ΥΠΟ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ.....
Την οικογένεια Ποάλα πολλοί Σαπαίοι, ιδιαίτερα οι παλιοί, την έχουν ακουστά. Από το 1940 όμως και μετά έπαυσε κάθε δραστηριότητα της οικογένειας στον τόπο μας. Η ιστορία της μοιάζει με παραμύθι και ξεκινάει από την εποχή του Αλή Πασά. Η καταγωγή της είναι από τη Λάιστα της Ηπείρου, την οποία δεν ξεχνούσαν ποτέ!
Πηγή των πληροφοριών μου είναι το βιβλίο "Ένα δέντρο απλώνει τα κλαριά του" που το έγραψε ο Γεώργιος Ποάλας (1905-2004), ο οποίος έζησε από κοντά τα πιο σημαντικά γεγονότα σε εποχές δύσκολες και σκληρές. Τα πρόσωπα που έχουν άμεση σχέση με τις Σάπες είναι τρία. Ο "Κωσταντής ''Εφέντης" Ποάλας, ο γιος του Μιχάλης και ο εγγονός του Κωνσταντίνος.
Τα γεγονότα που θα διαβάσετε λαμβάνουν χώρα σε μια περίοδο συνεχών ανακατατάξεων των εθνικών συνόρων με πολεμικές συρράξεις ή αποφάσεις Ευρωπαϊκών Συνεδρίων. Ήταν φυσικό οι άνθρωποι να ακολουθούν τη μοίρα των προσφύγων με όλες τις δραματικές συνέπειες. Επίσης, να αναφέρω ότι ο Ποάλας Κων/νος του Μιχαήλ, χρημάτισε και Πρόεδρος της τότε Κοινότητας Σαπών και για αρκετά χρόνια ήταν Κοινοτικός Σύμβουλος.
Η περιγραφή που κάνω παρακάτω ακολουθεί σε μεγάλο βαθμό τον τρόπο αφήγησης του συγγραφέα.
O καπετάν Μιχάλης, ο Ζορμπάς, έζησε την εποχή του Αλή Πασά στα Γιάννενα. Παντρεύτηκε δυο γυναίκες. Με την πρώτη, τη Στάμω, απέκτησε 6 ή 7 παιδιά κι όταν αυτή δεν μπορούσε να γεννήσει άλλα, με τη συγκατάθεση του τότε Δεσπότη και την αποδοχή της πρώτης γυναίκας παντρεύτηκε με τη δεύτερη, Γιάννω. Από αυτήν απέκτησε άλλα 6 ή 7... Όλα του τα αγόρια ξενητεύτηκαν στη Ρουμανία, εκτός από τον τελευταίο, τον Κωνσταντή, που έζησε τα πιο πολλά χρόνια στις Σάπες!
Ο Κωσταντής Ποάλας, ο "Εφέντης".
Ο μικρότερος ήταν ο Κωνσταντής.[1830-1920] Σε ηλικία 13 ετών ξενιτεύτηκε. Με καραβάνια πέρασε πόλεις και χωριά, μαγαζιά και χάνια. Ξαφνικά συνάντησε ένα μεγαλονοικοκύρη Χαντζή και μαγαζάτορα. Οικονόμος το όνομά του, εργάτης από την εποχή του Αλή Πασά, είχε στήσει το κονάκι του στο Χαϊβάν παζάρ της "Γκιουμουλτζίνας" Κομοτηνή. Τον Κωνσταντή τον κράτησε βοηθό του κι αυτός δούλεψε σκληρά, μέρα και νύχτα. Έγινε το αγαπημένο του παιδί.
Το 1870 Ρώσοι μηχανικοί έχτιζαν λίγα χιλμ πιο μακριά το Δεδέαγατς, μια πόλη καθαρά ελληνική. Την εποχή εκείνη ο Οικονόμου έκανε τον Κωνσταντή γαμπρό του. Τον πάντρεψε με μια συγγένισσά του.
Οι μουλαρόδρομοι και οι χωραφόδρομοι με τα βοϊδάμαξα που ρύθμιζαν την νωχελική ζωή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μπαίνανε στο περιθώριο. Οι σιδηρογραμμές καθώς διαπερνούσαν τη Βαλκανική διέσχιζαν τη Μακεδονία και τη Θράκη. Οι δυο άντρες που ζούσαν στο Χαϊβάν-Παζάρ κατάλαβαν, όσο κοινωνικά και αγράμματοι κι αν ήταν, ότι εδώ έμπαινε μια τελεία στην ιστορία. Το τρίγωνο Γκιουμουλτζίνα - Σαπτσή - Ντεντέ - Αγάτς θα ήταν καλός εμπορικός στόχος για τους δυο επίδοξους μεγάλους τσορμπατζήδες. Το τρίγωνο διέθετε τότε μια απέραντη ενδοχώρα, που θα έπαιρνε καινούρια ζωή στο μέλλον με την ανάπτυξη του νέου λιμενικού και σιδηροδρομικού κόμβου του Ντεντέ-Αγάτς. Το Σαπτσή ήταν ένα καθυστερημένο τουρκοχώρι. Ένα μαγαζί που είχε ανοίξει ο Οικονόμου με έναν συγγενή του στο τσαρσί δεν πρόκοψε. Έστειλε τον Κωσταντή συνέταιρό του να το οργανώσει από την αρχή.
