόμενοι κρυφά, άλλοι μεν με τους Άγγλους, άλλοι δε με τους Νεότουρκους και την οθωμανικήν κυβένησιν… Η Δυτική Θράκη ήρχισε ήδη να λαμβάνη τον ελληνικόν χαρακτήρα της, ουχί απλώς διά της εγκαταστάσεως των παλινοστούντων, ων ουδείς παραμένει άνευ στέγης, αλλά και διά της ευμενίας των Γάλλων…»
Επίσης, ο Βαμβακάς φρόντισε να εγκαταστήσει στις παλαιές ή σε νέες εστίες τους παλινοστούντες Έλληνες που είχαν εκδιωχθεί κατά χιλιάδες από τους Βουλγάρους, μετά το 1913. Ανέδειξε το ελληνικό στοιχείο, σε ρόλο ηγετικό, και μάλιστα με την συμπαράσταση των μουσουλμάνων. Αυτό φάνηκε περίτρανα με την εκλογή Έλληνα Προέδρου, του Εμμ. Δουλά, στο Ανώτατο Συμβούλιο των Αντιπροσώπων, που απαρτιζόταν από 5 Έλληνες, 5 Μουσουλμάνους, 2 Βουλγάρους, 1 Εβραίο, 1 Αρμένιο κι 1 Λεβαντίνο και το οποίο εισηγούνταν τα κυβερνητικά μέτρα. Έτσι αναγνωριζόταν η υπεροχή του ελληνικού στοιχείου και επιπλέον ότι οι εθνότητες οι οποίες ζούσαν στη Δυτική Θράκη επιθυμούσαν την ενσωμάτωση της περιοχής τους στην Ελλάδα.
«ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ 07-11-1926.»
Ο Βαμβακάς κινήθηκε αριστοτεχνικά μεταξύ όλων των εμπλεκομένων παραγόντων της Δυτικής Θράκης. Αξιοποίησε τη θέση του αλλά και το μορφωτικό του επίπεδο σε τέτοιο βαθμό, ώστε να καταστεί το δεξί χέρι των Γάλλων στη Θράκη αλλά και να γίνει ο άνθρωπος των μουσουλμάνων, τους οποίους εντυπωσίασε όχι μόνο για την τουρκομάθεια του αλλά ακόμα και για τη γνώση του Κορανίου και του Ισλαμικού Νόμου. Όσον αφορά τους Τούρκους, προσέλαβε έμπιστα πρόσωπα, τα οποία γνώριζε από την παραμονή του στην Κωνσταντινούπολη και προπαγάνδιζαν υπέρ των ελληνικών συμφερόντων. Σημαντική επίσης, υπήρξε η επιρροή του Βαμβακά και στους προκρίτους των μουσουλμανικών χωριών, που επισκεπτόταν συχνά, διακηρύσσοντας τα αγαθά της ελληνικής διοίκησης. Ακόμη, μεσολαβούσε στις γαλλικές αρχές για ζητήματα των μουσουλμάνων και η επιτυχής διευθέτηση αυτών αύξανε το κύρος αλλά και τη συμπάθεια των μουσουλμάνων στο πρόσωπό του. Δίπλα στους Γάλλους αξιωματικούς των διαφόρων περιοχών της Θράκης πέτυχε τον διορισμό νέων διερμηνέων, οι οποίοι ήταν πιστοί στον ίδιο και του μετέφεραν χρήσιμες πληροφορίες. Το ίδιο πέτυχε με τους διορισμούς δημάρχων και διοικητικών συμβουλίων. Έτσι πέτυχε, επίσης, τον διορισμό Ελλήνων διοικητών σε Ξάνθη, Δεδέαγατς και Διδυμότειχο και Ελλήνων υποδιοικητών σε Κομοτηνή, Σουφλί και Κάραγατς. Παράλληλα, κατάφερε να διοριστεί στην Κομοτηνή Τούρκος διοικητής ο οποίος τύγχανε της ελληνικής εμπιστοσύνης.
