Γεννήθηκε στο Κοκαριαλί της Σμύρνης το 1901 και πέθανε στις 5 Ιουνίου 1959 στην Αθήνα, όπου είχε εγκατασταθεί από το 1922, που ήρθε στην Ελλάδα. Το 1922 στη Σμύρνη κατατάγηκε εθελοντής στο στρατό και πιάστηκε αιχμάλωτος από τους Τούρκους. Σώθηκε δραπετεύοντας την ώρα που τον πηγαίναν για εκτέλεση.
Υπήρξε δεξιοτέχνης μουσικός και έπαιζε μπουζούκι, κιθάρα, πιάνο, ακορντεόν. Ανήκει στην αμέσως μετά το Βαμβακάρη γενιά. Με το λαϊκό τραγούδι ασχολήθηκε επαγγελματικά από το 1933. Προηγούμενα ήταν οξυγονοκολλητής.
Από τα πρώτα βήματα πήρε μέρος στα καλύτερα λαϊκά συγκροτήματα και δούλεψε σ’όλα τα γνωστά κέντρα της εποχής (Δερέμπεη, Πίκινου, Κατελάνου, Δάσος του Βλάχου, Μάριου κ.α.).
Ο Χατζηχρήστος, αναμφισβήτητα, είναι από τους λίγους κορυφαίους συνθέτες και η θέση του είναι στην πρώτη γραμμή των δημιουργών του ρεμπέτικου. Είναι ένας από τους μεγάλους του. Από τους πρώτους του.
Τα βιώματα της ραφινάτης Μικρασιάτικης μουσικής και τα βάσανα της αιχμαλωσίας και της προσφυγιάς είχαν βαρύνει πάνω στο ύφος του. Μέσα από τα περισσότερα τραγούδια του ξεπηδάει το παράπονο του ξεριζωμένου, του αδικημένου, του κυνηγημένου, το παράπονο για μια βασανισμένη ζωή, γιατί όλη του η ζωή ήταν ένα μαρτύριο.
Ο στίχος του – που εννοεί τον εαυτό του – «Φίλε παραπονιάρη» κλείνει όλη του τη ζωή.
Συνθέσεις του:
Αλήτη μ’ είπες μια βραδιά
Ας μην ξημέρωνε ποτέ
Η πεντάμορφη
Καιξής
Καρδιά παραπονιάρα
Καροτσέρη τράβα
Ο αμαξάς
Πάμε στο Φάληρο
Παραπονιάρικό μου
Το μαγκαλάκι
Ψεύτη ντουνιά
Πρόσφατα σχόλια