Καθώς ανέβαινε ο Κωσταντής με την φοράδα του το ύψωμα του Ντικελί-Τας, είδε να προβάλλει ένας πολύ ψηλός μιναρές. Καθώς το μαγαζί της αγοράς εξακολουθούσε για καιρό να φυτοζωεί, ο Κωσταντής μελετούσε τους ανθρώπους και τους τόπους του χωριού. Δίπλα στο κεντρικό τζαμί, ένα μεγάλο οικόπεδο με ένα χάνι μισογκρεμισμένο και γύρο-γύρο άδεια μαγαζιά. Κάθε Παρασκευή, που είναι μέρα γιορτινή της εβδομάδος για τους μωαμεθανούς, όπως η δική μας Κυριακή, γινότανε το βδομαδιάτικο παζάρι. Εκεί γνωρίστηκε με το χότζα του τζαμιού κι έγιναν φίλοι. Ο Κωνσταντής με το εμπορικό πνεύμα που είχε γρήγορα παρατήρησε τους ανθρώπους και έμαθε τις ανάγκες τους. Αγόρασε διάφορα γκρεμισμένα κτίσματα και οικόπεδα και σε 3-4 χρόνια είχε ολοκληρωθεί το συγκρότημα ανάλογα με τις δουλειές και τα καπιτάλια που έρχονταν από τη Ρουμανία. Φούρνο, μαγαζί, χάνι, γιαχανάς, που έβγαζε σαμόλαδα, ταχίνια και χαλβάδες, αποθήκες για ξυλεία και πετρέλαια, αχυρώνες για χορτονομές, ξέχωρα αμπάρια για σουσάμια, στάρια και κριθάρια- Όταν τελείωσαν τα κτίσματα ο πλούσιος αφέντης μας έριξε και ένα πανωσήκωμα με τέσσερα δωμάτια για να φέρει τη γυναίκα του με τα δυο παιδιά του. Το Μιχάλη [1870-1936] και το Χριστόφορο [1873-1954]. Βαρέθηκε να πηγαινοέρχεται με το άλογο στα Ζαγόρια κάθε δυο-τρία χρόνια. Η ζωή χωρίς γυναίκα ήταν κακορίζικη στα ξένα.
Η οικογένεια ήρθε, μα δεν μπόρεσε να εγκλιματισθεί σε ένα τουρκοχώρι δίχως εκκλησιά και σχολείο. Νοίκιασε τότε ένα σπίτι στη Γκιμουλτζίνα κοντά στον Αη-Γιώργη κι έγραψε τα παιδιά στο ελληνικό σχολειό. Τρεις μήνες τα καλοκαίρια, όταν η ελονοσία θέριζε τον κάμπο, η φαμίλια ανέβαινε στο Σαπτσή. Είχε ήπιο ημιορεινό κλίμα το μεγαλοχώρι και όλα τα αγαθά του Αβραάμ. Σύκα από το «μελεμέζι», καρπούζια και πεπόνια με τον αραμπά, μέλια, ταχίνια και χαλβάδες. ...
... Η δουλειά στο Σαπτσή αναπτύσσονταν ραγδαία. Τριάντα νοματαίοι, και λίγοι ήτανε, στο καινούριο συγκρότημα. Καμιά δεκαριά στο παλιό μαγαζί, στο τσαρσί, που λειτουργούσε περισσότερο σαν ένα συγκρότημα αποθηκών ξυλείας, πετρελαίων και άλλων εμπορευμάτων.
Δίπλα στο μαγαζί, είχε διαμορφώσει ένα «μουσαφίρ οντασί» ευρύχωρο. Του θύμιζε τα «μαντζάτα» του Ζαγορίου. Ένα τζάκι, ένας χαμηλός σοφράς και γύρω-γύρω μαλακά μεντέρια για να κάθονται οι μουσαφιρέοι σταυροπόδι. Το χειμώνα καίγανε δυο φούρνοι, μέρα-νύχτα. Ένας έβγαζε ψωμί, κουλούρια σουσαμένια και σιμίτια. Έψηνε και ψηστικά του κόσμου. Ο άλλος έψηνε σουσάμια για την παραγωγή, ταχίνια, σαμόλαδα, χαλβάδες. Μια θαλπωρή, ζέστη και αρώματα πλημμύριζε τα διαμερίσματα του συγκροτήματος. Τέσσερα-πέντε χάλκινα μαγκάλια χωνεμένο κάρβουνο, βοηθητικά για να ζεστάνουν απάνω το σπίτι και κάτω το μαντζάτο. Επάνω στο σοφρά στρωμένα δείγματα, σουσάμια, στάρια και κριθάρια.