Οι Θράκες αγάπησαν το X. Βαμβακά και εργάστηκαν στο πλευρό του με ενθουσιασμό για την απελευθέρωση της ιδιαίτερης πατρίδας τους. Από τους συνεργάτες του αναφέρονται ενδεικτικά ο Δήμαρχος Εμμ. Αλτιναλμάζης, ο γιατρός και μέλος του Ανώτατου Συμβουλίου των Αντιπροσώπων Αλέξ. Παπαθανάσης, ο Ανθυπολοχαγός Νικ. Κοίδης, οι εκπαιδευτικοί Αθ. Σπανός και Κων. Αντωνιάδης.
Την Αλεξανδρούπολη (ακόμα Δεδεαγατς) αποκαλούσε γλυκύφλοισβον. Μετά την κατάληψη της Δυτικής Θράκης από τον Ελληνικό στρατό και κατά την αποχώρηση του Σαρπύ από την Κομοτηνή, τον συνόδεψε στο τραίνο μέχρι την Αλεξανδρούπολη, όπως διαβάζουμε στην εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ της 24-5-1920. Ήδη από τις 21 Μαΐου 1920 είχε οριστεί Γενικός Διοικητής της Δυτικής Θράκης.
Οι κινήσεις του Βαμβακά τώρα είχαν σκοπό να προλειάνουν το έδαφος, μέσω επαφών με το μουσουλμανικό στοιχείο της Αδριανούπολης, ώστε η ελληνική προέλαση να καθίστατο αναίμακτη. Σύμφωνα με τον Βαμβακά, η ευμένεια και η προσέλκυση των αλλογενών στοιχείων, ιδιαίτερα του τουρκικού, θα διευκόλυνε την προέλαση. Υπό τον Χαρίσιο Βαμβακά η Γενική Διοίκηση Δυτικής Θράκης μεταξύ άλλων:
Φρόντισε για τον εποικισμό οικογενειών Καυκασίων μεταξύ άλλων στην περιφέρεια Σουφλίου, την ανοικοδόμηση της Μάκρης, της Μαρωνείας και του Κιρκά.
Μετεκάλεσε εκ Κρήτης Μουσουλμάνες δασκάλες για να διδάξουν την ελληνική σε Μουσουλμανικά νηπιαγωγεία αλλά και Μουσουλμάνους δασκάλους.
Φρόντισε για την αποκατάσταση της Ελληνικής εκπαίδευσης, επιδιορθώνοντας και επιπλώνοντας τα μισοκατεστραμμένα σχολεία. Τον Σεπτέμβριο του 1920 φοιτούσαν 12.000 μαθητές και μαθήτριες.
Φρόντισε για την περίθαλψη των εγκατασταθέντων προσφύγων, χορηγώντας τρίμηνη εως πεντάμηνη τροφοδοσία, που επεκτάθηκε και στους ομογενείς που είχαν παραμείνει στη Δυτική Θράκη, αλλά και σε απόρους Μουσουλμάνους, Αρμενίους, Ισραηλίτες, Λεβαντίνους και Βουλγάρους.
Χορήγησε μέσα καλλιέργειας στους γεωργικούς πληθυσμούς, στους οποίους προμήθευσε βενζινάροτρα και αλωνιστικές μηχανές..Έδωσε επιδόματα στους μικροεπαγγελματίες και μικρεμπόρους ως ενίσχυση αλλά και στους καπνεργάτες της Ξανθης.
Ίδρυσε ορφανοτροφεία στην Ξάνθη και Κομοτηνή.
Στην Αλεξανδρούπολη ίδρυσε Νηπιοτροφείο, όπου διατρέφονταν 40 νήπια.
Ίδρυσε Νοσοκομείο στην Κομοτηνή και ιατρεία στις Υποδιοικήσεις, όπου η περίθαλψη και τα φάρμακα παρέχονταν δωρεάν. Προσελήφθησαν και 14 ιατροί για να παρέχουν στην ύπαιθρο δωρεάν ιατρικές υπηρεσίες σε όσους δεν μπορούσαν να μεταβούν στα ιατρεία.
Πέτυχε να ιδρυθούν Υποκαταστήματα Εθνικής Τράπεζας στην Ξανθη, Κομοτηνή, Αλεξανδρούπολη και Σουφλί.