Κάθε μέρα περνοδιάβαιναν μεσίτες, προσφέρανε και κλείνανε παρτίδες. Την Παρασκευή το απόγεμα, μόλις φεύγανε μετά το «κεντί ναμάζ», οι παζαρίτες, γινόταν στο μαντζάτο «το κονσούλτο». Ο Σεμερτζή Χότζας, ο πιστός του φίλος, που τον αποκαλούσε "Κωσταντή Εφέντη", ο Ζεϊνέλ Αγάς, ο Οσμάν μπέης, πομάκος προύχοντας από τους «γιακάδες» της ορεινής Ροδόπης, ο Γκιουβάν πόπ, ένας Βούλγαρος παπάς από το Σιτσανλίκ, ο Μπεζεριάν Κιρκόρ, ο υφασματοπώλης, ο Μποχόρ, οβριός μανιφατουρατζής και σαράφης και τελευταίος ο Τοπαρίτσας, συνεταίρος πιστός του πάππου μου. Βγάλανε τις ταμπακέρες και στρίψανε το πρώτο τσιγάρο. Ύστερα ζύγισαν με το χέρι τους τα δείγματα της νέας σοδειάς να ιδούν αν είναι ψωμωμένα τα σουσάμια και τα στάρια. Μίλησαν ακόμα και για τα καπνά αν θα πωληθούν και πόσο στα ξένα μονοπώλια του καπνού. ....
.... Ούτε το Σαπτσή, ούτε η περιοχή τον χωρούσε. Καινούρια άλματα έπρεπε να κάνει προς τα άκρα του προκαθορισμένου τριγώνου της Κομοτηνής και του Ντεντέ-Αγάτς. Δίπλα στα κτήματα του Οικονόμου, κοντά στην πλατεία στη μέση του μεγάλου παζαριού, ένας γερο-πατριώτης διατηρούσε ένα χάνι με πολύ μεγάλη αυλή και πίσω κάπου ένα στρέμμα αμπέλι, κήπο και δέντρα. Ο γερο-Χαντζής, ο Τσιότσος, δεν είχε κληρονόμους και είχε βαρεθεί τη νωθρή ζωή του. Ήθελε να πάει στο χωριό του να πεθάνει ήσυχος, σαν το γέρικο άλογο το ξεκαπίστρωτο που δεν μπορεί να μασήσει πια το «γιαρμά», τον κριθαρένιο. Ήτανε το δεύτερο άλμα του Κωσταντή Εφέντη, η καινούρια τούτη αγορά, που έβαζε γερά θεμέλια για τις επόμενες γενιές.
... Με τα τριάντα χρόνια δραστηριότητας στο Σαπτσή δεν κλείστηκε στο καβούκι του. Αυτό το αξιόλογο τουρκοχώρι για την απαρχή της ζωής του δεν ήταν και ο τελικός σκοπός του.
Το Κιοσέ-Μετζήτ (σιδηροδρομικός σταθμός Μέστης) απείχε εφτά χιλιόμετρα από το Σαπτσή. Μακρόστενοι αραμπάδες φορτώνανε την ξυλεία του Κωσταντή από τα βαγόνια. Όλοι αυτοί οι ακτιρμάδες, φορτώσεις, μεταφορτώσεις και μεταφορές δίνανε δουλειά και ψωμί στο γύρω κόσμο. Είχε ανθρώπους - κλειδιά παντού, που πρακτόρευαν και επέβλεπαν τη μεγάλη κίνηση των εργασιών του.
Με τη μετεγκατάστασή του στην Γκιμουλτζίνα οι δουλειές προωθήθηκαν προς την Ξάνθη, το Σαρή-Σαμπάν [Χρυσούπολη] και την Κεραμωτή. Παντού υπήρχαν αξιόλογοι συμπατριώτες δημιουργημένοι προ πολλού οικονομικοί παράγοντες, που επεδίωκαν τη διευρυμένη συνεργασία του και με τ αδέλφια του στη Ρουμανία. Τα λιμάνια της Καβάλας και της Κεραμωτής βοηθούσαν τη θαλασσινή πρόσβαση της ευρύτερης συνεργασίας. Η κακή όμως χάραξη της σιδηροδρομικής γραμμής Θεσσαλονίκης - Ντεντέ-Αγάτς δε βοηθούσε την καλύτερη αξιοποίηση των λιμανιών της Μακεδονίας και της Θράκης.
Ο Κωνσταντής Ποάλας είχε δυο παιδιά, το Μιχάλη και το Χριστόφορο[1]. Ο Μιχάλης ασχολήθηκε με τις δουλειές του πατέρα του. Στην Κομοτηνή έχτισε ένα ξενοδοχείο, εστιατόριο, χάνι και πίσω ένα σπίτι.
Λίγο πριν από το 1912 ερχόταν η μεγάλη θύελλα με τις εχθροπραξίες των βαλκανικών συμμάχων Ελλήνων, Σέρβων, Βουλγάρων και Μαυροβουνίων. Οι Βούλγαροι μπήκαν στην Αλεξανδρούπολη και την Κομοτηνή. Επίταξαν όλη την περιουσία της οικογένειας και τους υποχρέωσαν να εγκαταλείψουν τα πάντα. Φυγαδεύτηκαν σταδιακά, πρώτα ο Κών/νος και ο Παναγιώτης με άλογα και μετά οι γυναίκες με σούστες, στη Χρυσούπολη (Σαρή Σαμπάν). Εκεί έμειναν σε συγγενικό πρόσωπο, επίσης πολύ ευκατάστατο 2-3 μήνες, αλλά έφυγαν κι από εκεί, γιατί ήρθαν κι εκεί οι Βούλγαροι. Η πορεία προς την πατρίδα ήταν πολυήμερη και δύσκολη. Κάπου κοντά στο Αμύνταιο (Σόροβιτς), η γυναίκα του Κωνσταντή Εφέντη, η Δέσποινα αρρώστησε και πέθανε. Θαύτηκε κάπου πρόχειρα αφού κανείς δεν δεχόταν να τη θάψει επίσημα γιατί φοβήθηκαν ότι πέθανε από ελονοσία. Αργότερα, ενώ ακόμη γινόταν ο πόλεμος για το Μακεδονικό, τα δυο της εγγόνια ο Κωσταντής και Παναγιώτης, κατατάχθηκαν εθελοντικά στο στρατό. Κάποια στιγμή που η μονάδα τους στρατοπέδευσε στο Αμύνταιο, πήγαν και πήραν τα οστά της γιαγιάς και τα έστειλαν στη Λάϊστα.
Το 1912 τα Γιάννενα ελευθερώθηκαν. Ο Μιχάλης Ποάλας, νοίκιασε ένα ξενοδοχεία ένα εστιατόριο (χάνι και λοκάντα για την εποχή) και οι δουλειές του γρήγορα άρχισαν να πηγαίνουν καλά. Σε δημοπρασία που έκανε το δημόσιο πήρε και τα λεγόμενα δέκατα. Είχε ανθρώπους σε όλα τα χωριά και έπαιρνε ως φόρο για λογαριασμό του κράτους το ένα δέκατο της σοδειάς τους και από αυτό κρατούσε το μερίδιό του.
Και φτάνουμε στα 1920 και ο γερο Κωσταντής Ποάλας, γύρισε να συμμαζέψει την περιουσία του. Τότε όμως πέθανε, πριν την κατάρρευση της Μικράς Ασίας.
Στο μεταξύ ο πρωτότοκος Κωσταντής, γιος του Μιχάλη, που ακόμη ήταν στρατευμένος στις μάχες και τις πορείες παντρεύεται και κάνει μια κορούλα. (γύρω στα 1922). Κάποια στιγμή και με τη συνδρομή του πατριώτη του Στέργιου Παπαστεργίου, που ήταν γραφιάς στην Υγειονομική Επιτροπη Απαλλαγών Στράτευσης, απολύθηκε λόγω κάποιου σωματικού προβλήματος του ποδιού του, που όμως τόσα χρόνια δεν το έδινε σημασία.
Το 1920, καθώς οι απελευθερωτές σύμμαχοί μας ήταν στην Κομοτηνή, πριν την ανακήρυξη της απελευθέρωσης πήγε ο Κωσταντής Ποάλας για να τακτοποιήσει τα οικογενειακά τους κτίσματα. Αυτά χρησιμοποιούνταν από το συμμαχικό στρατό και κανείς δεν τον επέτρεψε ούτε να πλησιάσει. Μετά από πίεση προς το Γάλλο Διοικητή, του παραχώρησαν το σπίτι κι άρχισαν οι απαραίτητες διορθώσεις για να επιστρέψουν τα άλλα μέλη τη οικογένειας που βρισκόταν στη Λάιστα.
Μετά από πολλές προετοιμασίες, πότε με τα μουλάρια, πότε μα κάποια παλιά αυτοκίνητα και τέλος με το τρένο έφτασαν νύχτα στην Κομοτηνή. Τακτοποιήθηκαν στο παλιό τους σπίτι. Κάποια στιγμή αποφάσισαν να πάνε στο "Σαπτσή" ο Καπετάν Μιχάλης με το γιο του Κωσταντή για να αναστήσουν, όπως παλιά, από ένα μικρομάγαζο, την παλιά δουλεια. Ένα φούρνο, μαγαζί, χάνι και μελλοντική διεύρυνση του εμπορίου.