Φρόντισε για την οργάνωση τηλεγραφικής και ταχυδρομικής υπηρεσίας.
Επισκευάσθηκαν δημόσια κτίρια και άρχισαν οι εργασίες για την εκβάθυνσης του λιμανιού της Αλεξανδρούπολης.
Φρόντισε για τη διάδοση του Προσκοπισμού στη Θράκη ώστε ως τον Σεπτέμβριο του 1920 ιδρύθηκαν 17 προσκοπικές ομάδες με 700 προσκόπους.
Στις 5 Σεπτεμβρίου 1920 ορίστηκε Διοικητής Ανατολικής Μακεδονίας, θέση στην οποία παρέμεινε μέχρι και την 26 Νοεμβρίου 1920.
Μετά την εκλογική αποτυχία του Βενιζέλου αποσύρθηκε από τα κοινά μέχρι το 1929. Ασχολήθηκε με το εμπόριο δημιουργώντας τη «Βιομηχανία Τροχοφόρων Χαρίσιου Ηλ. Βαμβακά», ήταν μέτοχος της Ανωνύμου Εταιρείας Υφασμάτων «Υφανέτ» και νομικός σύμβουλος της βελγικής εμπορικής εταιρείας πετρελαίων SOCOMBEL. Ήταν επίσης μέλος του Γενικού Διοικητικού Συμβουλίου της Γεωργικής Τραπέζης Μακεδονίας (1924- 1930), της Ανωτέρας Ενοριακής Αντιπροσωπείας Θεσσαλονίκης (1927), επίτιμο μέλος του Ναυτικού Ομίλου Θεσσαλονίκης και του Γυμναστικού Συλλόγου «Μέγας Αλέξανδρος».
Εξελέγη γερουσιαστής στις 21 Απριλίου 1929 και διετέλεσε αντιπρόεδρος της Γερουσίας. Τον Μάιο του 1930 ο Βενιζέλος ως πρωθυπουργός συνοδευόμενος από τον Χ. Μοργκεντάου ως Πρόεδρο της Επιτροπής Αποκατάστασης Προσφύγων έκαναν περιοδεία στη Βόρεια Ελλάδα και επισκέφθηκαν την πόλη μας. Τον υποδέχτηκαν εκτός από τον Δήμαρχο Κ. Αλτιναλμάζη και ο Χ. Βαμβακάς ως Γερουσιαστής.
Παραιτήθηκε στις 7 Δεκεμβρίου 1930 για να βάλει υποψηφιότητα ως δήμαρχος Θεσσαλονίκης με το Κόμμα των Φιλελευθέρων. Στις 23 Δεκ. 1930 εξελέγη με συντριπτική πλειοψηφία δήμαρχος Θεσσαλονίκης, υποστηριζόμενος από το κόμμα των Φιλελευθέρων. Σε αυτές τις εκλογές για πρώτη φορά ψηφίζουν οι γυναίκες που βάση διατάγματος αποκτούν το δικαίωμα του «εκλέγειν». Διετέλεσε δήμαρχος της πόλης από το 1931 μέχρι τον Ιούλιο του 1933. Μάλιστα αναφερόταν ως Δήμαρχος Θεσσαλονικέων (έτσι εμφανίζεται στο επιστολόχαρτο και την κάρτα του Βαμβακά.
Τον Οκτ.1931 στο πλαίσιο της έναρξης των Β΄ Βαλκανικών Αγώνων Στίβου στο Παναθηναϊκό Στάδιο της Αθήνας έδωσε το παρόν και ο Τούρκος πρωθυπουργός Ισμέτ Ινονού, που είδε τους αγώνες από κοντά και ειδικά τις προσπάθειες των Τούρκων αθλητών. Στη δεξίωση που παρέθεσε ο Βενιζέλος στον Ινονού στη «Μεγάλη Βρετανία» παραβρέθηκε ο Βαμβακάς τον οποίον συνέστησε ιδιαιτέρως στον Ινονού ο Βενιζέλος. (ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ 5-10-1931).