Εκεί συνάντησε ο "Κωσταντή Εφέντης" τους παλιούς του φίλους, το Σεμερτζή Χότζα, τον Ζεϊνέλ Αγά, τον Οσμάν Μπέη και όλη την πελατεία της ευρύτερης περιοχής. Με τη βοήθεια του Σεμερτζή Χότζα, όλοι όσοι είχαν παλιά χρέη ήρθαν και τα εξόφλησαν! Την κατάσταση βοήθησε και ο εγγονός του Κωσταντίνος, που γνώριζε την τουρκική γλώσσα και την παλιά αραβική γραφή. Ανέλαβε καθήκοντα "κιατήπη" - Δημογραμματέως για να διευκολύνει τη θεμελίωση της Ελληνικής Διοίκησης. Ασκούσε τα καθήκοντά του από το γραφείο του που ήταν δίπλα στην Κοινότητα.
Καθημερινά, εκατοντάδες δημότες μπαινόβγαιναν στο γραφείο και με το "φετφά" του Σεμερτζή Χότζα, ανανέωναν τις συναλλαγές τους καταβάλλοντας και το παλιό τους χρέος. Έτσι σε ένα χρόνο, δίπλα στο μαγαζί άνοιξε ένας φούρνος, δίπλα ένας γιαχανάς, το χαλβατζίδικο, το χάνι κλπ. εγκαταστάθηκε και ο εγγονός του Κωσταντής
Ο Χριστόφορος, αγαπούσε περισσότερο τα γράμματα. Δε συμπαθούσε τις δουλειές του πατέρα του. Ήταν καπνομεσίτης. Το 1913 τον πήραν όμηρο στη Βουλγαρία κι εκεί όσα χρόνια έμεινε βοσκούσε τα γουρούνια των Βουλγάρων. Το 1920-22 υπηρέτησε στην Ανατ. Θράκη και στην Αρμοστεία της Σμύρνης.
[1] Στα κοιμητήρια των Σαπών είναι ενταφιασμένος ο Χριστόφορος Ποάλας και η 2η γυναίκα του Όλγα. Από πληροφορίες που έλαβα από το Δήμο Σαπών έμαθα ότι είναι παιδί του Κωσταντίνου και της Χαρίκλειας Ποάλα, που γεννήθηκε το 1876 και πέθανε στις 30/12/1955, σε ηλικία 79 ετών. Επάγγελμα: Δικολάβος. (κάτι σαν τους σημερινούς δικηγόρους). Η Όλγα, παιδί του Δημοσθένη και της Ζωής, πέθανε στις 7/5/1972.
Τα σημαντικότερα γεγονότα της οικογένειας.
1800 και πριν: Καπετάν Μιχάλης Ζορμπάς - Στάμω & Γιάννω: δύο συζύγους: 13 παιδιά, Λάιστα.
[1830-1920]: Κων/νος Μιχ. Ποάλας το 130 παιδί. Ο μετέπειτα Κωσταντής Εφέντης τσορμπατζής. 1850, ίσως και πριν έρχεται στο ''Σαπτσή". Παντρεύεται τη Χαρίκλεια Οικονόμου. Αποκτά 2 γιους. Το Μιχαήλ [1870-1936] και το Χριστόφορο [1876-1955]. Είναι ενταφιασμένος στις Σάπες
- Ο Μιχαήλ και η Δέσποινα (Παπαντωνίου) αποκτούν 5 παιδιά. 1] Κωνσταντίνος [1890], 2] Παναγιώτης [1893], 3] Χαρίκλεια [1895], 4] Γιώργος [1905], 5] Ευαγγελία [1912].
- Ο Χριστόφορος και η [?] αποκτούν 3 παιδιά. Τον Κων/νο, τη Χαρίκλεια και την Αγγελική. Με τη 2η γυναίκα του Όλγα δεν απέκτησαν άλλα παιδιά. Οι δυο τους είναι ενταφιασμένοι στις Σάπες.
- Ο Κων/νος Μιχ. Ποάλας (1890-1980) στις Σάπες, (1916 ο γάμος) με τη Σταματία Καπέτση, αποκτούν 3 παιδιά. Τη Δέσποινα [1920], το Μιχάλη [1922-1932] πέθανε 10 ετών, και τον Παναγιώτη [1926]. Η Δέσποινα το 1939, παντρεύτηκε στην Καβάλα το δικηγόρο Ελευθέριο Ράφτη. Ο Κων/νος Μιχ. Ποάλας, χρημάτισε και Πρόεδρος της τότε Κοινότας Σαπών, λίγο πριν το 1940.
- Ο Παναγιώτης Μιχ. Ποάλας (1893-1980), παντρεύτηκε στην Κομοτηνή (1925) τη Σοφία Μπαρτζοπούλου. (σχετ. φωτό πιο κάτω).
- Η Χαρίκλεια (1895- ?), το 1917, παντρεύτηκε το Νικόλαο Δεβελέγκα.
- Ο Γεώργιος Μιχ. Ποάλας (1905-2004), παντρεύτηκε (1936) την Ευαγγελία Βαλασίδου (1915-20??).
- Η Ευαγγελία Μιχ. Ποάλα (1912- ??), παντρεύτηκε τον Οικονομίδη ή Οικονόμου, χωρίς άλλα στοιχεία.
ΑΛΛΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
1912: Η οικογένεια Ποάλα μετακομίζει στη Λάιστα, λόγω εμπόλεμης κατάστασης.
1913:Ο Μιχάλης Ποάλας, δραστηριοποιείται στα Γιάννενα.
1920:Επιστροφή στην Κομοτηνή-Αλεξ/πολη και Σάπες
Κάποια γεγονότα δεν τα έχω διευκρινήσει, γιατί λείπουν χρονολογίες από το βιβλίο.
Η σελίδα θα διαμορφώνεται συνεχώς εφ' όσον υπάρχουν νεότερες πληροφορίες...
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ και ΑΛΛΟΥ ΚΑΤΑ ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΚΗ ΣΕΙΡΑ
Κυνήγι στη Λάιστα το Σεπτέμβριο του 1904. Στο κέντρο της φωτογραφίας ο Κωνσταντίνος Μιχ. Ποάλας, παιδί του Καπετάν Μιχάλη Ζορμπά. Στα πόδια του δυο αγριόγιδα.
Κομοτηνή 1908: Στην πραγματικότητα πρόκειται για την οικογένεια του Μιχαήλ Ποάλα, του μεγαλύτερου γιου του Κωσταντή Εφέντη. Στο κέντρο ο Κων/νος Μιχ. Ποάλας, ο τσορμπατζής! Είναι αυτός που ήρθε στο "Σαπτσή" πριν από το 1850 και δημιούργησε ένα τεράστιο εμπορικό κέντρο. Ο 2ος όρθιος από αριστερά είναι ο εγγονός του με το ίδιο όνομα που ανάστησε τις δραστηριότητες του παππού του στις Σάπες μετά το 1920. Ήταν αυτός που χρημάτισε και Πρόεδρος της Κοινότητας Σαπών, πριν το 1940. Αναφέρω τα ονόματα της φωτογραφίας γιατί η λεζάντα της δεν είναι και τόσο διευκρινιστική! Από αριστερά όρθιοι: Μιχαήλ Ποάλας, ο μεγάλος γιος του Κωσταντή Εφένδη. Στη συνέχεια τα τρία του παιδιά: Κωνσταντίνος, Παναγιώτης και Χαρίκλεια. Καθήμενοι: Δέσποινα, σύζυγος Μιχαήλ, Κωσταντής Εφέντης, η γυναίκα του Χαρίκλεια και στην αγκαλιά της ο μικρός Γιώργος, ο συγγραφέας του βιβλίου. Δεν είχε γεννηθεί ακόμη η μικρότερη κόρη του Μιχαήλ Ευαγγελία.
1912 στα Γιάννενα, ο Κων/νος Μιχ. Ποάλας, όταν ήταν στρατευμένος στον αγώνα για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων. Πρόκειται για τον μετέπειτα Πρόεδρο της Κοινότητας Σαπών. Αυτός και ο αδερφός του Παναγιώτης πολέμησαν περίπου 10 χρόνια την περίοδο 1910-1920!
Κομοτηνή 1925: Αρχικά λειτούργησε ως ατμόμυλος, αργότερα αγοράστηκε από την οικογένεια του Ποάλα με συνέταιρο τον Χαλιγιάννη και λειτούργησε ως κυλινδρόμυλος.
Κομοτηνή 1925 ή '26: Από το γάμο του Παναγιώτη Μιχ. Ποάλα με τη Σοφία Μπαρτζοπούλου.
Κομοτηνή 1926: Η οικογένεια του Μιχ. Κων. Ποάλα. Το 1920 έχει ήδη πεθάνει ο Κωσταντής Μιχ. Ποάλας και τις δραστηριότητες του στην Κομοτηνή συνεχίζει ο γιος του Μιχ. Κων. Ποάλας (στο μέσον της φωτογραφίας). Στις Σάπες συνεχιστής του έργου του παππού τους συνέχισε ο Κων/νος Μιχ. Ποάλας (ο 2ος όρθιος από αριστερά).
Αλεξανδρούπολη 1927. Εδώ έμενε η η Δέσποινα, γυναίκα του Κων/νου Μιχ. Ποάλα με τα παιδιά της, γιατί στο "Σαπτή" δεν υπήρχε ούτε εκκλησία, ούτε σχολείο για τα παιδιά.
Πρωτομαγιά στις Σάπες του 1928. Είναι οικογένειες Λαϊστινών που ζούσαν τότε στον τόπο μας. Υπάρχουν οι οικογένειες του Γ. Καπέτση, του Κων/νου και Παν. Ποάλα, του Θεόδωρου Τσιάκου και του Μιχάλη Ζαμπογιάννη. (η φωτογραφία προέρχεται από το περιοδικό "Λαϊστινά Νέα").