Ως Δήμαρχος εφρόντισε για την οδοποιία, την ύδρευση, τα συσσίτια προς ανακούφιση της οικονομικής κρίσης που ενέσκηψε στην Ελλάδα μετά το Κραχ της Γουόλ Στριτ, την τόνωση της δημοτικής ιατρικής περίθαλψης και τον εξωραϊσμό της πόλης. Ο Βαμβακάς είχε να αντιμετωπίσει μαζί με όλα τα προβλήματα της πόλης και την οικονομική εξυγίανση του Δήμου. Σύναψε δάνειο 200.000 λιρών τα οποία διατίθενται για την αποπληρωμή χρεών, κατασκευή έργων οδοποιίας και υγιεινής και για να αντιμετωπιστεί το μεγάλο πρόβλημα της ανεργίας.
Με την ανάληψη της διακυβέρνησης από τον Παναγή Τσαλδάρη τον Μάρτιο του 1933 η Ελλάδα μπήκε σε μια ακόμα περίοδο ακραίας πόλωσης και φανατισμού. Μέσα σε αυτό το κλίμα ο Χαρίσιος Βαμβακάς την 1 Ιουλίου 1933 επαύθη, αφού προηγήθηκε διαχειριστικός έλεγχος και του επιβλήθηκε ποινή αργίας από τον Γενικό Διοικητή Μακεδονίας, Φίλιππο Δραγούμη, στο πλαίσιο των πολιτικών διώξεων των βενιζελικών. Απολύθηκε οριστικά με διάταγμα στις 7 Οκτωβρίου 1933 έπειτα από κατηγορίες για οικονομικές ατασθαλίες οι οποίες οδήγησαν αυτόν και τρεις συμβούλους του σε δίκη στο Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης.
Είχε παντρευτεί την κόρη του δικηγόρου Τσάκου, με την οποία όμως διαζεύχθηκε. Μαζί απέκτησαν πέντε παιδιά: την Ευφημία, σύζυγο του γιατρού Αλέκου Παπαθανάση, τη Νίνα, την Καίτη ή Κατίνα, σύζυγο Γιώργου Βοσνιάκου και τους Πέτρο και Ηλία.
Aπεβίωσε στη Θεσσαλονίκη στις 31 Αυγούστου 1952. Το αρχείο του διαφύλαξε η αγαπημένη κόρη του Βαμβακά, Ευφημία Α. Παπαθανάση και στη συνέχεια η εγγονή του Καλλιόπη Παπαθανάση, σύζυγος του καθηγητή της Πολυτεχνικής Σχολής του Α.Π.Θ., Ν. Μουσιοπούλου, η οποία το 1975 σε μια προσπάθεια αξιοποίησης του αρχείου εξέδωσε μία αντιπροσωπευτική επιλογή εγγράφων της περιόδου 1919-1920.
Η Πατρίδα αναγνωρίζοντας την εξαίρετη δράση του τον ετίμησε με ανώτατα Ελληνικά παράσημα ενώ του απενεμήθη ο Μεγαλόσταυρος του Παναγίου Τάφου. Όμως ενώ η Ξάνθη και η Κομοτηνή έχουν τιμήσει αυτόν το μεγάλο Έλληνα δίνοντας το όνομα του σε μια οδό αντίστοιχα, ο Δήμος Αλεξανδρούπολης δυστυχώς δεν έχει τιμήσει τον Χαρίσιο Βαμβακά όπως του αρμόζει.
Πέτρος Γ. Αλεπάκος
Δικηγόρος – ιστορικός ερευνητής
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
1. Η απελευθέρωση της Δυτικής Θράκης. Από το αρχείο του Χαρίσιου Βαμβακά. Επιμέλεια Καλλιόπης Παπαθανάση-Μουσιοπούλου. Αθήναι, 1975.
2. Χαρίσιου Βαμβακά-Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο.
3. ΣΒΒΕ 1915-2015 ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΕΚΑΤΟ ΧΡΟΝΙΑ.
4. Φωτοαρχείο Γεωργίου Αλεπάκου- Βικιπαίδεια-