Σάπες 1933. Αναμνηστική φωτογραφία από μια συγκέντρωση των δασκάλων της περιοχής των Σαπών. Εκτός από τους δασκάλους βλέπουμε τις κοινοτικές και στρατιωτικές αρχές του τόπου. Ανάμεσά τους εντόπισα τον Κων/νο Ποάλα (αριστερά με τη γραβάτα). Τότε ήταν Κοινοτικός Σύμβουλος.
(Αρχείο: Ανδρέα Καφετζή).
Η φωτογραφία δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Λαϊστινά Νέα" (Ιούνιος 2019), όπου γράφει:
"ΑΠΟ ΤΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΑΡΧΕΙΟ ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ ΠΟΑΛΑ. Η φωτογραφία έχει χειρόγραφη αφιέρωση στο πίσω μέρος που γράφει: "Προς τον αγαπητόν μας Αδελφόν Κωνσταντίνον Χριστοφόρου Ποάλαν, εις Αθήνας. Αγαπητέ μας αδελφέ Κωστάκη, δια το Νέον Έτος 1935, ευχόμεθα ίνα διέλθηται με υγείαν και μετά παντός αγαθού. Και ως ενθύμιον σου στελνομεν την παρούσαν φωτογραφίαν μας. Επίσης, θα χαρούμεν εάν ευαρεστηθείς να μας στείλεις και εσύ τη φωτογραφίαν σου. Διατελούμεν πάντοτε μετ' αδελφικής αγάπης. Αι αδελφαί σου Χαρίκλεια & Αγγελική Ποάλα¨. (Ανάρτηση 8/12/2019)... Στο σημείο αυτό θα μου επιτρέψετε να καταθέσω ένα δικό μου συμπέρασμα από τη μελέτη των στοιχείων που έχω. Το όνομα Χριστόφορος το συνάντησα μια φορά μόνο. Ήταν ο δεύτερος γιος του Κωσταντή (τσορμπατζή εφέντη) (ο πρώτος ήταν ο Μιχαήλ). (1876 - 1955). Αυτός ο άνθρωπος πέθανε και ενταφιάστηκε στις Σάπες, το 1955. Έχω σχετική φωτογραφία πιο κάτω. Πρέπει να παντρεύτηκε δεύτερη φορά με κάποια Όλγα, πιθανόν από το Ιάσιο ή Έβρενο. Δεν πρέπει να απέκτησαν παιδιά. Οι δυο αδελφές της φωτογραφίας Χαρίκλεια και Αγγελική και ο αδερφός που αναφέρουν, ο Κωνσταντίνος, πρέπει να είναι τα παιδιά του Χριστόφορου από τον πρώτο του γάμο.
1936: Μέλη της οικογένειας Ποάλα, στο μνημόσυνο του πατέρα τους Μιχάλη Κων. Ποάλα.
Καβάλα 1939: Από το γάμο της Δέσποινας Ποάλα με τον Ελευθέριο Ράφτη. Τη φωτογραφία αυτή την εντόπισα τυχαία σε μια αναζήτησή μου στο διαδίκτυο στο περιοδικό "Λαϊστινά Νέα". Με μικρές πιθανότητες λάθους η νύφη Δέσποινα Ποάλα, είναι κόρη του Κων/νου, η οποία στη φωτογραφία του 1926, αναφέρεται ως εγγονή του παππού Κωσταντή. Από την ίδια αυτή φωτογραφία του 1926, υπάρχουν τα εξής πρόσωπα και στη φωτο του γάμου: Σοφία Ποάλα [1], Δέσποινα Ποάλα [2], Κων/νος Ποάλας [3], είναι ο πατέρας της νύφης, Σταματία Ποάλα [4], Γεώργιος Ποάλας [5], ο συγγραφέας του βιβλίου, Παναγ. Ποάλας [6]. (Αρχείο: "Λαϊστινά Νέα".
Σάπες 1934: Η φωτογραφία προέρχεται από το βιβλίο: "Ένα δέντρο απλώνει τα κλαριά του" , αλλά υπάρχει ένα λάθος στην αναγραφή της χρονολογίας. Την αναφέρει ως 1940. Το σωστό είναι το 1934. Το συμπέρασμα βγαίνει από δύο άλλες φωτογραφίες με τη χρονολογία 1934 με χειρόγραφη αφιέρωση, όπου υπάρχουν δυο πρόσωπα με τις ίδιες καρναβαλικές στολές τους. Πρόκειται για το Στέργιο Παπαστεργίου (στο κέντρο με τα άσπρα γένια) και το Χρήστο Ζαμπογιάννη (δεξιά με την άσπρη φουστανέλα. Το 1934 λοιπόν όπου οι οικογένειες των Σαπαίων Ηπειρωτών διασκεδάζουν το καρναβάλι στον τόπο μας. Από το 1924, με απόδειξη φωτογραφιών, γιόρταζαν οι κάτοικοι των Σαπών με μεγάλο κέφι, ιδιαίτερα την ημέρα της Καθαρής Δευτέρας. Συμμετείχαν και οι οικογένειες των Λαϊστινών, όπως βλέπουμε και στη φωτογραφία. Η λεζάντα της φωτογραφίας αναφέρει τον Κων/νο Μιχ. Ποάλα ως δήμαρχο. Η λεπτομέρεια είναι ότι δεν υπήρχε τότε δήμαρχος, αλλά Πρόεδρος Κοινότητας.Ήταν ο τελευταίος Πρόεδρος της Κοινότητας Σαπών, πριν τη Βουλγαρική Κατοχή.
ΚΟΜΟΤΗΝΗ ΓΥΡΩ ΣΤΑ 1950. Τα πέντε παιδιά του Μιχαήλ Κων. Ποάλα. Από αριστερά με το έτος γέννησης: Χαρίκλεια [1895], Παναγιώτης [1893], Κωνσταντίνος [1890], Γιώργος [1905] και Ευαγγελία [1912].
Κομοτηνή 1958, έξω από τον κινηματογράφο των αδερφών Ποάλα με τις οικογένειές τους. Δεν υπάρχει ο Κων/νος Μιχ. Ποάλας, που έφυγε από τη ζωή το 1954.
Σάπες 22/6/1936: Μοναδική φωτογραφία από το αρχείο του Ιωσήφ Νικολαΐδη, του οποίου οι φωτογραφίες έχουν για μένα αξία ιστορικής σημασίας. Ο Ιωσήφ Νικολαΐδης, που τα χρόνια εκείνα υπηρετούσε στις Σάπες ως Έφεδρος Αξιωματικός και παράλληλα και δάσκαλος στο Δημοτικό Σχολείο Σαπών, άφησε πλήθος φωτογραφιών από τον τόπο μας. Μία από αυτές είναι και η παραπάνω. Ο ίδιος γράφει στο πίσω μέρος της φωτογραφίας τα εξής: "Φωτογραφία ληφθείσα υπό του φωτογράφου κ. Κεπτσέ Σταματ. την 22 Ιουνίου 1936 Δευτέραν και ώρα 12 π.μ. Προπαρασκευάζω για το Γυμνάσιο το γυιο του κ. Ποάλα, Τάκον._ Ιωσήφ Νικολαΐδης Σάππαι 22/6/36".... Πρόσφατα (Φεβρ. 2021) έμαθα ότι ο τότε μαθητής Τάκος (Παναγιώτης Ποάλας) ζει σήμερα στην Αθήνα, σε ηλικία άνω των 90 ετών). Δικός μου υπολογισμός: Σύμφωνα με τη φωτογραφία, το 1936 ο Τάκος θα ήταν 12 ετών. Άρα γεννήθηκε το 1924. Υπολογίζω την ηλικία του στα 97 . Θα επιδιώξω να έρθω σε επαφή με την οικογένειά του. (12/3/2021).
Σάπες 1988: Όταν ακόμη η κατοικία που έκτισε ο Κωσταντής Εφέντης πριν από το 1900 στην τότε συνοικία "Τσαρσί Τζαμί" ή στα "τσαγκαράδικα" όπως για πολλές δεκαετίες ήταν γνωστή η περιοχή. Σχεδόν παραμένει αναλλοίωτη η μορφή της αρχικής κατοικίας. Μέχρι τη Βουλγαρική κατοχή έζησε εδώ η οικογένεια του Κωνσταντίνου Μιχαήλ Ποάλα. Μετά την απελευθέρωση παρέμεινε κενή, ώσπου για αρκετά χρόνια αποτέλεσε το ιατρείο και κατοικία στον επάνω όροφο του γιατρού και Δημάρχου Σαπών Χρήστου Τσιτσώνη. Έτσι διατηρήθηκε, χωρίς παρεμβάσεις στην αρχιτεκτινική του μέχρι την εποχή (πριν από το 1980) που και ο Χρ. Τσιτσώνης έφυγε οριστικά από τις Σάπες.Έκτοτε παρέμεινε κενή και όπως ήταν φυσικό υπέστη σημαντικές φθορές για να γκρεμιστεί προς αποφυγή ατυχημάτων.
Στα κοιμητήρια των Σαπών είναι ενταφιασμένος ο Χριστόφορος Ποάλας και η 2η γυναίκα του Όλγα. Από πληροφορίες που έλαβα από το Δήμο Σαπών έμαθα ότι είναι παιδί του Κωσταντίνου (Κωσταντή) και της Χαρίκλειας Ποάλα, που γεννήθηκε το 1876 και πέθανε στις 30/12/1955, σε ηλικία 79 ετών. Επάγγελμα: Δικολάβος. (κάτι σαν τους σημερινούς δικηγόρους). Η Όλγα, παιδί του Δημοσθένη και της Ζωής, πέθανε στις 7/5/1972. (Αρχείο: Γιώργου Κεραμυδά).